Τι χαρακτηρίζει ένα πραγματικό κορίτσι του Bauhaus; Είναι σύγχρονη, χαρούμενη και δροσερή, έχει αυτοπεποίθηση, κοντό κούρεμα και ταλέντο στις καλές και εφαρμοσμένες τέχνες.
Ή τουλάχιστον, αυτό είναι σύμφωνα με ένα πρωτοποριακό άρθρο τριών σελίδων, που δημοσιεύθηκε από την εφημερίδα Die Woche τον Ιανουάριο του 1930, σε μια πολιτικά ταραγμένη Γερμανία. Το άρθρο συνοδεύουν φωτογραφίες των χειραφετημένων γυναικών που τράβηξε ο 19χρονος Lutz Feininger.
Η γυναικεία πλευρά της ιστορίας του Bauhaus και η αξιοσημείωτη άνοδος του Bauhausmädel («κορίτσι Bauhaus») διερευνώνται σε βάθος σε ένα νέο βιβλίο από τις εκδόσεις Taschen, που μας συστήνει τις ζωές πολλών γυναικών που διαμόρφωσαν και διέδωσαν τις ιδέες τους αλλά δεν αναγνωρίστηκαν στην εποχή τους.
Παρά την αδιαμφισβήτητη επιρροή που είχε στον κόσμο και τα εγγενώς προοδευτικά ιδανικά της, η σχολή του Bauhaus ήταν συγκλονιστικά αρχαϊκή όσο αφορούσε στις γυναίκες.
Μεταξύ αυτών βρίσκουμε τη Ricarda Schwerin, μια άθεη 18χρονη που πήγε στη σχολή Bauhaus να σπουδάσει φωτογραφία. Διέκοψε τις σπουδές της για λόγους υγείας και όταν ανάρρωσε η σχολή αρνήθηκε να την ξαναδεχτεί.
Βρέθηκε στη Φρανκφούρτη μαζί με τον μελλοντικό της σύζυγο και συμφοιτητή στη σχολή, Heinz Schwerin, ο οποίος επίσης δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τις σπουδές του (η σχολή έδιωξε τους περισσότερους από τους κομμουνιστές σπουδαστές της, την άνοιξη του 1932).
Λίγο μετά τον γάμο τους στην Ουγγαρία το 1935, το ζευγάρι πήγε στην Παλαιστίνη κι εκεί άνοιξαν μαζί ένα εργαστήριο ξύλινων παιχνιδιών. Αργότερα η Schwerin ίδρυσε ένα βρεφοκομείο για τα παιδιά των προσφύγων.
Τότε άρχισε να ασχολείται ξανά και με τη φωτογραφία, την οποία άσκησε μέχρι το θάνατο της το 1999, σε ηλικία 87 ετών.
Η Ricarda Schwerin είναι μόνο μία από τις 87 γυναίκες που φοίτησαν στην πρωτοποριακή σχολή τέχνης και σχεδίου. Καθεμία τους είναι μοναδική, αλλά αντιμετώπισαν παρόμοια εμπόδια λόγω της εποχής: το ναζιστικό καθεστώς τις καταπίεζε, πολλές από αυτές αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν και εξαιτίας του πολέμου πολλές έχασαν τους συζύγους τους.
Ένα ακόμα πολύ γνωστό όνομα είναι αυτό της Marianne Brandt, μιας από τις πρώτες γυναίκες που έγιναν δεκτές στο πρόγραμμα μεταλλοτεχνίας του Bauhaus και της οποίας τα σχέδια συνεχίζουν να παράγονται από την Alessi μέχρι σήμερα.
Το βιβλίο δεν καταπιάνεται με τις «εντελώς προβληματικές σχέσεις των δύο φύλων στην Bauhaus», όπως γράφει ο συγγραφέας Patrick Rössler, «ιδίως όσον αφορά την ισορροπία εξουσίας μεταξύ δασκάλων και μαθητών».
Όπως επισημαίνει στο εισαγωγικό δοκίμιό του, παρά την αδιαμφισβήτητη επιρροή που είχε στον κόσμο και τα εγγενώς προοδευτικά ιδανικά της, η σχολή του Bauhaus ήταν συγκλονιστικά συντηρητική όσο αφορούσε στις γυναίκες.
Το βιβλίο προσπαθεί να διορθώσει αυτό το λάθος και τοποθετεί τις γυναίκες του Bauhaus στη θέση που τους αξίζει, με φωτογραφίες αλλά και βιογραφίες τους.
Δυστυχώς, δεδομένης της διαγραφής αυτών των γυναικών από την ιστορία, δεν υπάρχει πραγματική τεκμηρίωση των έργων τους, μόνο πορτρέτα τους, τα οποία φαίνεται να δίνουν έμφαση στην εξωτερική τους εμφάνιση και όχι στη σημασία της συμβολής τους στην Bauhaus και την κληρονομιά που άφησαν.
Μεταξύ των λίγων έργων είναι μια σειρά γυμνών φωτογραφιών της Lucia Moholy, άσεμνες, φανταστικές και ελεύθερες. Η Moholy τράβηξε επίσης εμβληματικές φωτογραφίες των δασκάλων της σχολής και των νέων κτιρίων της Bauhaus, αλλά τα αρνητικά αποκρύφθηκαν από τον Walter Gropius και της επιστράφηκαν το 1959.
Όπως αναφέρεται και στο άρθρο του Die Woche του 1930: «Το κορίτσι Bauhaus ξέρει τι θέλει και θα το καταφέρει» – δεν έχει σημασία ποιος ή τι προσπαθεί να την εμποδίσει.
Με πληροφορίες από το Wallpaper