Η Σύρος ήταν στο επίκεντρο του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σύρου που φέτος διεξήχθη για δέκατη συνεχή χρονιά στην Ερμούπολη και άλλες ιστορικές τοποθεσίες του νησιού.
Χώροι όπως το Ναυπηγείο Ταρσανάς, o θερινός κινηματογράφος «Παλλάς», το εμβληματικό Δημοτικό Θέατρο Απόλλων και το απομονωμένο και αυτοσχέδιο drive-in στην Ντελαγκράτσια (Ποσειδωνία) γέμιζαν με ένα ετερόκλητο κοινό αποτελούμενο από ξένους επισκέπτες, τουρίστες αλλά και κάτοικους, με τις περισσότερες προβολές να είναι sold-out και μια μεγάλη ουρά να περιμένει απέξω για να αδειάσουν θέσεις στα διαλείμματα.
Τις τέσσερις ημέρες που κράτησε, από τις 28 έως τις 31 Ιουλίου, το πρόγραμμα ξεκινούσε από νωρίς το απόγευμα και διαρκούσε μέχρι αργά το βράδυ, ενώ το κοινό μεταφερόταν κάθε μέρα σε διαφορετικό σημείο για να παρακολουθήσει σπάνιες ταινίες, οπτικοακουστικές live περφόρμανς, εργαστήρια, ομιλίες αλλά και να συμμετάσχει σε πάρτι σε μία από τις πιο διάσημες παραλίες του νησιού, σε απρόβλεπτα νυχτερινά happenings και γευστικές εκπλήξεις.
Βέβαια, ο εορτασμός για τα δέκα χρόνια του φεστιβάλ ήταν χαμηλών τόνων.
Από ένα μικρό φεστιβάλ που ξεκίνησαν τρεις παιδικοί φίλοι το 2013, το SIFF εξελίσσεται σε κάτι μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο όσο περνάει ο καιρός.
Η θεματική του φεστιβάλ δεν θα μπορούσε παρά να αναδείξει τον επετειακό του χαρακτήρα και τη γεωγραφική του θέση στο Αιγαίο. Έτσι, με βασικό άξονα τη λέξη «τόπος», η πλειονότητα των εκδηλώσεων περιστρεφόταν γύρω από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Σύρου ως νησιού του Αιγαίου αλλά και «ως μιας πύλης για διαφορετικούς κόσμους, γεωγραφίες και ιδέες που υπερβαίνουν τα όριά της σε γεωγραφικό και κοινωνικό επίπεδο», όπως είπε ο συνιδρυτής του φεστιβάλ Τζέικομπ Μο στο πλαίσιο της συζήτησης για το ακτιβιστικό και καλλιτεχνικό έργο των Τέο Ρόμβου και Χαράς Πελεκάνου, με τη συμμετοχή των ίδιων και της ιστορικού τέχνης Νάντιας Αργυροπούλου.
Ξεκινώντας, έτσι, κάπως αντίστροφα, η συγκεκριμένη συζήτηση έγινε την τελευταία ημέρα του φεστιβάλ, είχε τον τίτλο «Transtopia» και παρουσίασε μεγάλο ενδιαφέρον κυρίως επειδή αγγίζει μια άγνωστη στο ευρύ κοινό και μια νεότερη πτυχή στη δράση του εκκεντρικού συγγραφέα Τέο Ρόμβου, που θεωρείται μία από τις κομβικές μορφές του ελληνικού underground.
Πολίτης του κόσμου ‒έχει ταξιδέψει και ζήσει από τη Λατινική Αμερική μέχρι το Κονγκό‒, τα τελευταία τριάντα χρόνια έχει επιλέξει να εγκατασταθεί μόνιμα στη Σύρο μαζί με τη σύντροφό του Χαρά Πελεκάνου.
Την προηγούμενη βραδιά στην Ντελαγκράτσια, είκοσι λεπτά έξω από την Ερμούπολη, είχε προηγηθεί η προβολή δυο σπάνιων ταινιών μικρού μήκους από το αρχείο του Τέο Ρόμβου και ένα μίνι ντοκιμαντέρ της Εύης Καλογηροπούλου.
