Πρόσφατα το πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο πήρε μεγάλη δημοσιότητα λόγω μιας έκθεσης σύγχρονης τέχνης που παρουσιάστηκε στο μισό τμήμα του ανακαινισμένου κτιρίου στον αριθμό 218 της οδού Λένορμαν. Τι υπάρχει όμως στο άλλο μισό αυτού του γιγαντιαίου ιστορικού κτιρίου; Θησαυρός! Αυτή η λέξη θα μπορούσε να είναι η πιο σύντομη, μονολεκτική αλλά και η πιο περιεκτική απάντηση. Και εξηγούμαστε.
Η όχι τόσο προβεβλημένη πλευρά του κτιρίου είναι κιβωτός Ιστορίας. Στα πελώρια αμπάρια της διατηρείται, αναπτύσσεται και συντηρείται μία άλλη έκθεση, δημόσια, ανοιχτή προς το κοινό, καθημερινά εδώ και χρόνια. Χωρίς όρους επικοινωνίας και marketing, χωρίς ινσταγκραμικούς φωτισμούς, χωρίς καμία διάθεση προσωπικής προβολής.
Εδώ διασώζεται και αξιοποιείται ο μεγαλύτερος όγκος εφημερίδων, περιοδικών και βιβλίων όλων των θεματικών κατηγοριών που διαθέτει η Βιβλιοθήκη της Βουλής, αλλά και πρόσφατες εκδόσεις ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας, θετικών επιστημών κ.λπ. Ειδικά η συλλογή των εφημερίδων και των περιοδικών είναι μοναδική! Άλλωστε, αυτή της Βουλής είναι από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες βιβλιοθήκες της χώρας με αρχειακά τεκμήρια που καμία άλλη βιβλιοθήκη δεν διαθέτει.
Ο χώρος έχει μια «αντινομία» παράξενη. Θα μπορούσαμε να την πούμε και γοητευτική. Η βαριά αίσθηση που έχεις ότι είσαι απέναντι σε κάτι πραγματικά σημαντικό συνυπάρχει με ένα αίσθημα ελευθερίας και αιωνιότητας.
Ως θεσμός ιδρύθηκε από την πρώτη Βουλή που συγκροτήθηκε μετά την ψήφιση του Συντάγματος του 1844, με κύριο σκοπό την υποστήριξη του κοινοβουλευτικού έργου. Όπως διαβάζουμε από το επίσημο site:
«Το 1846 αρχειοφύλακας και βιβλιοφύλακας εξελέγη ο Ζακύνθιος λόγιος και δικαστικός Γεώργιος Τερτσέτης, ο οποίος την ανέδειξε σε πνευματικό κέντρο της εποχής. Η ανάπτυξη και οργάνωσή της, όμως, οφείλεται στον Τιμολέοντα Φιλήμονα, βουλευτή Αττικής. Προσκαλώντας δωρεές από το εσωτερικό και το εξωτερικό, ο Φιλήμων αύξησε στη διάρκεια της θητείας του (1875-1887) τους τόμους των εντύπων από 5.000 σε 100.000. Η ταξινόμηση των εντύπων της Βιβλιοθήκης ανατέθηκε στον Νικόλαο Πολίτη, ο οποίος προσάρμοσε στις ανάγκες της Βιβλιοθήκης το σύστημα ταξινόμησης της Δημόσιας Βιβλιοθήκης του Μονάχου».
