Από τον μπαμπά της θεωρεί ότι κληρονόμησε το χιούμορ και την παιδικότητά του. Από τη μητέρα της την αδιάλειπτη περιέργεια κι ενέργειά της.
Μεγάλωσε στην Αγία Παρασκευή αλλά σήμερα που μένει στα Πετράλωνα θεωρεί ότι αυτή είναι η γειτονιά και το καταφύγιό της.
Κρατά τρυφερές, νεανικές αναμνήσεις από τα Εξάρχεια, αγαπά τη ζωντάνια, το φαγητό της Αθήνας και τη λογοτεχνία με την οποία αποκαθιστά σχέσεις τώρα, καθώς μικρή δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί στο διάβασμα.
Δεν ονειρεύεται τρελά πράγματα παρά μόνο τους ρόλους στα έργα του Τσέχοφ και συνήθως ο ενθουσιασμός της για τη σκηνή νικά το άγχος της.
Η Ηρώ Μπέζου είναι ένα κορίτσι φρέσκο, όμορφο, ταλαντούχο και κατασταλαγμένο, με περισσότερα κρατήματα από αυθορμητισμό, που μεγάλωσε μέσα στο θέατρο και τριάντα χρόνια τώρα απολαμβάνει όσο τίποτα να βλέπει τις παραστάσεις από τα παρασκήνια και να ζει μέσα σε αυτή τη μοναδική αίσθηση ομαδικότητας που δημιουργεί ένας θίασος.
Πιτσιρίκι δήλωσε στους γονείς της, τον Γιάννη Μπέζο και τη Ναταλία Τσαλίκη, ότι θα γίνει ηθοποιός. «Από την στιγμή που κάποιος δεν σου φυτεύει τον φόβο για ένα επάγγελμα θεωρώ ότι με τον τρόπο του σε ενθαρρύνει. Αυτό συνέβη και στην περίπτωσή μου».
Δεν θα έλεγα ότι είμαι μεγάλη θαυμάστρια της έννοιας των βραβεύσεων στην τέχνη. Όχι γιατί τις υποτιμώ αλλά γιατί δεν σημαίνουν τίποτα για το μέλλον. Δεν μπορεί κανένα βραβείο να σε βεβαιώσει: "Εντάξει τώρα έγινες καλή ηθοποιός". Οι διακρίσεις είναι ευχάριστες αλλά όχι ανακουφιστικές
Φοίτησε, λοιπόν, στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου κι ήδη από το δεύτερο έτος, κάνοντας μια αντικατάσταση στο «Φιόρο του Λεβάντε», συμμετείχε στην καλοκαιρινή του περιοδεία. «Θυμάμαι να είναι όλοι κατάκοποι κι εγώ να το απολαμβάνω λες και με είχες ρίξει σε λούνα παρκ».
Με την ίδια λαχτάρα δοκιμάστηκε στις παραγωγές της oμάδας Κursk (Βόιτσεκ, Ο Άρντεν πρέπει να πεθάνει, Lenz), έκανε σινεμά και συμμετείχε σε παραστάσεις όπως «Το τρίτο στεφάνι», η «Αντιγόνη», οι «Τραχίνιες», το πρόσφατο «Ξύπνα Βασίλη» και το «Φιντανάκι» του Παντελή Χορν σε σκηνοθεσία Ανέστη Αζά. που της χάρισε πριν από λίγο καιρό το φετινό βραβείο Μελίνα Μερκούρη.
«Δεν έχω ξαναπάρει βραβείο. Γενικότερα, δεν θα έλεγα ότι είμαι μεγάλη θαυμάστρια της έννοιας των βραβεύσεων στην τέχνη. Όχι γιατί τις υποτιμώ αλλά γιατί δεν σημαίνουν τίποτα για το μέλλον. Δεν μπορεί κανένα βραβείο να σε βεβαιώσει: "Εντάξει τώρα έγινες καλή ηθοποιός". Οι διακρίσεις είναι ευχάριστες αλλά όχι ανακουφιστικές» λέει.
Προφανώς όταν μπροστά σου έχεις μια αναμέτρηση με τον Σαίξπηρ τίποτα δεν μπορεί να σε ανακουφίσει. Στις 3 Μαΐου κάνει πρεμιέρα στο Θέατρο του Νέου Κόσμου η «Τραγική ιστορία του Άμλετ, ενός πρίγκιπα της Δανίας» (βασισμένη σε τρεις διαφορετικές μεταφράσεις των Χειμωνά, Καψάλη και Πολυλά).
Στη διασκευή του διάσημου σαιξπηρικού έργου που επιχείρησε ο Έκτορας Λυγίζος και η ομάδα Grasshopper, επιμένοντας στον διχασμό και την χειραγώγηση των προσώπων, οι περισσότεροι ηθοποιοί ερμηνεύουν διπλούς ρόλους. Η Ηρώ θα διχαστεί ανάμεσα στη μητέρα του Άμλετ, την Γερτρούδη και τον πιστό του φίλο Οράτιο.
