Το 2016 ο Μελ Γκίμπσον έβαλε τα δυνατά του για να ζητήσει μια μισοψημένη συγγνώμη στη συνέντευξή του με τον Στίβεν Κολμπέρ. «Κανείς δεν πρέπει να καταδικάζεται για τη χειρότερή του στιγμή», είναι το πόρισμα που έβγαλαν οι δύο επιφανέστεροι καθολικοί της αμερικανικής show biz.
Με τη διαφορά πως ο κορυφαίος conversationalist των βραδινών talk shows δεν έχει λοιδορήσει σκαιότατα τους Εβραίους, ούτε έχει κατηγορηθεί ποτέ για κακοποιητική συμπεριφορά, όπως έδειξαν τηλεφωνήματα που άφησε να διαρρεύσουν η μητέρα του ενός από τα εννιά παιδιά του, ούτε του έχουν αποδοθεί ομοφοβικά και σεξιστικά σχόλια.
Προσπερνώντας τα υπόλοιπα, ο Γκίμπσον, εμφανώς σφιγμένος και παίζοντας νευρικά με την πυκνή γενιάδα του, επικεντρώθηκε στην κύρια κατηγορία που προσωρινά τον εξοβέλισε από την αγκαλιά του Χόλιγουντ, λέγοντας πως ήταν υπό την επήρεια και πως ποτέ οι φραστικές του αστοχίες δεν συνοδεύτηκαν από σωματικές επιθέσεις εναντίον οποιουδήποτε. Όντως, δεν βίασε, δεν σκότωσε, ούτε καν χειροδίκησε. Αλλά δεν υπάρχει κάτι άλλο που δεν έκανε!
Οι περιπτώσεις διαφέρουν, οι παραβατικές συμπεριφορές κυμαίνονται, οι επιπτώσεις δεν είναι ίδιες. Δεν ξεγυμνώθηκαν μόνο φυσικά πρόσωπα αλλά και οργανισμοί με επιρροή.
Ήταν η χρονιά της μεγάλης επιστροφής του, τότε που ο Αντιρρησίας Συνείδησης γινόταν δεκτός με δεκάλεπτο standing ovation στο Φεστιβάλ Βενετίας και πολλές υποψηφιότητες για Όσκαρ, ανάμεσα στις οποίες και για τη σκηνοθεσία του, επικυρώνοντας επίσημα την αργή, σχεδόν δεκαετή φάση μετάνοιας που όφειλε να διανύσει πολλά χρόνια μετά την άφεση αμαρτιών που ο έτερος προβληματικός σταρ Ρόμπερτ Ντάουνι είχε προαναγγείλει σε μια βράβευση στο Λος Άντζελες – «πιστέψτε με, γνωρίζω καλά τι σημαίνει να κατρακυλάς», είχε πει τότε ο συμπρωταγωνιστής του, ένας από τους λίγους που έσπευσαν να τον στηρίξουν, μαζί με την Τζόντι Φόστερ.
Η πρόσφατη διπλή είδηση της συμμετοχής του στο τηλεοπτικό origin story του John Wick για λογαριασμό του Starz αλλά και της ανάληψης σκηνοθετικών καθηκόντων του πέμπτου Φονικού Όπλου, μετά τον θάνατο του Ρίτσαρντ Ντόνερ, πλαισιώνουν μια πληθώρα πρότζεκτ στα οποία εμπλέκεται.
Διόλου τυχαία, η Ανάσταση του Χριστού, το sequel του Πάθους, είναι ένα από αυτά. Το έχει στα σκαριά εδώ και τουλάχιστον μια πενταετία και το επεξεργάζεται από τότε που κρύφτηκε για να γλιτώσει τα πυρά, στο πουργκατόριο μιας καριέρας που έχει σπάσει σε δύο ευδιάκριτα κομμάτια, αλλά σίγουρα δεν έχει διαγραφεί, όπως άλλες.
Παράλληλα, ο Χάρβεϊ Γουάινστιν και ο Μπιλ Κόσμπι σταυρώθηκαν αμετάκλητα, έχοντας καταδικαστεί και εκτίοντας τις ποινές τους, ενώ ο R. Kelly βρίσκεται στον προθάλαμο της κόλασης που, όπως δείχνουν τα στοιχεία και οι καταθέσεις, τον περιμένει, υπό κράτηση, αναμένοντας την τελική δίκη τον Μάιο του ερχόμενου έτους.