Από παντού μπαίνει φως! Άπλετο φως! Για να δεις το ταβάνι, πρέπει να σηκώσεις το κεφάλι ψηλά, ενώ για να πας από τη μία αίθουσα στην άλλη πρέπει να περπατήσεις αρκετά μέτρα, ακούγοντας τα παπούτσια σου να αντιλαλούν. Οι πόρτες πανύψηλες, οι αίθουσες ευρύχωρες. Χωράνε και το φάντασμα της Ιστορίας και το χτυποκάρδι της ανακάλυψης και την αγωνία της αναζήτησης. Είναι προφανές ότι αυτό εδώ το κτίριο δεν προοριζόταν να έχει χρήση βιβλιοθήκης. Ευτυχώς όμως, τελικά έχει. Πώς κατέληξε όμως εδώ όλο αυτό το χαρτοβασίλειο και ποιο είναι το παρελθόν αυτής της κατασκευής που καταλαβαίνεις αμέσως ότι είναι άλλης εποχής;
Ως βραδύπους νομάς, η Βιβλιοθήκη μετακόμιζε σε διάφορα «στέκια» για να εγκατασταθεί το 1936 στον δεύτερο όροφο του σημερινού κτιρίου της Βουλής. Με τα χρόνια, λόγω του μεγάλου όγκου των συλλογών και των δραστηριοτήτων της, χωρίστηκε σε τρία βασικά μέρη: στην Κεντρική Βιβλιοθήκη, που εξακολουθεί να στεγάζεται στο Κοινοβούλιο, στη Μπενάκειο Βιβλιοθήκη (Ανθίμου Γαζή 2), που φιλοξενείται προσωρινά στο πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο, και στο πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο.
Η διευθύντρια της Βιβλιοθήκης της Βουλής κ. Μαρία Καμηλάκη, που μας ξεναγεί στους χώρους, επισημαίνει:
«Το πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο έχει οριστικά βγει από τον λήθαργο του παρελθόντος και έχει ενταχθεί δυναμικά στον πολιτιστικό χάρτη. Η Βιβλιοθήκη της Βουλής συνυφαίνει την ιστορία της με το εμβληματικό αυτό κτίριο από το παρελθόν στο παρόν και στο μέλλον. Άλλωστε, προγραμματικά η Βιβλιοθήκη, πέρα από την υποστήριξη του κοινοβουλευτικού έργου και την ανάδειξη του πολιτιστικού αποθέματος του Κοινοβουλίου, επιδιώκει τη δημιουργία ισχυρών συνεκτικών δεσμών με την κοινωνία των πολιτών. Αυτή η όψη της αποστολής της βρίσκει την ιδανική της έκφραση στο κτίριο της οδού Λένορμαν 218 μέσα από τη διασύνδεση με τον αστικό ιστό, με τη “γειτονιά”».
Το περιεχόμενο περίπου 3.000 τίτλων εφημερίδων και περιοδικών του δέκατου ένατου και εικοστού αιώνα έως το 1948 είναι ελεύθερα προσβάσιμο μέσα από την Ψηφιακή Βιβλιοθήκη. Οι χρήστες μπορούν να διαβάσουν και να μελετήσουν ψηφιακό υλικό μετά το 1948 στα αναγνωστήρια της Βιβλιοθήκης. (Για να δείτε το περιεχόμενο των ψηφιοποιημένων εφημερίδων και περιοδικών, πατήστε εδώ).
Μαθητές, φοιτητές, καθηγητές, ερευνητές, επιστήμονες και ανήσυχοι πολίτες αφήνουν καθημερινά τις ταυτότητές τους και προσωπικά αντικείμενα στην είσοδο για να περπατήσουν μερικά μέτρα και να μπουν στο «ηδονικό» σύμπαν της Ιστορίας. Όσοι κάποια στιγμή αναζήτησαν με πάθος κάτι που ήθελαν πολύ, καταλαβαίνουν.
Στο τμήμα συντήρησης οι γυναίκες με τις άσπρες μακριές μπλούζες, τις μάσκες, τα γάντια και τα εργαλεία τους μοιάζει να θεραπεύουν τη γνώση. Να φροντίζουν τα γραπτά, την Ιστορία, τη μνήμη και τα νοήματά τους. Τα βιβλία και οι εφημερίδες εδώ έχουν τη δική τους εντατική.
Τους προστάτες τους και εκείνους που θα εξυπηρετήσουν όσους έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με κάτι που κάποτε τυπώθηκε. Αν ανοίξεις μια παλιά εφημερίδα, είναι δύσκολο να μην μπεις στον πειρασμό να συνεχίσεις την ανάγνωση ακόμα και στις διαφημίσεις της εποχής που σε ενδιαφέρει να ψάξεις.
