Ελιές: Η ιστορία τους, η θέση τους στην τέχνη και μερικές συνταγές για να τις απολαμβάνουμε

Μνήμες ελιάς από το παρελθόν και το μέλλον Facebook Twitter
Η ελιά βλασταίνει και δένει καρπό χιλιάδες χρόνια τώρα στη γη μας, για να μας θυμίζει κάτι αποκλειστικά δικό μας. Φωτ.: Νίκος Γ. Μαστροπαύλος
0

«ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΓΙΑΤΙ η ελιά μού θυμίζει τον Γκρέκο», μονολογεί ο Γιάννης Μόραλης. Η απορία φαντάζει ρητορική, καθώς ο ίδιος ο σπουδαίος ζωγράφος έχει βρει την απάντηση: «Για σκέψου ότι η ελιά έχει όλα τα χρώματα της ζωγραφικής του Γκρέκο. Πάρε το φύλλο της ελιάς με το ψυχρό γκρίζο μπροστά, πιο πράσινο πίσω. Πάρε τον καρπό μ’ αυτά τα μαυριδερά χρώματα που μοβίζουν».

Η ελιά βλασταίνει και δένει καρπό χιλιάδες χρόνια τώρα στη γη μας, για να μας θυμίζει κάτι αποκλειστικά δικό μας, μια προσωπική ανάγνωση των τοπίων της μνήμης, ακόμη κι αν αυτά, εν τέλει, είναι παρόμοια με πολλών άλλων.

Οι ελιές τάχθηκαν για να μας θυμίζουν τις πρωτόγονες καταβολές μας, τότε που στη γεύση των πρώτων, τροφοσυλλεκτών ανθρώπων υπήρχε και το πικρό και το στυφό και το ξινό και το αλμυρό, όλα αυτά που τώρα έχουμε απεμπολήσει από το τραπέζι μας και έχουμε περιοριστεί στη φτώχεια του γλυκού μόνο.

«Οι ελιές με τις ρυτίδες των γονιών μας», λέει ο «Αστυάνακτας» στο κατά Σεφέρη «Μυθιστόρημα», και ο Γιάννης Μεταξάς μάς γράφει από τη Λέσβο: «Οι κλαστάδες της μάνας μου έχουν άρωμα Ερεσού». Είναι που αυτή η υπέροχη λαλιά μας (τοπίο καταγωγής, όπως και οι χιλιόχρονοι ελαιώνες) δεν αφυπνίζει απλώς τη μνήμη, αλλά είναι η ίδια η μνήμη. Οι κλαστάδες ελιές της μάνας (αλλού τις λένε σπαστές, σκαστές ή τσακιστές), με το άρωμα της Μικρής Πατρίδας, είναι, γλωσσικά, απευθείας απόγονοι του αρχαίου ελληνικού ενεργητικού ρήματος «κλάω» –που θα πει σπάζω, τσακίζω– το οποίο προφέρεται αδιάκοπα χιλιάδες χρόνια τώρα στα τοπία της Σαπφούς: «Για θυμηθείτε τότε που ’μασταν νέες και τι δεν κάναμε∙ σε πόσες των θεών γιορτές και σε πόσους χορούς…»

Μνήμες ελιάς από το παρελθόν και το μέλλον Facebook Twitter
«Οι ελιές με τις ρυτίδες των γονιών μας», λέει ο «Αστυάνακτας» στο κατά Σεφέρη «Μυθιστόρημα». Φωτ.: Νίκος Γ. Μαστροπαύλος

Στους ελαιοφόρους τόπους αυτή την εποχή ο οργασμός του ελαιώνα είναι μεγάλη γιορτή και προσομοιάζει με απέραντο τελετουργικό χορό. Οι δίπλες του χορού ελίσσονται επάνω στα αιωνόβια δένδρα τα κατάφορτα στη βεντέμα τους με τον άγιο καρπό, και μετά στα σύγχρονα ελαιοτριβεία (που η λογική τους δεν διαφέρει και πολύ από τη σύνθλιψη των ελιών στα χειροκίνητα τριβεία), όπου στο τέλος ρέει το χρυσοπράσινο, πολύτιμο λάδι, που καίγεται για ευλογία στο εικονοστάσι του σπιτιού, πριν καταλήξει στον βασικό προορισμό του, στην κουζίνα, ως ευχέλαιο και ελιξίριο της ζωής.