Τις δυο πρώτες ταινίες προλόγισε ο σκηνοθέτης Νίκος Θεοδοσίου, εξιστορώντας τον τρόπο που γυρίστηκαν με φόντο το Παρίσι λίγο πριν από τον Μάη του ’68. Μαζί με τον Ρόμβο, μετά από διάφορες κωμικοτραγικές περιπέτειες που πέρασαν για να μαζέψουν τα απαραίτητα χρήματα, απέκτησαν την πρώτη τους κάμερα και άρχισαν να καταγράφουν σκόρπια στιγμιότυπα από την Πόλη του Φωτός. Δεν είχαν σκοπό να τις προβάλουν ποτέ, απλώς έτυχε.
Η πρώτη ονομάζεται «Φρικτές Παρουσίες 1» και έχει σκηνοθετηθεί από τον Νίκο Θεοδοσίου και η δεύτερη, το «1», είναι γυρισμένη έναν χρόνο μετά σε σκηνοθεσία του Ρόμβου· ένα εξάλεπτο φιλμ που ακολουθεί ένα ζευγάρι στους δρόμους του Παρισιού και έναν μυστηριώδη άνδρα.
Στον αντίποδα, το αφαιρετικό ντοκιμαντέρ της Καλογηροπούλου, που έχει πάρει τον τίτλο του από το πιο πρόσφατο βιβλίο του Ρόμβου «Ακολουθήστε τες», εισβάλλει στην καθημερινότητα των Ρόμβου και Πελεκάνου, που ανοίγουν την πόρτα του ροζ σπιτιού τους και της φιλοσοφία τους και συζητούν για τον έρωτα τους, τη φύση, τα ζώα –έχουν εξήντα γάτες και ο Ρόμβος λατρεύει τα γαϊδουράκια απ’ όταν επισκέφτηκε για πρώτη φορά τη Σύρο με τον πατέρα του σε ηλικία έξι ετών και τον μετέφερε ένα στην πλάτη του‒, τους αιωνόβιους και μυστηριακούς αερόλιθους του νησιού.
Έτσι παίρνουμε μια γεύση από τις συλλογικές προσπάθειες του ζευγαριού να αναγνωριστεί το νησί ως γεωπάρκο για να διατηρηθούν αναλλοίωτα ο βιοπολιτισμός και η τοπογραφία των Κυκλάδων από το σαρωτικό πέρασμα του εικοστού πρώτου αιώνα.
Οι προβολές στο drive-in ολοκληρώθηκαν με το κλασικό φιλμ του ’30 που έκανε τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ σταρ, το «Απολιθωμένο δάσος» του Archie Mayo, και δροσιστικό παγωτό από το Django Gelato στην Ερμούπολη σε τρεις ανατρεπτικές γεύσεις, φτιαγμένες με τοπικά υλικά και εμπνευσμένες απ’ όσα παρακολουθήσαμε νωρίτερα.
Φέτος, η τελετή έναρξης του φεστιβάλ άνοιξε με το «Σύρος, το δαντελένιο νησί», ένα 14λεπτο ντοκιμαντέρ του Αντώνη Αλμπανόπουλου που γυρίστηκε το 1965 και αποτελεί έναν ύμνο στη Σύρο και στη βιομηχανική, πολιτιστική και περιβαλλοντική κληρονομιά της. Ο Συριανός σκηνοθέτης εργαζόταν ως μηχανικός προβολής σε πολλούς θερινούς κινηματογράφους του νησιού από τη δεκαετία του ’50 και είχε όραμα να γυρίσει μια μεγάλου μήκους ταινία που δυστυχώς δεν του το επέτρεψε η οικονομική κατάσταση της εποχής.