Μετά το Τμήμα Συντήρησης περπατήσαμε στις αρχειοθήκες των περιοδικών και των εφημερίδων, περάσαμε από την αίθουσα που χρησιμοποιείται για εκπαιδευτικά προγράμματα και ήταν γεμάτη πολύχρωμα αυτοκόλλητα χαρτάκια με παιδικά γράμματα, βρεθήκαμε στο αναγνωστήριο με το επίμηκες «πουτινικό» (δεν υπάρχει αυτό, αλλά ελπίζω να καταλαβαινόμαστε) τραπέζι, τα pc και τα μηχανήματα προβολής των μικροφίλμ (υπήρξαν και εποχές χωρίς υπολογιστές).
Πήγαμε και από τον χώρο όπου γίνεται η ψηφιοποίηση. Με τη σκέψη ότι το εφήμερο των εφημερίδων εδώ έχει «ταπεινωθεί» και η ψηφιακή εποχή τις εξαναγκάζει σε αιώνια μαρτυρία, κατευθυνθήκαμε προς την Μπενάκειο Βιβλιοθήκη.
Η Μπενάκειος Βιβλιοθήκη
Το 1924 ο ιστορικός, πολιτικός, επιχειρηματίας και ευεργέτης Εμμανουήλ Μπενάκης αγόρασε τη βιβλιοθήκη του Γιάννη Ψυχάρη, γλωσσολόγου και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης και τη δώρισε στη Βουλή των Ελλήνων με τον όρο να μη διασπαστεί. Προκειμένου να στεγαστεί η δωρεά του, ο Μπενάκης χρηματοδότησε την ανέγερση νέας πτέρυγας της Βιβλιοθήκης της Βουλής και ζήτησε, όπως και έγινε, η πτέρυγα να φέρει το όνομά του, όπως μαθαίνουμε από το site της Βουλής.
Η Βιβλιοθήκη Ψυχάρη, που είναι ένα μεγάλο ξεχωριστό τμήμα της Μπενακείου, αριθμεί περίπου 35.000 τόμους και περιλαμβάνει βιβλία με ό,τι θεματολογία μπορεί κανείς να φανταστεί!
Εδώ οι άνθρωποι αποδεδειγμένα αγαπάνε τη δουλειά τους. Και αυτό δεν είναι αβανταδόρικα κοινότοπη θεώρηση αλλά η αδιάψευστη μαρτυρία των αμοντάριστων εικόνων που είδαμε. Το μαρτυρά ο τρόπος με τον οποίο κινούνται στον χώρο, ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρονται στα βιβλία, στα έπιπλα, στα αντικείμενα. Οι άνθρωποι εδώ αντιμετωπίζουν τα βιβλία σαν ευαίσθητα κουρασμένα σώματα.
Σχετικά με την ταυτότητα της Βιβλιοθήκης η κ. Καμηλάκη αναφέρει:
«Η ταυτότητα της Βιβλιοθήκης της Βουλής είναι αυτή μιας ανοικτής, συμπεριληπτικής βιβλιοθήκης που λειτουργεί ως πυλώνας γνώσης, πληροφόρησης και ενδυνάμωσης των πολιτών. Μέσα από ένα πλήθος δράσεων εξωστρέφειας στο Καπνεργοστάσιο, όπως εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, λέσχες ανάγνωσης, ξεναγήσεις κ.ά., προσκαλούμε τους φίλους της Βιβλιοθήκης όχι απλώς να την επισκεφθούν αλλά να την βιώσουν ως έναν “δικό τους” χώρο συνάντησης».
