ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΠΟΥ έκανε το σύντομο ντεμπούτο του στην οθόνη το 1981 στην ταινία Endless Love με την Μπρουκ Σιλντς, ο Τομ Κρουζ έχει αποδειχθεί ασυνήθιστα ανθεκτικός ως μια εμφατική παρουσία εντός και εκτός οθόνης – αν όχι ο «τελευταίος κινηματογραφικός σταρ», όπως τον έχουν βαφτίσει ορισμένοι, σίγουρα ο πιο χαρισματικός μεγαλοπαράγοντας του οικοσυστήματος της ψυχαγωγίας.
Μπορεί να μας ανατριχιάζουν ενίοτε οι θεσμοί που καθορίζουν την ιδιωτική του ζωή (η Σαϊεντολογία), να μας προβληματίζουν οι σχέσεις του, να είμαστε επιφυλακτικοί για την ειλικρίνειά του, να αναρωτιόμαστε ποιος πραγματικά είναι, ο ίδιος όμως απλώς απορροφά την αμφιθυμία μας και τη χρησιμοποιεί ως καύσιμο που τον κάνει πιο γρήγορο, πιο δυνατό, πιο απρόσιτο, σχεδόν υπέργειο.
Είναι εύκολο να είναι κανείς κυνικός απέναντι στη μεσσιανική ενέργεια του Κρουζ, στον υπερβάλλοντα ζήλο του για μιας μορφή τέχνης που, όταν την ασκεί, μοιάζει λιγότερο με επάγγελμα παρά με ιερή κλίση (είναι τυχαίο ότι κάποτε σκέφτηκε να γίνει Φραγκισκανός ιερέας;).
Κι εμείς παραμείναμε πιστοί στον Τομ Κρουζ, αν μη τι άλλο λόγω της καθολικής αλλά και βαθιά προσωπικής μορφής κάθαρσης που μόνο αυτός μπορεί να προσφέρει και που του επιτρέπει να κινείται σε μια εντελώς άλλη σφαίρα, πέρα από τη διασημότητα και τη φήμη. Από την αρχή σχεδόν, ο Κρουζ έβαλε στόχο να συνεργαστεί με τους καλύτερους, γεγονός που εξηγεί ένα βιογραφικό που περιλαμβάνει ονόματα όπως του Κιούμπρικ, του Σπίλμπεργκ και του Σκορσέζε, καθώς και του Όλιβερ Στόουν, του Πολ Τόμας Άντερσον και του Μάικλ Μαν.
Όταν ξεκίνησε την σειρά των ταινιών Mission: Impossible επιστράτευσε τον θρυλικό σεναριογράφο του Chinatown, Ρόμπερτ Τάουνι για να αναβαθμίσει την φόρμουλα των ταινιών δράσης, ενώ τα τελευταία 16 χρόνια, ο κύριος συνεργάτης του είναι ο σεναριογράφος των Συνήθων υπόπτων, Christopher McQuarrie. Ως παραγωγός και πρωταγωνιστής, αποτελεί μόνος του ένα ολόκληρο τμήμα ποιοτικού ελέγχου, το οποίο στόχο έχει την τελειοποίηση των πάντων, από το κάστινγκ μέχρι τα οπτικά εφέ. «Ο κόσμος δεν γνωρίζει πόσο ολιστικά λειτουργεί ως άνθρωπος του σινεμά», παρατηρεί ο Μπεν Στίλερ, ο οποίος γνωρίζει τον Κρουζ για πάνω από 30 χρόνια.
Είναι εύκολο να είναι κανείς κυνικός απέναντι στη μεσσιανική ενέργεια του Κρουζ, στον υπερβάλλοντα ζήλο του για μιας μορφή τέχνης που, όταν την ασκεί, μοιάζει λιγότερο με επάγγελμα παρά με ιερή κλίση (είναι τυχαίο ότι κάποτε σκέφτηκε να γίνει Φραγκισκανός ιερέας;). Ίσως αυτή η εμμονή του να ικανοποιεί το κοινό προέρχεται από την εποχή που ο Κρουζ ήταν στην έκτη δημοτικού και πάσχιζε διαρκώς να διασκεδάζει τη μητέρα και τις αδελφές του μετά τον χωρισμό των γονιών του ή από τότε που ξεπέρασε τη δυσλεξία του –με τη βοήθεια, όπως έχει πει, της Εκκλησίας της Σαϊεντολογίας, στην οποία εντάχθηκε το 1986– και άρχισε να διαβάζει τα πάντα.
Είναι κυρίως αυτή η ικανότητά του να βγαίνει πάντα αλώβητος που τρελαίνει τους επικριτές του. «Είναι πολλά τα επιβαρυντικά στοιχεία, ιδίως όσον αφορά τη συμπεριφορά του ίδιου και της Σαϊεντολογίας απέναντι στις γυναίκες, που για μένα καθιστά πολύ δύσκολο να δικαιολογήσω τη συνεχιζόμενη λατρεία που απολαμαβάνει», λέει η Maureen Orth, η οποία είχε γράψει ένα επικριτικό άρθρο στο Vanity Fair το 2012 για τη σχέση του με την ηθοποιό και ακτιβίστρια Nazanin Boniadi. «Δεν είναι απλά ένα μέλος, αλλά το δεύτερο πιο σημαντικό πρόσωπο στη Σαϊεντολογία, μετά τον [ηγέτη της εκκλησίας] David Miscavige... Και ο Τύπος όμως δεν κάνει σωστά τη δουλειά του εν προκειμένω. Δεν τον ρωτούν ποτέ πια για αυτά τα πράγματα».
Στο μεταξύ, μια νέα γενιά έχει μεγαλώσει με τον Τομ Κρουζ: είναι τα παιδιά των boomers και των X-ers για τους οποία το Mission: Impossible αποτελεί πλέον κάτι σαν οικογενειακή παράδοση. Για να κατανοήσουν όμως την ισχύ του Τομ Κρουζ, θα πρέπει να ανατρέξουν στις παλιότερες ταινίες, όπως το A Few Good Men και το Rain Man, το Collateral και το Minority Report, το Magnolia και το Tropic Thunder, για να βιώσουν από πρώτο χέρι το πόσο ασυνήθιστα ευέλικτος ηθοποιός μπορεί να είναι (και ήταν πάντα).
Μετά την τελευταία ταινία της σειράς Mission: Impossible που θα προβληθεί του χρόνου, ο Τομ Κρουζ θα γράψει ιστορία ως ο πρώτος ηθοποιός που γύρισε ταινία στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό. Και μετά; «Έχω ακόμα είκοσι χρόνια να τον προλάβω», δήλωσε πρόσφατα στην εφημερίδα Sydney Morning Herald, αναφερόμενος στον 80χρονο Χάρισον Φορντ. «Ελπίζω να συνεχίσω να γυρίζω το “Mission: Impossible” μέχρι να φτάσω στην ηλικία του».
Με στοιχεία από The Washington Post