Η Ροζάν Μπαρ παραμερίστηκε μετά το χονδροειδώς ρατσιστικό της tweet και η τηλεθέαση της Έλεν Ντετζένερις έπεσε δραματικά μετά τις αποκαλύψεις για το τοξικό εργασιακό περιβάλλον που έθρεφε στον κόρφο της, έστω κι αν αυτό γινόταν εν αγνοία της.
Ο Ρόμαν Πολάνσκι παραμένει ασύλληπτος στην Αμερική, καταζητούμενος σε κάποιες χώρες, αλλά μπορεί πάντα να δουλέψει στη Γαλλία και δεν του έχει ζητηθεί να επιστρέψει το Όσκαρ του, αν και διεγράφη από το σώμα της Ακαδημίας – οι έντονες, έγγραφες διαμαρτυρίες του έπεσαν στο κενό.
Εργαζόμενος στην Ευρώπη είναι και ο Γούντι Άλεν, ο οποίος δεν έχει σταματήσει να επιμένει για την αθωότητά του. Ο Μπράιαν Σίνγκερ δεν προβλέπεται να ξανασκηνοθετήσει blockbuster, και ίσως οτιδήποτε στις ΗΠΑ, ενώ ο απαλλαγμένος νομικά απ' όλες τις κατηγορίες Κέβιν Σπέισι είναι πολύ στιγματισμένος για να προσληφθεί σε μεγάλη παραγωγή. Προς το παρόν, αρκείται σε έναν μικρό ρόλο στο Peter Five Eight που γυρίζεται σε μια κωμόπολη στην Καλιφόρνια και σε έναν μεγαλύτερο στην Ιταλία, σε σκηνοθεσία Φράνκο Νέρο, έστω κι αν ακόμη και η Βανέσα Ρεντγκρέιβ ακύρωσε για αδιευκρίνιστους προσωπικούς λόγους την τελευταία στιγμή τη συμμετοχή της στο φιλμ του πρώην συζύγου της.
Οι περιπτώσεις διαφέρουν, οι παραβατικές συμπεριφορές κυμαίνονται, οι επιπτώσεις δεν είναι ίδιες. Δεν ξεγυμνώθηκαν μόνο φυσικά πρόσωπα αλλά και οργανισμοί με επιρροή.
«We are fucked», μου απάντησε μια Ουγγαρέζα συνάδελφος, παλαιό μέλος της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου, όταν τη ρώτησα πριν από δύο μήνες, στη Βενετία, τι συμβαίνει με τις Χρυσές Σφαίρες και τη μετάδοσή τους από το NBC. Το συγύρισμα που επιτακτικά τους ζητήθηκε από την αμερικανική κινηματογραφική κοινότητα δεν ικανοποίησε όσους εδώ και δεκαετίες κολακεύονταν από το χάιδεμα των ξένων δημοσιογράφων με έδρα το Χόλιγουντ και, απ’ ό,τι φαίνεται ξεκάθαρα, η 15μηνη διορία που τους δόθηκε για να ξεφοδράρουν το σκεβρωμένο καταστατικό τους και να εμβολιάσουν με diversity τους κόλπους ενός οργανισμού που δεν έχει την παραμικρή ιδέα για συμπερίληψη και αντιπροσωπευτικότητα δεν θα αλλάξει τη σεζόν που διανύουμε.
Αυτό σημαίνει πως η Ένωση σκοπεύει να απονείμει τα βραβεία της, αλλά κανένα τηλεοπτικό δίκτυο δεν θα τα καλύψει. Ακόμη χειρότερα, οι πανίσχυροι ατζέντηδες και publicists παραμένουν ενοχλημένοι και αποθαρρύνουν τους πελάτες τους από το να δώσουν συνεντεύξεις (που παλιότερα προνομιακά και χαριστικά πρόσφεραν εις βάρος άλλων εντύπων και δικτύων), την ίδια στιγμή που τα studios δεν έχουν αποφασίσει αν τελικά θα υποβάλουν τις ταινίες τους για τις παραδοσιακές κατηγορίες – ναι, αυτές τις διαβόητες διχοτομήσεις ανάμεσα σε κωμωδία και δράμα για τις οποίες ο Ρίκι Τζερβέις τους είχε κατακεραυνώσει στα μούτρα τους.
