Το Δεμάτι Ανατολικού Ζαγορίου βρίσκεται στις πλαγιές της βόρειας Πίνδου σε υψόμετρο 1.020 μ., απέναντι από το όρος Λάκμος ή, αλλιώς, Περιστέρι. Απέχει 37χλμ. από τα Ιωάννινα και 27χλμ. από το γραφικό Μέτσοβο μέσω Εγνατίας Οδού. Σε σύγκριση με το Κεντρικό Ζαγόρι, το Ανατολικό δεν έχει γνωρίσει την ίδια τουριστική ανάπτυξη και αυτό είναι κάτι που σε γενικές γραμμές μάς χαροποιεί.
Το χωριό έχει 4 μόνιμους κατοίκους, χωρίς εμάς. Τα περισσότερα σπίτια είναι ακατοίκητα, η πλειοψηφία των ιδιοκτητών ζει στην Αμερική και τα επισκέπτονται τα καλοκαίρια. Ο καθένας έχει τον κήπο του, τον φροντίζει για να έχει να φάει.
Τον Σεπτέμβριο του ‘22 αποφασίσαμε να μετακομίσουμε μόνιμα στην Ήπειρο από το κέντρο της Αθήνας. Η Χριστίνα (σ.σ. Παπακυρίτση) είχε κάνει ήδη το πρώτο βήμα τον Νοέμβριο του ‘21, αποφασίζοντας να παραιτηθεί από τη δουλειά της στην Αθήνα, όπου εργαζόταν στο τμήμα μάρκετινκ πολυεθνικής εταιρείας, και να παρακολουθήσει το μεταπτυχιακό πρόγραμμα του ΕΜΠ «Περιβάλλον και Ανάπτυξη Ορεινών Περιοχών» στο Μετσόβιο Κέντρο Διεπιστημονικής Έρευνας στο Μέτσοβο. Εκεί γνώρισε και τον τωρινό της συνεργάτη στην Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση «Τα Ψηλά Βουνά», τον Σωτήρη, ο οποίος είχε παρακολουθήσει το ίδιο πρόγραμμα 10 χρόνια πριν, και αποτέλεσε την αφορμή για να πάρουμε την τελική απόφαση για την πολυπόθητη μετοίκηση στην επαρχία και συγκεκριμένα στα Ιωάννινα. Εγώ την επισκεπτόμουν αρκετά συχνά, καθώς δουλεύω remotely και αυτό από μόνο του μου δίνει την ευκαιρία να ζω και να ταξιδεύω όπoυ θέλω. Με αυτό τον τρόπο λοιπόν γνώρισα και εγώ την Ήπειρο και τα βουνά της και ομολογώ ότι η ομορφιά τους με συνεπήρε. Έτσι η απόφαση δεν ήταν δύσκολη και για τους δυο μας.
Θα ξεχώριζα ως ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του χωριού την υπέροχη θέα του Περιστερίου και το λευκό πέπλο από σύννεφα που σκεπάζει την κοιλάδα του Αράχθου κατά τις πρωινές ώρες από το φθινόπωρο μέχρι την άνοιξη.
Καθώς ούτε η Χριστίνα ούτε εγώ καταγόμαστε από την Ήπειρο, δεν είχαμε κάπου να μείνουμε στην αρχή. Έτσι, ο Σωτήρης με τη σύζυγό του, τη Θάλεια, μάς πρότειναν, μέχρι να βρούμε ένα διαμέρισμα στην πόλη, να μείνουμε στο σπίτι τους στο Δεμάτι. Μείναμε εκεί για 3 μήνες, μέχρι που βρήκαμε σπίτι στα Γιάννενα. Έκτοτε το επισκεπτόμαστε τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα και τώρα νοικιάσαμε ένα μικρό σπιτάκι εκεί, όπου θα περάσουμε το καλοκαίρι μας, με την ελπίδα να βρούμε στο μέλλον κάτι μεγαλύτερο και να εγκατασταθούμε πιο μόνιμα.
