Η μαρμαρογλυπτική στον ελλαδικό χώρο έχει ιστορική σημασία, ως μια τέχνη που ασκείται αδιάκοπα για χιλιετίες και είναι συνυφασμένη με την πολιτιστική μας κληρονομιά. Το μάρμαρο, αυτό το πολύτιμο υλικό, γίνεται η αφορμή για να συναντηθεί η τηνιακή μαρμαρογλυπτική με τον σύγχρονο πολιτισμό και το design, στην έκθεση «A Future for the Past» στο Μουσείο Μπενάκη, η οποία εγκαινιάζεται στις 4 Ιουνίου 2024.
Είναι μια ευκαιρία να ανακαλύψουμε τις αντίθετες όψεις του, τη διαφάνεια και το βάρος, τη ζεστασιά και την ακαμψία, την ελαφρότητά του, μέσα από δημιουργίες Τηνιακών μαρμαρογλυπτών, οι οποίες με τη σειρά τους συνδιαλέγονται με ένα γλυπτικό αντικείμενο σύγχρονου design από μάρμαρο Τήνου, ανάμεσα στα εκθέματα από μάρμαρο της συλλογής Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού του μουσείου.
Πρόκειται για μια καινοφανή συνέργεια του τοπικού με το διεθνές και του παραδοσιακού με το σύγχρονο στο συγκεκριμένο πεδίο χειροτεχνικής εργασίας, συνέργεια που έχει ως στόχο να συμβάλει στο μέλλον τόσο του σύγχρονου σχεδιασμού σε μάρμαρο όσο και της μαρμαρογλυπτικής παράδοσης, καθιστώντας την Τήνο αναγνωρίσιμο κόμβο πολιτιστικού πλούτου.
«Θέλουμε να δείξουμε ότι η μαρμαροτεχνία δεν είναι κάτι λαογραφικό ή μουσειακό, αλλά ότι μπορεί με τρόπο έμπρακτο να βρει εφαρμογή στο σύγχρονο σχεδιαστικό πεδίο».
Από το 2015 η τηνιακή μαρμαροτεχνία, δηλαδή η χρήση του μαρμάρου όπως αυτή αναπτύχθηκε και καλλιεργήθηκε σε ένα από τα κέντρα της μαρμαροτεχνίας στον ελλαδικό χώρο και ειδικότερα στις Κυκλάδες, στο νησί της Τήνου, για δομικούς και διακοσμητικούς λόγους, από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή, είναι εγγεγραμμένη στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας της UNESCO.
H τηνιακή μαρμαροτεχνία, με βυζαντινές ήδη καταβολές, συστηματοποιήθηκε κατά την όψιμη Βενετοκρατία. Τον 19ο αιώνα και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού το νησί αποτελούσε το σημαντικότερο κέντρο μαρμαροτεχνίας στην ανατολική Μεσόγειο, ενώ έπαιζε ρόλο στην οικονομική, κοινωνική και πνευματική άνθιση του τόπου. Ο τόπος στον οποίο γαλουχήθηκε ο Γιαννούλης Χαλεπάς, με την εμπειρική επεξεργασία του μαρμάρου να περνάει από γενιά σε γενιά, υπήρξε η αφετηρία μιας τεράστιας πολιτιστικής κληρονομιάς η οποία συναντήθηκε με την τέχνη και την αρχιτεκτονική και φτάνει ζωντανή μέχρι τις μέρες μας.
Στο Μουσείο Μπενάκη συναντάμε τις δημιουργούς που βρίσκονται πίσω από την έκθεση, η οποία προσκαλεί τους επισκέπτες να βιώσουν το υλικό και να εξερευνήσουν την ομορφιά και τις σημαντικές δυνατότητές του. Η Ζωή και η Νίκη Μοσκόφογλου διευθύνουν από το 2011 το ατελιέ μαρμάρου on.entropy και σε συνεργασία με την επιμελήτρια Maria Christina Didero θέλουν να αναδείξουν την κοινωνική διάσταση της μαρμαροτεχνίας στην Τήνο, μέσω και της συνομιλίας της με τον σύγχρονο πολιτισμό.
— Πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με το μάρμαρο;
Nίκη: Η αφορμή για να ασχοληθώ με το μάρμαρο ήταν όταν έψαχνα να βρω φωτιστικά για το σπίτι μου και δεν μου ταίριαζε κάτι. Ήταν γύρω στο 2010 – την περίοδο εκείνη εργαζόμουν στο αρχιτεκτονικό γραφείο του Δημήτρη Πορφύριου, ο οποίος είναι γνωστός για τις σχεδιαστικές λεπτομέρειές του σε νεοκλασικά κτίρια, οπότε σχεδίαζα σε κλίμακα 1:1. Έτσι αποφάσισα να σχεδιάσω τα δικά μου φωτιστικά με υλικό το μάρμαρο, επειδή είχα εύκολη πρόσβαση σε αυτό λόγω του πατέρα μας, που είναι μεταλλειολόγος μηχανικός.
Ζωή: Εγώ, την ίδια περίοδο, ήμουν υπεύθυνη για το FF&E installation του One Hyde Park, την πιο πολυτελή κατασκευή τότε παγκοσμίως, που συμπεριλάμβανε σε μεγάλο βαθμό τη χρήση μαρμάρου στην κατασκευή και στα interiors. Εκεί διαπίστωσα την αρχιτεκτονική και εμπορική αξία του μαρμάρου, σε ένα περιβάλλον που αντιμετώπιζε αυτό το υλικό ως κάτι πολύ εξωτικό, ενώ εμείς στο σπίτι το είχαμε σχεδόν δεδομένο, αφού για δεκαετίες ο πατέρας μας επέστρεφε από τα επαγγελματικά του ταξίδια φέρνοντας μαζί ατελείωτα δείγματα μαρμάρου. Οπότε στην πραγματικότητα το μάρμαρο είχε μπει στη ζωή μας πολύ πριν το επιλέξουμε εμείς. Μάλλον, μας είχε επιλέξει εκείνο.
— Μιλήστε μου για το υλικό, πώς σας εμπνέει, πώς το μεταχειρίζεστε και πώς σας οδηγεί στη μεταμόρφωσή του.
Το μάρμαρο είναι ένα υλικό στιβαρό, άκαμπτο, βαρύ, όμως παράλληλα είναι κι ένα υλικό ιδιαίτερα εύθραυστο, θέλει προσοχή και γνώση για να το δουλέψεις. Αποφασίσαμε να πειραματιστούμε με αυτές του τις ιδιότητες, να το κάνουμε να φαίνεται ελαφρύ, αιθέριο, φωτοδιαπερατό, εύπλαστο, ανάλαφρο. Οπότε κατά κάποιον τρόπο ξεκινήσαμε να «σπρώχνουμε» τα όρια ώστε να αναδειχθούν αυτές οι ιδιότητες. Στην αρχή είχαμε αρκετές αστοχίες, αλλά είδαμε το ενδιαφέρον και την πρόκληση να ασχολείται κανείς με το υλικό αυτό και εν τέλει να το μεταμορφώνει.
— Με ποιον τρόπο θέλετε να επηρεάσετε έναν επισκέπτη ώστε να αποκτήσει σχέση με το μάρμαρο και να αποφασίσει ότι θέλει να έχει ένα τέτοιο αντικείμενο στον χώρο του;
Με τα αντικείμενά μας θέλουμε να εμπλουτίσουμε το περιβάλλον με ερεθίσματα και να επηρεάσουμε το συγκινησιακό πεδίο του αποδέκτη μέσω των αισθήσεών του. Να διακόψουμε, δηλαδή, τον αυτόματο, αναμενόμενο τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τον χώρο. Δεν περιμένει κανείς, όταν μπει σε έναν χώρο, να δει ένα μάρμαρο να κρέμεται από το ταβάνι, ούτε να είναι φωτοδιαπερατό. Κάνοντας κάτι τέτοιο, διακόπτουμε την αυτόματη αντιληπτικότητα και έτσι μπορείς να επηρεάσεις το συγκινησιακό πεδίο του θεατή.
— Πώς συνδέετε την παραδοσιακή αυτή εργασία με τη σύγχρονη εφαρμογή και ποιες είναι οι σχεδιαστικές προκλήσεις;
Καταρχάς το μάρμαρο παραδοσιακά το δουλεύουν άντρες, λόγω της φυσικής δύναμης που απαιτείται, οπότε, όπως σε όλα τα ανδροκρατούμενα επαγγέλματα, αυτό ήταν στην αρχή μια ουσιαστική πρόκληση. Χτίσαμε όμως στη δεκαετία αυτή μια σχέση με τους συνεργαζόμενους μαρμαροτεχνίτες μας, όπως με τον Νίκο Φόρτωμα και το εργαστήρι Σκαλκώτου-Μαυρομαρά, που βασίζεται στην εμπιστοσύνη καθώς και σε αξίες κοινές σχετικά με τη δημιουργία, την τέχνη και τη συλλογικότητα. Αξίες απαραίτητες για τη μετάφραση των πιο σύγχρονων σχεδίων μας από τα χέρια των έμπειρων μαρμαρογλυπτών.
