Η περίπτωση του τραγικού ποιητή Φρυνίχου, ενός από τους γενάρχες του αρχαίου ελληνικού δράματος, ο οποίος καταδικάστηκε σε πρόστιμο επειδή, από σκηνής, με το έργο του «Μιλήτου Άλωσις» έφερε αντιμέτωπο το αθηναϊκό κοινό με μια πολύ πρόσφατη τότε και ως εκ τούτου αναφομοίωτη και δυσβάστακτη για την ψυχή πολεμική θηριωδία κατά την κατάκτηση της πόλης της Μικράς Ασίας από την Αθήνα είναι ένα πολύ γνωστό παράδειγμα για το πώς η τέχνη θα όφειλε να «τηρεί αποστάσεις ασφαλείας» από την πραγματικότητα, προκειμένου να προσφέρει στον θεατή αυτό που εκείνος ζητά, δηλαδή τη μετουσίωση του τραυματικού, μέσα από κάποιο σχήμα μεταφοράς, σε κάτι που να του είναι ανεκτό και καθησυχαστικό, σε σημείο που να αντλήσει αρκετές δυνάμεις για να το υπερβεί.
Η καινούργια έκθεση στο ίδρυμα ΔΕΣΤΕ διαφεύγει τον κίνδυνο να βρεθεί στη θέση του αρχαίου τραγικού ποιητή, χάρη στο ότι δεν επιδιώκει να μας συμβιβάσει με το σοκ της πανδημίας του κορωνοϊού αλλά με τον αναμενόμενο (και εν πολλοίς, ακόμα θεωρητικό και ανεξερεύνητο) αντίκτυπό της στην καθημερινή ζωή.
Η έκθεση, της οποίας ο κορμός προέρχεται από τη συλλογή Δάκη Ιωάννου, δεν βασίζεται σε έργα της συλλογής του. Ωστόσο, συμμετέχουν σε αυτήν καλλιτέχνες για τους οποίους ο συλλέκτης έχει δείξει ιδιαίτερο και σταθερό ενδιαφέρον, υποστηρίζοντάς τους από την αρχή της καριέρας τους.
Όλα ξεκίνησαν από τέσσερα έργα του Ελβετού καλλιτέχνη Urs Fischer, της περιόδου 2006-2007, τα οποία ανήκουν στη συλλογή Δάκη Ιωάννου και τα οποία τοποθετήθηκαν στον εκθεσιακό χώρο του ιδρύματος ΔΕΣΤΕ.
Ακολούθησε η ανάθεση στον γκαλερίστα Ανδρέα Μελά να εμπνευστεί μια έκθεση με έργα Ελλήνων καλλιτεχνών που θα συνυπάρχουν με αυτά του Fischer.
Φτάνοντας στο ΔΕΣΤΕ, ο επισκέπτης ακολουθεί τη ράμπα με το εκτυφλωτικό κόκκινο χαλί (ένα χαρακτηριστικό στοιχείο της εισόδου στο κτίριο, το οποίο έχει σχεδιαστεί από τον ίδιο τον κ. Ιωάννου) και εισέρχεται στον προθάλαμο του εκθεσιακού χώρου, ο οποίος διαμορφώθηκε σε έργο με τον τίτλο «Ramp Room» από το Σωτήριο Κωτούλα. Εκεί αντιλαμβάνεται αμέσως ότι το σημείο στο οποίο βρίσκεται του υποβάλλει την αίσθηση μιας μάλλον ανεκτής, ακαθόριστης αναστάτωσης, που θα μπορούσε να αποδοθεί στα πολύ έντονα και κορεσμένα χρώματα στους τοίχους, και της σκοτεινιάς του γενικότερα.
Είναι σημαντικό να σταθεί κάποιος στη φωτογραφία του Ανδρέα Εμπειρίκου που εκτίθεται εκεί και η οποία δείχνει έναν από τους δύο μαρμάρινους φαλλούς προς τιμήν του θεού Διονύσου που υπάρχουν στη Δήλο. Η εν λόγω φωτογραφία λειτουργεί ως σύμβολο του Διονύσου και προφανώς των αποθεωμένων απολαυσιακών συμπαραδηλώσεών του στην προ πανδημίας κατάστασή μας.