Θα ξεχώριζα ως ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του χωριού την υπέροχη θέα του Περιστερίου και το λευκό πέπλο από σύννεφα που σκεπάζει την κοιλάδα του Αράχθου κατά τις πρωινές ώρες από το φθινόπωρο μέχρι την άνοιξη.
Από το χωριό στα πειραματικά θερμοκήπια των Ψηλών Βουνών και από εκεί στον Προφήτη Ηλία, το ψηλότερο σημείο του χωριού, από όπου αγναντεύεις το Περιστέρι και την κοιλάδα του Αράχθου. Αυτός ο περίπατος, ένα μέρος του οποίου είναι μέσα στο δάσος, κάθε φορά σου εμφανίζει κάτι καινούργιο, από βοτάνια και αγριολούλουδα μέχρι διαφορετικά είδη μανιταριών, ανάλογα με την εποχή.
Ευτυχώς στο χωριό λειτουργεί ένα καφενείο. Εκεί συναντιόμαστε με τους ντόπιους, οι οποίοι αυξάνονται τα Σαββατοκύριακα, και κάνουμε τις καθιερωμένες συζητήσεις «καφενείου», πολιτικές συζητήσεις, τα νέα μας, προβλήματα του χωριού κ.ά., παρέα με τσιπουράκι και πρόβειο τυρί από την Κική και τον Γιώργο που δουλεύουν το καφενείο.
Σε κοντινή απόσταση είναι και το χωριό Τρίστενο, όπου ο Θανάσης διατηρεί γραφικό καφενείο με πεντανόστιμα μαγειρευτά, ντόπια κρέατα και ωραίο τσίπουρο, σε μία από τις ομορφότερες πλατείες του Ζαγορίου.
Λίστα με τις απαραίτητες στάσεις για την επίσκεψη στην περιοχή:
• το γεφύρι του Αλή Πασά στο σημείο Μπακλάνη
• η Ιερά Μονή της Αγίας Μαρίνας
• η Ιερά Μονή του Αγίου Νικολάου
• η κορυφή του Προφήτη Ηλία, απ’ όπου έχεις θέα σε όλο το Ανατολικό Ζαγόρι και τον Άραχθο
Τις πρώτες μέρες που μετακομίσαμε στο χωριό και μείναμε στο σπίτι του Σωτήρη και της Θάλειας, κάθε βράδυ ακούγαμε έναν θόρυβο μέσα από το ξύλινο ταβάνι. Να σημειώσω ότι παραδοσιακά υπάρχει ένα κενό ανάμεσα στο ταβάνι του κάτω ορόφου και το πάτωμα του πάνω ορόφου. Κάποιες φορές ο θόρυβος ήταν τόσο έντονος, σαν να προσπαθούσε κάτι να βγει. Τελικά, μετά από τρεις μέρες που συνεχιζόταν ο ίδιος θόρυβος, ξαφνικά μετατοπίστηκε προς τις σκάλες. Έτσι, τα μάτια μας καρφώθηκαν σ’ αυτή την κατεύθυνση και με μεγάλη αγωνία περιμέναμε να δούμε τι θα εμφανιστεί. Τελικά, ξεπρόβαλε ένα πλασματάκι, που στην αρχή νομίζαμε ότι ήταν ποντίκι, αλλά παρατηρώντας το καλύτερα διαπίστωσαμε ότι είχε φουντωτή ουρά. Εν τέλει αυτό το γλυκούλι πλασματάκι ήταν ένας μυωξός ή αλλιώς ποντικοσκίουρος, ο οποίος, άγνωστο πώς, είχε παγιδευτεί μεταξύ ταβανιού και πατώματος και αφού του άνοιξαμε την πόρτα έφυγε − φανταζόμαστε ανακουφισμένος.
