Live

Τι έχει συμβεί με τα μπριζολάκια του Τέλη;

Τι έχει συμβεί με τα μπριζολάκια του Τέλη; Facebook Twitter
Σε όποιον ρωτούσε το μυστικό για το λουκούμι κρέας του, ο Τέλης έλεγε ότι είναι η καταγωγή του που το κάνει ωραίο, ότι το προμηθεύεται από την Άρτα. Φωτ.: Manteau Stam
0

Αν υποθέσουμε ότι υπάρχουν μπριζολάκια στην Αθήνα που τα έχει δοκιμάσει η μισή και παραπάνω πόλη, αυτά είναι μάλλον του Τέλη. Από το 1978 που λειτουργεί έχει χτίσει τον μύθο του με δύο πιάτα, με τo χοιρινό του κρέας που βγαίνει από τα κάρβουνα και το μπουργιουντί, το «καυτερό» όπως το ζητάνε πολλοί ή το «καριολίκι», όπως το λένε άλλοι, λιγότεροι.

Όλα ξεκίνησαν όταν δύο αδέρφια, παιδιά ακόμα, άφησαν πίσω τους την επαρχία για να δοκιμάσουν την τύχη τους στην Αθήνα. Όπως έχει πει ο Τέλης σε συνέντευξη που έδωσε το 2008 για τη στήλη «Oι Αθηναίοι» της LiFO, «στα 11 με στείλανε στην Αθήνα να δουλέψω. Μόνον μου. Σε μια θεία μου θα έμενα, την οποία ούτε και είχα ξαναδεί. Δύσκολα χρόνια, αλλά επιβιώσαμε. Όλη μου τη ζωή αυτήν τη δουλειά έχω κάνει μόνο, ψήστης. Ξεκίνησα από την Ομόνοια, στη Σατωβριάνδου, μικρό παιδί με κοντά παντελονάκια. Και ψάρια έχω ψήσει, στο Τουρκολίμανο στον Πειραιά. Ούτε αυτά τα μαγαζιά υπάρχουν ούτε οι άνθρωποι πια».

Μαζί με τον αδερφό του ανοίγουν το 1968 το πρώτο δικό τους μαγαζί, ένα μπιφτεκάδικο στην οδό Πανδρόσου της Πλάκας. Περνάνε δέκα χρόνια εκεί, μέχρι που αναγκάζονται να μετακομίσουν καθώς ο δήμος γκρέμισε το κτίριο που τους φιλοξενούσε.

Στήνουν τη δουλειά τους ξανά στο κέντρο, αλλά σε ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό, μια ανάσα από την πλατεία Κουμουνδούρου, τις βιοτεχνίες ρούχων και παπουτσιών της και τα πολλά της λεωφορεία, στην οδό Ευριπίδου. Εκεί, ο Τέλης και ο Δήμος έφτιαχναν σάντουιτς, έψηναν κι άλλα κρέατα, μέχρι που αποφάσισαν να ακολουθήσουν τη «συνταγή» που η ιστορία του φαγητού έχει δείξει πως, αν ξέρεις να την εκτελέσεις κι έχεις όρεξη, θα σου πετύχει, μέχρι που αφιερώθηκαν δηλαδή σε ένα πράγμα και καλό, στα μπριζολάκια που έμελλε να γίνουν θρυλικά. Ο πρώτος έψηνε, ο δεύτερος σέρβιρε.

Φαίνεται πως το καλοκαίρι μετά την πρώτη επανεκκίνηση της εστίασης από τα μέτρα για τον κορωνοϊό άρχισε η διαδικασία της πώλησης και τελικά τον Σεπτέμβρη ο Τέλης έδωσε το μαγαζί που δούλεψε για χρόνια. Ο αδερφός του έχει πεθάνει από καιρό.

