ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ 2009, η Έιμι Ρόουζ και η Άλις Φέργκιουσον, δύο μητέρες που ζούσαν στην οδό Γκρέβιλ στο Μπρίστολ της νοτιοδυτικής Αγγλίας, σκέφτηκαν το ίδιο πράγμα βλέποντας τα παιδιά τους που ήταν διαρκώς κλεισμένα στο σπίτι. «"Γιατί είναι συνέχεια εδώ;", αναρωτηθήκαμε», λέει σήμερα η Ρόουζ. «Γιατί δεν είναι έξω;».
Οι δύο φίλες αποφάσισαν τότε να κάνουν ένα πείραμα. Ζήτησαν άδεια να κλείσουν την κυκλοφορία στον δρόμο τους, σε μήκος ενός τετάρτου του μιλίου, για δύο ώρες μετά το σχολείο, ένα απόγευμα του Ιουνίου – όχι για κάποιο πάρτι ή εκδήλωση, αλλά απλώς για να αφήσουν τα παιδιά που ζούσαν εκεί να παίξουν στον δρόμο. Σκόπιμα δε, δεν προετοίμασαν παιχνίδια ή δραστηριότητες, καθώς αυτό θα αναιρούσε τον σκοπό αυτού του πειράματος. «Θέλαμε να δούμε τι μπορεί να συμβεί όταν υπάρχει ο χώρος, ο χρόνος και η άδεια», λένε.
Τα αποτελέσματα υπήρξαν εκπληκτικά, πέρα από κάθε προσδοκία. Τα δεκάδες παιδιά που εμφανίστηκαν δεν είχαν κανένα πρόβλημα να βρουν να κάνουν πράγματα από το πουθενά. Ένα κοριτσάκι έκανε ποδήλατο πάνω-κάτω στον δρόμο «γύρω στις 3.000 φορές», θυμάται η Ρόουζ. «Έμοιαζε απολύτως ευτυχισμένη».
Ξαφνικά, η σύγχρονη προσέγγιση του παιδικού παιχνιδιού, κατά την οποία οι γονείς μεταφέρουν τα παιδιά τους σε παιδικές χαρές ή άλλες δομημένες δραστηριότητες, φαινόταν τόσο υπερβολική όσο και εντελώς ανεπαρκής. Τα παιδιά δεν χρειάζονταν ειδικό εξοπλισμό ή μαθήματα – απλά έπρεπε να μην εξαρτώνται τόσο πολύ από τους διαρκώς πιεσμένους χρονικά γονείς τους.
Η κυριαρχία των αυτοκινήτων έχει μετατρέψει το παιχνίδι των παιδιών σε δουλειά για τους γονείς, οι οποίοι πρέπει διαρκώς να συντονίζουν και να επιβλέπουν τον χρόνο των παιδιών τους και να τα μεταφέρουν σε παιδικές χαρές και σε προκαθορισμένα ραντεβού για παιχνίδι με άλλα παιδιά.
Το πείραμα των δύο γυναικών υπήρξε αποκαλυπτικό. Καθώς τα παιδιά ξεχύνονταν στο δρόμο, κάποια έπεφταν πάνω σε συμμαθητές τους και μόλις τότε συνειδητοποιούσαν ότι ήταν γείτονες. Σύντομα έγινε σαφές σε όλους τους παρευρισκόμενους ότι στην οδό Γκρέβιλ ζούσαν πολύ περισσότερα παιδιά απ' ό,τι νόμιζαν.
Αυτή η υπαίθρια «συνεδρία» έγινε επίσης το μέσο με το οποίο οι ενήλικοι γείτονες γνώρισαν ο ένας τον άλλον, γεγονός που οδήγησε τις δύο διοργανώτριες του «play street» σε μια άλλη διαπίστωση: Ένας κόσμος που μοιάζει αποκλειστικά φτιαγμένος για αυτοκίνητα έχει κάνει τη ζωή πολύ πιο δύσκολη, όχι για τα παιδιά, αλλά για τους ενήλικους.
Η κυριαρχία των αυτοκινήτων έχει μετατρέψει το παιχνίδι των παιδιών σε δουλειά για τους γονείς, οι οποίοι πρέπει διαρκώς να συντονίζουν και να επιβλέπουν τον χρόνο των παιδιών τους και να τα μεταφέρουν σε παιδικές χαρές και σε προκαθορισμένα ραντεβού για παιχνίδι με άλλα παιδιά. Αλλά έχει επίσης στερήσει από τους ενήλικες κάτι πιο βαθύ. Με την πάροδο των ετών, καθώς η Ρόουζ και η Φέργκιουσον επέκτειναν το πείραμά τους σε άλλα μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου, γειτονιές σε ολόκληρη τη χώρα ανακάλυψαν ότι το να επιτρέπεται στα παιδιά να παίζουν έξω βοήθησε τους κατοίκους να διεκδικήσουν κάτι που δεν ήξεραν ότι τους έλειπε: την ικανότητα να συνδέονται με τους ανθρώπους που ζουν πιο κοντά τους.
Οι δρόμοι ήταν ο κύριος τόπος παιχνιδιού του αυξανόμενου αριθμού παιδιών που ζούσαν στις πόλεις ακόμη και μετά την ευρεία διάδοση των παιδικών χαρών στις αρχές του 20ού αιώνα. Μόνο όταν τα αυτοκίνητα βγήκαν στους δρόμους σε μεγαλύτερους αριθμούς, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν.
