Η είδηση που κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες ότι η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή θα γνωμοδοτήσει για πρόταση που προωθεί επίσημα το breaking (ή, όπως είναι επίσης γνωστό, breakdancing) ως άθλημα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2024 στο Παρίσι ενθουσίασε τους φαν αυτού του είδους χορού, το οποίο ξεπήδησε από το Μπρονξ των '70s, για να κατακτήσει στη συνέχεια όλο τον κόσμο. Και η αλήθεια είναι ότι μερικές μέρες με τους καλύτερους breakers του κόσμου με έκαναν να συνειδητοποιήσω, παρακολουθώντας την προετοιμασία και τις τελικές τους performances, ότι όντως δεν πρόκειται για απλούς χορευτές αλλά στην ουσία για αθλητές, των οποίων οι καθημερινές συνήθειες, οι προπονήσεις και η αδρεναλίνη της τελικής εμφάνισης δεν διαφέρουν σε τίποτα από αυτές οποιουδήποτε άλλου ολυμπιακού αθλήματος.
Αφορμή γι' αυτήν τη διαπίστωση, λοιπόν, στάθηκε η επίσκεψή μου στη Βομβάη για τον φετινό παγκόσμιο τελικό του πρωταθλήματος Red Bull BC One. Το Red Bull, που διοργανώνει τον συγκεκριμένο, μεγάλης εμβέλειας διαγωνισμό εδώ και 15 χρόνια, σε διαφορετικό location κάθε φορά, στηρίζοντας το breaking και γενικότερα τη χιπ-χοπ κουλτούρα και αναδεικνύοντας τους πρωταγωνιστές του, φέτος πήρε ένα ρίσκο φέρνοντάς τον για πρώτη φορά στην Ινδία, αναδεικνύοντας, παράλληλα, με αυτόν τον τρόπο την εγχώρια σκηνή, που αναπτύσσεται ραγδαία. Το ρίσκο στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία, η διοργάνωση ήταν εντυπωσιακή σε επίπεδο παραγωγής και θεάματος, τους τίτλους των παγκόσμιων πρωταθλητών στον τελικό, που διεξήχθη στο κατάμεστο National Sports Club of India, κατέκτησαν ο Ολλανδός Menno (γράφοντας ιστορία, καθώς έγινε ο μοναδικός B-boy που το κατάφερε για τρίτη φορά) και η Ρωσίδα Kastet, ενώ η LiFO ήταν το μοναδικό ελληνικό μέσο που βρέθηκε εκεί για να ζήσει τον παλμό, να παρακολουθήσει τις εκρηκτικές χορευτικές μάχες με τη συνοδεία δυνατής, uplifting, breakbeat και χιπ-χοπ μουσικής, και φυσικά να στηρίξει από κοντά τους τρεις Έλληνες breakers που συμμετείχαν.
Ο 24χρονος B-boy Onel από την Κόρινθο ήταν το δυνατό ελληνικό χαρτί του φετινού BC One, αφού ως wild card είχε περάσει απευθείας στον τελικό και βρέθηκε για πρώτη φορά ανάμεσα στους 16 καλύτερους άντρες breakers του κόσμου. Η συγκλονιστική του εμφάνιση απέναντι στον Νοτιοκορεάτη Heady τού εξασφάλισε την πρόκριση στους οκτώ, μια θέση που ήταν σίγουρα τεράστια ανταμοιβή για μια πορεία ετών.
