Επανεκδόσεις
Αν τα μπλοκμπάστερ κατακλύζουν τον καλοκαιρινό προγραμματισμό του 2023 και τρομάζουν τους υπόλοιπους διανομείς που κρατούν (εσφαλμένα;) το βαρύ πυροβολικό τους για το φθινόπωρο, το θερινό σινεμά είναι συνυφασμένο με επανεκδόσεις, κλασικούς τίτλους, παλιές δόξες και λιγότερο γνωστά διαμάντια που επιστρέφουν από το παρελθόν για να κάνουν το κοινό να τα (ξανα)ερωτευτεί σε προβολές υπό τον έναστρο ουρανό.
Σταθερός θαμώνας των θερινών, ο Χίτσκοκ έχει και φέτος την τιμητική του. Στις 29 Ιουνίου θα «ονειρευτούμε ότι πηγαίνουμε και πάλι στο Μάντερλεϊ με τη Ρεβέκκα (1940), έναν από τους πρώτους τίτλους που θα πρότεινες σε κάποιον για να καταλάβει τι σημαίνει γοτθικό μελόδραμα, στις 13 Ιουλίου θα διαπιστώσουμε αν ο θείος Τσάρλι έχει όντως το «χέρι που σκοτώνει» στη Σκιά της Αμφιβολίας (1943), ενώ στις 17 Αυγούστου έρχεται η Θηλιά (1948), το γοητευτικό φιλμικό πείραμα του Χιτς με το συγκλονιστικό φινάλε, που ανοίγει κυριολεκτικά και μεταφορικά ένα παράθυρο στον έξω κόσμο, ξεκαθαρίζοντας τη διαφορά μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας.
Σε μια υποθετική συζήτηση για τους δέκα καλύτερους δημιουργούς που ξεπήδησαν από τα ’80s κι έπειτα, αν δεν έβαζες μέσα τους αδερφούς Κοέν θα έπρεπε να σου αφαιρεθεί ο λόγος διαπαντός. Tρεις ταινίες τους θα μας θυμίσουν τον λόγο, με πρώτη τον Μεγάλο Λεμπόφσκι (1997) των χιλιάδων φαν, της παιχνιδιάρικα τσαντλερικής ίντριγκας, των αξέχαστων διαλόγων και της λαχταριστής πινακοθήκης χαρακτήρων. Η ταινία κλείνει 25 χρόνια από την πρεμιέρα της φέτος και ξεκινά τις προβολές της στις 6 Ιουλίου, για να την ακολουθήσει δύο εβδομάδες μετά το Μόνο Αίμα (1984), το ντεμπούτο των δαιμόνιων αδελφών, ένα πρώτο δείγμα της ικανότητάς τους να συνδυάζουν την ταυτόχρονη εξυπηρέτηση και υπονόμευση του είδους, να μηχανεύονται ατάκες αλλά και να υποβάλλουν τον τρόμο με τρόπο που θα ζήλευαν δεκάδες horror σκηνοθέτες, κι ας μην υπάρχει ούτε μια καθαρή ταινία τρόμου στο βιογραφικό τους. Τέλος, στις 3/8 τo χιονισμένο τοπίο του Fargo θα έρθει να «δροσίσει» τις καυτές νύχτες του Αυγούστου σε μία από τις πιο μαύρες, καυστικές αλλά και πικρές στιγμές της φιλμογραφίας τους.
Φυσικά, ελληνικό κινηματογραφικό καλοκαίρι χωρίς whodunit δεν υφίσταται, η αγάπη μας για το είδος είναι διαχρονική και την αποδεικνύουμε συστηματικά. Φέτος η μαμά του whodunit, η Άγκαθα Κρίστι, έχει την τιμητική της.
Η έναρξη γίνεται στις 22 Ιουνίου με την πιο αδύναμη εκ των τεσσάρων επανεκδόσεων, τον Σπασμένο Καθρέφτη (1980), τη μοναδική φορά που η Άντζελα Λάνσμπερι υποδύθηκε τη Μις Μαρπλ στη μεγάλη οθόνη. Στις 20 Ιουλίου έρχεται το Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές(1974) του Σίντνεϊ Λιούμετ, με τη σύγκρουση φυσικού και θετικού δικαίου, τη μεταμόρφωση του Άλμπερτ Φίνεϊ στον Πουαρό των σελίδων της Κρίστι αλλά και την έναρξη του «trend» συγκέντρωσης πολλών αστέρων στο καστ, που συναντάμε σε αντίστοιχες κινηματογραφικές διασκευές μέχρι σήμερα.
Τον Αύγουστο τη σκυτάλη παίρνει ο Πίτερ Ουστίνοφ, πρώτα στο ταιριαστά ηλιοκαμένο Δύο εγκλήματα κάτω από τον ήλιο (1982) και έπειτα στο Έγκλημα στον Νείλο (1978), με το ερωτικό πάθος στον θεματικό πυρήνα, τις μεθυστικές μελωδίες του Νίνο Ρότα και τα γυρίσματα στην Αίγυπτο που λειτούργησαν υπέρ του αποτελέσματος αλλά προκάλεσαν την έντονη δυσφορία της Μπέτι Ντέιβις, η οποία δήλωνε ότι «οι κινηματογραφικές παραγωγές έχουν καταντήσει ταξιδιωτικά πρακτορεία και οι ηθοποιοί κασκαντέρ».
Τέλος, για πιο σινεφίλ διαθέσεις, στις 20 Ιουλίου έχουμε την επιστροφή της Περιπέτειας, της δημοφιλέστερης ταινίας από την αντονιονική «τριλογία της αποξένωσης», στις 3 Αυγούστου το A man escaped, πεμπτουσία του μπρεσονικού σινεμά και της ιδιαίτερης αίσθησης του ρυθμού που το χαρακτηρίζει αλλά και μία από τις σπουδαιότερες καταθέσεις στον κινηματογραφικό υπαρξισμό, ενώ λίγες εβδομάδες νωρίτερα, στις 13 Ιουλίου, θα παρακολουθήσουμε τον βασικότερο εκπρόσωπο παγανιστικού τρόμου της βρετανικής κινηματογραφίας, το Καταραμένο Σκιάχτρο (1973), που φέτος σβήνει 50 κεράκια.
Κινηματογραφικά Εvents
Το Αthens Open Air Film Festival, το αδελφάκι των «Νυχτών Πρεμιέρας» που φέρνει το σινεμά στις γειτονιές τη Αθήνας ‒εσχάτως και σε κυκλαδονήσια‒ γίνεται δεκατριών ετών και τα γιορτάζει έχοντας στην επίσημη έναρξη μια ταινία εντυπωμένη στο σινεφιλικό μας DNA, το Σινεμά ο Παράδεισος (1988) του Τζουζέπε Τορνατόρε που προβάλλεται στις 23/6 στο θέατρο Κολωνού.
Ανάμεσα στα highlights του φετινού προγράμματος βρίσκουμε τη διπλή δόση κινηματογραφικής φαντασμαγορίας διά χειρός Μπαζ Λούρμαν, με την back to back προβολή του Romeo + Juliet και του Moulin Rouge στην Ακαδημία Πλάτωνος –μην ξεχάσετε τις ψάθες σας–, τον Αταίριαστο (1983), που έρχεται να μας υπενθυμίσει γιατί ο Φράνσις Φορντ Κόπολα είναι ο πιο ανήσυχος καλλιτεχνικά (και ενδεχομένως ο σπουδαιότερος) εκ των πέντε γενειοφόρων που άλλαξαν το αμερικανικό σινεμά στα ’70s, το εκθαμβωτικό technicolor και την υφέρπουσα σεξουαλική ένταση του Τζόνι Γκιτάρ (1954) του Νίκολας Ρέι και, βέβαια, την καθιερωμένη πια προβολή στο ωραιότερο (και επιβλητικότερο) venue του φεστιβάλ, το Μέγαρο Δουκίσσης Πλακεντίας. Φέτος η Δούκισσα «προτείνει» την αιματοβαμμένη Βασίλισσα Μαργκό του Πατρίς Σερό, για πρώτη φορά στην Ελλάδα στην πλήρη διάρκειά της. (Όλες οι προβολές πραγματοποιούνται με δωρεάν είσοδο)
Οι υπαίθριες προβολές του «Park your cinema» στο ξέφωτο του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ) έχουν ξεκινήσει ήδη, με τους σινεφίλ να δίνουν ραντεβού κάθε Κυριακή στις 21:00. Το πρόγραμμα προβολών επιμελείται και φέτος το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και είναι αφιερωμένο στο είδος της επιστημονικής φαντασίας.
Μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα παρακολουθήσουμε τους Άνδρες με τα μαύρα» (1997) του Μπάρι Σόνενφελντ, που αξιοποιούν την ακαταμάχητη δυναμική «κολλητών» μεταξύ του Γουίλ Σμιθ και του Τόμι Λι Τζόουνς, τον Wall-e (2008) της Pixar, με το αριστουργηματικό πρώτο ημίωρο, την οικολογική ευαισθησία και το συγκινητικό love story, αλλά και το «Interstellar (2014) του Κρίστοφερ Νόλαν, μια εκσυγχρονισμένη, σπιλμπεργκικά χρωματισμένη εκδοχή του Things to come (1936) και ίσως το ακριβότερο μελόδραμα που γυρίστηκε ποτέ – να πάρετε χαρτομάντιλα μαζί σας. (Όλες οι προβολές πραγματοποιούνται με δωρεάν είσοδο)
H Ριβιέρα των Εξαρχείων, ένα από τα δημοφιλέστερα και πιο αγαπητά θερινά της πρωτεύουσας, τα τελευταία χρόνια φιλοξενεί μερικά από τα βασικά κινηματογραφικά events του καλοκαιριού. Καταρχάς, είναι το καλοκαιρινό σπίτι της λέσχης του Midnight Express. Ανάμεσα στις φετινές προβολές ξεχωρίζουν η επετειακή των πενήντα χρόνων του Εξορκιστή (1973), που παραμένει αγέραστος και ανατριχιαστικός, το κομψοτέχνημα του Planet Sauvage (1973) –μέσα στα 10 καλύτερα animation όλων των εποχών‒ και ο Μπάτμαν (1989) του Τιμ Μπάρτον, όπου ο γερμανικός εξπρεσιονισμός, η pop art και η art deco στήνουν χορό και η graphic novel άνθηση της δεκαετίας βρίσκει τον τέλειο κινηματογραφικό εκφραστή της.
Επίσης, από 13 έως 19 Ιουλίου θα πραγματοποιηθεί το «Ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι» με αφιέρωμα στα 100 χρόνια της Warner Bros. Θα προβληθούν τίτλοι από τον stricto sensu κατάλογο του στούντιο, ξεκινώντας από το The Letter (1940), ένα μάθημα σινεμά από τον κορυφαίο δραματουργό Γουίλιαμ Γουάιλερ, και φτάνοντας μέχρι τον Πολίτη Κέιν ή, μάλλον, τη Ζαν Ντιλμάν του δημοσιογραφικού procedural, το Όλοι οι άνθρωποι του Προέδρου (1973).
Tέλος, από πέρυσι το σινεμά έχει καθιερώσει τη δράση «Μεγάλες Ταινίες, Μεγάλες Δευτέρες». Την τελευταία Δευτέρα κάθε μήνα προβάλλεται μια κλασική ταινία, μεγάλη σε διάρκεια, αλλά και σε εκτόπισμα, που πολλοί από εμάς ποτέ δεν είχαμε τη δυνατότητα να δούμε στη μεγάλη οθόνη.
Για φέτος τον Ιούνιο έχουμε τον Καλό, τον Κακό και τον Άσχημο (1966), το επιδραστικό, στυλιζαρισμένο, αμοραλιστικό γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε, τον Ιούλιο θα παρακολουθήσουμε την επιτομή του επικού σινεμά του Ντέιβιντ Λιν, τον Λόρενς της Αραβίας (1962), ενώ τον Αύγουστο θα πάρουμε μια δεύτερη δόση Λεόνε με το Κάποτε στην Αμερική (1984), μεγαλειώδες κύκνειο άσμα αλλά και εύστοχη απόπειρα παρασκευής του φιλμικού ανάλογου του μεγάλου αμερικανικού μυθιστορήματος.
Τέλος, το Βοξ κλείνει φέτος 85 χρόνια λειτουργίας και θα το γιορτάσει τις τελευταίες μέρες του Ιουνίου προβάλλοντας την πρώτη ταινία που παίχτηκε στον κινηματογράφο. Η Κυρία με τας καμελίας (1936) του Τζορτζ Κιούκορ θα κοσμήσει και πάλι την ταράτσα του σινεμά και η Γκρέτα Γκάρμπο θα αποκτήσει πρόσωπο για μια γενιά σινεφίλ, για την οποία αποτελεί απλώς όνομα ενός ξεχασμένου κινηματογραφικού παρελθόντος.