Σον Κόνερι: O Highlander δεν μένει πια εδώ

Σον Κόνερι: O Highlander δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Λονδίνο, 1962. Φωτό: Chris Ware/Keystone Features/Getty Images
0

Η κουβέντα για το ποιος είναι ο καλύτερος Τζέιμς Μποντ δεν θα σταματήσει ποτέ, αλλά ένα είναι σίγουρο: ο Σον Κόνερι έφερε μια ενστικτώδη γνώση του «δρόμου» σε έναν πράκτορα που πόζαρε ως ευειδής για να φέρει σε πέρας ακατόρθωτες, συνήθως βρόμικες δουλειές. Κοντολογίς, πάντρεψε τον εκρηκτικό, αιώνιο Σκωτσέζο, που ποτέ δεν απεμπόλησε στη ζωή και την καριέρα του, με το φλέγμα του αριστό Άγγλου, ξαφνιάζοντας ευχάριστα ένα ανύποπτο, τεράστιο, όπως αποδείχτηκε, κοινό, που είχε κουραστεί από την αμερικανική κατασκευή του νουάρ ήρωα, όπως τον είχαν επινοήσει τα αμερικανικά στούντιο.

 

Ο πρώην γαλατάς, ναυαγοσώστης, φορτηγατζής, φωτομοντέλο, ποδοσφαιριστής και μποντιμπίλντερ δεν θα μπορούσε να διαθέτει τα χαρακτηριστικά του τυπικού γκάνγκστερ, αλλά η βρετανικότητά του τον βοήθησε να προσεγγίσει, έστω και αποσπασματικά, τη φινέτσα που απαιτούσε ένας πράκτορας που κινείται στα σαλόνια και ξελογιάζει με μια ματιά όποια γυναίκα θέλει, ή του φανεί χρήσιμη, και μπολιάζει ένα προσηλωμένο, αναγκαστικά σοβαρό ανθρώπινο φονικό εργαλείο με νόστιμης προφοράς χιούμορ και αξεπέραστες ατάκες.

 

Εφοδιασμένος με δυο τατουάζ, δηλωτικά της φιλοσοφίας του, το «Μαμά και Μπαμπάς» και το «Σκωτία για Πάντα», ο Κόνερι παραδόθηκε στους σκηνοθέτες σαν αρχέτυπο προς κατεδάφιση, ως άνδρας που δεν είναι παίξε γέλασε, αλλά πολύ θα ήθελε να αποδείξει πως, όπως και στα πολλά και εντελώς διαφορετικά μεροκάματα που δούλεψε πριν από την υποκριτική, είναι πρόθυμος να δοκιμάσει και να δοκιμαστεί.

 

Ο Ίαν Φλέμινγκ αρχικά πρόβαλε σφοδρές αντιρρήσεις, γιατί δεν είχε οραματιστεί έναν παραφουσκωμένο κασκαντέρ στη θέση του φίνου Τζέιμς, αλλά η σύζυγος του μεγαλοπαραγωγού Άλμπερτ Μπρόκολι διέκρινε την αμεσότητά του, έγινε το δικό της και τα υπόλοιπα είναι ιστορία…

 

Δεν ήταν διόλου δεδομένη η μαζική επιτυχία του «Dr No» και των επόμενων περιπετειών του 007, όπως είχε τονίσει επανειλημμένα ο πρώτος ενσαρκωτής του ανίκητου κατασκόπου. Όσο πρέπει μπλαζέ με τα πάντα, ο Κόνερι δεν ένιωσε ποτέ παντρεμένος με τον 007 και πολύ νωρίς άρχισε να ψάχνει τρόπους να τον ξεφορτωθεί μετά από εννιά χρόνια και έξι επεισόδια που τον έκαναν τόσο διάσημο, που απαγόρευε στους φίλους ακόμη και να του αναφέρουν την επάρατη λέξη.

