Η προηγούμενη ταινία μου, ο «Νόμος της Αγοράς», ήταν πολύ ρεαλιστική, ωστόσο πιστεύω ότι και η «Ζωή μιας γυναίκας» είναι επίσης ρεαλιστική. Και τα δύο μου φιλμ είναι φτιαγμένα με τον ίδιο τρόπο, με την έννοια ότι στα γυρίσματα του «Νόμου της Αγοράς», που πραγματεύεται τα προβλήματα ενός σύγχρονου υπαλλήλου, μισθωτού σε ένα σούπερ-μάρκετ, ανακάλυψα τα κλειδιά που θα με πληροφορούσαν για τη ζωή μιας γυναίκας του 19ου αιώνα. Από 'κει και πέρα, με άγγιξε πολύ η αφελής ματιά της ηρωίδας, της Jeanne, η σχέση της με τον έξω κόσμο, η πεποίθησή της πως οι άνθρωποι είναι θεμελιωδώς καλοί. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, ταυτίζομαι προσωπικά με τη Jeanne. Είχα τις ίδιες αντιλήψεις μέχρι που βγήκα στον έξω κόσμο, συνειδητοποίησα πως είναι πολύ πιο περίπλοκος απ' ό,τι τον είχα φανταστεί και ανέπτυξα άμυνες για να επιβιώσω και να καταλάβω τι γίνεται. Στην περίπτωση της Jeanne, αυτό δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός πως έλαβε τη βασική της εκπαίδευση σε μοναστήρι αλλά και στο ότι προέρχεται από μια οικογένεια που δεν έχει ουσιαστική επαφή με την πραγματικότητα. Με επιστολές και αναμνήσεις, ο πατέρας και η μητέρα της την προστατεύουν, αλλά οι γονείς προστατεύουν επίσης ο ένας τον άλλον. Όπως τον περιγράφει ο Guy de Maupassant, ο πατέρας είναι ένας κληρονόμος του Φωτός, οπαδός της φιλοσοφίας του Ρουσό, άρα προστατεύεται από κάτι που δεν έχει ακόμη συμβεί, ενώ η σύζυγός του κρύβεται στο παρελθόν. Μέσα στον τόπο της ομορφιάς, η Jeanne συγκρούεται με την τραγωδία αυτού που μπορούμε να αποκαλέσουμε «μοντέρνα πραγματικότητα», το υπέροχο κόντρα στο άσχημο. Εκτός, βέβαια, από την προσωπική προβολή πάνω στην κεντρική προσωπικότητα του έργου, υπάρχει και μια πιο ευρεία ερμηνεία. Αν και η «Ζωή μιας γυναίκας» δεν είναι ένα ξεκάθαρα πολιτικό έργο, όπως ο «Νόμος της Αγοράς», ωστόσο μιλάει για το τέλος των ψευδαισθήσεων, κοινωνικά και μεταφορικά. Από αυτές πιάνεται και στο τέλος αντιλαμβάνεται πως δεν ισχύουν πλέον. Με αυτό τον τρόπο, μια ιστορία εποχής αναφέρεται έντονα, νομίζω, σε αυτό που ζούμε σήμερα.
Συνεχίζω να βιώνω ένα οδυνηρό πένθος. Χρειάστηκε να κάνω συμβιβασμούς, να μιλήσω για το πώς αντιλαμβάνομαι τον κόσμο μέσα από σενάρια. Ήμουν ρομαντικός και παραμένω – ένας κατεστραμμένος ρομαντικός. Αλλά η στιγμή της συνειδητοποίησης είναι πάντα δυσάρεστη. Προς το φινάλε της ταινίας, η Jeanne, η οποία ζει μέσα σε έναν πύργο επί 40 χρόνια, πετάει τα χρήματά της από το παράθυρο, γιατί δεν ξέρει τι σημαίνει η έλλειψή τους.
Δεν θεωρώ την ταινία «Η ζωή μιας γυναίκας» παρένθεση. Δούλευα στο μυαλό μου το θέμα επί 20 χρόνια και προσπαθούσα να το πραγματοποιήσω, ενώ εργαζόμουν σε άλλα πρότζεκτ. Έγραφα το σενάριο και παράλληλα γύρισα τον «Νόμο της Αγοράς» και από τη στιγμή που το τελείωσα, μου πήρε 5 χρόνια για να ολοκληρώσω την ταινία. Και ήταν παράξενο που βρέθηκα από τη μια στιγμή στην άλλη σε ένα εντελώς διαφορετικό πλατό, από τον κόσμο της σύγχρονης αγοράς και τη διεκδίκηση της εργασίας σε έναν πύργο στην εξοχή. Ωστόσο, τα στοιχεία που πυροδοτούν τις αντιδράσεις της Jeanne δεν μου φαίνονται μακρινά. Η ιδέα της τέλειας οικογένειας που έχει είναι κοινή σε όσους μεγαλώνουν παιδιά – ο τρόπος που θέλει να τα προστατεύσει μέσα σε μια πλαστή ασφάλεια. Όταν ο σύζυγός της πεθαίνει, ο γιος της είναι μικρό παιδί και πέφτει επάνω του. Μετά, πληρώνει γι' αυτό, όταν δηλαδή ο γιος της φεύγει και την καταστρέφει οικονομικά και συναισθηματικά. Ο λόγος που, ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, εκείνη δεν ξεμυτίζει από το χρυσό κλουβί της είναι επειδή κρατιέται με νύχια και με δόντια από την πεισματική ιδέα της τελειότητας.
Η επόμενη ταινία μου θα είναι –όταν φυσικά τη βγάλω από το μυαλό μου και τη μεταφέρω σε κανονικό σενάριο– ένα δράμα στον 21ο αιώνα, και πάλι με τον Βενσάν Λεντόν, της οποίας η ιστορία θα ξεκινά από τη στιγμή που ανακοινώνεται στους εργαζόμενους το κλείσιμο του εργοστασίου στο οποίο δουλεύουν. Θα είναι μια καθαρά πολιτική ταινία.