Προηγείται μπροστά στη χοάνη εξόδου του πρωτόλαδου η σπονδή με την «καψάλα», η δοκιμή με το φρυγανισμένο ψωμί, και ακολουθεί η τελετουργική είσοδος του πρώτου λαδιού στο κέντρο της οικογενειακής εστίας: η Βαλάντω Καραλή ανακαλεί στη μνήμη τη μητέρα της, στην κουζίνα της στη Στάμνα, στα μέρη του Μεσολογγίου, να φτιάχνει με βάση το πρώτο φρέσκο λάδι πανηγυρικό «ριβανί», το ιθαγενές γλυκό της περιοχής, και νόστιμες τηγανίτες με μέλι για πρωινό.

Κι εγώ θυμάμαι τη νονά Ακριβή στην κουζίνα του σπιτιού της στους ελαιοφόρους Γαργαλιάνους –με τον βαθύσκιωτο ελαιώνα τους να απλώνεται μέχρι το κύμα του Ιονίου, στην ακρογιαλιά του Μαράθου, απέναντι στη νήσο Πρώτη–, στη σκιά της γιγαντιαίας λεμονιάς, να τηγανίζει στο φρέσκο λάδι λαλαγγίδες, μια σύγχρονη εκδοχή των αρχαίων «εγκρίδων» («πεμμάτιον εψόμενον εν ελαίω και μετά τούτον μελιτούμενον», ζυμαράκι τηγανισμένο σε λάδι και μετά μελωμένο), που τις συνθέτουν αλεύρι, νερό, αλάτι και χυμός λεμονιού. Μόνο που εμείς τις γευτήκαμε σε συνδυασμό με το προϊόν ενός προηγούμενου οργασμού της γης, του τρύγου των αμπελιών, το πετιμέζι.

Μνήμες ελιάς από το παρελθόν και το μέλλον Facebook Twitter
Εγώ ακόμη τις τσακίζω με δυο βότσαλα που βρήκα στην ακρογιαλιά των περιβολιών των Εγγαρών στη Νάξο. Φωτ.: Νίκος Γ. Μαστροπαύλος
Μνήμες ελιάς από το παρελθόν και το μέλλον Facebook Twitter
Όποιος εκεί ακούει «νερατζολιές» ξέρει πως μιλούμε για τσακιστές ή αλλιώς σπαστές ελιές, που όμως, αφού γλυκάνουν, τις αρτύζουμε με χυμό νεραντζιού, αντί λεμονιού. Φωτ.: Νίκος Γ. Μαστροπαύλος

Οι τσακιστές ελιές είναι παγκόσμιο πολιτισμικό μνημείο της ανθρωπότητας. Εγώ ακόμη τις τσακίζω με δυο βότσαλα που βρήκα στην ακρογιαλιά των περιβολιών των Εγγαρών στη Νάξο, και τα μεταχειριζόμουν για να αποκολλώ τις πεταλίδες από τις λείες πέτρες. Είχα την πρόνοια να τα πάρω μαζί μου, κι όταν είχα μπροστά μου τις πράσινες ελιές που με καλούσαν να τις τσακίσω για να ξεπικρίσουν και να γίνουν γρήγορα βρώσιμες, τα θυμήθηκα.

Στον αιώνα της αποθέωσης της τεχνολογίας καμιά από τις τόσες μηχανές που είχα στο σπίτι μου δεν ήταν ικανή να κάνει αυτήν τη δουλειά όπως πρέπει, εκτός από το πρώτο εργαλείο των αρχανθρώπων (το αποφασιστικό βήμα προς τον εξανθρωπισμό του αυστραλοπίθηκου), το απλό βότσαλο, σε συνέργεια με το χέρι μου, φυσικά. Γιατί το χτύπημα πρέπει να επιφέρει ρωγμές στη σάρκα των ελιών για να περάσει η άλμη και να τις ωριμάσει γρήγορα, χωρίς να τη διαλύσει και να σπάσει το κουκούτσι.