 

Αντί να τον κολακεύει, ο θαυμασμός του κόσμου τον έπειθε πως δεν θα έχει την ευκαιρία να δείξει σε ένα μεγάλο κοινό πως είναι καλός ηθοποιός. Όπως έχει συμβεί πολύ συχνά με την παγίδα της τυποποίησης, προσπάθησε να απομακρυνθεί όσο μπορούσε από το προστατευμένο τρίπτυχο όπλα-gadgets-γκόμενες και συμμετείχε σε ταινίες συνόλου, όπως το «Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές» και το «A bridge too far», αλλά και σε ρισκέ έργα δημιουργών, όπως η ενδιαφέρουσα, αλλά μάλλον αποτυχημένη στην επική της διάσταση, επιστημονική φαντασία «Zardoz» του Τζον Μπούρμαν – νωρίτερα είχε απορρίψει το «Blow Out» του Μικελάντζελο Αντονιόνι, γιατί ο Ιταλός σκηνοθέτης αρνήθηκε να του δείξει ολόκληρο το σενάριο.

 

Εφοδιασμένος με δυο τατουάζ, δηλωτικά της φιλοσοφίας του, το «Μαμά και Μπαμπάς» και το «Σκωτία για Πάντα», ο Κόνερι παραδόθηκε στους σκηνοθέτες σαν αρχέτυπο προς κατεδάφιση, ως άνδρας που δεν είναι παίξε γέλασε, αλλά πολύ θα ήθελε να αποδείξει πως, όπως και στα πολλά και εντελώς διαφορετικά μεροκάματα που δούλεψε πριν από την υποκριτική, είναι πρόθυμος να δοκιμάσει και να δοκιμαστεί. Όπως όλα, το επάγγελμα το έπαιρνε στα σοβαρά, αλλά δεν πίστευε πως ήταν άπιαστο ή εξωφρενικά δύσκολο.

 

Η δεκαετία του '70 ήταν μεταβατική και πριν βρει τα οριστικά του πατήματα, ο Κόνερι δελεάστηκε από τη γενναία προσφορά και επανέκαμψε, για έβδομη και τελειωτική φορά, ως Μποντ στο «Ποτέ μην πεις ποτέ». «Τώρα που μου το θυμίσατε, εγώ και η σύζυγός μου σκεφτήκαμε τον τίτλο και δεν πληρωθήκαμε δεκάρα τσακιστή γι' αυτό» μου είχε πει σχετικά, όταν τον ρώτησα στις συνεντεύξεις για την ταινία «Ο Βράχος στο Σαν Φρανσίσκο», και παρά το προφανές χιούμορ και την ειρωνική παραλλαγή στο κλισέ του τσιγκούνη Σκωτσέζου στο πνεύμα της απάντησής του, η πικρία κρύβει μεγάλη δόση αλήθειας.

 

Σον Κόνερι: O Highlander δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Στα γυρίσματα της ταινίας The Hill, 1965. Φωτογραφία: Keystone Features/Hulton Archive/Getty Images

 

Τα απανωτά προβλήματα στα γυρίσματα, το κάταγμα που υπέστη από τις «χορογραφικές» οδηγίες που του έδωσε ο Στίβεν Σαγκάλ και το αναιμικό συνολικό αποτέλεσμα τον απομάκρυναν προσωρινά από τα μεγάλα στούντιο. Στο «Όνομα του Ρόδου» ξανασυστήθηκε στο κοινό του, ως πατέρας του Ιντιάνα Τζόουνς απέκτησε εκατομμύρια νεαρούς φαν, ενώ για τον ρόλο του Ιρλανδοαμερικανού αστυνομικού πλάι στον Έλιοτ Νες, στους «Αδιάφθορους» του Μπράιαν ντε Πάλμα, κέρδισε το μοναδικό του Όσκαρ στην πρώτη του υποψηφιότητα. Χορταστικές περιπέτειες όπως το «Rising Sun», το «Κυνήγι του Κόκκινου Οκτώβρη», το «Russia House» και βέβαια το «The Rock» τον στερέωσαν ψηλά.

 

«Κάποιοι γερνούν, άλλοι ωριμάζουν» υποστήριζε, και οι ειδικοί συμφώνησαν, αποτυπώνοντας το λαϊκό αίσθημα. Ο Κόνερι ψηφίστηκε άνδρας της χρονιάς το 1993 και άνδρας του αιώνα, σύμφωνα με το περιοδικό «People», κατατροπώνοντας νεότερους, της μόδας συναδέλφους του. Άλλωστε, εκτός από Τζέιμς Μποντ, ήταν ο Βασιλιάς Αρθούρος, ο Ρομπέν των Δασών και, κυρίως, ο Χαϊλάντερ.

