ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΟΣΤΑΛΓΟΥΣ ΤΗΣ ακμάζουσας στα’90s dance κουλτούρας, υπάρχουν πάντα τα μεγάλα κλαμπ που δοξάστηκαν τότε, όπως το Fabric και το Ministry of Sound, πλέον όμως διοργανώνουν daytime raves. Πριν από λίγες μέρες, ο David McDowall, διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Stonegate, ο οποίος διαχειρίζεται περισσότερα από 4.000 μπαρ, δήλωσε ότι οι συνήθειες κατανάλωσης αλκοόλ των ανθρώπων έχουν μεταφερθεί από τη νύχτα στη μέρα. Στην αλυσίδα Slug and Lettuce, η πιο πολυσύχναστη ώρα είναι πλέον μεταξύ 15:00 και 16:00 το Σάββατο, ενώ παλαιότερα ήταν μεταξύ 21:00 και 22:00. Τα νυχτερινά κέντρα βρίσκονται υπό απειλή: μια έκθεση της Ένωσης Καταστημάτων Νυχτερινής Διασκέδασης τον περασμένο μήνα διαπίστωνε ότι το 31% των κλαμπ έβαλαν λουκέτο μεταξύ Μαρτίου 2020 και Δεκεμβρίου 2023. Εν τω μεταξύ, άλλοι χώροι αναψυχής, από escape rooms μέχρι παγωτατζίδικα, φαίνονται να ευημερούν.
Νωρίτερα φέτος, η Wall Street Journal ανέφερε ότι η «πιο "καυτή" νέα ώρα ύπνου για τους εικοσάρηδες» είναι γύρω στις εννιά, το αργότερο δέκα το βράδυ. Οι ηλικίες μεταξύ 18 και 35 ετών πηγαίνουν νωρίτερα για ύπνο και οι επιχειρήσεις προσπαθούν να ανταποκριθούν μετατοπίζοντας το ωράριό τους: τα μπαρ και τα κλαμπ στη Νέα Υόρκη φιλοξενούν εκδηλώσεις νωρίτερα από ποτέ και οι κρατήσεις για δείπνο πριν από τις 18:00 αυξάνονται. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν επίσης συμβάλει με την ανάδειξη τάσεων όπως η λεγόμενη «soft life» («ήπια ζωή») στο TikTok, η οποία δίνει προτεραιότητα στην ηρεμία και την ξεκούραση και όχι στον ηδονισμό και το ξενύχτι.
Δεν είναι ότι οι νεότερες γενιές εκτιμούν λιγότερο την κουλτούρα και τη μουσική. Απλώς την καταναλώνουν με διαφορετικό τρόπο και ορισμένες από τις επιλογές τους οφείλονται στο γεγονός ότι δεν έχουν τα χρήματα για να βγουν έξω όπως θα ήθελαν
Άλλα στοιχεία που ενισχύουν την εκτεταμένη αποχώρηση από τη νυχτερινή ζωή όπως την ξέραμε, είναι η σεξουαλική παρενόχληση, η ραγδαία εξάπλωση της κεταμίνης και η πανταχού παρουσία των ανθρώπων που τραβούν βίντεο με τα κινητά τους, αντί να απολαμβάνουν τη στιγμή. Κανείς δεν θέλει να είναι το άτομο του οποίου ο ενθουσιώδης χορός καταλήγει να γίνει viral meme. Για όσους πίνουν, οι τιμές του αλκοόλ στα μπαρ και τα κλαμπ είναι ανησυχητικές, σε σύγκριση με μια νύχτα στο σπίτι με μπύρες ή άλλα ποτά από το σούπερ μάρκετ. Σημαντικό στοιχείο αποτελεί επίσης ο αυξανόμενος αριθμός των ανθρώπων που έχουν κόψει ή έχουν μειώσει την κατανάλωση αλκοόλ, ιδίως μεταξύ των νεότερων γενεών, οι οποίες είναι πλέον οι πιο πιθανές από κάθε ηλικιακή ομάδα να μην πίνουν καθόλου.
Σύμφωνα με τον Patrick Hinton, εκδότη του μακρόβιου περιοδικού χορευτικής μουσικής και κουλτούρας Mixmag, η νυχτερινή ζωή κινδυνεύει να «εκλείψει για μια σειρά από λόγους, οι οποίοι ξεπερνούν τα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνιολογικά όρια». Πιστεύει ότι οι άνθρωποι βγαίνουν πολύ λιγότερο, και όταν το κάνουν, τείνουν να πηγαίνουν σε ένα μεγάλο κλαμπ ή μουσικό χώρο. «Βλέπουμε μια στροφή προς μαζικές εκδηλώσεις τύπου φεστιβάλ, τεράστια κλαμπ και μια πραγματική συγκέντρωση χρημάτων στα μεγαλύτερα τμήματα της βιομηχανίας, αντί για τους μικρούς χώρους, όπως ήταν συνηθισμένο στο παρελθόν». Η πανδημία ήταν καταστροφική για τους χώρους διασκέδασης και η ενεργειακή κρίση έχει περιορίσει δραματικά τα περιθώρια κέρδους.
