Ως σταρ και ως προσωπικότητα, ο Μπαρτ Ρέινολντς που πέθανε από ανακοπή καρδιάς στα 82 του ήταν -με το μουστάκι, το περουκίνι, το πονηρό μειδίαμα και το ευφρόσυνο γέλιο- αυτό που λένε «μεγαλύτερος από τη ζωή». Και σίγουρα μεγαλύτερος (και πιο αναγνωρίσιμος) από τις περισσότερες ταινίες του.
Μάστορας στις ατάκες και τον αυτοσαρκασμό, ερωτηθείς κάποτε γιατί μια εποχή γύριζε τη μία πατάτα μετά την άλλη, είχε απαντήσει: «Για τα λεφτά, για τη δόξα, για την πλάκα. Κυρίως όμως για τα λεφτά». Έβγαζε όντως λεφτά με το τσουβάλι στις χρυσές μέρες της τεράστιας δημοτικότητάς του, αλλά κι αυτά τα σπαταλούσε, όπως το ταλέντο που είχε αποδείξει ότι διέθετε όταν έκανε τον κόπο, σα να μην υπήρχε αύριο.
«Έχω σπαταλήσει τόσα πολλά λεφτά επειδή απλά δεν τα πρόσεχα», είχε πει σε συνέντευξη. «Ποτέ δεν υπήρξα έξυπνος με το χρήμα. Υπάρχουν κάποιοι ηθοποιοί που είναι μανούλες στη διαχείριση χρημάτων. Κατά κανόνα όμως, δεν είναι καλοί ηθοποιοί...».
Είχε χρεοκοπήσει μπόλικες φόρες, με πιο πρόσφατη αυτή πριν από τρία χρόνια όταν είχε βγάλει στο σφυρί ακόμα και τα πιο πολύτιμα (με τη συναισθηματική έννοια) προσωπικά του αντικείμενα, όπως τη Χρυσή Σφαίρα που είχε κερδίσει το 1996 για τον ρόλο του Τζακ Χόρνερ -του πορνοσκηνοθέτη με τα μεγάλα όνειρα- στο Boogie Nights αλλά και το χρυσό ρολόι που του είχε χαρίσει η Σάλι Φιλντ, «ο έρωτας της ζωής μου», όπως είχε εκμυστηρευτεί στην τελευταία μεγάλη συνέντευξή του στο περιοδικό Vanity Fair στο τεύχος Νοεμβρίου του 2015:
«Μου λείπει τρομερά ακόμα και τώρα. Δεν έχω ιδέα γιατί ήμουν τόσο ηλίθιος. Έτσι είναι οι άντρες όμως, ξέρεις. Βρίσκεις το ιδανικό άτομο και ακολούθως κάνεις ό,τι μπορείς για να γίνουν όλα μαντάρα. Και ο καλύτερος τρόπος για να τα κάνεις όλα μαντάρα είναι να μη σου φτάνει όλη η καλοπέραση του κόσμου».
«Έχω σπαταλήσει τόσα πολλά λεφτά επειδή απλά δεν τα πρόσεχα», είχε πει στην ίδια συνέντευξη. «Ποτέ δεν υπήρξα έξυπνος με το χρήμα. Υπάρχουν κάποιοι ηθοποιοί που είναι μανούλες στη διαχείριση χρημάτων. Κατά κανόνα όμως, δεν είναι καλοί ηθοποιοί...».
Σίγουρα αυτοί που αναφέρεται δεν ζούσαν σαν ημιπαράφρονες Κροίσοι, όπως ο ίδιος μέχρι και τα τελευταία του: επαύλεις στη Φλόριντα, στην Τζόρτζια, στο Μαλιμπού και στο Μπέβερλι Χιλς (μία εκ των οποίων έφερε το σεμνό όνομα «Βαλχάλα»), ιδιωτικά τζετ, άπειρα σπορ αυτοκίνητα, πανάκριβα και άχρηστα αξεσουάρ καθώς και 150 άλογα αλλά και περούκες αξίας $100.000 με την υπογραφή του Edward Katz, του «Αρμάνι των περουκών».
Ο πάλαι πότε νο. 1 σταρ του πλανήτη (στα τέλη της δεκαετίας του '70), παρά την επιστροφή του στο προσκήνιο στα μέσα των '90s, ήταν για χρόνια η προσωποποίηση της γκλάμορους παρακμής, ένα μεσήλικο καρτούν τεστοστερόνης, βαρβατίλας και παιγνιώδους ανδρισμού παλαιάς κοπής (ακόμα και στην ακμή του άλλωστε έκανε κάποιον σαν τον Κλιντ Ίστγουντ να μοιάζει ντροπαλός και σοφιστικέ συγκριτικά). Τον διέσωζε όμως πάντα το χιούμορ, το ζαμνφού μειδίαμα και ο αυτοσαρκασμός του.
