Η Δευτέρα 11 Μαΐου ήταν διαφορετική σε σχέση με όσα είχαμε συνηθίσει το τελευταίο δίμηνο. Μετά από 42 ημέρες περιοριστικών μέτρων πολλά καταστήματα άνοιξαν και ο κόσμος ξαναβγήκε στους δρόμους. Η αρχή, βέβαια, είχε γίνει μία εβδομάδα πριν, με την άρση της καραντίνας και του lockdown για ορισμένους τύπους καταστημάτων.
Όλο αυτό το διάστημα ζήσαμε όλοι διάφορες αγωνίες, για την υγεία, τη δουλειά και τη ζωή μας όπως την ξέραμε. Πολλοί από εμάς δεν ξέραμε πώς θα είναι αυτό που ονομάζουμε «επόμενη μέρα», ενώ την ίδια στιγμή υπήρχαν και κάποιοι που αναρωτιόντουσαν αν τα σχέδιά τους και όλος ο κόπος που κατέβαλαν για να ανοίξουν το καινούργιο τους μαγαζί θα έπιαναν τόπο κάποια στιγμή.
Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την τροπή που θα έπαιρναν τα πράγματα με την πανδημία του κορωνοϊού και υπήρχαν άνθρωποι ανάμεσά μας που μήνες πριν έστηναν τις επιχειρήσεις τους, τις οποίες προγραμμάτιζαν να ανοίξουν στις αρχές της άνοιξης. Και μπορεί το άνοιγμά τους να καθυστέρησε, αλλά, σε πείσμα των καιρών, είδαμε να ανοίγουν, τελικά, στην Αθήνα τρία νέα, υπέροχα μαγαζιά.
Μιλήσαμε με τους ανθρώπους που τα δημιούργησαν για τις σκέψεις και τις αγωνίες τους αλλά και για την ελπίδα τους ότι όλα θα πάνε καλά ‒ γιατί έχουν περάσει τα χειρότερα.
Το να ανοίγεις μαγαζί την εποχή του κορωνοϊού είναι σίγουρα μια τεράστια πρόκληση. Θέτεις τον εαυτό σου οικειοθελώς σε μια δοκιμασία ψυχικής αντοχής, αλλά αυτό νομίζω ότι είναι κάτι δημιουργικό μέσα σε αυτή την τρελή κατάσταση που βιώνουμε.
Fig
«Το να ανοίγεις μαγαζί την εποχή του κορωνοϊού είναι σίγουρα μια τεράστια πρόκληση. Θέτεις τον εαυτό σου οικειοθελώς σε μια δοκιμασία ψυχικής αντοχής, αλλά αυτό νομίζω ότι είναι κάτι δημιουργικό μέσα σε αυτή την τρελή κατάσταση που βιώνουμε. Θεωρώ πως κάτω από μεγάλη πίεση γεννιούνται οι καλύτερες ιδέες» λέει η Έλλη Ξεμαντήλωτου, που προσπαθεί να διατηρήσει ακμαίο το ηθικό της, μια και ξεκίνησε να λειτουργεί για πρώτη φορά το ολοκαίνουριο κατάστημά της στη στοά της Πραξιτέλους τη μέρα της άρσης του lockdown για τα μικρά εμπορικά καταστήματα.
Το επίσημο άνοιγμα του καταστήματος είχε προγραμματιστεί για τον Φεβρουάριο, όμως την πρόλαβαν τα γεγονότα. Αρχικά κάποιες καθυστερήσεις στις βασικές εργασίες του χώρου πήγαν πίσω χρονικά το αρχικό πλάνο «κι έπειτα έγινε το lockdown και νιώσαμε πως ήρθε το τέλος. Δεν μου πέρασε από το μυαλό να τα παρατήσω, αλλά το μούδιασμα που νιώσαμε όλοι με αυτή την ξαφνική παύση στην καθημερινότητά μας ήταν αρκετό για να αδρανήσει το κίνητρό μου» λέει η Έλλη, η οποία μέχρι πρότινος μοίραζε τη ζωή της μεταξύ Κυθήρων και Αθήνας. Από Μάιο μέχρι Σεπτέμβριο βρισκόταν στα Κύθηρα, όπου διατηρεί έναν μικρό παραδοσιακό ξενώνα με την οικογένεια της, και από τέλος Σεπτεμβρίου επέστρεφε στη βάση της, στην Αθήνα, όπου εργαζόταν στον χώρο του fitness.