Στα τραπέζια τους με τα λευκά χάρτινα τραπεζομάντηλα της μιας χρήσης συναντιέται λαός και Κολωνάκι, κυριολεκτικά, τρώνε εκεί έχοντες και κατέχοντες, λαοπρόβλητοι ηγέτες, οι οδηγοί τους, οι φορτηγατζήδες που δουλεύουν με την αγορά του κέντρου και οι ταξιτζήδες που έπαιρναν το κλασικό τρατάρισμα του Τέλη –ένα μπριζολάκι σε χαρτοπετσέτες και στο χέρι– κατεβάζοντας απλά το παράθυρο του αυτοκινήτου.

«Έχω βιβλίο με επισκέπτες από όλο τον κόσμο, έρχονται ολόκληρα γκρουπ από Γαλλία, Γερμανία, Αυστραλία και μου ζητάνε να πάρουν και δέμα μαζί τους για τους γονείς τους που είχαν έρθει κι αυτοί εδώ όταν ήταν νέοι. Και πολλές μανάδες Ελληνίδες το κάνουν αυτό. Τους τα δίνω ψημένα και τα στέλνουν στα παιδιά τους που σπουδάζουν έξω. Έχει περάσει από δω όλος ο κόσμος, από εργάτες μέχρι μορφωμένοι και διάσημοι. Ο πρώτος αστροναύτης και ο Πρόεδρος της Κύπρου και άλλοι, αλλά δεν κάνει να λέω ονόματα. Όλοι εδώ γίνονται ένα με τον απλό κόσμο», όπως έχει πει ο βετεράνος ψήστης.

Μιλώντας για τον «πρώτο αστροναύτη» αναφερόταν στον Τσαρλς Ντιούκς, τον δέκατο και τον νεότερο που περπάτησε στη Σελήνη σε ηλικία 36 ετών κατά την αποστολή του Απόλλων 16 το 1976. Είχε κορνιζάρει μάλιστα το δημοσίευμα εφημερίδας για την επίσκεψή του στην Αθήνα, το οποίο έχει πράγματι φωτογραφία του αστροναύτη στον εξωτερικό χώρο του μπριζολάδικου.

Στα ‘90s, του Ψυρρή είναι στα πολύ πάνω του και ο Τέλης γνώρισε μεγάλες πιένες. Πλανόδιοι μουσικοί τον είχαν βρει για πόστο, αφού όχι απλά τον επισκέπτονταν αλλά καυγάδιζαν για το ποιος θα πρωτοπαίξει για τα παχυλά φιλοδωρήματα που δίνονταν. Λέγεται πως ένας από τους σερβιτόρους είχε πατέρα κλαρινιτζή που είχε γίνει σχεδόν μόνιμος του μαγαζιού παίζοντας δημοτικά, μέχρι που τους έβαλε φρένο η δημοτική αστυνομία.

Τι συμβαίνει με τα μπριζολάκια του Τέλη; Facebook Twitter
Το «καυτερό», όπως το ζητάνε πολλοί, ή το «καριολίκι», όπως το λένε άλλοι, λιγότεροι.

Σε όποιον ρωτούσε το μυστικό για το λουκούμι κρέας του, ο Τέλης έλεγε ότι είναι η καταγωγή του που το κάνει ωραίο, ότι το προμηθεύεται από την Άρτα. Κυρίως όμως, περηφανευόταν για το κάρβουνό του, πως είναι αληθινό, χωρίς προσθήκη χημικών, από ξύλο πραγματικό, ότι στήνει από νωρίς τη θράκα του που με ένα παλιό σεσουάρ αναζωπύρωνε τη φωτιά της.

Κι έπειτα, το άλλο που τον έκανε να ξεχωρίσει ήταν το «καυτερό» του που ανέφερα παραπάνω, οι πράσινες πιπεριές, η ντομάτα και η μπόλικη φέτα που ρίχνονται μαζί στα κάρβουνα και αριβάρουν στο τραπέζι σε έναν μεγάλο και οβάλ μεταλλικό δίσκο, αφού το πιάτο προορίζεται έτσι κι αλλιώς για τη μέση.

Σε εκείνη τη στρογγυλεμένη γωνία της Ευριπίδου και της Επικούρου, μεσοτοιχία με τον Τέλη, το 1994, ένας πρώην παπουτσής ανοίγει τον Μινώταυρο, ψήνοντας κι αυτός μπριζολάκι, αλλά δεν καταφέρνει να κλέψει τη δόξα του πρώτου.