Με την είσοδο στο πρώτο από τα τρία δωμάτια του εκθεσιακού χώρου το βλέμμα αιχμαλωτίζεται από τα δύο γλυπτά του Urs Fischer που βρίσκονται εκεί, «Τον θάνατο μιας στιγμής», που είναι οι ανεπαίσθητα κινούμενοι τεράστιοι καθρέφτες απέναντί του, και η «Άβυσσος», το ένα από τα τρία αρχιτεκτονικής κλίμακας γλυπτά του που μοιάζουν με σύστημα από εναέριες ρίζες, οι οποίες επιδεικνύουν όλο το σφρίγος της ζωής τους και την αυτοπεποίθηση της δύναμής τους, καθώς κατακτούν τον χώρο και του επιβάλλονται. Για την ακρίβεια, είναι τόσο δυνατή η παρουσία αυτών των έργων, που προσβάλλουν ακόμα και την αντίληψη της ορθογωνιότητας της αίθουσας, με αποτέλεσμα ο επισκέπτης να χρειάζεται κάποια δευτερόλεπτα για να ορίσει καινούργια σημεία αναφοράς της κίνησής του μέσα στον χώρο.
Η ίδια αίσθηση παράγεται και κατά την είσοδο του επισκέπτη στις δύο επόμενες αίθουσες, με τη διαφορά ότι τα έργα του Fischer δεν κόβουν πλέον την ανάσα, παρά λειτουργεί περισσότερο η ευχαρίστηση που γεννά η συναρπαγή του βλέμματος από την κλίμακα και τη μορφή των γλυπτών. Η «οργανική» φόρμα τους, που παραπέμπει με έναν τρόπο και σ’ εκείνη του ανθρώπινου φλεβικού συστήματος, υποβάλλει μια πίστη στη δύναμη και τελικά στην προοπτική νίκης της ζωής, που οφείλεται στον προϊδεασμό κατά την προσέγγιση αυτών των έργων που γεννά η έννοια της «Αντι-δομής», την οποία πραγματεύεται η έκθεση. Για τον λόγο αυτό, απ’ όλα όσα μπορεί να ενεργοποιήσει αυτή η έκθεση στον θεατή, που είναι πολλά και ποικίλα, συχνά και αντίρροπα, υπερισχύει συνήθως μια αίσθηση αγαλλίασης και αισιοδοξίας.
«Η αντιδομή είναι σε κάθε περίπτωση και στο πλαίσιο μιας εξελικτικής διαδικασίας η συνθήκη που επιβάλλει σε κάποιον να βγει από την πεπατημένη του» λέει ο Ανδρέας Μελάς. «Κάθε μεταβατική διαδικασία περιλαμβάνει τρία στάδια. Το πρώτο είναι η αποχώρηση από το προϋπάρχον, η απόσχιση από αυτό επειδή αποσυντίθεται. Μετά, έρχεται το μεσοστάδιο, που είναι εκείνο της αντι-δομής. Και το τελικό στάδιο είναι η εγκατάσταση της νέας τάξης, του νέου κοινωνικού ιστού, μια και πρόκειται για μια έννοια που αναφέρεται στην κοινωνία».
Ο ανθρωπολόγος Victor Turner (1920-1983), που το 1969 εισήγαγε τον όρο «αντιδομή», υποστήριξε επίσης ότι στις μεταβατικές περιόδους, όταν κάτι αποδομείται και προοδευτικά σβήνει, προκαλώντας μια αναπόφευκτη ψυχική και πνευματική ταλάντευση και γεννώντας τα σχετιζόμενα ανάμεικτα συναισθήματα που χαρακτηρίζουν κάθε ρευστή και αβέβαιη κατάσταση, παρά τη δυσάρεστη αίσθηση ότι όλα ρέπουν πια προς τη σύγχυση και την ανομία, συμβαίνει μια αναγέννηση και επανεκκίνηση του πολιτισμού με την είσοδο νέων συμβόλων και προτύπων.
Η έκθεση, της οποίας ο κορμός (δηλαδή τα έργα του Urs Fischer) προέρχεται από τη συλλογή Δάκη Ιωάννου, δεν βασίζεται σε έργα της συλλογής του. Ωστόσο, συμμετέχουν σε αυτήν καλλιτέχνες για τους οποίους ο συλλέκτης έχει δείξει ιδιαίτερο και σταθερό ενδιαφέρον, υποστηρίζοντάς τους από την αρχή της καριέρας τους.
«Χάρη στη στήριξη ενός ιδρύματος όπως το ΔΕΣΤΕ μπόρεσα να προσεγγίσω συλλογές σαν εκείνη της Εθνικής Γλυπτοθήκης και του Ιδρύματος Ωνάση. Επίσης, χωρίς αυτήν τη συνδρομή ίσως να μην μπορούσα να παρουσιάσω την πολύ μικρή προτομή από πηλό του Χαλεπά, που ανήκει στο Γενικό Νοσοκομείο της Κέρκυρας, και στην πραγματικότητα είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται σε κοινό» λέει ο Ανδρέας Μελάς.
Πρόκειται για το μόνο έργο του θρυλικού γλύπτη που επιβίωσε από την περίοδο του εγκλεισμού του στο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Τα περισσότερα εκείνης της περιόδου είτε τα κατέστρεφε ο ίδιος είτε οι περί αυτόν. Ο μύθος λέει ότι το συγκεκριμένο διασώθηκε από έναν φύλακα που θεώρησε ότι έπρεπε να το προστατεύσει και να το διαφυλάξει, επειδή αναγνώρισε ότι είχε ιδιαίτερη αξία.
Πρόκειται για ένα έργο που αποτελεί σημαντικότατο σημείο πύκνωσης της έκθεσης και στέκεται ως σύμβολο της αλήθειας ότι, εν μέσω μιας «διάλυσης» και της φάσης της αντιδομής που έπεται αυτής, ο καθένας μπορεί να περισώσει αυτό το οποίο πιστεύει με βεβαιότητα ότι έχει πραγματική αξία.
Μια μεγάλη δύναμη της έκθεσης είναι η γοητεία που ασκούν στον θεατή τα έργα που έχουν επιλεγεί – η ομορφιά τους. Εκείνα της Διοχάντης, για παράδειγμα, που μοιάζουν να εμφανίζονται και να εξαφανίζονται μαγικά –κατά τη βούλησή τους. Ή τα μαχαίρια του Θανάση Τότσικα – μια έκπληξη για το πώς τα έντονα, φωτεινά και σχεδόν φθορίζοντα χρώματα της ζωγραφικής του που είδαμε πέρσι στην Αθήνα εισβάλλουν σε αυτά, τα οποία ανήκουν σε μια αυτόνομη ενότητα έργων και τους δίνουν μια εντελώς νέα τροπή.
Η μεγάλη επιτυχία της έκθεσης είναι ότι ο θεατής τη νιώθει να του απευθύνεται προσωπικά, επειδή γοητεύεται από την ομορφιά των έργων. Για τον ίδιο λόγο νιώθει αισιοδοξία, συσχετίζοντας όσα βλέπει με την προοδευτική αποδρομή της πανδημίας. «Πιστεύω πολύ στην ομορφιά των πραγμάτων» λέει ο Ανδρέας Μελάς. «Αναγνωρίζω ότι υπάρχει ένα ταμπού σχετικά με το κατά πόσο ασχολούμαστε μαζί της. Αλλά θεωρώ ότι έχω μάθει πάρα πολλά από αυτήν».
Η έκθεση «Anti-Structure / Αντι-Δομή», σε επιμέλεια Ανδρεά Μελά, περιλαμβάνει έργα των Urs Fischer, Διοχάντης, Ανδρέα Εμπειρίκου, Τάκη Ζενέτου, Γιώργου Λάππα, Τώνη Μουσουλίδη, Παντελή Ξαγοράρη, Μαρίνας Ξενοφώντος, Σωτήριου Κωτούλα, Ντόρας Οικονόμου, Αλίκης Παναγιωτοπούλου, Ραλλούς Παναγιώτου, Χριστόδουλου Παναγιώτου, Ναυσικάς Πάστρα, Γεωργίας Σαγρή, Λουκά Σαμαρά, Χριστιάνας Σούλου, Takis, Θανάση Τότσικα, Ίριδας Τουλιάτου, Γιώργου Τουρκοβασίλη και Γιαννούλη Χαλεπά.
Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, Φιλελλήνων 11 & Εμμ. Παππά, Νέα Ιωνία
Μέχρι 27/10/21
Ωράριο: Τετ.-Πέμ. 12:00-20:00
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.