Το Fig, στον πρώτο όροφο της ολοζώντανης στοάς στο νούμερο 33 της οδού Πραξιτέλους, είναι ένα πρωτότυπο κατάστημα με επιλεγμένα προϊόντα, όλα με πολλή αγάπη. Όλα ξεκινούν από την αγάπη της Έλλης για το φαγητό και κυρίως για το πρώτο γεύμα της ημέρας, το πρωινό.
«Λατρεύω την ιεροτελεστία του πρωινού και όλα τα σκεύη γύρω από αυτό. Κάπως έτσι σκέφτηκα να δημιουργήσω έναν χώρο όπου θα μπορεί κανείς να βρει συλλογές από vintage κεραμικά μπολ σερβιρίσματος, καθώς και τις πρώτες ύλες για τη δημιουργία του πρωινού. Το έχω φανταστεί ως ένα μέρος όπου θα σταματά για λίγο ο χρόνος, αφού θα υπάρχουν δύο πολυθρόνες στις οποίες θα μπορείς να καθίσεις και να σκεφτείς τι είναι αυτό που πραγματικά θα ήθελες να έχει το πρωινό σου. Ακόμα και το όνομά του είναι εμπνευσμένο από το σύκο, που για εμένα σηματοδοτεί πάντα μια νέα αρχή. Είναι ένα φρούτο που με συνδέει απόλυτα με τη γη, καθώς η εποχή που είναι έτοιμο να το κόψεις από το δέντρο είναι το τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτέμβρη, οπότε έχεις τη γλύκα του καλοκαιριού πάνω σου αλλά και την ανυπομονησία για τα νέα ξεκινήματα, εκεί που μπλέκονται το αλάτι από τα μαλλιά με τη γλύκα του φθινοπώρου που θα έρθει» λέει η Έλλη.
Ο χώρος της είναι πραγματικά μικρός και δίνει την αίσθηση ενός καλοφτιαγμένου κουκλόσπιτου. Αυτήν τη στιγμή στο Fig μπορεί κανείς να βρει μια σπάνια συλλογή από ελληνικά κεραμικά πιάτα limited edition, φτιαγμένα τη δεκαετία του '80, καθώς και μπολ από συμπιεσμένο μπαμπού της ίδιας χρονολογίας. Επίσης, έχει συλλογές από εμαγιέ πιάτα αλλά και μικρά αξεσουάρ πρωινού, όπως είναι τα ξύλινα κουτάλια κ.ά. Εν καιρώ, στα ράφια θα μπουν και όλα τα αξεσουάρ ενός απολαυστικού πρωινού. Επίσης, μέσα από το eshop του Fig θα υπάρχει η δυνατότητα δημιουργίας του ιδανικού breakfast box με βάση τις ανάγκες του καθενός.
«Το να στήνεις μαγαζί από το μηδέν εν μέσω lockdown έχει μόνο δυσκολίες, τουλάχιστον σε πρακτικά ζητήματα. Για παράδειγμα, οι εφορίες και τα καταστήματα δομικών υλικών και επίπλων είναι κλειστά. Κάθε μέρα ένιωθα πως είμαι στην αίθουσα αναμονής κάποιου γιατρού και περίμενα να έρθει η σειρά μου. Μέχρι που δεν άντεξα άλλο την αναμονή και αποφάσισα ανοίξω το μαγαζί με ό,τι έχω αυτήν τη στιγμή στη διάθεσή μου. Εν τέλει, όμως, όλο αυτό σου μαθαίνει πώς όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει και τρόπος» λέει η Έλλη.