Το 2015 οι διαφορετικού χρώματος ταμπέλες των δύο μαγαζιών που συναντιόντουσαν έχουν πλέον κάτι κοινό και κάπου εκεί ξεκινάνε οι αστικοί ψίθυροι και το μπέρδεμα. Ξαφνικά είχαμε δυο «Τέληδες».

Δεν είναι πως ήμουν από τους πιο τακτικούς του μαγαζιού, αλλά έκανα τις επισκέψεις μου. Αρκετά πριν από την πανδημία και τις καραντίνες που μας βρήκαν, θυμάμαι να στέκομαι μπροστά του και την ώρα που πατούσα το πόδι μου στο πεζοδρόμιο κατευθυνόμενη προς τα τραπέζια στα δεξιά, στην πλευρά της Ευριπίδου δηλαδή, κάποιος, εκτελώντας χρέη κράχτη, μας οδηγούσε να καθίσουμε στην αντίθετη πλευρά, «περάστε από εδώ, πού θέλετε να καθίσετε;», μας είπε, ή κάτι ανάλογο.

Σε όλο το πεζοδρόμιο τα τραπέζια ήταν πανομοιότυπα, δεν ξεχώριζες ότι εδώ αρχίζει ένα μαγαζί κι εκεί ξεκινάει ένα άλλο, όπως μπορεί να συμβεί σε πιάτσες με καφετέριες στη σειρά. Στα δεξιά, πάνω από τη μία ταμπέλα υπήρχε μια δεύτερη μικρότερη που έγραφε «εδώ Τέλης», ενώ στη τζαμαρία στεκόταν ένα πορτρέτο του παλιού ψήστη με τον υπότιτλο «ο αυθεντικός Τέλης από το 1980 είναι μόνο αυτό το κατάστημα», με μπολνταρισμένη τη λέξη μόνο. Δεν θυμάμαι να ασχολήθηκα πολύ εκείνη τη μέρα με αυτή τη φιλονικία που φαινόταν να υπάρχει, πάντως έκατσα εκεί που κατευθυνόμουν αρχικά, παρά τις προτροπές.

Τι συμβαίνει με τα μπριζολάκια του Τέλη; Facebook Twitter
Στην τζαμαρία στεκόταν ένα πορτρέτο του παλιού ψήστη με τον υπότιτλο «ο αυθεντικός Τέλης από το 1980 είναι μόνο αυτό το κατάστημα», με μπολνταρισμένη τη λέξη μόνο.

Πιο πρόσφατα λοιπόν μια φίλη ανέβασε στόρι με χαρακτηριστική μερίδα του, «όπως κοιτάς, το αριστερά ή το δεξιά;» της έγραψα, «δεξιά βέβαια» απάντησε. Και συνέχισε «όμως ο αριστερά δεν τα έχει πλέον και τα δύο; Έτσι μου είπαν». Έστειλα σε δυο-τρεις ακόμα που πίστευα ότι μπορεί να ξέρουν κάτι παραπάνω, κάτι είχε πάρει το αυτί τους αλλά δεν ήταν και βέβαιοι για τίποτα.

Όχι πολύ μετά, ήρθε η μέρα που έπεσε η πρόταση στο γραφείο να περπατήσουμε προς τα εκεί για το μεσημεριανό μας. Ξεκινήσαμε δύο άτομα, φτάσαμε εκεί, οι ψήστες που έβγαιναν εκείνη την ώρα από το μαγαζί φορούσαν τις άσπρες ποδιές τους όπως παλιά.

Μια γυναίκα μας ρώτησε πόσοι θα είμαστε και πού θέλουμε να κάτσουμε, αφήνοντάς μας ελεύθερους να τα περιεργαστούμε και να επιλέξουμε, κανείς δεν προσπαθούσε να μας τραβήξει προς καμιά μεριά. Η ταμπέλα έμοιαζε φρέσκια κι αυτήν τη φορά ήταν ενιαία, ένα χρώμα, το όνομα σε αυτή ήταν Τέλης.