«Η παράσταση έχει κάτι πολύ χειροποίητο και μια ιδιαίτερη αφηγηματική δομή που δεν είναι εμφανής. Το κείμενο είναι διασκευασμένο κι αρκετά συμπυκνωμένο έτσι ο καθένας μας έχει από δύο ρόλους. Με κάποιο τρόπο είναι σαν η παρουσία μας να περιγράφεται από δύο ήρωες.
Ερμηνεύω δύο πολύ οικεία πρόσωπα του Άμλετ για τα οποία τρέφει πολύ αντικρουόμενα συναισθήματα. Η μεν Γερτρούδη είναι μητέρα του αλλά κι εκείνη που παντρεύτηκε ο εχθρός του πια, ο δε Οράτιος είναι έμπιστος και στοργικός».
— Πώς φαίνεται στα μάτια ενός νέου κοριτσιού η Γερτρούδη;
Υποδύομαι μια αινιγματική γυναίκα που έχει κάνει κάτι τερατώδες: έχει προδώσει τον γιο της κι έχει παντρευτεί τον αδερφό του άντρα της, έναν μήνα αφότου χήρεψε. Το κίνητρό της ήταν ο θανατηφόρος συνδυασμός έρωτα και αδυναμίας χαρακτήρα.
Είναι πρόσωπο που παραμυθιάζεται και κρύβεται πίσω από τους άλλους, μιλά λίγο, δεν επιχειρηματολογεί ποτέ, δεν υπερασπίζεται καν τον εαυτό της. Κακά τα ψέματα υπάρχουν περιπτώσεις που η απώλεια κάποιου σε ανακουφίζει, σε λυτρώνει.
— Καταλαβαίνεις ως απόλυτο κίνητρο τον έρωτα;
Φυσικά. Νομίζω πως ως ορμή είναι τεράστια κι ενίοτε ακατανίκητη. Αυτό για το οποίο δεν έχω πειστεί είναι πόση διάρκεια μπορεί να έχει μια πράξη που εμπεριέχει τόσο μεγάλη θυσία. Κάποια στιγμή ξεθολώνεις και βλέπεις την αλήθεια. Βλέπεις, όμως, κάτι που σίγουρα υπήρχε.
— Ποιος ήρωας ή ποιο κομμάτι του «Άμλετ» μιλάει στην ψυχή σου;
Είναι πολλοί στίχοι. Μου αρέσει μια φράση που λέει ο Άμλετ στον Γκιλντεστέρν ο οποίος του παραπονιέται ότι κάποτε τον αγαπούσε. Κι ο Άμλετ του απαντά: «Ακόμα σε αγαπάω. Τα χέρια μου πονάνε πιο πολύ από εκείνον που χτυπάνε».
Αυτές οι στιγμές που φανερώνουν την απέραντη μοναξιά του με συγκινούν βαθιά. Είναι σκληρός γιατί έτσι προσπαθεί να συνδεθεί με τους ανθρώπους.
— Θεωρείς ότι μεγαλώνοντας η ορμή για ζωή και η αντίσταση στον πόνο μειώνεται;
Δεν ξέρω πώς καθένας αντιμετωπίζει τη διάθεση για ζωή αλλά είμαι σίγουρη πως οι άνθρωποι κάνουν τα πάντα για να μειώσουν στους άλλους αυτή την ορμή.
Δες για παράδειγμα τα παιδιά, που αποτελούν μια ανεξάντλητη πηγή ζωής κι εμείς έχουμε πάντα την τάση να τους την μειώνουμε μόνο και μόνο για να τα θέσουμε εντός των ορίων που έχουμε στο μυαλό μας.
«Μην ενοχλείς», «Πρόσεχε πώς μιλάς», «Γίνε λίγο πιο σοβαρός». Συμβουλές και περιορισμοί που επιβάλλουμε μόνο και μόνο γιατί δεν μπορούμε να διαχειριστούμε τη βόμβα ζωής που έχουμε απέναντί μας.
Εγώ που μάλλον είμαι ακόμα στην θέση του παιδιού και μου φαίνεται άθλος η ανατροφή και ο ρόλος του γονιού εμπνέομαι όταν συναντώ παιδιά γεμάτα ενέργεια. Κι από την άλλη προβληματίζομαι για το τι δικό μου μπορεί να έχει κατευναστεί στο όνομα μιας συμμόρφωσης ή μιας προσπάθειας να γίνω λειτουργική κι αποδεκτή.
