Ο τίτλος «άνδραν πολύτροπον» αποτελεί δάνειο από τον πρώτο στίχο της «Οδύσσειας» και δεν είναι διόλου τυχαίος. Ο Γιάννης Κωστόπουλος (1938-2021) θαύμαζε την ευφυΐα του μυθικού ήρωα του Ομήρου, και ίσως να προσπαθούσε λίγο να τον μιμηθεί στις αναρίθμητες τολμηρές του αποφάσεις, τόσο επαγγελματικά όσο και στη μεγάλη γκάμα των υπόλοιπων ενδιαφερόντων του.
Οι περισσότεροι το όνομά του το γνωρίζουν από την ιδιότητά του ως προέδρου και διευθύνοντα συμβούλου της Alpha Bank, αλλά λιγότεροι ξέρουν ότι υπήρξε μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της μεταπολεμικής Ελλάδας σε πολλά επίπεδα. Εκσυγχρονιστής του τραπεζικού συστήματος, καινοτόμος, με μια σειρά από πρωτοβουλίες που σχετίζονταν κυρίως με τη σχέση του κοινού με τις καθημερινές του συναλλαγές, συγχρόνως βαθύτατα καλλιεργημένος, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην προώθηση του ελληνικού πολιτισμού τόσο μέσα στη χώρα όσο και διεθνώς.
Η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού έχει στόχο να αναδείξει όλες εκείνες τις πτυχές του σημαντικού αυτού πατριώτη, του οποίου η αφοσίωση στον τόπο ξεκινούσε από τη μεγάλη του αγάπη για τη θάλασσα ως πρωταθλητή ιστιοπλοΐας και ταξιδευτή με τα μοναδικά, σχεδιασμένα και από τον ίδιο σκάφη του, και έφτανε έως την εμμονική του μελέτη γύρω από την αρχαία νομισματολογία και την ανάδειξη τόσο του βυζαντινού πολιτισμού, ως συνέχειας του αρχαίου κόσμου, όσο και της σύγχρονης ελληνικής τέχνης.
Ο Γιάννης Κωστόπουλος συνεισέφερε καθοριστικά σε ό,τι έβαζε με το μυαλό του, αποτελώντας έναν «δημιουργό προϋποθέσεων» –ήταν η ψυχή πίσω από σημαντικά ερευνητικά προγράμματα και εκθέσεις διεθνούς κύρους και σημασίας.
Άνθρωπος εσωστρεφής, όπως λένε όσοι τον συναναστράφηκαν, και ταυτόχρονα τρομερά δραστήριος, δίνοντας δυναμικό «παρών» σε μια σειρά συλλογικών πρωτοβουλιών που γεννούσαν τα προσωπικά του ενδιαφέροντα, ηγήθηκε μέσα στα χρόνια πολλών σημαντικών «εθνικών» στόχων. Θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε άτυπα και ως έναν εθνικό μαικήνα, αλλά η μεγάλη του αφοσίωση ξεπερνούσε εκείνη κάποιου που απλώς αποτελεί τον οικονομικό ενισχυτή δημιουργικών οραμάτων.
Ο Γιάννης Κωστόπουλος συνεισέφερε καθοριστικά σε ό,τι έβαζε με το μυαλό του, αποτελώντας έναν «δημιουργό προϋποθέσεων» – ήταν η ψυχή πίσω από σημαντικά ερευνητικά προγράμματα και εκθέσεις διεθνούς κύρους και σημασίας. Και πώς αλλιώς, εφόσον οι εγκυκλοπαιδικές του γνώσεις κάλυπταν ευρύτατη γκάμα, ενώ οι οραματισμοί του απαιτούσαν σοβαρότητα και μεθοδικότητα ώστε να πραγματοποιηθούν.
Τον ενδιέφερε οτιδήποτε αφορούσε νομίσματα, χάρτες, ανασκαφές, τη βυζαντινή αγιογραφία, τη σύγχρονη τέχνη, τη βελτίωση της Αθήνας και τέλος τη ναυσιπλοΐα. Πώς αλλιώς το Ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου θα ήταν σήμερα από τους σημαντικότερους πολιτιστικούς φορείς της χώρας;
Για μια ολόκληρη γενιά οι καινοτομίες της Τράπεζας Πίστεως παλιότερα, μετέπειτα Alpha Bank, από το λογότυπό της που παραπέμπει στον αργυρό στατήρα της Αίγινας (470-440 π.Χ.) μέχρι τις στολές των υπαλλήλων με την υπογραφή του Γιάννη Τσεκλένη, αποτέλεσαν την εικόνα μιας νέας Ελλάδας. Γιατί μπορεί σήμερα να θεωρούνται αυτονόητα, αλλά τη δεκαετία του 1970 αποτελούσαν αξιοσημείωτες πρωτοβουλίες διεθνούς πνοής.