Παραγγείλαμε να φάμε. Τα μπριζολάκια έφτασαν το ίδιο καλοψημένα, τόσο ώστε το κρέας τους να παραμένει μαλακό και ζουμερό. Το μπουγιουρντί ήταν εμφανώς λιγότερο καυτερό (κάτι που προσωπικά δεν με ενοχλεί, καθόλου μάλιστα), πιο υδαρές, ήθελε λίγη φέτα ακόμα για να δέσει, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν είναι και η εποχή του, έχουμε μήνες ακόμα μέχρι να βγει καλή η ντομάτα.

Κοιτάξαμε την απόδειξη, οι τιμές ήταν λίγο πιο πάνω απ’ όσο τις θυμόμασταν, η μερίδα κόστιζε πλέον 9,50 ευρώ, ενάμισι ευρώ παραπάνω απ’ ό,τι θυμόμασταν. Ενώ πληρώναμε ρωτήσαμε αν είναι εκεί ο κύριος Τέλης. Εκείνη που μας υποδέχτηκε και μας σέρβιρε είπε πως είχε έρθει νωρίτερα, ότι περνάει κάποια πρωινά για λίγο. «Άρα είναι ακόμα δικό του;» απορήσαμε κι εκείνη απάντησε καταφατικά, εξήγησε μάλιστα ότι «δεν αντέχει πια και την ορθοστασία για να ψήνει».

telis mprizolakia Facebook Twitter
Ο ένας είπε ότι το έδωσε με βαριά καρδιά, δεν υπήρχε κανείς που να θέλει να το συνεχίσει από την οικογένεια, άλλος ισχυρίζεται ότι το έδωσε γιατί απλά κατάλαβε ότι ένας κύκλος έκλεισε, οι απόψεις διίστανται και τον ίδιο δεν τον βρήκαμε, μας τον περιέγραψαν σαν έναν άνθρωπο που σου τηλεφωνεί αραιά, όταν ο ίδιος το θελήσει, κανείς δεν έχει ένα κινητό του εύκαιρο. Φωτ.: Manteau Stam

Φεύγοντας, δεν διακρίναμε τις ταμπέλες του Τέλη που μας βεβαίωναν κάποτε για το ποιος είναι ο γνήσιος, σαν μας έλεγαν «προσοχή στις απομιμήσεις», δεν έστεκαν πια στη τζαμαρία, σε κάποιο εμφανές απ’ έξω σημείο. Παίρνοντας τον δρόμο της επιστροφής για το γραφείο, μια και μας είχε μπει η ιδέα ότι τα δύο στρατόπεδα κήρυξαν με κάποιο τρόπο ειρήνη, αρχίσαμε να ρωτάμε στη γειτονιά τι συμβαίνει τελικά με τον Τέλη, παλιούς του θαμώνες και μαγαζάτορες κοντά του.

Φαίνεται πως το καλοκαίρι μετά την πρώτη επανεκκίνηση της εστίασης από τα μέτρα για τον κορωνοϊό άρχισε η διαδικασία της πώλησης και τελικά τον Σεπτέμβρη ο Τέλης έδωσε το μαγαζί που δούλεψε για χρόνια. Ο αδερφός του έχει πεθάνει από καιρό.

Ο ένας είπε ότι το έδωσε με βαριά καρδιά, δεν υπήρχε κανείς που να θέλει να το συνεχίσει από την οικογένεια, άλλος ισχυρίζεται ότι το έδωσε γιατί απλά κατάλαβε ότι ένας κύκλος έκλεισε, οι απόψεις διίστανται και τον ίδιον δεν το βρήκαμε, μας τον περιέγραψαν σαν έναν άνθρωπο που σου τηλεφωνεί αραιά, όταν ο ίδιος το θελήσει, κανείς δεν έχει ένα κινητό του εύκαιρο.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρώ ότι κάθε φορά που ένα παλιό μαγαζί κατεβάζει οριστικά ρολά το (δικό μου) feed γεμίζει με δημοσιεύσεις εν είδει RIP. Δεν το βρίσκω παράδοξο της σοσιαλμιντιακής μας ζωής, μου φαίνεται απόλυτα λογικό κι ανθρώπινο τα μέρη που έχουμε βγει και ξαναβγεί να σημαίνουν κάτι παραπάνω για εμάς, έχουμε φτιάξει μέσα τους αναμνήσεις, έχουν υπάρξει παρέες που στα αλήθεια η φιλία τους ζούσε και κρατιόταν από μόνο ένα-δυο μέρη.