 

Σε μια διαδρομή με πρώιμη εκτόξευση, απότομες στροφές, παύσεις, αυξομοιώσεις, μερικές εξαιρετικές επιλογές, όπως το παραγνωρισμένο, αν και βραβευμένο στις Κάννες, πολεμικό δράμα «The Hill» του Σίντνεϊ Λιούμετ ή το «Family Business» του ίδιου σκηνοθέτη, με τον Μάθιου Μπρόντερικ και τον Ντάστιν Χόφμαν, αλλά και το «Marnie» του Χίτσκοκ, που πάντα θαύμαζε, και το οποίο γύρισε εν μέσω της ψυχροπολεμικής κυριαρχίας του, είναι το αντίβαρο ρόλων που έχασε γιατί δεν εμπιστεύτηκε τα σενάρια, ή δεν τα κατάλαβε – θα μπορούσε να είναι ο Αρχιτέκτονας στο Matrix ή ο Γκάνταλφ στους «Άρχοντες των Δαχτυλιδιών» και να είχε ενισχύσει με 450 εκατομμύρια (αμοιβή συν ποσοστά) τον τραπεζικό του λογαριασμό, αν το επιθυμούσε.

 

Η καριέρα του έληξε κάπως άδοξα με το αδιάφορο, ξεπερασμένο, σχεδόν ενοχλητικό «A league of extraordinary gentlemen». Δεν το μετάνιωσε ωστόσο. Όπως και ο Τζιν Χάκμαν, ο Σον Κόνερι δεν είχε καμία πρόθεση να αφήσει τα κόκαλά του στο πλατό. Αποκόμισε ωραίες αναμνήσεις, απέκτησε φιλίες ζωής, αλλά είχε καλύτερα πράγματα να κάνει. Να παίζει γκολφ, για παράδειγμα.

Οθόνες
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

125 λεπτά με την Πόπη Διαμαντάκου/ Πόπη Διαμαντάκου: «Δεν με αγγίζουν οι επιθέσεις, δεν κάνω δημόσιες σχέσεις, δεν γλείφω»

Media / «Δεν υπάρχει τηλεκριτική σήμερα, όλα είναι δημόσιες σχέσεις»

Η γνωστή τηλεκριτικός Πόπη Διαμαντάκου μιλά στη LiFO για τη μακρά επαγγελματική της διαδρομή, την τηλεόραση του χθες και του σήμερα και απαντά για πρώτη φορά στα επικριτικά σχόλια που προκαλούν κατά καιρούς τα κείμενα της.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Για μένα αυτό είναι οι ταινίες, μια περιπέτεια έξω και πέρα από την ηθική»

Οθόνες / «Για μένα αυτό είναι οι ταινίες, μια περιπέτεια έξω και πέρα από την ηθική»

Μια μεγάλη κουβέντα με τον σκηνοθέτη και μουσικό Γιάννη Βεσλεμέ που κυκλοφορεί ταυτόχρονα το νέο του άλμπουμ και η ρετροφουτουριστική του ταινία «Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο». (SPOILER ALERT)
M. HULOT
Οι δέκα αγαπημένες ταινίες του Capétte

Μυθολογίες / «Όταν είδα το "Climax", δεν μπορούσα να συνέλθω για ώρες»: Οι δέκα αγαπημένες ταινίες του Capétte

Τι συνδέει τον Αρονόφσκι με τον Αλμοδόβαρ και τον Λάνθιμο με τον Βούλγαρη; Ο μουσικός Capétte φτιάχνει τη δική του αγαπημένη κινηματογραφική δεκάδα.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ
the last showgirl