Φυσικά και όλα όσα ακολούθησαν, όπως τα πρώτα ΑΤΜ, οι αναθέσεις των νέων κτιρίων της τράπεζας σε σημαντικούς αρχιτέκτονες και η αξιοζήλευτη συλλογή έργων Ελλήνων καλλιτεχνών, μέρος της οποίας κοσμούσε τα υποκαταστήματα της ανά την Ελλάδα, έδωσαν το στίγμα τους στην αισθητική αναβάθμιση και πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου.
Το Ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου, σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη, θέλοντας να τιμήσει τη μνήμη αυτού του ευπατρίδη, ο οποίος υπήρξε βασικός συνεργάτης του Άγγελου Δεληβορριά και συμμετείχε στο διοικητικό συμβούλιο του μουσείου, παρουσιάζει μια έκθεση μεγάλου και πολλαπλού ενδιαφέροντος, καθώς μέσα από τη ζωή και το έργο του αναδεικνύει όλες τις πτυχές της συμβολής του στον σύγχρονο πολιτισμό.
Ο χώρος μάς υποδέχεται με το έργο του Νικόλαου Γύζη «Ο νέος αιών» του 1899, που κρεμόταν στο γραφείο του Κωστόπουλου, ενώ η έκθεση είναι δομημένη σε πέντε ενότητες, ξεκινώντας από το χρονολόγιο της ζωής του, που συμπληρώνεται από σύντομες βιντεοσκοπημένες συνεντεύξεις συνεργατών του.
Συνεχίζει με το κεφάλαιο «Τραπεζίτης», όπου μέσα από τεκμήρια αποδεικνύεται το πρωτοποριακό του κριτήριο για τη λειτουργία της Alpha Bank, ακολουθεί η ενότητα «Πολιτισμός και κοινωνία», όπου παρατίθενται όλες οι συνεισφορές του στον τομέα του πολιτισμού, από την ενίσχυση αρχαιολογικών ανασκαφών και τις διεθνείς εκθέσεις ανάδειξης του βυζαντινού πολιτισμού (Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης, 1997, και Βασιλική Ακαδημία Τεχνών, Λονδίνο, 2009), τη στήριξη καλλιτεχνών (με αντιπροσωπευτικά έργα καλλιτεχνών όπως οι Τσαρούχης, Τέτσης, Παπαλουκάς, Αντωνάκος κ.ά. από τη συλλογή της τράπεζας) μέχρι μεγάλες κοινωνικές πρωτοβουλίες όπως η χρηματοδότηση βρεφονηπιακού σταθμού στην Καλαμάτα (1994) και η δημιουργία των Φίλων του Εθνικού Κήπου (2005).
Η «Αγάπη για το αρχαίο νόμισμα» (που ξεκίνησε στην εφηβεία του χάρη σε ένα βιβλίο που του χάρισε η αδελφή του) είναι μια ακόμα σημαντική ενότητα, καθώς συγκεντρώνει μια επιλογή νομισμάτων από τη Νομισματική Συλλογή της Alpha Bank (συμπεριλαμβανομένου του σπανιότατου αθηναϊκού αργυρού δεκάδραχμου του 465 π.Χ.), ενώ η ενότητα με την οποία ολοκληρώνεται η έκθεση έχει να κάνει με τη λατρεία του για το υγρό στοιχείο και έχει τίτλο «Ιστιοπλόος».
Φωτογραφίες από ιστιοπλοϊκούς αγώνες, μακέτες ιστιοφόρων στον σχεδιασμό των οποίων συνείσφερε και ο ίδιος (είχε σπουδάσει Μηχανικός Ναυπηγός στη Μεγάλη Βρετανία) και η μουσική υπόκρουση του συνθέτη Θοδωρή Οικονόμου αναδεικνύουν τη σχέση του Γιάννη Κωστόπουλου με την απεραντοσύνη της θάλασσας και την ελευθερία του απόπλου στα ανοιχτά, εκεί που ονειρευόταν και κατάστρωνε τα σχέδιά του για το μέλλον του ελληνικού πολιτισμού.
Να σημειώσουμε ότι ο μουσειακός σχεδιασμός της έκθεσης είναι της Ερατώς Κουτσουδάκη, ενώ ο κατάλογος που τη συνοδεύει ολοκληρώθηκε με την επιμέλεια της Ειρήνης Οράτη και περιλαμβάνει κείμενα της ίδιας και των Πέτρου Θέμελη, Κώστα Κωστή, Πολυξένης Αδάμ-Βελένη, Δήμητρας Τσαγκάρη, Μαρίας Βασιλάκη, Κατερίνας Κοσκινά, Έκτορα Βερύκιου και της κόρης του, Δάφνης Κωστοπούλου.