Προσπαθεί να σκέφτεται θετικά, μια και τώρα που μένουμε περισσότερο σπίτι ίσως έχουμε έναν λόγο παραπάνω να επενδύσουμε σε όσα πραγματικά μάς φτιάχνουν τη διάθεση μέσα στον χώρο μας, δίνοντας βαρύτητα στις μικρές λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά, όπως ένα νέο αγαπημένο φλιτζάνι για τον πρωινό καφέ ή ένα αρωματικό κερί.
Σε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση που ζούμε προσδοκά ένα νέο ξεκίνημα της αγοράς, την υλοποίηση νέων ιδεών και στη στήριξη των μικρών επιχειρήσεων, που τη χρειάζονται περισσότερο από ποτέ. «Το μόνο που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως η πολυκατοικία στην Πραξιτέλους μου παρέχει την ασφάλεια που χρειάζομαι αυτή την αβέβαιη εποχή, καθώς νιώθω πώς όλοι μαζί εκεί είμαστε μια ομάδα. Ξεκινάω τη μέρα μου πίνοντας καφέ στο Anana, ανεβαίνω να πω ένα "γεια" και να κάνω τα ψώνια μου στο Neso και στο L'on και συνήθως προς το απόγευμα καταλήγουμε με κομμάτια πίτσας στο χέρι από το Mozzart» καταλήγει η Έλλη.
Το Τρομερό Παιδί
Το Τρομερό Παιδί «γεννήθηκε» από το Στέφανο Λιβάνιο και τον Χρήστο Παππά. Πλοίαρχος του Εμπορικού Ναυτικού ο πρώτος, στέλεχος επιχειρήσεων ο δεύτερος, αποφάσισαν να σταματήσουν να ταξιδεύουν ανά τον κόσμο, να ρίξουν άγκυρα σε μια μονοκατοικία του 1926 στην οδό Παπαδιαμαντοπούλου 30 στα Ιλίσια και ν' αρχίσουν να φτιάχνουν το ψωμί που δεν μπορούσαν να βρουν στην Αθήνα.
Αυτό που είχε ξεκινήσει ως βραδινά πειράματα αρτοποίησης αποδείχτηκε τόσο ενδιαφέρον, που οδήγησε τον Στέφανο στη Γαλλία, στην École Ferrandi, για να σπουδάσει αρτοποιία και μετά να εργαστεί στον φούρνο του διάστερου σεφ Thierry Marx στο Παρίσι, καθώς και σε έναν παραδοσιακό επαρχιακό ξυλόφουρνο στο Saint-Malo. Επίσης ο Χρήστος, παλιότερα, είχε σπουδάσει μαγειρική στη σχολή Cordon Bleu στο Παρίσι κι έτσι αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις και τις οικονομίες τους και να δημιουργήσουν τον πρώτο φούρνο «τρίτου κύματος» στην Αθήνα.
Μόνο που το εγχείρημά τους να ξανασυστήσουν το ψωμί στους καταναλωτές συνέπεσε με την έναρξη εφαρμογής περιοριστικών μέτρων στην Ελλάδα για την καταπολέμηση της διασποράς του κορωνοϊού. Συνεπώς αναβλήθηκε η προγραμματισμένη έναρξη λόγω καθυστέρησης των εργασιών και δυσκολιών στην προμήθεια του εξοπλισμού. Κατά το διάστημα αυτό δοκιμάστηκαν όχι μόνο οι δικές τους ψυχολογικές και οι οικονομικές αντοχές αλλά και των συνεργατών τους, που περίμεναν να ξεκινήσουν να εργάζονται στην επιχείρηση.
Όμως, παρά την καθυστέρηση και τις ανασφάλειες, κάποια στιγμή οι προσπάθειές τους ευοδώθηκαν και το Τρομερό Παιδί ξεκίνησε να λειτουργεί την πρώτη ημέρα της άρσης των περιοριστικών μέτρων. «Σκεφτήκαμε ότι από δω που είμαστε και τη δεδομένη στιγμή που ξεκινάμε, μόνο καλύτερα μπορούν να πάνε τα πράγματα στο μέλλον» λέει με αισιοδοξία ο Χρήστος.