Όταν ακούμε τον όρο «νερατζολιές», ο νους μας ταξιδεύει στην Κρήτη, αλλά της Φιλιώς Μαραγκουδάκη επικεντρώνεται σε απολύτως προσδιορισμένο στίγμα, στον Αποκόρωνα των Χανίων: «Όποιος εκεί ακούει "νερατζολιές" ξέρει πως μιλούμε για τσακιστές ή αλλιώς σπαστές ελιές, που όμως, αφού γλυκάνουν, τις αρτύζουμε με χυμό νεραντζιού, αντί λεμονιού. Για να γλυκάνουν, αν δεν βιαζόμαστε, τις βάζουμε σε κρύο νερό και όταν αποφασίσουμε πόσο γλυκές τις θέλουμε, τότε αλλάζουμε συχνά, πάντα, το κρύο νερό, για να διατηρηθούν πράσινες και τραγανές μέχρι να έρθουν στο σημείο που τις θέλουμε. Στο τέλος, γλυκές πια, τις αρτύζουμε με αλατόνερο και μπόλικο χυμό νεραντζιού, σε αναλογία κοντά μισό-μισό. Το άρωμα δεν περιγράφεται, όπως και η γεύση! Τρώγονται γρήγορα, γιατί μετά μαλακώνουν και χάνουν την υπέροχη γεύση τους».

Οι ελιές τάχθηκαν για να μας θυμίζουν τις πρωτόγονες καταβολές μας, τότε που στη γεύση των πρώτων, τροφοσυλλεκτών ανθρώπων υπήρχε και το πικρό και το στυφό και το ξινό και το αλμυρό, όλα αυτά που τώρα έχουμε απεμπολήσει από το τραπέζι μας και έχουμε περιοριστεί στη φτώχεια του γλυκού μόνο.

Μνήμες ελιάς από το παρελθόν και το μέλλον Facebook Twitter
Πιπεράτες ξιδάτες ελιές. Φωτ.: Νίκος Γ. Μαστροπαύλος
CHECK Μνήμες ελιάς από το παρελθόν και το μέλλον Facebook Twitter
Ελιές σαν ζωγραφιά. Φωτ.: Νίκος Γ. Μαστροπαύλος

Μια ελιά που δεν έχει ωριμάσει, σε μία και μόνη αποφασιστική στιγμή μπορεί να συγκεντρώνει στο ελάχιστο σώμα της όλες αυτές τις αποχρώσεις των γεύσεων, να είναι «πικροστυφοξινοαλμυρή», ιδιαιτέρως τα «ελίδια» της άγονης γραμμής, ο μικροσκοπικός, λιπόσαρκος καρπός των ανεμοδαρμένων, κυρτών ελιών των άνυδρων νησιών. Τα ελίδια είναι ένα αντιπροσωπευτικό μικρό μνημείο της ιδεολογίας του μεγαλειώδους ελάχιστου του Αιγαίου.

Η παραγωγή των ελάχιστα φροντισμένων δένδρων δεν είναι ποτέ άφθονη, αλλά η νοστιμιά των ελιών είναι εξαιρετική (ιδιαιτέρως αν έχουν «ψηθεί» μέσα σε φιάλες πληρωμένες με ατόφια θάλασσα), αντιστρόφως ανάλογη του μεγέθους του καρπού. Και επιπλέον συμβολίζουν το «νόστιμον ήμαρ», τη νοητή νοσταλγία της επιστροφής στη Μικρή Πατρίδα.

Όπως η ευμεγέθης ξιδάτη μαύρη ελιά παραπέμπει απευθείας στη Μεγάλη Πατρίδα, ως αντιπροσωπευτική γεύση Ελλάδας. Οι ελιές Καλαμών, μεγάλες και συμμετρικές σαν τα αμυγδαλωτά μάτια όμορφης μαυρομάτας, λες και αναζητούν τη συνταγή της Αθηνάς Ηλιάκη (θεϊκό όνομα, ταυτισμένο με το ελαιόδεντρο) για να μεταποιηθούν σε πικάντικες, ξιδάτες ελιές που διατηρούνται στο λάδι.