Ακόμα και σήμερα που έχουμε κατακτήσει μια κοινή γλώσσα, για κάθε καινούργιο έργο μας χρειάζεται αρκετός χρόνος και διάλογος. Εκτός από τις προκλήσεις, όμως, παρουσιάζονται και ευκαιρίες, όπως η τεχνολογία του CNC, που μειώνει σημαντικά τον χρόνο παραγωγής και τον φόρτο σωματικής εργασίας του μαρμαρογλύπτη, παρέχοντας περισσότερο χρόνο για την ουσιαστική ενασχόληση με το έργο. Επίσης σημαντικό είναι ότι σήμερα τουλάχιστον οι μισοί απόφοιτοι της Σχολής Μαρμαροτεχνίας είναι γυναίκες και αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον. Εμείς μπορούμε να βεβαιώσουμε από την εμπειρία μας ότι το πεδίο εξελίσσεται και υπάρχει χώρος για όλους.
— Μιλήστε μου για το on·entropy, το brand σας, και τα όρια που μπορεί να έχει το μάρμαρο.
Είμαστε ένα design studio που πειραματίζεται και ερευνά σύγχρονα θέματα γύρω από το design και την κατασκευή για τη δημιουργία αντικειμένων που βρίσκονται ανάμεσα στην τέχνη και τη λειτουργικότητα. Η κοινωνία μεταβάλλεται πολύ γρήγορα και σε αυτή οραματιζόμαστε νέες συνθήκες ύπαρξης, οπότε κάθε επόμενο βήμα μας και κάθε νέα δημιουργία είναι αποτέλεσμα αναστοχασμού της καθημερινότητας και του χώρου που εργαζόμαστε. Το μάρμαρο έχει όρια στις φυσικές του ιδιότητες, αλλά όπως και πολλά αλλά υλικά και καταστάσεις, μπορεί να μεταμορφωθεί.
— Σε αυτή την έκθεση η Τήνος έρχεται σε πρώτο πλάνο, παράλληλα με την κοινωνική διάσταση της μαρμαροτεχνίας, μέσω και της συνομιλίας της με τον σύγχρονο πολιτισμό. Πώς παρουσιάζονται αυτά τα στοιχεία;
Όταν αναζητήσαμε να φτιάξουμε τα πρώτα μας αντικείμενα από μάρμαρο, πέσαμε πάνω σε μαρμαρογλύπτες από την Τήνο, όχι τυχαία βέβαια. Στην πορεία καταλάβαμε τη συμβολή και την αξία αυτού του τόπου, του Πύργου της Τήνου, στη μαρμαρογλυπτική. Εκεί τα παιδιά έπαιζαν «μαρμαράδικο» και οι ήρωές τους δεν ήταν ο Έλβις ή ο Μαραντόνα, αλλά μεγάλοι γλύπτες όπως ο Φιλιππότης και ο Χαλεπάς, όπως μας είπε συνομήλικος συνεργάτης μας. Μεγάλωσαν ανάμεσα στα έργα τους, αφού παντού στον δημόσιο χώρο του Πύργου, από τη στάση λεωφορείου έως τις προσόψεις κτιρίων, υπάρχουν γλυπτά που βλέπεις σε μόνιμες εκθέσεις μουσείων σήμερα – δεν αποκαλούν τυχαία τον Πύργο «ανοιχτό μουσείο».
Επίσης, λόγω της φύσης του μαρμάρου, η μαρμαροτεχνία γινόταν πάντα σε εργαστήρια από ομάδες ανθρώπων. Αυτοί, πέρα από μαρμαροτεχνίτες, είχαν κι άλλα επαγγέλματα: ήταν ψαράδες, έμποροι, γεωργοί, ακόμα και ο φούρναρης του Πύργου. Σήμερα, λόγω της τουριστικοποίησης, αυτό αλλάζει πάρα πολύ γρήγορα, οι περισσότεροι σχετίζονται πλέον με τον τουρισμό. Ταυτόχρονα η Σχολή Μαρμαροτεχνίας της Τήνου επεκτείνεται, όλο και περισσότερες γυναίκες αλλά και σπουδαστές με καταγωγή εκτός Τήνου φοιτούν εκεί, οπότε το πεδίο σίγουρα εξελίσσεται κοινωνικά. Αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά, η παιδεία των Τηνιακών μαρμαρογλυπτών αναδεικνύεται μέσα σε κάθε έργο τους, πράγμα που θέλαμε να φέρουμε, με άλλον μεν τρόπο, και στον δικό μας σχεδιασμό.