Ο 24χρονος B-boy Onel από την Κόρινθο ήταν το δυνατό ελληνικό χαρτί του φετινού BC One, αφού ως wild card είχε περάσει απευθείας στον τελικό και βρέθηκε για πρώτη φορά ανάμεσα στους 16 καλύτερους άντρες breakers του κόσμου. Η συγκλονιστική του εμφάνιση απέναντι στον Νοτιοκορεάτη Heady τού εξασφάλισε την πρόκριση στους οκτώ, μια θέση που ήταν σίγουρα τεράστια ανταμοιβή για μια πορεία ετών και φυσικά μεγάλη αναγνώριση για το ελληνικό breaking. Ο Onel, ήδη δύο φορές παγκόσμιος πρωταθλητής σε σχετικές διοργανώσεις, χορεύει από 12 ετών, έχει σπουδάσει φυσικοθεραπεία, διδάσκει σε σχολές χορού, διαγωνίζεται, δίνει σεμινάρια, ταξιδεύει συνέχεια. «Το περίμενα πάρα πολύ καιρό» μου εξομολογούνταν μερικές ώρες πριν από τον τελικό. «Κάθε χρόνο έλεγα ότι θα μπορούσε να είναι φέτος, το ήθελα ακόμα περισσότερο, θα ήταν πιο δύσκολο αργότερα. Το επίπεδο ανεβαίνει κι εγώ μεγαλώνω σιγά σιγά. Το breaking είναι μεγάλη επένδυση για μένα, ταξιδεύω τόσα χρόνια, κι από μόνος μου πολλές φορές. Αυτή η συμμετοχή μπορεί να τα αλλάξει όλα. Η πορεία μου όλα αυτά τα χρόνια είναι ανοδική, κάθε φορά που πάω να πέσω και να τα παρατήσω, κάτι συμβαίνει πάντα, δεν με αφήνει από μόνο του». Το χορευτικό στυλ του Onel μπορεί να μην περιλαμβάνει την τρομακτική ευλυγισία που έχουν πολλοί άλλοι (Ασιάτες κυρίως, των οποίων το level σε αντοχή και δύναμη είναι επίσης πολύ υψηλό, αφού επενδύουν στο breaking εδώ και χρόνια) breakers, όμως η εκρηκτικότητα, η ενέργεια, το πάθος και ο χαρακτήρας που βγάζει όταν χορεύει τον κάνουν μεμιάς να ξεχωρίζει – ακόμα και το στυλ του στο ντύσιμο είναι πάντα προσεγμένο. Η επικοινωνία με τον αντίπαλο και οι on-point χορευτικές «απαντήσεις» είναι το ζητούμενο σε κάθε μάχη που δίνει ο Onel.
«Όλη μου η ζωή είναι μια θυσία για τον χορό. Έχω χορέψει στον δρόμο για να βγάλω τα ταξίδια μου, σκέφτομαι πάντα την προπόνηση, τη διατροφή μου, είναι δύσκολη η καθημερινότητα». Τους τελευταίους τρεις μήνες, για παράδειγμα, ο Onel ξυπνούσε νωρίς καθημερινά, ακόμα και τις Κυριακές, για να μη χαλάει το ωράριό του, ξεκινούσε το πρωινό του με ένα δίωρο σκληρής γυμναστικής –επιπέδου πρωταθλητισμού–, κυρίως αερόβιας, ακολουθούσε αποθεραπεία και stretching, ξεκουραζόταν λίγο, το απόγευμα δίδασκε κατά μέσο όρο τρεις ώρες σε σχολές χορού και το βράδυ ακολουθούσαν οι περίπου τρεις ώρες της κανονικής προπόνησής του στο breaking. «Από το πρωί μέχρι το βράδυ είναι για μένα χορός και γυμναστική, τίποτε άλλο. Και στο off day, κάθε Κυριακή, θα κάνω σίγουρα ανοίγματα και κάποια κρυοθεραπεία σε λουτρά ή σε παγωμένο νερό στη θάλασσα. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να μάθει ένα παιδί που θέλει να ξεκινήσει να ασχολείται με το breaking είναι πώς θα πειθαρχήσει. Να μην ενθουσιάζεται με το παραμικρό, να κάνει αργά και σταθερά βήματα, με βάσεις, να μη βιάζεται να ξεκινήσει τους διαγωνισμούς, αλλά να τους παρακολουθεί στενά, να το απολαμβάνει και να του γίνει τρόπος ζωής. Όσο για το BC One; Φυσικά και σκέφτομαι τη χώρα μου, την οικογένειά μου, αλλά πάνω απ' όλα το κάνω για μένα, για τον κόπο που έχω κάνει όλα αυτά τα χρόνια, και θέλω να το αφιερώσω στον εαυτό μου. Όχι εγωιστικά. Η πηγή είναι ο εαυτός μου, αυτήν τη φορά».
Η επιλογή ενός breaker για τον τελικό του BC One γίνεται υπό την καθοδήγηση ενός διεθνούς πάνελ ειδικών και σε κάποιες περιπτώσεις από προκριματικά που διεξάγονται σε διάφορες χώρες. Τα social media παίζουν σίγουρα ρόλο, αλλά η ιδιαιτερότητα και η ξεχωριστή πορεία του καθενός είναι το ζητούμενο. Δύο θέσεις, όμως, ανάμεσα στις 16, προήλθαν φέτος από το Last Chance Cypher, που διεξήχθη δύο μέρες πριν από τον τελικό. Σε αυτόν τον «ημιτελικό» συμμετείχαν και δύο νεαρές ελπίδες του ελληνικού breaking, ο B-boy Mighty Jim και η B-girl Sidi. Παρόλο που δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν μια θέση στον τελικό, πέρασαν και οι δύο στους καλύτερους και τις καλύτερες 16 του Cypher και εντυπωσίασαν με τις εκρηκτικές εμφανίσεις τους, που υπόσχονται πολλά για το μέλλον.