Την ίδια ημέρα ακολούθησε το συγκινητικό φιλμ «Μιλώντας για δέντρα» του Suhaib Gasmelbari από το Σουδάν. Σε μια χώρα όπου το σινεμά νοσεί, τέσσερις επιστήθιοι φίλοι σκηνοθέτες ιδρύουν μια κινηματογραφική λέσχη για να διοργανώσουν μια μεγάλη υπαίθρια προβολή με πενιχρά μέσα.
Ήδη από τις προηγούμενες χρονιές το SIFF είχε σκοπό του την ανάθεση πρωτότυπων καλλιτεχνικών έργων μέσα από εργαστήρια που διοργανώνονται κατά τη διάρκειά του.
«Θέλουμε να συνεχίσουμε να εξερευνούμε την προοπτική των αναθέσεων και τη μεγαλύτερη και βαθύτερη εμπλοκή καλλιτεχνών και ερευνητών από την Ελλάδα και το εξωτερικό, που θα οδηγήσει σε ταινίες που μας έχουν ενθουσιάσει», είχε δηλώσει ο Τζέικομπ Μο πέρσι σε μια συνέντευξή του στη LiFO.
Τη δεύτερη ημέρα του φεστιβάλ οι θεατές είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν το «Δεν θα μας διαλύσετε», μια ταινία μικρού μήκους του Jazra Khaleed που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του εργαστηρίου «Εναλλακτικά Μονοπάτια».
Το φιλμ εξετάζει τις ταξικές διαβαθμίσεις των κατοίκων της Σύρου τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα μέσα από μια συγκλονιστική αφήγηση για τον τρόπο ταφή τους ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση. Στις βραδινές προβολές στα Ναυπηγεία Ταρσανάς η προσοχή στράφηκε κυρίως στο «Architect’s Congress» του πρωτοπόρου του Bauhaus, Laszlo Moholy-Nagy, του οποίου η βωβή κάμερα κατέγραψε το ταξίδι διάσημων αρχιτεκτόνων του εικοστού αιώνα, όπως ο Le Corbusier, από τη Μασσαλία στην Αθήνα, όπου έλαβαν μέρος στο 4ο Διεθνές Συνέδριο Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής (CIAM) που διεξήχθη τον Αύγουστο του 1933, καθώς και μια κρουαζιέρα στα νησιά του Αιγαίου.
Η Saber Rider, η μουσικός και παραγωγός ερμήνευσε ζωντανά το σάουντρακ που συνέθεσε για το ιστορικό αυτό φιλμ.
Η τρίτη ημέρα ξεκίνησε με τις προβολές και τις παρουσιάσεις των πρότζεκτ που υλοποιήθηκαν στο εργαστήριο «Περιφερειακή Όραση» με τη συμμετοχή του Tamer El Said (Cimatheque – Alternative Film Center, Κάιρο), του Ayman Nahle (UMAM Documentation & Research, Βηρυτός) και της Αλεξάνδρας Σαλίμπα (NAIAS, Σύρος).
Ξαναγυρνώντας στην τελευταία ημέρα, ο μουσικός Πάνος Αλεξιάδης ερμήνευσε μια επιβλητική αυτοσχεδιαστική και πειραματική σύνθεσή του στο Θέατρο Απόλλων ‒η επιλογή του χώρου ήταν αποκλειστικά δική του, όπως μάθαμε αργότερα‒ προτού το κοινό μεταβεί στην κοντινή παραλία Αστέρια για να απολαύσει μια περφόρμανς με καΐκια που σχεδιάστηκε από τους Κωνσταντίνο Πανταζή και Μαριάννα Ρέντζου (Point Supreme) ‒υπεύθυνους και για τον ατμοσφαιρικό φωτισμό διαφόρων σημείων του φεστιβάλ‒, την Ειρήνη Περάκη και τον Adrien Meuwly.
Από ένα μικρό φεστιβάλ που ξεκίνησαν τρεις παιδικοί φίλοι το 2013, το SIFF εξελίσσεται σε κάτι μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο όσο περνάει ο καιρός.