Ο τίτλος της έκθεσης του Paul Chan είναι «Odyssseus and the bathers» («Ο Οδυσσέας και οι λουόμενοι» θα ήταν η απλή και ήπια απόδοσή του στα ελληνικά, χωρίς υπαινιγμούς για το ποιοι είναι οι λουόμενοι). Την επιμελήθηκε ο Bρετανός Sam Thorne που είναι ο διευθυντής του μουσείου Σύγχρονης Τέχνης του Νότιγχαμ (Nottingham Contemporary). Πρόκειται για μια παραγωγή του oργανισμού ΝΕΟΝ και εγκαινιάζεται την Πέμπτη 5 Ιουλίου στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης.
Οι φήμες διέδιδαν εξαρχής ότι θα είναι μια «πολυδιάστατη» έκθεση. Από τις πρώτες εντυπώσεις όμως προκύπτει ότι είναι κάτι παραπάνω από αυτό: είναι μια έκθεση «πολυμήχανη και πολύτροπη» που γοητεύει τον θεατή κι εκείνος ανταποκρίνεται μπαίνοντας ήρεμα και απαλά στο σύμπαν της, με πρόθεση να το εξερευνήσει.
Η τέχνη οφείλει να παρέχει έναν χώρο όπου ο θεατής θα μπορέσει να αναστοχαστεί πάνω στις πραγματικότητες που τον κυκλώνουν και είναι κυρίως αντιφατικές και τον ταράζουν. Ο χώρος αυτός είναι απαραίτητος, επειδή οι αντιφάσεις γίνονται τρομακτικές όταν απαιτούν από εμάς απαντήσεις που δεν είμαστε σε θέση να δώσουμε.
Ο Paul Chan γεννήθηκε στο Χονγκ Κονγκ το 1973, αλλά μεγάλωσε στην Αϊόβα και στη Nεμπράσκα των ΗΠΑ, ενώ σήμερα ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη. Πέρα από το εικαστικό έργο του, ασχολείται ιδιοσυγκρασιακά με τις εκδόσεις μέσω του δικού του ανεξάρτητου εκδοτικού οίκου που ονομάζεται Badlands Unlimited.
Ο Chan είναι γνώριμος στο αθηναϊκό κοινό χάρη στην έκθεσή του πριν από 3 χρόνια στο Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ αλλά και λόγω της συμμετοχής του με ένα πολύ σημαντικό έργο του στην έκθεση «Η υπέρβαση της Άβυσσος» που διοργάνωσε ο οργανισμός ΝΕΟΝ το 2015 στο Ρέθυμνο. Η έκθεση αυτή στη συνέχεια ταξίδεψε στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα.
— Κάποιος που θυμάται καλά εκείνο το έργο σας ίσως να μην μπορέσει να το συνδέσει με την τωρινή δουλειά σας. Θα συμφωνούσατε με αυτή την παρατήρηση;
Ναι. Το έργο εκείνο έχει τίτλο «My birds» («Τα πουλιά μου») και είναι του 2006. Μου αρέσει και το αγαπώ, όμως οι καιροί άλλαξαν και μαζί τους κι εγώ. Νιώθω πλέον ότι δεν μπορώ να κάνω έργα που θα παίζονται σε οθόνη ‒ εννοώ κάθε είδους οθόνη, επειδή μας πνίγουν πια οι οθόνες. Και το λέω εγώ αυτό, που έχω περάσει το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας μου φτιάχνοντας τέτοια έργα, επειδή μου άρεσε και μου αρέσει ό,τι περιέχουν κίνηση ‒ την οποία εγώ αντιλαμβάνομαι ως χορογραφία. Η πρόκληση για μένα, λοιπόν, ήταν το πώς θα κάνω έργα με κινούμενη εικόνα, χωρίς να χρειάζεται να προβάλλονται σε οθόνη. Μου πήρε τέσσερα χρόνια μέχρι να το βρω.