Ο Jim με εντυπωσίασε και στη συζήτησή μας. Ένας 21χρονος, πολυσχιδής, ταλαντούχος breaker με καταγωγή από τη Βεργίνα και με μια υπέροχη Βελγίδα μαμά που τον στηρίζει από την παιδική του ηλικία – ήταν εκείνη που τον έστειλε σε προπονητή στην εφηβεία του και τον ακολούθησε μέχρι το ταξίδι του στη Βομβάη. «Από τα 12 άρχισα να το παίρνω πιο σοβαρά και να πηγαίνω πρώτα προς Θεσσαλονίκη, που έχει αναπτυγμένη σκηνή, αργότερα και στο εξωτερικό. Η δική μου γενιά και η νεότερη είναι πολύ δυνατή στην Ελλάδα, κι ας έχουν λίγες ευκαιρίες να βγαίνουν έξω. Είναι πολύ βασικό να βλέπεις πώς χορεύουν στις άλλες χώρες, να εμπνέεσαι, δεν έχει καμία σχέση με το να βλέπεις απλώς βίντεο στο YouTube. Έρχεσαι σε επικοινωνία με κόσμο, κάνεις προπονήσεις με χορευτές από τόσες εθνικότητες, σου δίνουν συμβουλές, δικτυώνεσαι. Και φυσικά η εμπειρία από το stage σε διάφορα battles δεν συγκρίνεται με τίποτα». Ο Jim αυτήν τη στιγμή ζει και δουλεύει στην Ολλανδία, όπου αρχικά πήγε για να σπουδάσει International Business, πλέον όμως έχει αφοσιωθεί στον χορό, εστιάζοντας στη δημιουργική πλευρά του breaking. Από τον Ιανουάριο θα μετακομίσει στην Αμβέρσα, με το χοροθέατρο όπου χορεύει, χορογραφεί και αυτό το διάστημα ανεβάζει μια urban παράσταση, με διάφορα χορευτικά street styles και θέμα την κατάθλιψη. Στο Βέλγιο θα παρουσιάσουν το τρίτο μέρος της, που επικεντρώνεται στην κατάθλιψη που γεννούν τα social media.
Στη Θεσσαλονίκη κινείται και η Sidi, που με την παρουσία της απέδειξε πως το ελληνικό breaking δεν είναι αποκλειστικά ανδρική υπόθεση – το γυναικείο μπορεί μάλιστα να είναι ακόμα πιο flexible και πιο εντυπωσιακό σε κάποιες περιπτώσεις. Η 20χρονη B-girl βρέθηκε για πρώτη φορά σε διεθνή διοργάνωση και, παρόλο που θεωρεί ότι αγχώθηκε αρκετά, κρατά αυτή την ανεπανάληπτη εμπειρία. «Μεγάλωσα στα Χανιά και άρχισα να ασχολούμαι στα 14. Είδα τυχαία κάτι παιδιά στον δρόμο να χορεύουν, τρελάθηκα και ξεκίνησα μαθήματα» λέει. Πλέον σπουδάζει Βιβλιοθηκονομία και μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στο πανεπιστήμιο και στον χορό, παρόλο που οι πολύωρες προπονήσεις δεν της επιτρέπουν να έχει την κλασική «φοιτητική ζωή» – αλλά δεν το μετανιώνει. «Δεν πίστευα ποτέ ότι θα γνωρίσω από κοντά τις καλύτερες B-girls του κόσμου. Θα ήθελα να ταξιδέψω πολύ, να ζήσω στο εξωτερικό, για Erasmus και μεταπτυχιακό, να αποκτήσω εμπειρίες και να εξοικειωθώ περισσότερο με τη μορφή του battle, ώστε να διεκδικήσω μια μεγάλη νίκη. Το ονειρεύομαι και πιστεύω ότι έχω τις δυνατότητες».
Ραντεβού στο Γκντανσκ της Πολωνίας, για το Red Bull BC One 2020!
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια