«Σκοτεινοί δολοφόνοι»: Τόνι Κέρτις και Μπερτ Λάνκαστερ σε ένα ασπρόμαυρο αριστούργημα του 1957

Σκοτεινοί δολοφόνοι Facebook Twitter
Ο Μπαρτ Λάνκαστερ στον ρόλο του Τζέι Τζέι Χανσέκερ και ο Τόνι Κέρτις στον ρόλο του Σίντνεϊ Φάλκο.
0

Ο Σίντνεϊ Φάλκο είναι ατζέντης Τύπου, ηθικά και οικονομικά ταπί και καθόλου ψύχραιμος, ζει στις παρυφές του Μπρόντγουεϊ και κινείται στις λέσχες και τα μπαρ της Νέας Υόρκης κυρίως τη νύχτα. Ο Τζέι Τζέι Χανσέκερ θεωρείται ο πιο σημαντικός αρθρογράφος, όχι μόνο du moment, αλλά εδώ και χρόνια, έχοντας χτίσει μια αυτοκρατορία επιρροής με προσεκτικά και θορυβώδη βήματα. Ο πρώτος υπόσχεται καριέρες. Και ο δεύτερος τις γκρεμίζει με ένα του δημοσιογραφικό «χτύπημα».

Ο Χανσέκερ επιθυμεί διακαώς την άμεση λύση της σχέσης της αδελφής του Σουζάν με έναν τζαζ κιθαρίστα. Είναι αυταρχικός και αμετάπειστος − η εξουσία τού έχει γίνει έξη και έχει μάθει πλέον να κάνει το δικό του, όπως και να ‘χει. Χρηματίζει τον Φάλκο για να τον βοηθήσει. Συνηθισμένος στη δολοφονία χαρακτήρων, με τις ίδιες περίπου μεθόδους που βοηθά άλλους και κυρίως νόστιμες άλλες, με το αζημίωτο πάντα, να αποκτήσουν ορατότητα σε εφημερίδες και ραδιόφωνα, δεν διστάζει να φτάσει στα άκρα για να βγάλει από τη μέση τον ακέραιο και ευέξαπτο Στιβ Ντάλας, ο οποίος τον καλεί να παλέψει σαν άντρας αντί να σπέρνει φήμες, προσβολή που ο Φάλκο αντιπαρέρχεται με το βλέμμα του ανθρώπου που φοβάται μόνο για τη σωματική του ακεραιότητα και όχι για τη μηδενική του υπόληψη και την απουσία φιλότιμου και ευαισθησίας.

Η παγωμένη αντίδραση του κοινού, ήδη από τις δοκιμαστικές προβολές, δεν αποτελεί έκπληξη: το 1957, κανείς δεν καιγόταν για μια αλληγορία για την αντικομμουνιστική υστερία που είχε προηγηθεί και ακόμη σερνόταν και όλοι ήθελαν να δουν έναν ακόμη συμπαθητικό/γόη/ξύπνιο Τόνι Κέρτις και μια ηρωική «απόδραση» από τον Μπερτ Λάνκαστερ.

Εξίσου ασυναίσθητος, ο Χανσέκερ προτρέπει τον σύμμαχό του να δολοπλοκήσει ακόμη περισσότερο, δηλαδή να βάλει τσιγάρα μαριχουάνας στο παλτό του ανυποψίαστου κιθαρίστα, για να απολυθεί από την επιτυχημένη μπάντα του, της οποίας ηγείται ο θρυλικός Τσίκο Χάμιλτον. Όπερ και εγένετο, σε μια πλοκή που οδηγείται μαθηματικά στο έρεβος, και το ερώτημα είναι, ή μάλλον ήταν κατά την περίοδο της παραγωγής και του περιπετειώδους γυρίσματος, αν θα άφηναν οι τρεις ανεξάρτητοι παραγωγοί, ο Μπερτ Λανκάστερ, ο Χάρολντ Χεκτ και ο Τζέιμς Χιλ, να υπάρξει ένα ανάλογο αποκαρδιωτικό φινάλε.

Σκοτεινοί δολοφόνοι Facebook Twitter
Όλα ξεκίνησαν από ένα σύντομο διήγημα του Έρνεστ Λίμαν, με τίτλο «Tell me about it Tomorrow».

Όλα ξεκίνησαν από ένα σύντομο διήγημα του Έρνεστ Λίμαν, με τίτλο «Tell me about it Tomorrow». Η επιτυχία του οδήγησε στην κινηματογραφική διασκευή του, με μετονομασία σε «Sweet Smell of Success», μια ειρωνική μαχαιριά στο αφήγημα επιτυχίας που συνήθως φαίνεται στις δημοσιογραφικές παραγραφές του βρόμικου παρασκηνίου, υπονοώντας τον σκοπό που αγιάζει τα μέσα.

Ο Λίμαν ήθελε να σκηνοθετήσει, ειδικά μετά την επιτυχία του πρώτου του σεναρίου, του «Executive Suite», σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Γουάιζ, το 1954. Οι παραγωγοί φοβήθηκαν την απειρία του και επέλεξαν τον Βρετανό Αλεξάντερ Μακέντρικ, ο οποίος είχε διακριθεί στις κωμωδίες των στούντιο Ealing, και ήδη πριν την τελευταία του επιτυχία, του «Ladykillers» του 1955, έβλεπε πως η εξαγορά της εταιρείας από το BBC θα τον έστελνε στο ταμείο ανεργίας, οπότε προετοίμασε τη συνέχεια της καριέρας του στην Αμερική.

Ελάχιστα εξοικιωμένος με αυτό που του ζητούσαν να κάνει (και ελαφρώς απογοητευμένος που το project που είχε επιλέξει για το νέο του ξεκίνημα, το «Devil’s Disciple», κατέρρευσε σύντομα), ο Μακέντρικ πελάγωσε με τον βαρύ και συνεχή διάλογο και δούλευε εντατικά για την οπτικοποίηση του έργου μαζί με τον Λίμαν, καθώς και με τον καθιερωμένο θεατρικό συγγραφέα έργων αιχμής όπως το «Waiting for Lefty» αλλά και πορτρέτων του χαμένου αμερικανικού ονείρου, όπως η «Χωριατοπούλα» και το «Χρυσό Αγόρι», και σεναριογράφο («None but the Lonely Heart») Κλίφορντ Οντέτς.

Ο Οντέτς, όπως και οι μαρκαρισμένοι αριστεροί αμέσως μετά τον πόλεμο, είχε μπει στο περιθώριο, και με την προοδευτική αποφασιστικότητα του Λάνκαστερ και των συνεργατών του αποκαθίσταται για πρώτη φορά με το όνομά του στους τίτλους, την ίδια χρονιά που πεθαίνει ο γερουσιαστής Μακάρθι, ο διώκτης και τιμητής της πολιτικής ακεραιότητας της χώρας, και μαζί του ο μακαρθισμός, με συνοπτικές διαδικασίες και γρήγορες κινήσεις επανόρθωσης της αδικίας.

Η ταινία χτυπάει ακριβώς αυτή την εκτεταμένη διαφθορά: ενώ το «Όλα για την Εύα» του Τζόζεφ Μάνκιεβιτς περιστρέφεται γύρω από τον μικρόκοσμο του θεάτρου και κυρίως γύρω από τα πρόσωπά του, αναφέροντας εύστοχα αλλά ακροθιγώς τον παντοδύναμο κριτικό (Τζορτζ Σάντερς) στον ρόλο του ιδιοτελούς ρυθμιστή ανάμεσα στο κοινό και τους καλλιτέχνες, το «Sweet Smell of Success» προσπερνά την τέχνη και παίρνει τη δημοσιογραφία ως πρόσχημα για την εξουσία και τη βαθιά ριζωμένη κατάχρησή της.