Οθόνες / Πρεμιέρα προσεχώς: 10 ταινίες που θα ξεχωρίσουν το επόμενο δίμηνο

Η επιστροφή του Βάλτερ Σάλες, ένας στοχαστικός Κώστας Γαβράς, τα φαντάσματα του Γιώργου Ζώη, ο Ντίλαν κατά τον Τιμοτέ Σαλαμέ, το βάπτισμα της Πάμελα Άντερσον στην υποκριτική, ένα χαμηλόφωνο διαμάντι από την Ινδία και η μεγαλόπνοη αλληγορία του Μπρέιντι Κόρμπετ είναι μερικές από τις ταινίες που θα μας απασχολήσουν τον χειμώνα του 2025.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Phyllis Dalton (1925-2025): Η κορυφαία ενδυματολόγος της κινηματογραφικής ιστορίας

Pulp Fiction / Phyllis Dalton (1925-2025): Η κορυφαία ενδυματολόγος της κινηματογραφικής ιστορίας

Πέθανε στα 99 της χρόνια η Βρετανή ενδυματολόγος που έντυσε χιλιάδες πρωταγωνιστές και κομπάρσους, πάντα με το βλέμμα στραμμένο στην αναπαραγωγή της αυθεντικότητας και στην αντίληψη της δραματικότητας του σεναρίου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το υπερβατικό σινεμά του Ντέιβιντ Λιντς διέρρηξε δια παντός την πραγματικότητα

Απώλειες / Το υπερβατικό σινεμά του Ντέιβιντ Λιντς διέρρηξε διά παντός την πραγματικότητα

Το όνομα του Ντέιβιντ Λιντς (1946-2025) έγινε επιθετικός προσδιορισμός και οι ταινίες του μας προσκάλεσαν να βλέπουμε και να αισθανόμαστε αλλιώς τον κόσμο: με τα μάτια μιας απόκοσμης ψευδαίσθησης και την ψυχή της υπέροχης εμμονής.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Oι 10 αγαπημένες ταινίες του Αχιλλέα ΙΙΙ

Μυθολογίες / «Μετά το “Blues Brothers” φορούσα μαύρα γυαλιά στην τάξη»: Oι 10 αγαπημένες ταινίες του Αχιλλέα ΙΙΙ

Έχοντας συμπεριλάβει στη λίστα του από τους αδελφούς Μαρξ μέχρι μια ταινία με τον Θανάση Βέγγο, o συγγραφέας πιστεύει πως το τραγικό και το γελοίο συναντιούνται σε κάποιο σημείο, το οποίο δεν είναι πάντα ευδιάκριτο.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ
pamela anderson

Οθόνες / H όψιμη δικαίωση της Πάμελα Άντερσον

Μια γυναίκα που επί δεκαετίες αντιμετωπιζόταν από τον πλανήτη ως αντικείμενο (ηδονής και χλεύης) βρίσκει στο «Last Showgirl» την ευκαιρία να αποδείξει ότι υπάρχει θέση γι’ αυτήν και σε άλλους ρόλους από εκείνους που της φόρεσε η βιομηχανία του θεάματος.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Movie Galaxy: Το βιντεοκλάμπ που κρατάνε ανοιχτό οι σινεφίλ Εξαρχιώτες

Οθόνες / Movie Galaxy: Το βιντεοκλάμπ που κρατάνε ανοιχτό οι σινεφίλ Εξαρχειώτες

Ο Λευτέρης Τζώρτζης έχει συγκεντρώσει 50.000 τίτλους. Το όνομά του έχει αναφερθεί σε έργο της Κιτσοπούλου, «ξεπουλάει» Ταρκόφσκι και έχει ζήσει επικούς καβγάδες για ταινίες - πιο πρόσφατα για τα «Μαγνητικά Πεδία».
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βαγγέλης Μουρίκης: «Tι σχέση έχω εγώ με τον Ντε Νίρο;»

Οθόνες / Βαγγέλης Μουρίκης: «Tι σχέση έχω εγώ με τον Ντε Νίρο;»

Λίγο πριν από την κυκλοφορία του «Arcadia» του Γιώργου Ζώη στις αίθουσες, ο Βαγγέλης Μουρίκης μιλάει στη LiFO για τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει έναν ρόλο, για τον Οικονομίδη, τον Γραμματικό, τα spoilers και τη χαμένη αρετή τού να ακούμε.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