Παρακολουθούμε τον τρόπο της, με δικά της λόγια: «Χαράζουμε τις ελιές και αλλάζουμε το νερό κάθε μέρα ώσπου να ξεπικρίσουν. Πόσο θα πάρει; Είκοσι ημέρες, ίσως και έναν μήνα, αναλόγως την όρεξή μας. Στραγγίζουμε το νερό και αλατίζουμε τις ελιές με χοντρό αλάτι σε μικρή λεκάνη, ανακατεύοντας συχνά για δύο με τρεις ώρες. Ξεπλένουμε ελαφρά να φύγει το αλάτι και ρίχνουμε ξίδι ίσα να καλυφθούν και τις αφήνουμε για άλλες δύο με τρεις ώρες για να τις πιάσει. Στραγγίζουμε τις ελιές και τις φυλάσσουμε σε βάζο με λάδι, μαζί με κόκκους πιπεριού, καυτερή πιπερίτσα, σκελίδα σκόρδο, φύλλο δάφνης και μπαχάρι ολόκληρο. Είναι έτοιμες για να τις γευτούμε».

Μνήμες ελιάς από το παρελθόν και το μέλλον Facebook Twitter
Τα «ελίδια» της άγονης γραμμής είναι ο μικροσκοπικός, λιπόσαρκος καρπός των ανεμοδαρμένων, κυρτών ελιών των άνυδρων νησιών. Φωτ.: Νίκος Γ. Μαστροπαύλος
Μνήμες ελιάς από το παρελθόν και το μέλλον Facebook Twitter
Οι ελιές Καλαμών, μεγάλες και συμμετρικές. Φωτ.: Νίκος Γ. Μαστροπαύλος

Διαβάζουμε στα «Ανοιχτά Χαρτιά» του Οδυσσέα Ελύτη: «Θάμπωναν τα μάτια μου, καταμεσήμερο Ιουλίου, από τις άπειρες κοψιὲς του ήλιου μες στα κύματα· που κι αν ακόμα δεν υπήρχαν οι ελαιώνες, τέτοια στιγμή θα τους είχα επινοήσει· όμοια τζιτζίκι».

Και τώρα το φθινόπωρο, όσο κι αν εξελίσσονται οι «δέμπλες», που ταρακουνούν τα κλαδιά για να πέσει ο ελαιόκαρπος στα δίχτυα, από απλές φυσικές βέργες σε ηλεκτροκίνητους βραχίονες, η αίσθηση της λειτουργίας του λαδιού των ευχών, των προσευχών, του χρίσματος, της κάθαρσης, του καλλωπισμού, της τροφής, είναι ίδια και απαράλλακτη, καθώς μπλέκονται τόσο ήσυχα οι μνήμες και τα αρχαία τοπία με τα σύγχρονα.

Γεύση
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Μακαρούνες καρπάθικες με το «χερικό» της κυρίας Μαγκαφούλας

Γεύση / Μακαρούνες: Τα χειροποίητα ζυμαρικά της Καρπάθου

Η νοστιμιά του πιο παραδοσιακού καρπάθικου φαγητού αρχίζει να πλάθεται πολύ πριν το πιάτο με τα «χερίσια» ζυμαρικά –αρτυμένα με τριμμένο κεφαλοτύρι και «τσίκνωμα»– φτάσει στο τραπέζι μας.  
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Raw Βata: Στους Αμπελόκηπους σερβίρουν κοκορέτσι και τραχανά με αχνιστή προβατίνα

Γεύση / Raw Βata: Στους Αμπελόκηπους σερβίρουν κοκορέτσι και τραχανά με αχνιστή προβατίνα

Ο Χρόνης Δαμαλάς προσφέρει μια κουζίνα που είναι οικεία και νέα ταυτόχρονα, με fusion ιδέες και έμφαση στην Ελλάδα, μαθαίνει στους τουρίστες τον τραχανά και σερβίρει το signature κοκορέτσι του χωρίς εντεράκια - μας έδωσε μάλιστα και τη συνταγή γι' αυτό, μαζί με δύο ακόμα.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Μαρία Κατσούλη: H ξεχωριστή πορεία της πρώτης Ελληνίδας οινοχόου