Σκοτεινοί δολοφόνοι Facebook Twitter
Δεν υπάρχει τίποτε μαγικό και θελκτικό στα ολόφωτα νυχτερινά πλάνα της Νέας Υόρκης.

Δεν υπάρχει τίποτε μαγικό και θελκτικό στα ολόφωτα νυχτερινά πλάνα της Νέας Υόρκης. Η μεγαλούπολη, πάντα πολυσύχναστη και ζαλιστική, διαποτίζει με τοξικότητα και κίνδυνο όποιον τη διασχίζει, καταλήγοντας σε ασφυκτικά δωμάτια γεμάτα καπνό και απειλές, όπου ανταλλάσσονται σημαδιακές (αξέχαστες) ατάκες, προσβολές και ικεσίες. Για τους δικούς του λόγους, το κουαρτέτο των πρωταγωνιστών βρίσκεται σε δεινή θέση, αλλά παρασύρεται σε μια πορεία μη αναστρέψιμη, και η κεντημένη με μαύρα μαργαριτάρια διαλογική ακολουθία των Λίμαν - Οντέτς ακούγεται εφιαλτική και νομοτελειακή.

Η παγωμένη αντίδραση του κοινού, ήδη από τις δοκιμαστικές προβολές, δεν αποτελεί έκπληξη: το 1957, κανείς δεν καιγόταν για μια αλληγορία για την αντικομμουνιστική υστερία που είχε προηγηθεί και ακόμη σερνόταν και όλοι ήθελαν να δουν έναν ακόμη συμπαθητικό/γόη/ξύπνιο Τόνι Κέρτις και μια ηρωική «απόδραση» από τον Μπερτ Λάνκαστερ, ο οποίος ωστόσο είχε ήδη σκεφτεί διαφορετικά το μελλοντικό προφίλ του, και το Όσκαρ για το «Elmer Gantry», μια ακόμη καταγγελία για την υποκρισία, θα τον δικαίωνε τρία χρόνια αργότερα.

Πάντως, ως σκοτεινούς δολοφόνους, που λέει και ο ελληνικός τίτλος, αν και θα έπρεπε να είχε μεταφραστεί «σκιώδεις δολοφόνοι», δεν είχε καμία πρεμούρα να τους παρακολουθήσει, και ο πρωτότυπος τίτλος, που περιέχει το «success», τελικά δεν αποδείχθηκε γούρικος, αφού ούτε και στο θεατρικό του ανέβασμα, ως μιούζικαλ σε μουσική Μάρβιν Χάμλις, είχε επιτυχία. 

Σκοτεινοί δολοφόνοι Facebook Twitter
Tόνι Κέρτις και Μπάρμπαρα Νίκολς.

Ο Λίμαν έμελλε να γίνει ένας από τους πιο αξιόπιστους σεναριογράφους, με 6 υποψηφιότητες και ένα τιμητικό Όσκαρ, ο πρώτος από το «επάγγελμα» αυτό που ψηφίστηκε από την Ακαδημία, παραγωγός (του «Hello Dolly») και σκηνοθέτης («Portnoy’s Complaint», άστοχο και αποτυχημένο), με ζήτηση ακόμη και σε προχωρημένη ηλικία (ο Μπράιαν ντε Πάλμα ήθελε πολύ να βοηθήσει στο κουβάρι σενάριο του πρώτου «Mission Impossible», αλλά εκείνος επέμεινε στη συνταξιοδότησή του).

Ο Μακέντρικ δεν ευδοκίμησε στον Νέο Κόσμο και σύντομα επέστρεψε στη χώρα του. Ο ένας έριχνε το φταίξιμο στον άλλον για το οικονομικό πατατράκ της ταινίας, που υπολογίζεται πως έχασε μισό εκατομμύριο δολάρια, μεγάλο ποσόν για μια ανεξάρτητη εταιρεία παραγωγής που πόνταρε ό,τι είχε για να κάνει τη διαφορά σε μια εποχή που τα στούντιο είχαν ακόμη δύναμη.