Αν και η HFPA αισιοδοξεί ότι θα καταφέρει να φτιάξει ένα πάρτι εκ των ενόντων, σαν κι εκείνα που ξόρκισαν μάταια το lockdown την προηγούμενη χρονιά, τα περιθώρια στενεύουν και θα είναι θαύμα αν φέτος υπάρξουν Σφαίρες, έστω και στα χαρτιά.
Οι ανταποκριτές των άγνωστων και σε πολλές περιπτώσεις «ακατονόμαστων» online από όλον τον κόσμο μπορεί να χρηματίστηκαν στο παρελθόν, οριακά να παραβίασαν δεοντολογίες, να επιδίωξαν δημοσιότητα με όχι και τόσο διακριτικούς τρόπους και σίγουρα δεν συμπεριέλαβαν μη λευκούς στους κόλπους τους, αλλά δεν κακοποίησαν, ούτε εγκλημάτησαν. Τιμωρούνται, ωστόσο, με αποκλεισμό από το ίδιο λαμπερό «χωριό» που θεωρεί πως ο Γκίμπσον όχι μόνο δεν αξίζει να ακυρωθεί για σχετικά πρόσφατα αλλά και παρελθόντα ολισθήματα που αναδρομικά πολλοί άλλοι έχουν πληρώσει αλλά δικαιώνεται πανηγυρικά, απαλλάσσεται σκανδαλωδώς και κανείς δεν επαναφέρει το θέμα, παρά μόνο δημοσιογράφοι που υπενθυμίζουν την περίπτωσή του ως υποδειγματικά ερμηνευμένη δικλείδα απόδρασης από την τσιμπίδα του νόμου – είναι ο καλύτερος ρόλος του, με διαφορά.
Όσον αφορά το Closer, αλλά και παλιότερα σχόλιά του σε stand up shows του, ο Ντέιβ Σαπέλ αντιμετωπίζει τη μήνι της τρανς, και όχι μόνο, κοινότητας για τη σατιρική του επιχειρηματολογία, ανοίγοντας για ακόμη μια φορά τον αιώνιο διάλογο γύρω από τα όρια της ελευθερίας του λόγου, ενώ ο Γκίμπσον ουσιαστικά δεν έχει λογοδοτήσει για παραληρήματα μίσους, δεν έχει τιμωρηθεί και, στο μεταξύ, δεν προλαβαίνει να απορρίπτει σενάρια. Δεν θα παραδοθεί ποτέ στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα, δεν είναι του χαρακτήρα του. Αντέχει και ανακάμπτει, αλλά δεν είναι αυτό το ζήτημα.
Είναι άξιο απορίας πώς ένα σύστημα που έχει ασπαστεί το ΜeΤoo τόσο εκτεταμένα δεν έχει θέσει σε αργία έναν άνθρωπο που δεν έχει και καμιά μεγάλη ανάγκη. Εκτός αν βλέπει στο ώριμο πρόσωπό του ευκαιρία για κέρδος – τόσο στυγνά!
ΥΓ.: Ο Χριστός του Γκίμπσον από το Passion of the Christ, ο εδώ και χρόνια καλλιτεχνικά παροπλισμένος, ακραιφνώς υπερσυντηρητικός Τζιμ Καβίζελ εθεάθη σε συγκέντρωση του συνωμοσιολογικού κινήματος Qanon στο Λας Βέγκας το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Οκτωβρίου, όπου απήγγειλε στο φανατισμένο ακροδεξιό κοινό που πλήρωσε τουλάχιστον 600 δολάρια είσοδο στην εκδήλωση αποσπάσματα από τα λογύδρια του Γουίλιαμ Γουάλας, του ήρωα που υποδύθηκε ο Μελ Γκίμπσον στο Braveheart, καταλήγοντας με το τσιτάτο της οσκαρικής ταινίας του 1995: «Πολεμήστε, και ίσως βρείτε τον θάνατο. Τρέξτε μακριά, και ίσως γλιτώσετε, αλλά όχι για πολύ».