Γι' αυτό νομίζω ότι απ’ όλο αυτό σούσουρο, εκείνο που μένει στην περίπτωση του Τέλη είναι ένα προσιτό μαγαζί που ξέρουμε τι θα μας σερβίρει. Άλλωστε, υπάρχουν κι αυτοί που συχνά μεμψιμοιρούν ότι οι σταθερές μας χάνονται, ότι δεν θα μείνει τίποτα όρθιο από την ιστορία μιας πόλης που έχουν ζήσει οι ίδιοι, ότι τα μενού πλέον είναι χαοτικά κατεβατά, ότι όλα γύρω τους είναι «μοντερνιές» που δεν πιάνουν μία μπροστά στους παλιούς μάστορες του φαγητού. Γι’ αυτούς, ο Τέλης είναι μια πολύ καλή πρόταση, και για πολλούς άλλους όμως.

Τι συμβαίνει με τα μπριζολάκια του Τέλη; Facebook Twitter
Σε νέα χέρια, ο Τέλης συνεχίζει να είναι μια επιλογή για φαγητό από αυτές που συνηθίζουμε να χαρακτηρίζουμε τίμιες.

Σε νέα χέρια, ο Τέλης συνεχίζει να είναι μια επιλογή για φαγητό από αυτές που συνηθίζουμε να χαρακτηρίζουμε τίμιες. Η εξυπηρέτηση ήταν ταχύτατη, το σέρβις ευγενικό, στο μπουγιουρντί θα ξαναδώσω μια ευκαιρία. Τη μέρα που θα ψάχνετε κάτι σε ταβέρνα στο κέντρο, θυμηθείτε τον, κάποιοι τη συνεχίζουν αξιοπρεπώς.

Έτσι κι αλλιώς όλα τα ντεσού, τα αυτοσχέδια γλέντια και τα κατοστάρικα που έβγαιναν από τα πορτοφόλια, τα πολυτελή αυτοκίνητα σε απροσδόκητα σημεία είναι πράγματα που έχουν εκλείψει εδώ και καιρό στην Αθήνα, αποτελούν κομμάτι μιας νοσταλγίας που δεν ξέρω ποιον ωφελεί.

Ίσως το μόνο που θα ήθελα να ξαναδώ είναι εκείνο το μπριζολάκι στο χέρι, το μεζεδάκι, ήταν μια ωραία κίνηση από την πλευρά του ψήστη που είχε περάσει πλέον στη σφαίρα του cult.

Πέτυχα τα μπριζολάκια του και σε πλατφόρμα delivery. Αλλά αν κάτι έχει νόημα στον Τέλη πέρα από το φαγητό είναι να μοιραστείς και δυο παγωμένες μπίρες εκεί, μία την ώρα που τρώτε και μία μετά, για την κουβέντα.

Ευριπίδου 86 & Επίκουρου 20, 2103249582

Γεύση
0

Live

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ένα από τα καλύτερα και πιο ιστορικά σουβλάκια της Αθήνας φτιάχνεται πλέον σε ένα πεζόδρομο ανάμεσα στο Σύνταγμα και το Μοναστηράκι

Γεύση / Λευτέρης ο Πολίτης: Ένα από τα πιο ιστορικά σουβλάκια της Αθήνας

Ο Λευτέρης προσφέρει τα πικάντικα σουβλάκια του από το 1951 στην Ομόνοια, που τότε ήταν η καρδιά της Αθήνας. Πλέον έχει και μια δεύτερη διεύθυνση στην περιοχή που μας έρχεται στο μυαλό όταν μας λένε «κέντρο-καράκεντρο».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τραβόλτα: Σ’ αυτή την ψαροταβέρνα η παράδοση και η καινοτομία που αναδεικνύουν τη φρεσκάδα της θάλασσας πάνε χέρι-χέρι