— Ήσουν παιδί χωρίς όρια;
Απεναντίας. Δεν ήμουν αντιδραστική, δεν έκανα τρέλες αλλά, καθώς ήμουν μοναχοπαίδι, δεν είχα κάποιον να μοιραστώ ρόλους και ευθύνες. Κάπως σαν αντίβαρο δεν λειτουργούν τα αδέρφια; Είχα όρια, ίσως και πιο πολλά από όσα έπρεπε. Νομίζω τα πιο τρελά πράγματα τα έχω κάνει στο θέατρο.
— Αυτό συνέβαινε λόγω της αναγνωρισιμότητας των γονιών σου;
Η αλήθεια είναι πως δεν είναι ευχάριστο να έχεις πολλά ξένα μάτια πάνω σου. Προφανώς το σημαντικό είναι τι κάνουν οι γονείς σου για σένα –κι εγώ δεν είχα τέτοιο παράπονο– αλλά τη δεκαετία του '90 που μεγάλωνα, ειδικά ο πατέρας μου ήταν τόσο δημοφιλής που δεν μπορούσαμε να πάμε πουθενά χωρίς να μας δείχνουν ή να μας πλησιάζουν.
Σίγουρα υπήρξαν στιγμές που ήθελα να καταλαμβάνω εγώ τον χώρο από τους εισβολείς και άλλες που προτιμούσα να μη φαίνομαι καθόλου.
— Τι από τα δύο συνέβαινε συχνότερα;
Το να κρύβομαι. Κάποιες φορές αστειευόμουν με τη μητέρα μου κι έκανα κι εγώ τη θαυμάστρια για να αποκόπτομαι από το κέντρο της προσοχής. Προφανώς όλα αυτά είναι διογκωμένα στο κεφάλι μου αλλά τα παιδιά τα βλέπουν όλα μέσα από έναν μεγεθυντικό φακό.
— Σήμερα που είσαι συνάδερφός τους πια, κάνετε ο ένας κριτική στον άλλον;
Παλαιότερα είχα περισσότερο αυτή την ανάγκη ίσως γιατί ήθελα να έρθουμε πιο κοντά. Πλέον το αποφεύγω γιατί ο καθένας έχει τη ζωή του και δεν χρειάζεται να ταυτιζόμαστε στα επαγγελματικά, έχουμε άλλα πράγματα που μας δένουν.
— Έχεις κάνει αρκετές δουλειές με πειραματικές ομάδες. Μετά τις δουλειές στο Εθνικό Θέατρο, το πρόσφατο βραβείο, την αναγνώριση που έρχεται σιγά σιγά θεωρείς ότι μπαίνεις σε νέα επαγγελματική φάση;
Σε καμία περίπτωση. Μπήκα από πολύ νωρίς και στον πειραματισμό αλλά και σε πιο «ακαδημαϊκές» παραστάσεις, όπως το «Τρίτο στεφάνι», στο οποίο έπαιξα τα πρώτα χρόνια. Δεν νομίζω ότι ο πειραματισμός είναι θέμα ηλικίας αλλά πως το κοινό λαμβάνει αυτό που του παρουσιάζεις.
Απλώς κάποιες δουλειές επιλέγονται με γνώμονα την ανάγκη του βιοπορισμού και κάποιες άλλες λόγω της εκτίμησης που τρέφεις για τους συνεργάτες και την ομάδα.
Δυστυχώς, ο ηθοποιός όσο ολιγαρκής κι αν είναι, όσο ταπεινές απαιτήσεις και να έχει από την ζωή του πρέπει να δουλεύει συνέχεια για να επιβιώνει.
— Μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι ηθοποιών ποια πράγματα σε γοήτευαν και ποια ήθελες να αποφύγεις;
Τα περισσότερο με γοήτευαν: η θεατρική πράξη, το παρασκήνιο, η έννοια της συμβίωσης και της ομαδικότητας σε έναν θίασο, η ιδέα ότι χτίζουμε κάτι μαζί.
Ο θίασος δεν είναι ούτε οικογένεια, ούτε παρέα φίλων. Είναι ένα ιδιότυπο κοινόβιο που ξέρεις ότι θα διαρκέσει ένα συγκεκριμένο διάστημα κι έχει συγκεκριμένους κώδικες. Είναι σαν ένα ταξίδι το οποίο αν πάει καλά δεν ξεχνάς ποτέ.
Info:
Η τραγική ιστορία του Άμλετ, ενός πρίγκιπα της Δανίας
του Ουίλιαμ Σαίξπηρ
Σκηνοθεσία: Έκτορας Λυγίζος
Παίζουν: Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Κωνσταντίνος Ζωγράφος, Έκτορας Λυγίζος, Άρης Μπαλής, Ηρώ Μπέζου, Αινείας Τσαμάτης
Θέατρο του Νέου Κόσμου
Από 3/5/2019 έως 2/6/2019
Πέμπτη - Κυριακή, 21:00