Από το 1923 έως το 1967, στη συμβολή των οδών Ροβέρτου Γκάλι και Αρεοπαγίτου, ακριβώς κάτω από την Ακρόπολη, δέσποζε η μοντέρνα κατοικία σε στυλ Bauhaus, του διάσημου όσο και πολύπαθου ζωγράφου Κωνσταντίνου Παρθένη. Ο Κωνσταντίνος Παρθένης υπήρξε ίσως ο πιο προοδευτικός καλλιτέχνης της εποχής του.
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, με πολύχρονες σπουδές στην Βιέννη και το Παρίσι, φοίτησε δίπλα στους σημαντικότερους δασκάλους και εκφραστές της εποχής εκείνης και ακολουθώντας με πάθος το νεοφιλελεύθερο πρωτοποριακό κίνημα (sezession) επέστρεψε στη Ελλάδα όπου, λόγω της προοδευτικής τάσης και της φιλελεύθερης ιδεολογίας του, συγκρούστηκε με τις κατεστημένες αισθητικές αντιλήψεις, αλλά και υπονομεύτηκε και διώχθηκε όσο κανένας άλλος. Υπήρξε αυθεντικός νεωτεριστής με θρυλική ζωή και πολυσύνθετο καλλιτεχνικό έργο.
Ο Παρθένης ξεκίνησε να χτίζει σε σχεδία δικά του και με τη πολύτιμη βοήθεια του φίλου του αρχιτέκτονα Δ. Πικιώνη το μυθικό αυτό σπίτι, συμβολικά στους πρόποδες της Ακρόπολης, στο οποίο έμελλε, δεκαετίες αργότερα, να έχει άδοξο τέλος. Η κατοικία ήταν άκρως εντυπωσιακή για την εποχή της καθώς ακολούθησε πιστά τους όρους της σχολής Bauhaus του μοντέρνου δηλαδή γερμανικού κινήματος του 1918.
Ένα τετραγωνισμένο χαμηλό κουτί με λιτά ανοίγματα και εξώστες χωρίς κανένα περιττό διάκοσμο, σεβόμενο απόλυτα τον ιερό χώρο γύρω του και την ξεχωριστή απευθείας θέα του Παρθενώνα, τον οποίο απέδωσε σε πάμπολλα έργα του με την ξεχωριστή ματιά του. Σε αυτό το σπίτι έζησε με την οικογένεια του για τέσσερις περίπου δεκαετίες μεγάλες δόξες και κοσμική ζωή, παραθέτοντας δεξιώσεις, εκδηλώσεις και ομιλίες και φυσικά εκεί διατηρούσε το περίφημο εργαστήριό του.
Το 1950, στο πλαίσιο της ανάπλασης της περιοχής της Ακρόπολης, το εξαιρετικό αυτό σπίτι που γνώρισε δόξες και στέγασε έναν από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους, απασχόλησε τις αρμόδιες υπηρεσίες. Ο Πικιώνης, που έπαιζε ρόλο στην υλοποίηση του προγράμματος, δεν κατόρθωσε να αποτρέψει την κατεδάφιση.
Παρ' όλη την υπέρογκη αποζημίωση που του πρότειναν ο Παρθένης αρνήθηκε κάθε οικονομική προσφορά και ο υφυπουργός Οικισμού Εμμ. Κεφαλογιάννης αποφάσισε αναγκαστική απαλλοτρίωση και βίαιη έξωση του ζωγράφου. Ο τελευταίος ματαίωσε τα σχέδια, όταν μπροστά στους δικαστικούς κλητήρες και αστυνομικούς, απείλησε να αυτοπυρποληθεί μαζί με τα έργα του.
Τελικά πέθανε το 1967, έχοντας μείνει παράλυτος. Μετά τον θάνατό του, τα παιδιά του αποδέχτηκαν την απαλλοτρίωση της οικίας τους από την κατασκευαστική εταιρεία που θα έκτιζε το καφέ-εστιατόριο Διόνυσος που βρίσκεται στους πρόποδες του Φιλοπάππου, γιατί η οικία του καλλιτέχνη στεκόταν εμπόδιο στην απρόσκοπτη θέα προς τον ιερό βράχο.