Το κρασί με απλά λόγια / Μαρία Κατσούλη, πώς ήταν να είσαι οινοχόος στα μακρινά 90's;

Από την Κρήτη στην Αθήνα και στις σάλες των πιο διάσημων ελληνικών εστιατορίων της δεκαετίας του ’90, η διαδρομή της Μαρίας Κατσούλη στον χώρο του κρασιού καθόρισε και ουσιαστικά δημιούργησε τη θέση του οινοχόου στη χώρα μας. Η Υρώ Κολιακουδάκη Dip WSET και ο Παναγιώτης Ορφανίδης συζητούν μαζί της.
THE LIFO TEAM
Γεωργιάννα Χιλιαδάκη, πες μας πώς κάνεις τα γιουβαρλάκια σου

Γεύση / Γεωργιάννα Χιλιαδάκη, πώς κάνεις τα γιουβαρλάκια σου;

Στο καινούργιο εστιατόριο Iodio η σεφ Γεωργιάννα Χιλιαδάκη φτιάχνει πιάτα θαλασσινά με τον ξεχωριστό δικό της τρόπο. Μπήκαμε στην κουζίνα της, μιλήσαμε μαζί της και μάθαμε τις τεχνικές των πιάτων της. 
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
H μανία με το τρουφόλαδο και τι σημαίνει «εκλεκτό» στη γαστρονομία;

Radio Lifo / H μανία με το τρουφόλαδο και τι σημαίνει «εκλεκτό» στη γαστρονομία

Γιατί αναζητάμε διαρκώς το «εξωτικό» και το σπάνιο, αντί να εκτιμάμε περισσότερο τα υλικά και τα φαγητά με τα οποία μεγαλώσαμε; Η Κωνσταντίνα Βούλγαρη συνομιλεί με τους Nomade et Sauvage, τους μάγειρες Ιορδάνη Τσενεκλίδη και Παναγιώτη Σιαφάκα, για το τι θεωρείται εκλεκτό, τι ορίζεται ως πολυτέλεια στο φαγητό και πώς οι μόδες και οι τάσεις διαμορφώνουν τις διατροφικές μας συνήθειες.
Η ζωή και τα ήθη ενός λεσβιακού χωριού μέσα από το φαγητό

Βιβλίο / Η ζωή και τα ήθη ενός λεσβιακού χωριού μέσα από το φαγητό

Στον Μανταμάδο οι γυναίκες του Φυσιολατρικού–Ανθρωπιστικού Συλλόγου «Ηλιαχτίδα» δημιούργησαν ένα βιβλίο που συνδυάζει τη νοσταλγία της παράδοσης με τις γευστικές μνήμες της τοπικής κουζίνας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Osteria Mamma 

Γεύση / Ένα νέο ιταλικό σερβίρει πιάτα που περιέχουν άγνωστες στην Αθήνα λέξεις

Θέλοντας να τιμήσει μια επιθυμία της μητέρας της, έπειτα από πολλά ταξίδια και γεύματα σε διαφορετικές ιταλικές πόλεις, η Ελένη Σαράντη ετοιμάζει στο Osteria Mamma πιάτα με μπόλικη comfort νοστιμιά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Τα γλυκά των φετινών Χριστουγέννων 

Γεύση / Όλα τα νέα χριστουγεννιάτικα γλυκά σε μία λίστα

Τετράγωνοι κουραμπιέδες, κρητική αλλά και γαλλική βασιλόπιτα, πολλά προζυμένια πανετόνε: Σε αυτή τη λίστα δεν θα βρείτε τα κλασικά γλυκά της Αθήνας -τα ξέρετε ήδη- αλλά όλες τις φρέσκες ιδέες των τριτοκυματικών φούρνων και των πιο δημιουργικών ζαχαροπλαστών.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Γεύση / Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Ένα τοπόσημο της πόλης αλλάζει ριζικά, επενδύει σε μια dream team και σε ό,τι κλασικό, από το φαγητό και το ποτό μέχρι την αρχιτεκτονική του, ακόμα και τη μουσική του μερικές φορές, και περιμένει τη νέα γενιά Αθηναίων, ακόμα κι εκείνους που δεν το είχαν στο ραντάρ τους μέχρι τώρα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