Ο ιδιοκτήτης αυτού του πολύ «παράξενου» σπιτιού που επισκέπτομαι στα Πατήσια είναι εικαστικός και πριν από μερικά χρόνια είχα δει σε μια γκαλερί μια εγκατάστασή του, με την οποία διερευνούσε ζητήματα ταυτότητας. Eπρόκειτο για ένα δωμάτιο όπου κυριαρχούσε ένα σύνολο από λαστιχένιες κούκλες-παιχνίδια των δεκαετιών ’60, ’70, και ’80, «κρυμμένες» κάτω από ένα πάτωμα. Ο Δημήτρης Σκουρογιάννης με υποδέχεται, ενώ πίσω του ξεπροβάλλουν γάτες και κούκλες – χαμογελάει γιατί έχω μείνει με το στόμα ανοιχτό.
Γεννημένος στην Αθήνα, σπούδασε στην ΑΣΚΤ ζωγραφική, σκηνογραφία και ψηφιδωτό και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, στην οποία σήμερα διδάσκει ζωγραφική. Έχει κάνει ατομικές εκθέσεις, έχει πάρει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα του βρίσκονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Στα έργα του είναι εμφανής η αγάπη στη λεπτομέρεια και στη χειροτεχνική προσέγγιση.
Η συλλογή του Δημήτρη εκτόνωνε μια ανάγκη του, αλλά, από ένα σημείο κι έπειτα, είδε τη συλλογή ως αποστολή, να σώσει τις κούκλες, και ως πρόκληση, να τις επισκευάσει. Η δουλειά που κάνει είναι μαστορική, χειροτεχνική, «κερδίζεις τον χρόνο ενός αντικειμένου», μου λέει.
Η συλλογή του, που αριθμεί περισσότερες από 5.000 κούκλες από όλο τον κόσμο και περιλαμβάνει όλες τις συλλεκτικές Barbie, καταλαμβάνει κάθε εκατοστό του μεγάλου διαμερίσματός του των 150 τ.μ., που είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες της – μέρος της, βέβαια, βρίσκεται και σε αποθήκες. Ανάμεσά τους βλέπω κάποιες σπάνιες φωτογραφίες της Έλλης Λαμπέτη από τον φωτογράφο Δημοσθένη Πατρίδη.
Είναι ενδιαφέρουσα η ιστορία του Δημήτρη, όσο και η συλλογή του. Ο πατέρας του είχε λούνα παρκ στο Ψυχικό και τη Γλυφάδα, το περίφημο και δημοφιλές Ροντέο, κι εκείνος, όταν ήταν μικρός, κέρδιζε κάποιες φορές στη σκοποβολή και έπαιρνε μία από τις φτηνές κούκλες που δίνουν σε αυτή την περίπτωση, αλλά οι γονείς του την εξαφάνιζαν όταν την έφερνε στο σπίτι. Δεν επιτρεπόταν να παίζει με κούκλες, αλλά εκείνος δεν εγκατέλειψε ποτέ την προσπάθεια να κάνει συλλογή με αυτές, που έβρισκε ότι είχαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον από όλα τα άλλα παιχνίδια του.
Την πρώτη κούκλα την αγόρασε πεντακόσιες δραχμές σε ένα παζάρι στο Θησείο. Ήταν γερμανική, από παπιέ μασέ, σπασμένη, και όταν την πήρε στα χέρια του κατάλαβε ότι δεν τον ενδιέφερε μόνο να την αποκτήσει αλλά και να την επισκευάσει. Από τότε άρχισε η περιπέτεια και η αναζήτηση σε παζάρια και αγορές του κόσμου, παράλληλα με τη μελέτη που έκανε για τα ρούχα, τα παπούτσια και τα υφάσματα ή τις δαντέλες με τις οποίες ήταν ντυμένες, ανάλογα με την εποχή που φτιάχτηκαν.
Έτσι δημιούργησε το πρώτο του αρχείο, ερευνώντας τα υφάσματα, τα πανιά και τα υλικά των αρχών του αιώνα για να φτιάξει ρούχα για όσες δεν είχαν, με βάση αρχειακές φωτογραφίες. Δίπλα σε φίλους του συντηρητές έμαθε να συντηρεί τα πρόσωπά τους, να αποκαθιστά τα σπασμένα μέλη τους και να κατασκευάζει τα παπούτσια τους, που συνήθως είχαν χαθεί.
Στο σαλόνι, μέσα σε ερμάρια τυπογραφείου, υπάρχει πλήθος από αυτά τα υλικά, δαντέλες, κουμπιά και κομμάτια από ακριβά υφάσματα δίπλα σε κούτες με Barbie που περιμένουν να διορθωθούν και να πάρουν τη θέση τους στη συλλογή. Αυτές οι ευτελείς, σχεδόν κακοποιημένες κούκλες, που μου θυμίζουν πολύ την ομώνυμη ταινία που κυκλοφόρησε πρόσφατα, θα ζωντανέψουν, θα φορέσουν τα σωστά ρούχα, θα κρατήσουν τα αξεσουάρ τους και θα αποκτήσουν μια δεύτερη ζωή.
