ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΑΙΔΙΑ της Gen Z, μιας γενιάς που μπορεί να μεγάλωσε με δυσκολίες λόγω των οικονομικών συνθηκών που επικράτησαν στη χώρα, αλλά ονειρεύτηκε κάτι καλύτερο όταν όλα θα τελείωναν. Αυτό το καλύτερο, όμως, μήπως έχει αργήσει να έρθει;
Περνούν τα χρόνια και περιμένεις τη στιγμή της ανεξαρτησίας σου, εσύ, εγώ και όλοι. Μετά τα πράγματα κυλούν όπως πρέπει ή, τέλος πάντων, όπως μας έχουν πει ότι πρέπει. Άνοιξε η αγορά, «τα παιδιά θα βρουν δουλειά στον τομέα τους» ή «δεν θα πάει τσάμπα ο κόπος τους» μερικές από τις πιο basic ατάκες που ειπώθηκαν και τελικά ήταν σωστές. Πράγματι, δουλειές υπάρχουν, όμως για τα δεδομένα της εποχής οι μισθοί γι' αυτά που η Gen Z καλείται να πληρώσει είναι κυριολεκτικά χαρτζιλίκι.
Υπάρχουν εκεί έξω άτομα της Gen Z που με εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς καταφέρνουν να τα βγάζουν πέρα μόνα τους, χωρίς να έχουν καμία απολύτως βοήθεια. Σε αυτούς βγάζουμε το καπέλο, γιατί είδαν το σκληρό πρόσωπο της «ανεξαρτησίας» από νωρίς. Υπάρχουν όμως κι εκείνοι που βγάζουν αξιοπρεπείς μισθούς και είναι περήφανοι γι' αυτή την επιτυχία τους, όμως το βράδυ, αντί να γυρίσουν σπίτι τους, πάνε στους γονείς τους.
Ακούγεται ειρωνικό, αλλά είναι η πραγματικότητα. Μιλήσαμε με αρκετά άτομα και σχεδόν όλοι είχαν την ίδια απάντηση. «Πλήρης ανεξαρτησία» στις μέρες μας είναι κομματάκι δύσκολο. Όντως, ισχύει. Ανεξάρτητο θεωρείται ένα άτομο που, αν είναι φοιτητής, δουλεύει και βγάζει τα χρήματα που χρειάζεται για να συντηρεί το σπίτι και την αφεντιά του. Στην περίπτωση των 24+ ανεξαρτησία είναι όταν με τα χρήματα τα δικά σου «φέρνεις βόλτα» τα πάντα και δεν πληρώνουν οι γονείς ούτε τον λογαριασμό του νερού – που ευτυχώς ακόμα είναι χαμηλός.
Η 26χρονη Σοφία μένει ακόμα σπίτι της, παρότι, όπως αναφέρει, έχει έρθει η ώρα να φύγει. Οι λόγοι που επιλέγει να το κάνει είναι προφανείς και σίγουρα, πάνω-κάτω, ίδιοι για αρκετά άτομα της ίδιας ηλικίας, γιατί, μεταξύ μας, ποιος δεν θα επέλεγε ένα ταξίδι από το να πληρώσει έναν λογαριασμό;
Δεν φταίει κανείς για όλο αυτό, ούτε σκοπός αυτού του άρθρου είναι να προσβάλει και να κουνήσει το δάχτυλο σε οποιονδήποτε ή οποιαδήποτε, αλλά, δυστυχώς, αν το καλοσκεφτούμε είναι η αλήθεια. Μακάρι όλοι να είχαν μια βοήθεια, αλλά, συγκριτικά με πλήθος άλλες χώρες, θα έπρεπε να μέναμε ήδη μόνοι μας και να ήμασταν αυτόνομοι... χθες. Στη χώρα πολλοί δουλεύουν και τα πράγματα έχουν πάρει μπρος, οι μισθοί όμως ακόμα... κοιμούνται.
Οι περισσότεροι νέοι που μένουν στις πόλεις όπου μεγάλωσαν πλέον σπάνια να επιλέγουν να ζήσουν αλλού και όχι στο πατρικό τους πριν από τα 27-28. Άλλοι επιλέγουν τη συγκατοίκηση είτε με τους συντρόφους είτε με τους φίλους τους, ενώ, και σε αυτή την περίπτωση, τα τάπερ πάνε κι έρχονται, όπως και οι σακούλες των σούπερ-μάρκετ. Εντάξει, είπαμε, μην τα ισοπεδώσουμε και όλα, η Ελληνίδα μάνα δεν θα αλλάξει. Ανάμεσα στα άτομα που μιλήσαμε ήταν και η 27χρονη Γεωργία, η οποία, όπως λέει, φαίνεται ότι τα τακτοποιεί όλα μόνη της, μέχρι να έρθει η λυπητερή όμως, δηλαδή οι τελευταίες μέρες κάθε μήνα.