Τη δεκαετία του 1920, καθώς οι θάνατοι πεζών αυξήθηκαν, πολλές αμερικανικές πόλεις έστησαν μνημεία για τα παιδιά που σκοτώθηκαν στην κυκλοφορία, αναγνωρίζοντας τον θάνατό τους ως δημόσια απώλεια, με τον τρόπο που μνημονεύουμε τους πεσόντες φαντάρους.
Όταν οι υποθέσεις που αφορούσαν αυτές τις τραγωδίες έφταναν στα δικαστήρια, οι δικαστές συνήθως αποφαίνονταν ότι «ένα παιδί έχει απόλυτο δικαίωμα να χρησιμοποιεί τον δρόμο και ότι είναι ευθύνη όλων των άλλων να προσέχουν το παιδί. Ο γονέας δεν χρειάζεται να είναι εκεί». Όταν οι αυτοκινητιστές υποστήριζαν ότι δεν έφταιγαν, επειδή το παιδί εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά τους, οι δικαστές έλεγαν: «Αυτό δεν είναι δικαιολογία. Επιλέξατε να χειριστείτε ένα μηχάνημα που μπορεί να είναι επικίνδυνο, συνεπώς εσείς, ο οδηγός, έχετε την ευθύνη».
Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, οι σκόπιμες προσπάθειες εντός της αυτοκινητοβιομηχανίας μετέθεσαν την ευθύνη για τους θανάτους από τροχαία ατυχήματα στα παιδιά και τους γονείς τους. Ήδη από την δεκαετία του 1920, η Αμερικανική Ένωση Αυτοκινήτου μοίραζε στα σχολεία δωρεάν υλικό για την εκπαίδευση στην ασφάλεια, με στόχο να διδάξει στα παιδιά ότι ο δρόμος δεν ήταν πλέον γι' αυτά.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι δύο γυναίκες επέκτειναν το πείραμά τους το 2011 ιδρύοντας το Playing Out, έναν οργανισμό που βοήθησε τους κατοίκους σε περισσότερους από 1.000 δρόμους σε δεκάδες πόλεις της χώρας να οργανώσουν τις δικές τους «συνεδρίες παιχνιδιού». Αυτές διαρκούν συνήθως δύο ώρες και πραγματοποιούνται ανά εβδομάδα, δεκαπενθήμερο ή μήνα, κατά περίσταση.
Και όπως και με κάθε άλλο είδος παιχνιδιού στις μέρες μας, η διαδικασία απαιτεί δουλειά: Οι κάτοικοι που επιθυμούν να δημιουργήσουν έναν «δρόμο παιχνιδιού» πρέπει να πάρουν την έγκριση των γειτόνων, να συμφωνήσουν για τις ημερομηνίες, να κλείσουν τους δρόμους αρκετά νωρίτερα και να προσλάβουν υπηρεσία φύλαξης στα άκρα του δρόμου. Οι διοργανωτές έχουν επίσης να αντιμετωπίσουν την καχυποψία μιας κοινωνίας που δεν έχει συνηθίσει να βλέπει τα παιδιά να παίζουν στο δρόμο ή τους οδηγούς που διαμαρτύρονται επειδή δεν μπορούν να περάσουν. Ορισμένοι κάτοικοι ρωτούν γιατί τα παιδιά δεν μπορούν απλώς να πάνε στο πάρκο και ανησυχούν για τον θόρυβο ή για το τι θα συμβεί στα αυτοκίνητά τους.
Η εμπειρία τους υποδεικνύει τους περιορισμούς των «δρόμων παιχνιδιού». Σε πολλά μέρη δεν αρκούν για να μεταμορφώσουν τον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά ή οι ενήλικες χρησιμοποιούν τον δρόμο. Η τεράστια προσπάθεια που απαιτείται για τον συντονισμό των «play streets» σημαίνει ότι η διαδικασία μερικές κάποιες φορές ξεθωριάζει με την πάροδο του χρόνου.
Ακόμα και στην οδό Γκρέβιλ, παρά τη βαθιά δέσμευση της Ρόουζ και της Φέργκιουσον, οι εβδομαδιαίες «συνεδρίες» μετά το σχολείο έχουν μειωθεί σε μηνιαία απογεύματα Σαββάτου. Και σε κοινότητες όπου οι άνθρωποι δεν έχουν τον χρόνο και τους πόρους που απαιτούνται για τη διατήρηση των τακτικών διακοπών της κυκλοφορίας, οι «παιδικοί δρόμοι» δεν πραγματοποιούνται καθόλου.
Αυτό μπορεί να είναι το τελικό συμπέρασμα του πειράματος που ξεκίνησαν οι δύο γυναίκες: Η πραγματική αποκατάσταση της κουλτούρας του παιχνιδιού στους δρόμους θα απαιτήσει από την κοινωνία πολύ πιο εκτεταμένες και μόνιμες αλλαγές στο δομημένο περιβάλλον. Πρόκειται για ένα δύσκολο και ίσως αδύνατο έργο. Αλλά είναι ένα έργο που θα βελτιώσει σημαντικά την ευημερία των παιδιών, των γονέων, και κάθε ανθρώπου που ζει σ’ έναν δρόμο.
Με στοιχεία από The Atlantic