Γράφει για τον ηθοποιό στο σχετικό λήμμα που περιέχεται στο μνημειώδες και ογκώδες «New Biographical Dictionary of Film» (Βίβλος, καταφύγιο αϋπνίας και ανυπέρβλητο εμπόδιο για να μην κλείσει με πάταγο η ανοιχτή μπαλκονόπορτα όταν φυσάει πολύ δυνατά), ο μεγάλος κριτικός του σινεμά, David Thomson:
«Στις χρονιές μεταξύ 1973 και 1980, ο Μπαρτ Ρέινολντς βρισκόταν πάντα ανάμεσα στις δέκα κορυφαίες ατραξιόν του Χόλιγουντ. Το 1978 είχε ανακηρυχτεί ως ο πιο δημοφιλής ηθοποιός στην Αμερική. Κι όμως ανησυχούσε: επιθυμούσε περισσότερο σεβασμό και καλύτερο υλικό. Ήθελε να είναι σαν τον Κάρι Γκραντ.
Οι ταινίες του ούτε κατά προσέγγιση δεν μπορούσαν να συγκριθούν μ' αυτές του Κάρι Γκραντ και επίσης ο Μπαρτ χωρίς το μουστάκι (αλλά πάντα με το περουκίνι) έδειχνε δυσοίωνος και ύποπτος. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της αέναης συνέντευξης που έμοιαζε να παραχωρεί στις ατέλειωτες εμφανίσεις στα μέσα (και είναι σπουδαίος, ασυγκράτητος αφηγητής), έδειξε ότι ήταν πολύ πιο ξύπνιος και αστείος απ' όσο θα περίμενε κανείς με αποκλειστικό κριτήριο τις ταινίες του. Ήταν ένα ενδιαφέρον και συναρπαστικό δίλημμα.
Οι άνθρωποι όμως που ανησυχούν για τον σεβασμό των άλλων, σπανίως τον κερδίζουν. Αυτοί που τον κατέχουν, δεν τον προσέχουν καν... Ο Ρέινολντς ήταν ανήμπορος να βρει το σθένος να υπάρχει και να λειτουργεί χωρίς τον σεξουαλικό θαυμασμό τον οποίο περιφρονούσε... Η ερωτική του ζωή τραγουδιόταν στις στήλες κουτσομπολιού ενώ πόζαρε και γυμνός στο Cosmopolitan – με γλυκό και σεμνότυφο ύφος. Τώρα λέει ότι ήταν λάθος, αλλά το λέει τόσο συχνά που δεν μας βοηθά να το ξεχάσουμε...».
Τι λέει άραγε για τους περίεργους (και ανώμαλα αιδήμονες) καιρούς μας το γεγονός ότι η συγκεκριμένη φωτογράφιση στο Cosmopolitan το 1972 λογοκρίθηκε αγρίως (και «κατέβηκε» με το ζόρι) από τις πλατφόρμες των social media κατά τα χθεσινά RIP για τον ηθοποιό, παρ' ότι δείχνει μόνο τρίχες στην πραγματικότητα; Πολύ θα διασκέδαζε ο ίδιος μ' αυτή την κωμικοτραγική μεταθανάτια εξέλιξη, υποθέτει κανείς.
Του αξίζει πάντως σίγουρα να μνημονεύεται και για τη δουλειά του στην οθόνη, πέρα από το τρελό πανηγύρι ματαιοδοξίας στο οποίο πρόθυμα συμμετείχε σ' όλη τη διάρκεια της ιλιγγιωδώς άνισης καριέρας του. Για το Deliverance («Όταν ξέσπασε η βία») του Τζον Μπούρμαν οπωσδήποτε (πράγματι πάντως έμοιαζε κυνικό καθίκι χωρίς το μουστάκι), όπως και για το Boogie Nights για το οποίο ήταν υποψήφιος για Όσκαρ.
Προσωπικά, θα ήθελα να προσθέσω το Hustle («Ο αστυνόμος και το κολ γκερλ»), όπου κυριάρχησε μια απροσδόκητη χημεία με την Κατρίν Ντενέβ και το ριμέικ της ταινίας του Τριφό Ο άνδρας που αγαπούσε τις γυναίκες που γύρισε ο Μπλέικ Έντουαρντς και στο οποίο ο Μπαρτ Ρέινολντς απέδωσε χωρίς κόπο τη μελαγχολία του καθ' έξιν καρδιοκατακτητή που έχει φτάσει στο τέλος του δρόμου.
Δυστυχώς, δεν πρόλαβε να γυρίσει τις προγραμματισμένες σκηνές του για τη νέα ταινία του Ταραντίνο που έχει τίτλο Κάποτε στο Χόλιγουντ. Αυτό θα ήταν μάλλον το κύκνειο άσμα που θα του άρμοζε.
σχόλια