Αυτά τα αναφέρω για να φανεί ότι υπάρχει ένα θεμελιώδες στοιχείο για τον συσχετισμό των τωρινών έργων μου με τα παλιότερα και αυτό είναι η κίνηση. Για μένα όλη η σημασία περιέχεται στην κίνηση, όσο κι αν οι μορφές μεταβάλλονται στη δουλειά μου, επειδή η κίνηση κάνει κάτι να αποκτά ζωή.
Sam Thorne: Εγώ θα συμπλήρωνα ότι στα έργα του Paul η κίνηση είναι ο μίτος που μας οδηγεί στα θέματα που τον απασχολούν. Αυτά έχουν να κάνουν με τον άνθρωπο αλλά και με το να φέρει τον κόσμο ενώπιον ενός συγκείμενου ή περισσότερων συγκείμενων που είναι νέα και απροσδόκητα. Ο συσχετισμός, λοιπόν, της παλιότερης με την τωρινή δουλειά του θα συνοψιζόταν στη φράση «νέες φόρμες - ίδιες σκέψεις και ίδια πιστεύω».
— Τα γλυπτά σας σίγουρα κινούνται, αλλά συγχρόνως δημιουργούν την αίσθηση ότι θέλουν να μένουν προσκολλημένα στο έδαφος. Για ποιον λόγο συμβαίνει αυτό;
Καλή ερώτηση! Ξέρετε, είναι πολλοί και διαφορετικοί οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνουν τα πράγματα και κάνουν τα έργα να είναι όπως είναι. Για παράδειγμα, μου είπαν ότι ένα από τα γλυπτά θυμίζει τους πενθούντες ή, αν κατάλαβα σωστά, τις μοιρολογίστρες στην Ελλάδα. Δεν μπορώ να διαφωνήσω, αλλά συγχρόνως εγώ δεν έχω κάποια εικόνα για να κάνω τη σχετική ταύτιση. Για μένα εκφράζει το δικό μου άγχος κατά τις κρίσεις άσθματος. Η κίνηση που έχω δώσει στο γλυπτό θεωρώ ότι θυμίζει την κίνηση του δικού μου σώματος σε τέτοιες στιγμές.
— Πιστεύετε ότι στα έργα σας εστιάζετε στη σκιά του θανάτου όπως αυτή διακρίνεται ξαφνικά και φευγαλέα μέσα στην καθημερινότητα;
Ακούγεται σωστό και έξυπνο αυτό που λέτε, αλλά μη μου ζητάτε να σας το επιβεβαιώσω. Για μένα η εξήγηση είναι πιο απλή: χρειάζομαι γυαλιά για να βλέπω καλά, αλλά δεν τα φορώ ποτέ. Εσάς, που είστε τώρα κοντά μου, σας βλέπω καλά, δεν μπορώ όμως να διακρίνω κάποιον σε απόσταση δέκα μέτρων.
Αυτό το πρόβλημα (που το είχα πάντα επειδή από μικρός είχα αρχίσει να μη φορώ τα γυαλιά μου) με έχει κάνει να ξεχωρίζω τους ανθρώπους από τον τρόπο που κινείται η θολή σιλουέτα τους γύρω μου. Δεν μου είναι αναγκαίο να βλέπω το πρόσωπο κάποιου για να τον αναγνωρίσω, μου αρκεί η κίνησή του, αυτή είναι για μένα η υπογραφή του. Στα γλυπτά μου, λοιπόν, η κίνηση είναι αυτή που καθορίζει τι ακριβώς είναι και πού θέλουν να οδηγήσουν το συναίσθημα και τη σκέψη.
Sam Thorne: Δεν λείπουν, βέβαια, και οι αναφορές στην Ιστορία της Τέχνης. Για μένα τα γλυπτά σε αυτήν την έκθεση, που κινούνται καθώς γεμίζουν με τον αέρα, είναι αναφορές στους Μαύρους Πίνακες του Φρανθίσκο Γκόγια.
— Βλέπουμε, όμως, και έργα που μας παραπέμπουν διαμιάς σε ζοφερές και γνώριμες εικόνες από τα δελτία ειδήσεων. Όπως είναι τα παπούτσια έτσι ακατάστατα, πεταμένα σαν να τα έχει ξεβράσει η θάλασσα. Είναι δύσκολο, βλέποντάς τα, να μη σκεφτεί κάποιος την προσφυγική τραγωδία.