Ο χώρος του Τρομερού Παιδιού είναι διαφορετικός από αυτούς των συνηθισμένων φούρνων. Φωτεινός, με το λευκό χρώμα να κυριαρχεί, χαρακτηρίζεται από μια λιτή αισθητική, εντελώς μίνιμαλ, με τα προϊόντα να αποτελούν τον ουσιαστικό πρωταγωνιστή, και από διαφάνεια, με μεγάλες γυάλινες επιφάνειες, μέσα από τις οποίες μπορεί κανείς να παρατηρεί όχι μόνο τα προϊόντα αλλά και τη διαδικασία αρτοποίησης μέσα στο εργαστήριο.
Σε αντιστοιχία με το τρίτο κύμα καφέ, το Τρομερό Παιδί θέλει να αναδείξει το ψωμί σε προϊόν ανώτερης ποιότητας τόσο ως προς την προέλευση των πρώτων υλών όσο και ως προς την διαδικασία παραγωγής. Η προσήλωση στις αρχές της αυθεντικής αρτοποιίας με αγνές πρώτες ύλες: το αλεύρι προέρχεται αποκλειστικά από ελληνικά σιτηρά του Πιπίνου Πυρροντζέλλου, μυλωνά πέμπτης γενιάς στην Καρδίτσα, και είναι χωρίς πρόσθετα, η παραδοσιακή ζύμωση γίνεται αποκλειστικά με προζύμι (φυσική μαγιά) και η αργή ωρίμανση και το ψήσιμο σε πέτρα, χάρη στην τέχνη και τον κόπο του αρτοποιού, δίνουν ψωμί αυθεντικό, υγιεινό και νόστιμο, όπως ακριβώς πρέπει να είναι. Πολλοί ασχοληθήκαμε τις μέρες της καραντίνας με τη δημιουργία σπιτικού ψωμιού και μπορεί να παρατηρήσαμε τη διαφορά που υπάρχει στη γεύση όταν χρησιμοποιούνται ανώτερης ποιότητας υλικά.
Στο Τρομερό Παιδί μπορεί κανείς να βρει σήμερα, για αρχή, οκτώ διαφορετικά είδη ψωμιού, το καθένα με την ιδιαίτερη συνταγή του, τα οποία ζυμώνονται, ωριμάζουν και ψήνονται επί τόπου. Ψωμιά, όπως η τραγανή απέξω και αφράτη μέσα γαλλική μπαγκέτα, το χωριάτικο με τη χαρακτηριστική υπόξινη γεύση και τη μεστή υφή, το ομώνυμο Τρομερό Παιδί, που δίνει μεγάλες φέτες οι οποίες μπορούν να συνοδεύσουν οποιοδήποτε γεύμα, το σίκαλης, που παράγεται από 100% αλεύρι σίκαλης με ιδιαίτερη και δυνατή γεύση, καθώς και το πολύσπορο, από εννιά διαφορετικά δημητριακά, οι σπόροι του οποίου καβουρντίζονται πρώτα από τους ίδιους και αποτελεί «γεύμα» από μόνο του αν το βουτήξεις σε λίγο λάδι και αλάτι.
Εκτός από το ψωμί, υπάρχουν και άλλα, αντίστοιχης φιλοσοφίας και ποιότητας προϊόντα αρτοποιίας, όπως αληθινά γαλλικά κρουασάν βουτύρου και σοκολάτας, σφολιάτες που παρασκευάζονται επί τόπου αποκλειστικά από αλεύρι και βούτυρο (μια και η μαργαρίνη δεν ταιριάζει στη γαλλική παράδοση), σάντουιτς και τυρόπιτες με τα δικά τους μείγματα τυριών και αλλαντικών (τα οποία προέρχονται από την οικογένεια Σαρήμπογια, αλλαντοποιούς τέταρτης γενιάς από τη Δράμα), καθώς και μπριός, τσουρέκια, κέικ, μπισκότα κ.ά.