Η περιπέτεια της συλλογής με τις Barbie ξεκίνησε από τα παζάρια, όπου υπάρχουν συνήθως κούτες με χρησιμοποιημένες, που ο Δημήτρης αγοράζει και επισκευάζει. Μου λέει ότι από παλιά είχε εντοπίσει μαγαζιά στο Μοναστηράκι με κούκλες παλιές, αλλά ήταν πολύ ακριβές, έτσι, μέχρι να έχει την άνεση να αποκτήσει καινούργιες ή συλλεκτικές, επισκεύαζε παλιές ή σπασμένες. Αυτήν τη στιγμή η συλλογή του ξεπερνάει τα 2.000 κομμάτια και αυτό που τον ενδιέφερε ήταν οι συλλεκτικές σειρές, π.χ. οι Barbie με το μικρό μαύρο φόρεμα, αλλά και οι παλιότερες, αυτές που εμφανίστηκαν από το 1959 και μετά.
Δίπλα τους, οι σειρές με τις Barbie ακτιβίστριες ή τις Barbie σταρ, όπως η Τίπι Χεντρεν σε μια σκηνή από τα «Πουλιά» του Χίτσκοκ, η Τίνα Τέρνερ και ο Ντέιβιντ Μπάουι. Μία ακόμα διάσημη κούκλα είναι η Μέριλιν στη σειρά με τις αξέχαστες ταινίες του Χόλιγουντ. Φοράει το λευκό φουστάνι από την ταινία «7 χρόνια φαγούρας» και σταμάτησε να κυκλοφορεί όταν η Metro μήνυσε τη Mattel για δικαιώματα και η κούκλα αποσύρθηκε.
Στη βιτρίνα πίσω μας υπάρχει μια συλλογή με κούκλες από τις αρχές του 20ού αιώνα. Άλλες έχουν σώμα από πορσελάνη και φυσικά μαλλιά, άλλες είναι της διάσημης Γερμανικής φίρμας Schildkröt, γνωστής σε συλλέκτες σε όλο τον κόσμο, φτιαγμένες από κόκαλο χελώνας. Ο Δημήτρης έχει φτάσει μέχρι και σε «νοσοκομείο για κούκλες» στη Βιέννη προκειμένου να βρει μέλη ή κορμούς.
Μία κατηγορία από σπάνιες κούκλες είναι οι περίφημες Käthe Kruse που η παραγωγή τους ξεκίνησε το 1905 στη Γερμανία. Η μικρή βιοτεχνία της Käthe, της ιδιοκτήτριας, που υπάρχει και σήμερα και είναι κάτι σαν «ιερό δισκοπότηρο» για τους συλλέκτες, ξεκίνησε τη δραστηριότητά της όταν η κόρη της τής ζήτησε μια κούκλα που να την αισθάνεται αληθινή. Καθώς μια τέτοια κούκλα δεν μπορούσε να βρεθεί, η Käthe άρχισε να σχεδιάζει και να κατασκευάζει μία ονόματι Oscar. Πολύτιμο σε αυτήν τη σειρά είναι ένα αγοράκι με σειριακό αριθμό, φτιαγμένο τον Μεσοπόλεμο.
Οι κούκλες γύρω μου χαρακτηρίζονται από σχολαστική χειροτεχνία και απαράμιλλη, σχεδόν στοργική προσοχή στη λεπτομέρεια.
Στην υποδοχή του σπιτιού υπάρχει μια ολόκληρη σειρά από Bild Lilli, μια κούκλα που δημιουργήθηκε αρχικά ως χαρακτήρας κινουμένων σχεδίων για ενήλικες από τον Reinhard Beuthien για τη γερμανική ταμπλόιντ εφημερίδα «Bild». Η εφημερίδα αποφάσισε να διαθέσει στην αγορά μια κούκλα Lilli που κυκλοφορούσε από το 1955 έως το 1964. Εκείνη τη χρονιά η Mattel απέκτησε τα δικαιώματα της κούκλας και η γερμανική παραγωγή σταμάτησε. Η νέα κούκλα της Mattel ονoμάστηκε Barbie.
Πολλά δείγματα από την ανθηρή βιομηχανία με τις πορσελάνινες κούκλες υπάρχουν γύρω μας, σε ειδικά κατασκευασμένες βιτρίνες που τις προφυλάσσουν από τη σκόνη και τη φθορά. Ο Δημήτρης μετέτρεψε σε βιτρίνες παλιά εικονοστάσια και έπιπλα βιβλιοθήκης με τζάμια, ενώ, έχοντας παθιαστεί με το να επισκευάζει και να δίνει μια δεύτερη ζωή σε αντικείμενα γενικά, πολλά έπιπλα του σπιτιού του είναι από παζάρια και έχουν συντηρηθεί και βαφτεί σε φωτεινά χρώματα. Στο σπίτι του υπάρχουν και κούκλες ελληνικές, της El Greco, της LYRA και του Κεχαγιά, που κατασκευάζονταν συνήθως από σκληρά πλαστικά και είχαν ως πρότυπο τις γερμανικές.
Η συλλογή του Δημήτρη εκτόνωνε μια ανάγκη του, αλλά, από ένα σημείο κι έπειτα, είδε τη συλλογή ως αποστολή, να σώσει τις κούκλες, και ως πρόκληση, να τις επισκευάσει. Η δουλειά που κάνει είναι μαστορική, χειροτεχνική, «κερδίζεις τον χρόνο ενός αντικειμένου», μου λέει. «Με την κούκλα τα παιδιά καταλαβαίνουν ότι, εκτός από τον εαυτό τους, υπάρχει και κάποιος άλλος, κάτι που τους συμβαίνει πρώτη φορά. Και με αυτό το αίσθημα φορτίζουν το αντικείμενο».