Ο ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΣ (ή υπερρεαλισμός), το καλλιτεχνικό κίνημα που μας έδωσε μεταξύ άλλων ασώματους βολβούς των ματιών, ρολόγια που λιώνουν και ζώα με αταίριαστα μέλη, γεννήθηκε το 1924, όταν ο Γάλλος ποιητής Αντρέ Μπρετόν δημοσίευσε μια πραγματεία που κατακεραύνωνε την τρέχουσα τότε τάση του ρεαλισμού και του ορθολογισμού.
Αντ' αυτού ο Μπρετόν υποστήριξε την υιοθέτηση της «παντοδυναμίας των ονείρων» και την εξερεύνηση του ασυνείδητου και ό,τι «θαυμαστού» υπάρχει στη ζωή, πιστεύοντας ότι η τέχνη που μπορούσε να φτάσει πέρα από τη λογική, μπορούσε επίσης να απελευθερώσει την ανθρωπότητα.
«Η λέξη "ελευθερία" είναι η μόνη που με εξιτάρει ακόμα», έγραφε ο Μπρετόν στο «Μανιφέστο του Σουρεαλισμού». Ήταν μια λογοτεχνική ιδέα που έγινε καλλιτεχνικό κίνημα και έφερε επανάσταση σε όλες σχεδόν τις μορφές πολιτιστικής παραγωγής. Είναι πλέον κοινός τόπος να αποκαλούμε σχεδόν κάθε παράξενη εμπειρία «σουρεαλιστική».
«Ο σουρεαλισμός είναι εγγενώς πολιτικός. Ξεκίνησε ως κίνημα διαμαρτυρίας και ως ένας τρόπος για να αντιμετωπιστεί ο φασισμός και ο αυταρχισμός, γι' αυτό και μπορεί να είναι ακόμη και σήμερα ένα πολύ ισχυρό πολιτικό όπλο. Θα είναι πάντα επίκαιρος».
Έναν αιώνα αργότερα, τι έχει να μας προσφέρει ο σουρεαλισμός; Έχουν να πουν κάτι για τη σύγχρονη ζωή τα φιλοσοφικά και πολιτικά επιχειρήματά του; Ακούμε ακόμα, έστω και με τον πιο αμυδρό τρόπο, την εντολή του σουρεαλισμού, «μεταμόρφωσε τον κόσμο, άλλαξε τη ζωή»; Διευθυντές μουσείων, επιμελητές και ιστορικοί τέχνης σε όλο τον κόσμο θα προσπαθήσουν να απαντήσουν σε τέτοια ερωτήματα μέσω των διάφορων εκθέσεων και εκδηλώσεων που θα υπάρχουν παντού, ταυτόχρονα, φέτος, από το Παρίσι ως το Τέξας και από το Μόναχο ως τη Σαγκάη.
Γιορτάζοντας την εκατονταετηρίδα, οι διοργανωτές διεκδικούν τον σουρεαλισμό για το σήμερα: Κάποιοι αναδεικνύουν τις συχνά ξεχασμένες γυναίκες εκπροσώπους του, άλλοι τον συνδέουν με άλλα κινήματα και άλλες περιόδους της τέχνης όπως ο γερμανικός ρομαντισμός ή η πρώιμη φλαμανδική τέχνη και άλλοι εστιάζουν στην επίδραση του σουρεαλισμού στη φωτογραφία και τον κινηματογράφο.
Το κίνημα του υπερρεαλισμού γεννήθηκε στην Ευρώπη μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά από μια μεγάλη πανδημία, υιοθετώντας τις θεωρίες του Φρόιντ για το ασυνείδητο, απορρίπτοντας τον αυταρχισμό και την αποικιοκρατία και, στην αρχή τουλάχιστον, υποστηρίζοντας τον κομμουνισμό, αν και πολλοί ακόλουθοι του κινήματος θα τον απέρριπταν αργότερα. Παρότι ο κύκλος του Μπρετόν είχε την έδρα του κυρίως στο Παρίσι, πολλοί επιφανείς εκπρόσωποι του σουρεαλισμού ήταν διασκορπισμένοι διεθνώς: Ο Νταλί και ο Μιρό ήταν Ισπανοί, ο ντε Κίρικο ήταν Ιταλός, ο Μαγκρίτ ήταν Βέλγος, η Λεονόρα Κάρινγκτον ήταν Βρετανίδα και η Φρίντα Κάλο Μεξικανή.
Η αντίληψη σύμφωνα με την οποία η τέχνη οφείλει να είναι ιδεολογική παρά αναπαραστατική είναι κεντρική στο πνεύμα του σουρεαλισμού, λέει ο Mark Polizzotti, του οποίου το βιβλίο Why Surrealism Matters κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο: «Ο σουρεαλισμός είναι ένας τρόπος σκέψης που αμφισβητεί διαρκώς τα υπάρχοντα παραδείγματα και αναζητά νέες μορφές για να διατηρήσει τη συναισθηματική του ένταση. Βρισκόμαστε σήμερα σε έναν κόσμο που δεν διαφέρει πολύ από τον κόσμο στον οποίο αναδύθηκε. Βγήκαμε από μια πανδημία, υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με την εργασιακή μεταρρύθμιση, την αντι-αποικιοκρατία και τη λειτουργία της τέχνης».
Ο Polizzotti πιστεύει ότι ο υπερρεαλισμός συνέχισε να επεκτείνεται και σε άλλες μορφές τέχνης, όπως το Θέατρο του Παραλόγου ή τα σκετς του βρετανικού κωμικού θιάσου των Monty Python. Σουρεαλιστικές τάσεις εμφανίζονται επίσης στον κινηματογραφικό κόσμο του Ντέιβιντ Λιντς, του οποίου οι ταινίες βουτούν βαθιά στις σκοτεινές ψυχοσεξουαλικές επιθυμίες που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια ενός φαινομενικά ατάραχου κόσμου.
«Ο σουρεαλισμός ήταν, από τις απαρχές του ακόμα, μια πολλαπλότητα με ευέλικτες και προσαρμόσιμες αρχές λέει η Patricia Allmer, καθηγήτρια ιστορίας της τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. «Είναι ένα κίνημα πλούσιο όσο και εύπλαστο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί από διαφορετικούς καλλιτέχνες σε διαφορετικά πλαίσια. Είναι αυτή η μετασχηματιστική φύση του που συνεχίζει να τον καθιστά επίκαιρο. Ο σουρεαλισμός είναι εγγενώς πολιτικός. Ξεκίνησε ως κίνημα διαμαρτυρίας και ως ένας τρόπος για να αντιμετωπιστεί ο φασισμός και ο αυταρχισμός, γι' αυτό και μπορεί να είναι ακόμη και σήμερα ένα πολύ ισχυρό πολιτικό όπλο. Θα είναι πάντα επίκαιρος. Θα έλεγα ότι εξακολουθεί να είναι ένα κίνημα του μέλλοντος».
Με στοιχεία από The New York Times