Το Τρομερό Παιδί δεν εξαντλείται στην αρτοποιία, αλλά μετράει τις δυνάμεις του και στα γλυκά, με τη Γαλλίδα επικεφαλής του εργαστηρίου ζαχαροπλαστικής να δημιουργεί καθημερινά απόλυτα αυθεντικά και φρέσκα γλυκά σύγχρονης φιλοσοφίας, ανάλαφρα σε υφή, αλλά έντονα σε άρωμα, όπως τάρτες και εκλέρ, όλα φτιαγμένα με αληθινά υλικά, χωρίς κανενός είδους μείγμα ή πρόσθετο. Η τάρτα λεμόνι, φτιαγμένη αποκλειστικά με φυσικό χυμό λεμόνι και στολισμένη με μους λευκής σοκολάτας, ισορροπεί ιδανικά το ξινό με το γλυκό και θυμίζει καλοκαίρι, ενώ η βελούδινη σοκολάτα, χάρη στην εξαιρετική βελγική σοκολάτα Callebaut, αφήνει μια επίγευση που διαρκεί για ώρα.
Όπως μου λέει ο Χρήστος, το όνομα του μαγαζιού είναι μετάφραση του γαλλικού «Εnfant Τerrible». «Πρόκειται για μια έκφραση που υποδεικνύει το παιδί το οποίο φέρνει τους γονείς του σε δύσκολη θέση με τα λεγόμενα και την απρόβλεπτη ή ανάρμοστη συμπεριφορά του. Τα παλιά τα χρόνια πολλά απ' αυτά τα παιδιά τα έστελναν να εργαστούν ως εκπαιδευόμενα σε φούρνους. Εξαιτίας του απαιτητικού ωραρίου και της δυσκολίας της, αυτή η δουλειά λειτουργούσε σχεδόν ως τιμωρία. Σήμερα πλέον η φράση χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει δημιουργούς που λειτουργούν με τρόπο ανορθόδοξο, διαφορετικό από τον συνηθισμένο, και, παρ' όλα αυτά, χαίρουν αναγνώρισης» λέει ο ίδιος.
Mother
To Mother στην οδό Αναπαύσεως 16, στο Μετς, ήταν προγραμματισμένο να ανοίξει στις 23 Μαρτίου, την ημέρα που τέθηκε σε ισχύ το γενικό lockdown στη χώρα μας. «Θυμάμαι, ήμουν τόσο απασχολημένος με τις εργασίες και τα μαστορέματα που γίνονταν μέσα στον χώρο, που δεν είχα πάρει χαμπάρι τι γινόταν. Δεν είχα χρόνο να παρακολουθώ τόσο πολύ τις ειδήσεις, αν και ήξερα για τον κορωνοϊό. Μέχρι που μια μέρα, εκεί που μίλαγα με τον άνθρωπο που έχει το προποτζίδικο ακριβώς δίπλα, τον ακούω να μου λέει: "Μάνο, μας κλείνουν". Τότε συνειδητοποίησα τι γινόταν. Έπρεπε να κλειδώσω το μαγαζί μου, το οποίο είχα γεμίσει με φυτά πριν καλά-καλά ανοίξει.
Στην αρχή ένιωσα να χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου. Τρομοκρατήθηκα. Βρήκα, όμως, καλούς φίλους που προσφέρθηκαν να πηγαίνουν κάθε τόσο και να φροντίζουν τα φυτά και ανέβηκα στην Αλεξανδρούπολη, για να περάσω την καραντίνα στο πατρικό μου. Το βράδυ έβλεπα στον ύπνο μου τα φυτά να μου μιλάνε και να μου λένε "μας παράτησες, θα πεθάνουμε"» λέει γελώντας πια ο Μάνος Τζιαπώνης.
O Mάνος μεγάλωσε στην Αλεξανδρούπολη και εδώ και μερικά χρόνια ζούσε στην Αθήνα, απασχολούμενος στον χώρο της ένδυσης και της μόδας. Ωστόσο, η σχέση του με τη γη και τα φυτά είναι βαθιά ριζωμένη μέσα του, καθώς τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε μέσα στη φύση.