Γεύση / Πώς να φτιάξετε στο σπίτι τα κορυφαία πιάτα του Τραβόλτα

Πριν από 13 χρόνια, σε μια ψαροταβέρνα πολύ μακριά από τη θάλασσα, οι αδελφοί Λιάκοι μαζί με τον Ανέστη Λαζάι συνδυάσαν την παράδοση με την καινοτομία και δημιούργησαν γεύσεις-σταθμούς, όπως το καλαμάρι κοντοσούβλι και η τσιπούρα χουνκιάρ, κερδίζοντας φανατικούς θαυμαστές.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Λήμνος: Ταξίδι στους αμπελώνες και τις γεύσεις του νησιού

Το κρασί με απλά λόγια / Λήμνος: Ένα από τα αρχαιότερα μέρη στον κόσμο που έφτιαχνε κρασί

Η Υρώ Κολιακουδάκη Dip WSET ταξιδεύει στη Λήμνο για να οινοτουρισμό και μοιράζεται με τον Παναγιώτη Ορφανίδη τις εμπειρίες της από τις γεύσεις που δοκίμασε και φυσικά ό,τι έμαθε για τα κρασιά, τις ποικιλίες, την αμπελουργία και τα οινοποιεία του νησιού.
THE LIFO TEAM
Χταπόδι με ασκολύμπρους, αβρονιές, κρίθαμα: Τα πολλά πρόσωπα ενός αρχέγονου φαγητού

Γεύση / Χταπόδι με ασκολύμπρους, αβρονιές και κρίθαμα: Τα πολλά πρόσωπα ενός αρχέγονου γεύματος

Δεν είναι απλώς ένα έδεσμα. Είναι μια τελετουργία που χάνεται στα βάθη του χρόνου, μια ιεροτελεστία που ξεκινά από την άγρια καταδίωξη στα βράχια και καταλήγει στο μεθυστικό άρωμα της θάλασσας, που αναδύεται στο πιάτο.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Τάσος Μαντής: Από τα υδραυλικά στα αστέρια Michelin

Οι Αθηναίοι / Τάσος Μαντής: Από τα υδραυλικά στα αστέρια Michelin

Ένα απρόσμενο Σαββατοκύριακο σε ένα κότερο στάθηκε αρκετό για να αλλάξει τη ζωή του. Από την πρώτη του εμπειρία ως μάγειρας στον στρατό μέχρι τις κουζίνες των κορυφαίων εστιατορίων του κόσμου, κάθε σταθμός διαμόρφωσε τη φιλοσοφία του βραβευμένου σεφ. Σήμερα, μέσα από το αστεράτο Soil, αποδεικνύει πως η μαγειρική δεν είναι απλώς τέχνη, αλλά τρόπος ζωής.
M. HULOT
Αξώτης: Για καλοψημένο παϊδάκι και θεϊκές πατάτες στο Πολύγωνο

Γεύση / Αξώτης: Για καλοψημένο παϊδάκι και θεϊκές πατάτες στο Πολύγωνο

Μια ταβέρνα που έχτισαν το '56 οι οικοδόμοι της περιοχής και κράτησαν ζωντανή ακόμα και στις δύσκολες στιγμές, συνεχίζει μέχρι σήμερα να αποτελεί ένα comfort zone, με λίγα, κλασικά και καλά πράγματα, για τις μέρες που δεν θέλουμε να είμαστε μέρος της «φάσης».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
ΕΠΕΞ Έκανε την Ελληνίδα μαμά του αστέρι του TikTok κι όταν εκείνη πέθανε, συνέχισε να μαγειρεύει τις συνταγές της

Γεύση / Έκανε την Ελληνίδα μαμά του αστέρι του TikTok κι όταν εκείνη πέθανε, συνέχισε να μαγειρεύει τις συνταγές της