Δεν έχουμε βιώσει κάποιο δυσάρεστο γεγονός ή τόσο δυσάρεστο που να το θυμόμαστε. Το μόνο θέμα που υπάρχει μέχρι και σήμερα είναι η εύρεση κατοικιών που θα στεγάσουν και εμάς αλλά και άλλους ανθρώπους σαν εμάς που θα ήθελαν να μετοικίσουν στο χωριό. Γιατί σκοπός μας είναι να μεγαλώσουμε και να κάνουμε αυτόν τον τόπο να ξαναπάρει ζωή.
Αγαπημένη συνήθεια το καλοκαίρι να δουλεύουμε στα θερμοκήπια και μετά να απολαμβάνουμε τον καφέ ή το τσιπουράκι μας στην αυλή, αγναντεύοντας το Περιστέρι. Αγαπημένη συνήθεια τον χειμώνα, το βράδυ, κρύο, άερας και εμείς μέσα στο σπίτι με αναμμένο τζάκι να κουβεντιάζουμε, να τρωγοπίνουμε και όταν μερακλώνουμε να ρίχνουμε και καμιά πενιά μέχρι να μας πάρει ο ύπνος στους καναπέδες.
Αξίζει να αναφερθώ και στον παλιό οικισμό της Αγίας Παρασκευής με τα εγκαταλελειμμένα σπίτια που σε ταξιδεύουν σε άλλη εποχή. Εκεί υψώνονται δύο βράχοι που θυμίζουν Μετέωρα και ενδείκνυνται για αναρρίχηση. Στην κορυφή του ενός υπάρχει η εκκλησία της Αγ. Τριάδας, με εύκολη πρόσβαση και καταπληκτική θέα.
Ως προς τους ανθρώπους, εννοείται πως ο πρώτος που μας έρχεται στο μυαλό είναι ο Χρήστος, ο πρόεδρος της Κοινότητας και μανιταροκυνηγός, ο οποίος πραγματικά αγαπάει τον τόπο, ενδιαφέρεται να τον αναδείξει και καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια γι’ αυτό. Ο Χρήστος μάς στήριξε και μας στηρίζει από τα πρώτα μας κιόλας βήματα στο να ζήσουμε στο χωριό, είτε πρακτικά, βάζοντας προσωπική εργασία, είτε ηθικά, κάνοντάς μας να νιώθουμε σαν στο χωριό μας, και τον ευχαριστούμε από καρδιάς.
Αν μπορούσαμε να αλλάξουμε κάτι θα ήταν αρχικά να καταφέρναμε να κρατάμε το καφενείο του χωριού συνέχεια ανοιχτό, μια και τώρα ανοίγει μόνο τα Σαββατοκύριακα, και ως γνωστόν χωριό χωρίς καφενείο είναι δύσκολο να παραμείνει ζωντανό. Αυτό ελπίζουμε να επιτευχθεί σιγά σιγά με την εγκατάσταση όλο και περισσότερων στον τόπο. Επίσης θα θέλαμε να προσελκύσουμε περισσότερους νέους στο χωριό ακόμη και για επίσκεψη, προκειμένου να εξασφαλίσουμε και εμείς τη βιωσιμότητά μας σε αυτό. Σε μια απομονωμένη κοινωνία, είναι σημαντικό για εμάς το κομμάτι της κοινωνικοποίησης.
Η ζωή στο βουνό και σε ένα μικρό χωριό δεν προσφέρει επ’ ουδενί τις ανέσεις της πόλης. Χρειάζεται να φροντίσεις από νωρίς για τα ξύλα σου προκειμένου να έχεις ζέστη τον χειμώνα, να οργανώσεις σωστά το νοικοκυριό σου προκειμένου να έχεις να φας και να μαγειρέψεις για κάποιες μέρες, καθώς, αν δεν προνοήσεις, δεν υπάρχει η ευκολία του delivery. Τέλος, η έλλειψη υποδομών υγείας και εκπαίδευσης είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό, καθώς δημιουργεί μεγάλη ανασφάλεια τόσο στους ηλικιωμένους αλλά και σε όσους είναι γονείς και νιώθουν ότι τα παιδιά τους δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε κανένα από τα δύο.