Το εγχείρημα «A Future for the Past» ξεκίνησε, λοιπόν, επειδή θέλαμε να δείξουμε την αλληλεπίδραση του παραδοσιακού με το σύγχρονο, όπως τη ζούμε μέσα από το studio μας καθημερινά. Πώς, δηλαδή, η τηνιακή μαρμαροτεχνία είναι απαραίτητη για το σύγχρονο design και πώς το design μπορεί να βοηθήσει κάτι παραδοσιακό να εξελιχθεί. Κυρίως θέλουμε να δείξουμε ότι η μαρμαροτεχνία δεν είναι κάτι λαογραφικό ή μουσειακό, αλλά ότι μπορεί με τρόπο έμπρακτο να βρει εφαρμογή στο σύγχρονο σχεδιαστικό πεδίο.
Σε οτιδήποτε αφορά στο design και την πλούσια παράδοση χειροτεχνίας της Ελλάδας, υπάρχει έλλειψη πλαισίου από κρατικούς και θεσμικούς φορείς. Δεν είναι ο μόνος κλάδος βέβαια που πάσχει από αυτό και, όπως και σε άλλες τέχνες, τελικά είναι οι πρωτοβουλίες των ίδιων των ανθρώπων με την υποστήριξη από ιδρύματα πολιτισμού, όπως τώρα το Μουσείο Μπενάκη σε συνεργασία με την AMKE Ιντζίνιους Λόκι, που εν τέλει τιμούν και διαδίδουν την αξία της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς στο εγχώριο και διεθνές κοινό. Αυτό κάνει και η έκθεση «A Future for the Past» και τιμά ιδιαίτερα την ελληνική μαρμαροτεχνία, με το Μουσείο Μπενάκη και τους χορηγούς να βρίσκονται στο πλάι της.
— Στην έκθεση πώς συναντιέται η παράδοση με το design; Τι παρουσιάζετε;
Η έκθεση που ξεδιπλώνεται στον πρώτο όροφο του Μουσείου Μπενάκη είναι μια μοναδική ευκαιρία να συνομιλήσουν τα εκθέματα από μάρμαρο της συλλογής Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού του μουσείου με σύγχρονες δημιουργίες Τηνιακών μαρμαρογλυπτών, οι οποίες με τη σειρά τους συνδιαλέγονται με ένα design αντικείμενό μας. Πρόκειται για ένα γλυπτό τραπέζι από μάρμαρο Διονύσου, προϊόν συνεργασίας με τον γλύπτη μαρμάρου και εικαστικό Δημήτρη Σκαλκώτο.
Ο διάλογος μεταξύ παραδοσιακού και σύγχρονου συνεχίζεται στο ισόγειο του Μουσείου Μπενάκη, στην πτέρυγα της Βυζαντινής Τέχνης, όπου εκκλησιαστικά έργα Τηνιακών της τελευταίας δεκαετίας και σύγχρονα μαρμάρινα φωτιστικά, εμπνευσμένα από τα πολυκάνδηλα, πλαισιώνουν τη μόνιμη συλλογή βυζαντινών και μεταβυζαντινών εικόνων του μουσείου, οι οποίες αποτελούν από τα πιο γνωστά και αγαπητά αντικείμενα των συλλογών του.
Η παρουσίαση του «A Future for the Past» φιλοξενείται στο Μουσείο Μπενάκη μετά από μια ανάλογη εγκατάσταση στην έκθεση «5VIE Design Week», πέρυσι στο Μιλάνο, που αναφέρθηκε εκτενώς στον διεθνή Τύπο και απέσπασε ειδική μνεία στο Salone Sustainability Award 2023, ενώ έπεται μια συνάντηση-γιορτή με ποικίλες δράσεις και εργαστήρια στην Τήνο.
«Κάποτε άκουγες τα παιδιά να παίζουν με τον μαντρακά στον δρόμο του Πύργου, κάποτε άκουγες το νερό να τρέχει, τις καμπάνες, οι πόρτες των σπιτιών και τα εργαστήρια μαρμαροτεχνίας ήταν ανοιχτά για όλους, σήμερα το μέρος είναι γεμάτο με μαγαζιά και δεν υπάρχει ένδειξη μαρμαροτεχνίας. Κάποτε, τα μαρμαράδικα και οι εκκλησίες ήταν χώροι όπου περνούσαμε μεγάλο μέρος του χρόνου και της εργασίας μας», λέει ένας Τηνιακός γλύπτης.
Στην έκθεση «A Future for the Past» ανοίγει ο διάλογος που αναδεικνύει τη σχέση μεταξύ παλαιού και νέου και ανιχνεύει τρόπους αλληλοσυμπλήρωσης, ώστε να μπορούν τόσο η παραδοσιακή μαρμαροτεχνία όσο και το σύγχρονο design να συμπορευθούν προς το μέλλον.