Ο χώρος έχει μια «αντινομία» παράξενη. Θα μπορούσαμε να την πούμε και γοητευτική. Η βαριά αίσθηση που έχεις ότι είσαι απέναντι σε κάτι πραγματικά σημαντικό συνυπάρχει με ένα αίσθημα ελευθερίας και αιωνιότητας. Όσο πιο πολύ παρατηρείς τους τίτλους στις ράχες των βιβλίων τόσο πιο πολύ θέλεις να τα ξεφυλλίσεις. Να δεις τι γράφουν μέσα, τα σχέδιά τους, τις γραμματοσειρές, τις χειρόγραφες σημειώσεις, τις αφιερώσεις. Στιγμιαία νιώθεις ότι είσαι στο μέρος όπου μπορείς να ανακαλύψεις τα πάντα. Μέσα σε αυτά τα βουβά δερματόδετα κομψοτεχνήματα υπάρχει όλη η αλήθεια του κόσμου. Η αχανής αναλογική πληροφορία, σκέφτομαι, θα γίνεται ολοένα πολυτιμότερη.
Στο ισόγειο του κτιρίου βρίσκεται το Τμήμα Εκδόσεων και το Τυπογραφείο της Βουλής με τις μεγάλες εκτυπωτικές μηχανές και με όλους εκείνους που παράγουν αυτά που σε κάποια χρόνια θα βρίσκονται στον επάνω όροφο, περιμένοντας κάποιον να του μαρτυρήσουν τα μυστικά τους.
Το βιομηχανικό κτίριο σού επιβάλλεται πριν ακόμα μπεις σε αυτό από την τεράστια βαριά μεταλλική πόρτα. Από τα πρώτα κιόλας βήματά σου ασυναίσθητα χαμηλώνεις τον τόνο της φωνής σου, κλείνεις τον ήχο του κινητού και περπατάς πιο αθόρυβα, κι ας μην έχεις ιδέα για την ιστορία του ή για το τι ακριβώς διασώζεται στο εσωτερικό του.
Το κτίριο
Το γνωστό σήμερα ως πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο είναι το δεύτερο Δημόσιο Καπνεργοστάσιο της Αθήνας και ολοκληρώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’30. Βρισκόταν στο όριο της οικιστικής ζώνης της πρωτεύουσας. Η Λένορμαν ονομαζόταν Κηφισού και ο λόγος ανέγερσής του ήταν η καταστροφή του πρώτου Δημόσιου Καπνεργοστασίου που λειτουργούσε στην οδό Αριστοτέλους. Έγινε στάχτη από πυρκαγιά που θεωρήθηκε εμπρησμός.
Η συνολική επιφάνεια του κτιρίου είναι 19.000 τετραγωνικά και αποτελείται από 4 βασικές πτέρυγες. Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας στέγαζε είκοσι πέντε εταιρείες επεξεργασίας καπνού. Η καπνοβιομηχανία γνώριζε περίοδο ακμής με σημαντικές εξαγωγές. Η μεγάλη γυάλινη οροφή του είναι εντυπωσιακή και αφήνει το φως να μπει σε όλες τις αίθουσες και από την εσωτερική πλευρά.
Από το διαφωτιστικό για την ιστορία του κτιρίου κείμενο της Μαρίας Βλασσοπούλου και της Πέγκυς Δάρα (βλ. πηγές) μαθαίνουμε ότι:
«Η συμμετοχή της Ελλάδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ανοίγει τις πόρτες του Καπνεργοστασίου στη Στρατιωτική Υπηρεσία Αθηνών. Χωρίς να απομακρυνθούν οι αρχικοί μισθωτές, χώροι του επιτάσσονται για να εγκατασταθούν η Στρατιωτική Καπνοβιομηχανία και η Υγειονομική Υπηρεσία». Είναι η ίδια περίοδος που τα υπόγεια τμήματά του διαμορφώνονται ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν ως καταφύγια.
Στην Κατοχή οι εγκαταστάσεις χρησιμοποιούνται από τους Γερμανούς, γεγονός που θα προκαλέσει βανδαλισμούς με την αποχώρησή τους το 1944. Τον Δεκέμβρη του ’44 (Δεκεμβριανά) στο κτίριο καταφεύγουν δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Αυτό θα είναι η αιτία του βομβαρδισμού του από τις βρετανικές δυνάμεις, προκαλώντας σημαντικές φθορές.