Παρακαταθήκη όλων, ένα μεγάλο φιλμ, δεξιοτεχνικά φωτογραφημένο από τον Τζέιμς Γουόνγ Χάου, πυρετωδώς υπογραμμισμένο μουσικά από τον εγνωσμένης αξίας τζαζ συνθέτη Έλμερ Μπερνστάιν, και σοφά καδραρισμένο από τον Μακέντρικ, που άνοιγε τον φακό στα εκτυφλωτικά εξωτερικά και συγκεντρωνόταν στον γωνιώδη, γοτθικά διοπτροφόρο Χανσέκερ του Λάνκαστερ, τον απογυμνωμένο από τα χαριτωμένα του τικ Κέρτις, και κυρίως στους χολερικούς διαλόγους, προδίδοντας ελάχιστα τη φημολογούμενη αμηχανία του απέναντι στο υλικό και το είδος.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Είδαμε το «Juror#2» του Κλιντ Ίστγουντ και είναι η καλύτερη αμερικανική ταινία της χρονιάς

Οθόνες / To «Juror#2» του Κλιντ Ίστγουντ είναι η καλύτερη αμερικανική ταινία της χρονιάς

Αλλά δυστυχώς δεν θα προβληθεί στις κινηματογραφικές αίθουσες, επειδή οι υπεύθυνοι του στούντιο θεωρούν ότι το ενήλικο σινεμά αυτού του τύπου ανήκει στις streaming πλατφόρμες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Say Nothing: Μια καθηλωτική σειρά με φόντο το βίαιο δράμα της Βόρειας Ιρλανδίας

Daily / Say Nothing: Μια καθηλωτική σειρά με φόντο το βίαιο δράμα της Βόρειας Ιρλανδίας

Η αυτοτελής σειρά κατορθώνει να λειτουργεί συγχρόνως ως ιστορική αναπαράσταση, ως συνταρακτικό δράμα, ως καθηλωτικό θρίλερ, ακόμα και ως δραματοποιημένο true crime, ειδικά για τους θεατές που δεν είναι εξοικειωμένοι με τις πολυσύνθετες πτυχές του ένοπλου αγώνα στη Βόρεια Ιρλανδία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Η βίβλος του cult ελληνικού σινεμά

Οθόνες / Η βίβλος του cult ελληνικού σινεμά μόλις κυκλοφόρησε

Τα κείμενα του Φώντα Τρούσα για τις «βαθιά υποτιμημένες ταινίες που απελευθέρωσαν τη ματιά του θεατή από την οικογενειακή τηλεοπτική εικόνα, απενοχοποιώντας περαιτέρω το γυμνό» και για τον underground και τον πειραματικό ελληνικό κινηματογράφο κυκλοφορούν σε ένα μοναδικό, κυριολεκτικά, βιβλίο, από τα LiFO Books.
M. HULOT
Η φωνή του «τέρατος»: Ο Μάνσον με τα δικά του λόγια σ’ ένα αποκαλυπτικό νέο ντοκιμαντέρ

Οθόνες / Η φωνή του «τέρατος»: Ο Μάνσον με τα δικά του λόγια σ’ ένα αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ

Ένα νέο ντοκιμαντέρ εξετάζει και αμφισβητεί όλα όσα νομίζουμε ότι γνωρίζουμε για τη διαβόητη φιγούρα, παρουσιάζοντας για πρώτη φορά ηχογραφημένες συνομιλίες του σε διάστημα είκοσι ετών.
THE LIFO TEAM
Τα γεγονότα της ζωής

Οθόνες / Κασσαβέτης, Σκορσέζε, Ερίθε: 10 άχαστες προβολές στο φετινό Πανόραμα

Πρεμιέρες, παράλληλες εκδηλώσεις, αφιερώματα: Από τις 21 ως τις 27 Νοεμβρίου, οι κινηματογράφοι Τριανόν, Newman και Στούντιο φιλοξενούν το μακροβιότερο αθηναϊκό κινηματογραφικό φεστιβάλ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πάνος Χ. Κούτρας: Queer before it was cool, νυν και αεί