Ο τίτλος της έκθεσης περιέχει την έννοια «λουόμενοι» και το θέμα αυτό έχει τεράστια παράδοση στην Ιστορία της Τέχνης. Η εικόνα που υπερισχύει όμως σήμερα όταν σκεφτόμαστε «λουόμενους» είναι σαφώς πιο σκοτεινή. Δεν νομίζω, βέβαια, ότι δίνω κάποια λύση με τα έργα μου ούτε ότι υποβάλλω την ιδέα πως θα μπορούσε να υπάρξει κάποια εύκολη λύση στο προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα.
Όμως η τέχνη οφείλει να παρέχει έναν χώρο όπου ο θεατής θα μπορέσει να αναστοχαστεί πάνω στις πραγματικότητες που τον κυκλώνουν και είναι κυρίως αντιφατικές και τον ταράζουν. Ο χώρος αυτός είναι απαραίτητος, επειδή οι αντιφάσεις γίνονται τρομακτικές όταν απαιτούν από εμάς απαντήσεις που δεν είμαστε σε θέση να δώσουμε. Το να μην αποκρινόμαστε σε τέτοια ζητήματα δεν τα απομακρύνει από μας. Αντιθέτως, μοιάζουν να γίνονται όλο και πιο απαιτητικά. Ο χώρος εδώ, λοιπόν, επιτρέπει τον αναστοχασμό, αφαιρώντας την αίσθηση κινδύνου από αυτές τις αντιφάσεις.
— Αν ο νους κάποιου είναι διαρκώς κατειλημμένος από το παρελθόν του, πώς θα μπορέσει να προχωρήσει μπροστά;
Η ερώτηση αυτή είναι από εκείνες που θα περιέγραφα ως ερωτήσεις-σκιάχτρα. Κι αυτό επειδή μέσα στην ίδια την ερώτηση περιέχεται η βεβαιότητα ότι το παρελθόν είναι κάτι που σίγουρα βρίσκεται πίσω μας στον χρόνο όπως και επειδή η ερώτηση υποβάλλει αυτήν τη βεβαιότητα στην απάντηση που περιμένει.
Όμως το παρελθόν δεν είναι παρελθόν. Είναι κάτι που φέρουμε μέσα μας και αναδύεται στην επιφάνειά μας όποτε το χρειαζόμαστε. Επιπλέον, δεν πιστεύω ότι υπάρχει μέλλον, αν δεν ζει το παρόν με το παρελθόν που έχουμε μέσα μας. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα αισθητό κάθε φορά που ξεκινά η περιπέτεια της ζωής, η οποία σχετίζεται με την επιθυμία και την επιδίωξη της επιστροφής σε αυτό που θεωρούμε σπίτι. Με την επιστροφή που στην πορεία της συναντιέσαι με το καλό και το κακό.
— Αυτό που λέτε ακούγεται πολύ ομηρικό! Σήμερα όμως ο κόσμος δεν μοιάζει έτοιμος να διεκδικήσει και το καλό και το κακό που είναι η αλήθεια της ζωής. Θέλει να του συμβαίνουν μόνο καλά πράγματα.
Ως προς αυτό, τι να σας πω; Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να κατακρίνω τους ανθρώπους επειδή επιθυμούν μόνο το καλό για τον εαυτό τους. Το άσχημο όμως είναι να επιδιώκεις το καλό για τον εαυτό σου και επειδή το κάνεις, να προκαλείς ταυτόχρονα κακό σε άλλους.
Ιnfo:
Paul Chan – «Odysseus and the Bathers»
Διοργάνωση: Οργανισμός ΝΕΟΝ.
Επιμέλεια έκθεσης: Sam Thorne. Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Νεοφύτου Δούκα 4, 210 7228321-3).
5/7-14/10.
Εγκαίνια: 5/7, 19:00. Ώρες λειτουργίας: Δευ., Τετ., Παρ., Σάβ. 10:00-17:00, Πέμ. 10:00-20:00, Κυρ. 11:00-17:00, Τρ. κλειστά
σχόλια