Αργότερα ασχολήθηκε και ο ίδιος ερασιτεχνικά με τα φυτά που είχε στο σπίτι του και κόλλησε το «μικρόβιο» της κηπουρικής, ομορφαίνοντας τον χώρο του με διάφορα φυτά, πειραματιζόμενος και μαθαίνοντας όλο και περισσότερα πράγματα γι' αυτά. Στην πορεία απέκτησε όλο και περισσότερες γνώσεις αλλά και μια ικανότητα να δίνει λύσεις σε προβλήματα σχετικά με τα φυτά, βοηθώντας φίλους του, ακόμα και αναλαμβάνοντας τη φύτευση και τη διακόσμηση με φυτά σε διάφορα μαγαζιά της Αθήνας. Έτσι, το άνοιγμα ενός ανάλογου μαγαζιού ήρθε πολύ ομαλά, κάτι σαν φυσική εξέλιξη στη ζωή του.
Το Mother άνοιξε τελικά την περασμένη εβδομάδα χωρίς καθόλου απώλειες, τουλάχιστον στα φυτά. Διαθέτει πολλά είδη φυλλόδεντρων, όπως οι μονστέρες, οι φίκοι, αλλά και εξωτικά φυτά, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι εσωτερικού χώρου, baby φυτά αλλά και φυτά κατά γενική ομολογία «ξεχασμένα» όπως είναι τα γιούκα, οι σεφλέρες αλλά και οι τριανταφυλλιές, που αγαπά ιδιαίτερα ο Μάνος.
Εκτός από τα φυτά, που ανάλογα με την εποχή η γκάμα τους εμπλουτίζεται και με καινούργια είδη, στο Mother μπορεί κανείς να βρει και διάφορα αντικείμενα που αφορούν την περιποίησή τους, π.χ. ψαλίδια και εργαλεία για μπονσάι, εργαλεία για terrariums, τις γυάλες μέσα στις οποίες κανείς μπορεί να δημιουργήσει έναν μικρόκοσμο με φυτά.
Όνειρο του Μάνου είναι μέσα στο Μοther να δημιουργηθεί μια κοινότητα plant lovers, ώστε να μπορεί να τον επισκέπτεται οποιοσδήποτε θέλει απλά και μόνο για να τον συμβουλευτεί για τα φυτά του, ακόμα κι αν δεν πρόκειται να αγοράσει κάτι. Ο ίδιος, μάλιστα, είναι διατεθειμένος να έρθει στον χώρο σου για να σε βοηθήσει είτε με τα φυτά που έχεις ήδη είτε για να σε συμβουλεύσει σχετικά.
«Σήμερα με πήρε τηλέφωνο μια γνωστή μου και με ρώτησε πώς μπορεί να μεταφυτεύσει ένα φυτό. Της είπα "πάρ' το και έλα να το κάνουμε μαζί στο μαγαζί"» λέει ο Μάνος που μου εξηγεί ότι στα άμεσα σχέδιά του είναι να κάνει και κυριακάτικα workshops, όπου θα μπορεί να δείχνει διάφορες τεχνικές και να δίνει συμβουλές σε όσους ενδιαφέρονται να ασχοληθούν με τα φυτά.
Και μάλλον είναι πολλοί αυτοί που ενδιαφέρονται, γιατί αν κάποια πράγματα ενισχύθηκαν μέσα στην κρίση του κορωνοϊού, είναι και η περιποίηση των φυτών.
Ο κόσμος, που τώρα μένει περισσότερο στο σπίτι, ασχολείται πιο πολύ με την αυλή, το μπαλκόνι ή την ταράτσα του και φαίνεται να βρίσκει διέξοδο στην ενασχόληση με την κηπουρική. Άλλωστε, όπως λέει και ο Μάνος, «η κηπουρική αποτελεί μια ευεργετική ασχολία, καθώς μας χαλαρώνει από την ένταση της καθημερινότητας, ειδικά τώρα που οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές εξαιτίας της πρωτόγνωρης κρίσης που ζούμε. Είναι ένα βάλσαμο για την ψυχική ισορροπία».
Fig, Πραξιτέλους 33 (στοά), 1ος όροφος, fig_shop__
Τρομερό Παιδί, Παπαδιαμαντοπούλου 30, Ιλίσια, tromeropaidi
Mother, Αναπαύσεως 16, Αθήνα, mother_athens
σχόλια