Οθόνες / Πάνος Χ. Κούτρας: Queer before it was cool, νυν και αεί

Ο αγαπημένος Έλληνας σκηνοθέτης ξεδίπλωσε σημαντικές στιγμές από τη ζωή και την πορεία του και αφηγήθηκε πολύτιμες ιστορίες που διαμόρφωσαν το queer σινεμά του στο φετινό Iconic Talks Powered by Mastercard που πραγματοποιήθηκε στο 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Τα δέκα αγαπημένα animation του Αλέξανδρου Βούλγαρη (aka The Boy)

Μυθολογίες / Τα 10 αγαπημένα animation του Αλέξανδρου Βούλγαρη (aka The Boy)

«Κάθε φορά που το βλέπω προσπαθώ να καταλάβω πώς έχει οργανωθεί αυτό το χάος»: Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης μάς καλεί να ανακαλύψουμε δέκα animation διαφορετικών τεχνικών, που τον έχουν επηρεάσει βαθιά.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ
65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Όσα ξεχώρισαν κοινό και επιτροπές

Οθόνες / 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Όσα ξεχώρισαν κοινό και επιτροπές

Η Fischer, επίσημος χορηγός των Βραβείων Κοινού εδώ και μια δεκαετία, στήριξε για μία ακόμη χρονιά τον θεσμό, απονέμοντας πέντε βραβεία στις ταινίες που συγκέντρωσαν τις περισσότερες ψήφους των θεατών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Dune: Prophecy»: Το κυνήγι του επόμενου «Game of Thrones» συνεχίζεται

Οθόνες / «Dune: Prophecy»: Το κυνήγι του επόμενου Game of Thrones συνεχίζεται

Η σειρά του HBO, που παίρνει τη σκυτάλη από το πραγματικά αξιόλογο «Penguin», προσπαθεί να επικαλεστεί τη συνταγή του μεγάλου hit του καναλιού και ξεστρατίζει από το ατμοσφαιρικό σύμπαν του Ντενί Βιλνέβ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Οι θρυλικοί boomers του 65ου φεστιβάλ θεσσαλονίκης

Pulp Fiction / Οι θρυλικοί boomers του 65ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Ρέιφ Φάινς, Ζιλιέτ Μπινός, Ματ Ντίλον: Oι διάσημοι, σχεδόν συνομήλικοι ηθοποιοί που τιμήθηκαν με Χρυσό Αλέξανδρο και έδειξαν με τις διαφορετικές επιλογές τους ισάριθμα σίκουελ στην καριέρας τους.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Μονομάχος II»: Αν και λιγότερο brutal από τον Ράσελ Κρόου, ο Πολ Μέσκαλ υπόσχεται αίμα στην αρένα

Οθόνες / «Μονομάχος II»: Αν και λιγότερο brutal από τον Ράσελ Κρόου, ο Πολ Μέσκαλ υπόσχεται αίμα στην αρένα

Ένα έπος δράσης και χαρακτήρων που κυλά θεαματικά, ουσιαστικά, υπερβολικά, συγκινητικά, χορταστικά και εμφατικά, όπως όλοι οι υποψήφιοι θεατές αναμένουν εδώ και πολύ καιρό.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η πιο διάσημη υπόθεση «απαγωγής από εξωγήινους» αναβιώνει στο Netflix εν μέσω μηνύσεων

Οθόνες / Η απαγωγή του αιώνα αναβιώνει στο Netflix εν μέσω μηνύσεων

Παρότι συμμετείχε στο σενάριο του ντοκιμαντέρ «The Manhattan Alien Abduction», η Λίντα Ναπολιτάνο που ισχυρίζεται ότι απήχθη από εξωγήινους στο κέντρο του Μανχάταν προ 35ετίας μηνύει την πλατφόρμα για αθέτηση της συμφωνίας τους.
THE LIFO TEAM