Ο Ελληνοαμερικανός stand-up κωμικός Γκας Κωνσταντέλλης έφτιαξε έναν «βωμό» στα social media για τη μητέρα του και τις συνταγές της, οι οποίες συγκεντρώνονται τώρα σ’ ένα βιβλίο.
THE LIFO TEAM
Τι είναι αυτό που κάνει τα αυτόριζα αμπέλια τόσο μοναδικά;

Το κρασί με απλά λόγια / Αυτόριζα αμπέλια: Ο μεγάλος θησαυρός της αμπελουργίας

Είναι τα πιο «ειλικρινή» αμπέλια στον κόσμο, εξ’ ου και οι Γάλλοι τα αποκαλούν «franc de pied». O εξαιρετικός σύμβουλος-οινολόγος Σπύρος Ζουμπούλης μιλά στην Υρώ Κολιακουδάκη Dip WSET και στον Παναγιώτη Ορφανίδη για το κρασί που προσφέρει όλη την αλήθεια για το terroir που το γέννησε.
THE LIFO TEAM
Meigma: Το νέο μεζεδοπωλείο της Αθήνας δεν θυμίζει κανένα άλλο

Γεύση / Meigma: Το νέο μεζεδοπωλείο της Αθήνας δεν θυμίζει κανένα άλλο

Μετά το Ρίνι που αγαπήθηκε πολύ, η Μαρίνα Χρονά σερβίρει στον Κεραμεικό μικρά πιάτα που της αρέσουν, είτε πρόκειται για φάβα φουρνιστή και ντολμαδάκια κασιώτικα είτε για ravioloni και shepherd’s pie.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Konak: Στον Άγιο Δημήτριο για αυθεντικό κεμπάπ και λαχματζούν

Γεύση / Konak: Στον Άγιο Δημήτριο για αυθεντικό κεμπάπ και λαχματζούν

Ο Apo, ένας Τούρκος πολιτικός πρόσφυγας που έφτασε στην Ελλάδα με 7 ευρώ στην τσέπη, σερβίρει πλέον τσιγ κιοφτέ, πληθωρικό μπεϊντί κεμπάπ και χειροποίητο ντονέρ, ενώ μοιράζεται μαζί μας τρεις από τις συνταγές του.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Φάε έναν Βαλεντίνο

Γεύση / Φάε έναν Βαλεντίνο

Όπως και στη ζωή, έτσι και στα πιο καλά ζαχαροπλαστεία της Αθήνας κυκλοφορούν καρδιές μικρές και καρδιές μεγάλες· για να τις δωρίσετε ή για να τις κρατήσετε για πάρτη σας. Φτιάχνουν επίσης cheesecake, choux, πανετόνε και rolls ειδικά για τη μέρα που κάποιοι τη γιορτάζουν και σε κάποιους περνάει εντελώς αδιάφορη. Ποιος, όμως, μπορεί να αντισταθεί σε ένα λαχταριστό γλυκό;
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Φαΐ να σε ζεστάνει το πιο κρύο ΣΚ της χρονιάς: 15 θέματα γεμάτα χειμωνιάτικα φαγητά και γλυκά!

Γεύση / Φαΐ να σε ζεστάνει το πιο κρύο ΣΚ της χρονιάς: 15 θέματα γεμάτα χειμωνιάτικα φαγητά και γλυκά!

Τι θες; Τις σούπες που έτρωγες στην Ήπειρο; Ωραία γιουβαρλάκια; Ή μια σωστά χυλωμένη φασολάδα; Ό,τι θες από φαγητό που να θυμίζει «χειμώνα» θα το βρεις σε αυτό εδώ το mega post.
THE LIFO TEAM
Δώδεκα Πιάτα

Γεύση / «Δώδεκα Πιάτα» στο Κουκάκι: Για χειροποίητο γύρο στην ταβέρνα ενός αστεράτου σεφ

Ο Παύλος Kυριάκης είχε κατά νου δύο πράγματα: Να φτιάξει ένα μέρος όπου θα μπορούν να τον επισκέπτονται εύκολα οι φίλοι του και να σερβίρει κλασικά πιάτα - λίγα και καλά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