Τα πάντα είναι πιο ακριβά και ο κόσμος –ιδιαίτερα οι νεότεροι– έχουν λιγότερο διαθέσιμο εισόδημα για να το ξοδέψουν σε βραδινές εξόδους την Παρασκευή και το Σάββατο. «Πριν από περίπου 10 χρόνια, ένα εισιτήριο για ένα νυχτερινό κέντρο μπορεί να κόστιζε πέντε λίρες και το νυχτερινό / πρωινό λεωφορείο για το σπίτι μία λίρα», λέει ο Hinton. «Τώρα όμως, η είσοδος έχει φτάσει τις 40 ή τις 50 λίρες στα μεγάλα κλαμπ, ενώ ακόμα και στα πιο μικρά φτάνει τις 20 λίρες. Ο οικονομικός αντίκτυπος στον ευρύτερο κλάδο είναι τεράστιος – είναι πολύ πιο δύσκολο να είσαι μουσικός, είναι πολύ πιο δύσκολο να διοργανώνεις εκδηλώσεις. Υπάρχουν ακόμα πολλές βραδιές σε μικρά κλαμπ που οργανώνονται από παθιασμένα άτομα που δεν είναι καριερίστες, αλλά ένας 20χρονος διοργανωτής εξακολουθεί να μην έχει την πολυτέλεια να χάσει χιλιάδες λίρες για μια βραδιά».
«Η πανδημία και τα λουκέτα της σήμαινε ότι εκείνοι που βρίσκονταν στην ακμή της πρώιμης ηλικίας για clubbing –οι μεγαλύτεροι έφηβοι– δεν ξεκίνησαν ποτέ τη συνήθεια της νυχτερινής εξόδου», συνεχίζει ο Hinton. «Η γνωριμία πολλών ανθρώπων με τη χορευτική μουσική έγινε από τα livestreams στο διαδίκτυο. Έχουμε δει τη νοσταλγία για την rave κουλτούρα της δεκαετίας του’90 να ανθίζει μεταξύ της γενιάς Z, αλλά αυτές είναι τάσεις και σκηνές που αναπτύσσονται σε πλατφόρμες όπως το TikTok. Οι DJs αποκτούν πολλούς οπαδούς, αλλά ο κόσμος δεν πάει να τους δει τόσο τακτικά εκεί που παίζουν».
Οι νέοι, σύμφωνα με τον Hinton, εξακολουθούν να ασχολούνται με τη χορευτική μουσική και κουλτούρα, αλλά «είναι φτωχότεροι και είναι πιο δύσκολο γι' αυτούς να βγουν έξω με τον ίδιο τρόπο ή με την ίδια συχνότητα». Ο ίδιος ανησυχεί για τις επιπτώσεις: «Ιστορικά, η νυχτερινή ζωή λειτουργούσε ως ανάχωμα στις οικονομικές πιέσεις, αλλά πλέον ο κόσμος δεν στρέφεται προς τα κει με τον ίδιο τρόπο. Αν δεν υπάρξει μεγαλύτερη μέριμνα και χρηματοδότηση από την κορυφή για να βοηθηθεί η βάση, κινδυνεύουμε να δούμε ακόμα πιο μεγάλη παρακμή σε μια πραγματικά σημαντική πτυχή της βρετανικής κουλτούρας».
Σύμφωνα με τον Dave Haslam, DJ και συγγραφέα του βιβλίου «Life After Dark: A History of British Nightclubs & Music Venues», «στη δεκαετία του 1990 οι άνθρωποι έβγαιναν σταθερά έξω κάθε εβδομάδα. Τώρα αυτό είναι σχεδόν αδιανόητο». Δεν είναι ότι οι νεότερες γενιές εκτιμούν λιγότερο την κουλτούρα και τη μουσική, λέει. «Απλώς την καταναλώνουν με διαφορετικό τρόπο και ορισμένες από τις επιλογές τους οφείλονται στο γεγονός ότι δεν έχουν τα χρήματα για να βγουν έξω όπως θα ήθελαν».
Και είναι οι μικροί χώροι, όπως λέει, «αυτό που συνηθίζαμε να αποκαλούμε underground, που είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στο λουκέτο. Τα μέρη όπου ο κόσμος ενδιαφέρεται για καινούρια ή παράξενα ή αναδυόμενα πράγματα. Η βάση είναι αυτή που κινεί όλα τα είδη του πολιτισμού. Η σπουδαία τέχνη ξεκινά πάντα έξω από τα πολιτιστικά ιδρύματα, η σπουδαία μουσική ξεκινά έξω από τους μεγάλους χώρους. Παραμένω πολύ ρομαντικός με την όλη ιδέα των μικρών κλαμπ και μουσικών χώρων. Έχει σημαντικό προσωπικό αντίκτυπο να ανακαλύπτεις ένα μέρος όπου αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου. Όταν εξαφανίζονται αυτοί οι μικρότεροι, underground χώροι, η απώλεια – προσωπική, κοινωνική, πολιτισμική– είναι πολύ σημαντική».
Με στοιχεία από The Guardian