Δεν είναι αυτό το τηλεοπτικό μέλλον που μας υποσχέθηκαν. Υποτίθεται ότι η μετάβαση στο streaming θα έφερνε μια εποχή αστείρευτης ποικιλίας και ατέλειωτης διαθεσιμότητας. Οτιδήποτε μπορούσες να ονειρευτείς, ακόμα και πράγματα που δεν θα τολμούσες, θα ήταν δικά σου με αντίτιμο μια χαμηλή μηνιαία συνδρομή, για όσο εσύ (ή οποιοσδήποτε μοιραζόταν τον κωδικό σου) εξακολουθούσες να την πληρώνεις. Η βρύση δεν θα στέρευε ποτέ. Δέκα χρόνια όμως μετά την έκρηξη του streaming που ξεκίνησε με το House of Cards του Netflix, η αίσθηση της ανάπτυξης χωρίς όρια του μέσου ξεθωριάζει και τα εκλεκτά προϊόντα αρχίζουν να εξατμίζονται.
Η εποχή της λεγόμενης Peak TV – οι αλκυονίδες μέρες κατά τις οποίες οι πλατφόρμες έριχναν μπόλικο χρήμα σε κατοχυρωμένους δημιουργούς και σε νέα ταλέντα ανεξαιρέτως – βαδίζει προς την δύση της εδώ και κάμποσο καιρό. Σειρές όπως το Succession ή το Ted Lasso ξεκινούν αυτόν τον μήνα τον τελευταίο κύκλο τους, ενώ το Better Call Saul και το Atlanta τελείωσαν πέρσι. Μόλις τώρα όμως γίνεται ξεκάθαρο το τι ακριβώς θα την αντικαταστήσει: ένα στεροειδές υβρίδιο αλγοριθμικών εμπνεύσεων και παραδοσιακών showbiz αντιλήψεων σχετικά με το τι πουλάει.
Σειρές όπως το Succession ή το Ted Lasso ξεκινούν αυτόν τον μήνα τον τελευταίο κύκλο τους, ενώ το Better Call Saul και το Atlanta τελείωσαν πέρσι. Μόλις τώρα όμως γίνεται ξεκάθαρο το τι ακριβώς θα την αντικαταστήσει: ένα στεροειδές υβρίδιο αλγοριθμικών εμπνεύσεων και παραδοσιακών showbiz αντιλήψεων σχετικά με το τι πουλάει.
Το αναγνωρίζει ακόμα και ο άνθρωπος που εφηύρε τον όρο Peak TV. Τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος του καναλιού FX Τζον Λάντγκραφ είχε προβλέψει ότι η εποχή που ό ίδιος όρισε σύντομα φτάνει στο τέλος της. Ίσως και να έχει ήδη τελειώσει, πρόσθεσε. Όταν ο Λάντγκραφ ξεστόμιζε τον όρο Peak TV το 2015, δεν ανάγγειλε την αυγή μιας χρυσής εποχής αλλά μάλλον προειδοποιούσε για ένα επικείμενο σημείο κορεσμού, μετά από το οποίο θα υπήρχε πολλά περισσότερα νέα τηλεοπτικά προγράμματα απ’ όσα θα μπορούσε οποιοσδήποτε – τα στούντιο, τα κανάλια, οι πλατφόρμες, οι θεατές – να διαχειριστεί. Εκείνη τη χρονιά υπήρχαν γύρω στις 370 σειρές στον αέρα. Το 2022 υπήρχαν 599, ο αριθμός όμως αυτός είναι μάλλον πλασματικός αν αναλογιστεί κανείς πόσο περιεχόμενο είχε μείνει πίσω λόγω της πανδημίας.
Έχει ήδη σημάνει επίσης το τέλος εκείνης της σύντομης περιόδου όπου οι τελευταίες μεγάλες κοινοπραξίες του Χόλιγουντ ίδρυαν τις δικές τους πλατφόρμες streaming, σπαταλώντας άφθονο χρήμα, πριν συνειδητοποιήσουν ότι το μέσο νοικοκυριό αντέχει μέχρι ένα όριο συνδρομών, όσες κι αν του προσφέρεις. Το τέλος της Peak TV ήταν αναπόφευκτο – ακόμα και ταυτολογικό θα μπορούσε να πει κανείς: η κορύφωση [peak] ορίζεται ως το σημείο εκείνο μετά από το οποίο τα νούμερα αρχίζουν να πέφτουν.
Περιγράφοντας το άμεσο μέλλον του τηλεοπτικού τοπίου, ο Λάντεγκραφ έκανε λόγο για μια περίοδο όπου κάποιοι παίκτες που βιάστηκαν να εμπλακούν στους λεγόμενους «πολέμους του streaming» θα βγουν από το παιχνίδι, ενώ άλλοι φροντίζουν ήδη να κουρέψουν τον προϋπολογισμό και να χαμηλώσουν τις προσδοκίες τους. Το AMC για παράδειγμα, το πρώην σπίτι σειρών όπως το Mad Men και το Breaking Bad, περικόπτει κατά 20% τις δαπάνες για νέα προγράμματα, αρκούμενο στην ανάπτυξη μιας ντουζίνας spinoffs του Walking Dead.
Τα κανάλια όχι μόνο έχουν περιορίσει σημαντικά την χρηματοδότηση νέων σειρών, μια αναμενόμενη αντίδραση σε ένα κορεσμένο τοπία και σε μια ασταθή οικονομία, αλλά ξεφορτώνονται σειρές, τους νέους κύκλους των οποίων έχουν ήδη πληρώσει – σε κάποιες περιπτώσεις πριν τις δει ποτέ κανείς. Υπήρχαν σειρές που στηρίζονταν από ένα μικρό ίσως αλλά παθιασμένο κοινό, και αυτό συχνά ήταν αρκετό για να τις κρατήσει στη ζωή. Όχι πια. Είναι σα να έχει καταργηθεί ένα συμβόλαιο, μια συμφωνία που υπήρχε ανάμεσα στο κοινό και στα κανάλια, σα να ισοπεδώθηκε το φωτεινό μέλλον από την πεζή πραγματικότητα.
Εξακολουθεί βεβαίως να υπάρχει τηλεόραση υψηλής ποιότητας και τα θαύματα δεν έχουν σταματήσει εντελώς (πρόσφατα το HBO ανανέωσε για έναν δεύτερο κύκλο μια τόσο εξαιρετικά εγκεφαλική και αντισυμβατική σειρά όπως το The Rehearsal). Μοιάζουν όμως πλέον πολύ φευγαλέα και αραιά. Για πρώτη φορά στην πρόσφατη ιστορία του μέσου, μοιάζει να αναβιώνει εκείνο το παράπονο από τις παλιές μέρες της τηλεόρασης: ότι δεν υπάρχει να δει κανείς τίποτα της προκοπής.
Με στοιχεία από το Slate