Μετά τον πόλεμο η καπνοβιομηχανία στην Ελλάδα βρίσκεται σε πτώση και στο Δημόσιο Καπνεργοστάσιο παρασκευάζονται τσιγάρα κυρίως για τον στρατό κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. Τα προβλήματα έρχονται το ένα μετά το άλλο.
Τη δεκαετία του ’50 οι περισσότερες εταιρείες μεταποίησης καπνού πτωχεύουν ή σταματούν τις εργασίες τους.
Το 1948 το άλλοτε κραταιό Δημόσιο Καπνεργοστάσιο θα στεγάσει το Κέντρο Περίθαλψης Προσφύγων Κολοκυνθούς έως το 1964.
Από τα μέσα του ’60 και έπειτα το κτίριο θα νοσταλγεί τις ημέρες της δόξας του μέχρι το 1989, οπότε και θα χαρακτηριστεί από το υπουργείο Πολιτισμού ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο μαζί με τον μηχανολογικό εξοπλισμό του.
Αμέσως μετά τον χαρακτηρισμό, ένα μεγάλο μέρος του παραχωρείται στη Βουλή των Ελλήνων.
Από τις αρχές τις δεκαετίας του 1990 μεταφέρονται εκεί το Τμήμα Εκδόσεων και το Τμήμα Μικροφωτογράφισης και Συντήρησης της Βιβλιοθήκης.
Τότε φεύγει και η τελευταία εναπομείνασα καπνοβιομηχανία…
Το 2000 παραχωρείται όλο το κτίριο στη Βουλή, η οποία ανακαινίζει διάφορους χώρους για τις ανάγκες των τμημάτων της που στεγάζονται εκεί.
Η κ. Μαρία Καμηλάκη μοιράστηκε μαζί μας τις σκέψεις της για το μέλλον:
«Ονειρεύομαι μια δανειστική βιβλιοθήκη με θέα το αίθριο του Καπνεργοστασίου, πλαισιωμένη από έναν χώρο ανάγνωσης με αναπαυτικούς καναπέδες. Μια ετεροτοπία, ένα καταφύγιο για όσες και όσους θέλουν να “παγώσουν” για λίγο τον καταιγιστικό ρυθμό της καθημερινότητας και να αναστοχαστούν».
Τελικά, μέσα στο πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο δεκαετίες ήχων και σκληρής δουλειάς παρέδωσαν τα κλειδιά στη σιωπή και στην εγκατάλειψη και η σιωπή με τη σειρά της παρέδωσε τη διαχείριση στη ζωή, στη γνώση και στην Ιστορία. Ο κατά τα άλλα άσχετος με το θέμα μας στίχος του Άλκη Αλκαίου «πώς η ανάγκη γίνεται Ιστορία, πώς η Ιστορία γίνεται σιωπή» είναι ένα από τα δεκάδες μότο που σκεφτόμουν από την ώρα που έκλεισε πίσω μου η βαριά σιδερένια πόρτα.
ΔΕΙΤΕ 15 ΑΚΟΜΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ
Πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο
Δευτέρα-Τρίτη 10:00-17:00
Τετάρτη, Πέμπτη & Παρασκευή 10:00-14:00
Αρχείο εφημερίδων: 210 510 2606, 210 510 2065
Αρχείο περιοδικών: 210 510 2315, 210 510 2316
Ψηφιακά: 210 510 2502, 210 510 2503
e-mail: [email protected]
Η είσοδος στους χώρους της Βιβλιοθήκης γίνεται με επίδειξη αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατηρίου.
Ευχαριστούμε τις κυρίες Μαρία Καμηλάκη, Μαρία Βλασσοπούλου, Πέγκυ Δάρα, Mαρία Σακελλαρίου, Έλενα Αντωναράκου και τον κύριο Αντώνη Καζάκο.
Πηγές:
- https://library.parliament.gr/
- Βλασσοπουλου Μαρία, Δάρα Πέγκυ «Το Δημόσιο Καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν» περ. «Δομές», τχ. 159, 12.2021, σσ. 50-65.