«Εγώ ουσιαστικά τα πληρώνω όλα μόνη μου, ό,τι έχει να κάνει με λογαριασμούς, ενοίκιο και λοιπά, αλλά, μέχρι να ξαναπληρωθώ, αν δεν έχω ανέβει στο χωριό να δουλέψω στο μαγαζί μας, πρέπει να μου δώσουν σίγουρα οι γονείς γιατί ο μισθός μου δεν φτάνει», ανέφερε χαρακτηριστικά για τη δική της περίπτωση.
Η 28χρονη Ιωάννα, μετά από δύο χρόνια που έκανε οικονομίες, μας εξηγεί ότι μπορεί να κατάφερε να κάνει το μεγάλο βήμα να φύγει από το σπίτι της και να συγκατοικήσει με το αγόρι της, όχι όμως χωρίς τη βοήθεια των δικών της.
«Εδώ και δύο χρόνια μαζεύαμε χρήματα για να μείνουμε μόνοι μας, καθώς το να ζεις μόνος σου τέτοια εποχή δεν είναι εφικτό. Το ενοίκιό μας είναι 750, προνομιακή τιμή για τα δεδομένα της χώρας, "ευκαιρία" μας είπαν. Παρ' όλα αυτά, χωρίς τη βοήθεια των δικών μας ανθρώπων δεν θα τα καταφέρναμε, δεδομένου ότι ο πληθωρισμός είναι στα ύψη και οι μισθοί μας, αν και ικανοποιητικοί για τα νέα δεδομένα, δεν επαρκούσαν για να κάνουμε ένα τέτοιο βήμα μόνοι μας», τόνισε η ίδια.
Από την άλλη πλευρά, η 26χρονη Σοφία μένει ακόμα σπίτι της, παρότι, όπως αναφέρει, έχει έρθει η ώρα να φύγει. Οι λόγοι που επιλέγει να το κάνει είναι προφανείς και σίγουρα, πάνω-κάτω, ίδιοι για αρκετά άτομα της ίδιας ηλικίας, γιατί, μεταξύ μας, ποιος δεν θα επέλεγε ένα ταξίδι από το να πληρώσει έναν λογαριασμό;
«Είναι αυτή η στιγμή που καταλαβαίνεις πως ήρθε η ώρα να φύγεις, πως θέλεις τον χώρο και τον χρόνο σου, αλλά δυστυχώς ο μισθός που παίρνεις δεν επαρκεί για να μείνεις μόνος σου ή ακόμα και με κάποιον φίλο ή σχέση. Ίσως και να μπορούσες, αλλά θα έπρεπε να στερηθείς ταξίδια, ένα φαγητό έξω με φίλους και άλλα που σε αποφορτίζουν, οπότε επιλέγεις να μην το κάνεις. Προσωπικά, προσπαθώ να πληρώνω πέραν αυτών και γιατρούς, χόμπι, ωστόσο δεν είναι κάθε μήνα εφικτό», σημειώνει με αφοπλιστική, θα έλεγε κανείς, ειλικρίνεια.
Και κάπως έτσι καταλήγουμε στα περιβόητα φρουτάκια. Δεν ξέρω αν πάντα ήταν της μόδας, αλλά κυριολεκτικά τον τελευταίο καιρό έχουν πάρει φωτιά τα κινητά σε καφετέριες και μπαρ, οριακά συμβαίνει ακόμα και την ώρα που κάνει μπάνιο κανείς. «Τώρα δίνει» ακούγεται και φεύγουν τα τάλιρα βροχή. «Γιατί να μη ρισκάρεις, ενώ μπορεί από το πουθενά να βγάλεις ένα 50άρικο και να ενισχύσεις το πορτοφόλι σου σε μια δύσκολη στιγμή» σκέφτονται πολλοί νέοι και πλέον έχουν κάνει σύστημα αυτή την τακτική προκειμένου να βγάλουν κάποια χρήματα παραπάνω για να περάσουν τον μήνα.
«Από το να πιω έναν καφέ, προτιμώ να βάλω δύο ευρώ, τα οποία μπορεί να μου φέρουν περισσότερα», ήταν η απάντηση του 23χρονου Κωνσταντίνου σε σχετική ερώτηση. Δουλεύει, είναι στο ενοίκιο, αλλά φαγητά και πράγματα για το σπίτι τού τα παρέχουν οι δικοί του. «Δεν βγαίνει αλλιώς και όποιος με μισθούς 700 και 800 ευρώ λέει το αντίθετο, μάλλον λέει ψέματα», καταλήγει.