ΣΤΟ ΑΤΕΛΙΕ ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΖΑΝΝΗ τα καλοκαιρινά τοπία από τις Μαρίκες, μια παραλία στην ανατολική Αττική, που βλέπουμε γύρω μας μοιάζουν με εισβολή δροσιάς μέσα στο καμίνι της Αθήνας.
Οι τοπιογραφικές αυτές συνθέσεις είναι βασισμένες σε γνώριμους τόπους που επισκέπτεται. Ο κ. Ζαννής φιλοτεχνεί τα έργο του στη φύση, «στο γόνατο», όπως λέει, ζωγραφίζει παντού, όπου βρεθεί, στον Εθνικό Κήπο, στο πάρκο Ελευθερίας, στον Λυκαβηττό, σε παραλίες.
Μέσα στην πανδαισία των χρωμάτων που διαμορφώνονται από το εφήμερο φως και τις αποδίδει δεξιοτεχνικά με αναπαραστατική σαφήνεια, ακολουθώντας τον ρυθμό της φύσης, ξεπροβάλλουν οι ανθρώπινες φιγούρες σε δραστηριότητα συνδεδεμένη με τον τόπο στον οποίο απεικονίζονται.
«Παίρνω ανάμεσα σε δυο σημεία το κενό πληροφοριών. Παίρνω τη ραψωδία α της "Οδύσσειας", όπου ο Τηλέμαχος είναι γύρω στα είκοσι, και φτάνω στη χρονική στιγμή όταν ήταν βρέφος».
Στο ατελιέ του υπάρχει και μια ολόκληρη βιβλιοθήκη με τα ομηρικά έπη και ένα μεγάλο μέρος του έργου του σήμερα συνδέεται με την «Οδύσσεια». Η σειρά «Τα παιχνίδια του Τηλέμαχου», ένα σύνολο 9 έργων που, όπως λέει, «είναι εισαγωγή στις ενότητες πάνω στις οποίες έχω εργαστεί σε σχέση με την "Οδύσσεια"», συνιστά μια προσωπική και πρωτογενή σύλληψη που δεν στηρίζεται σε αρχαίο κείμενο, ούτε σε οποιαδήποτε άλλη παραφιλολογία σχετική με τον επικό κύκλο, καθώς δεν υπάρχει κανένα άλλο στοιχείο για τη ζωή του Τηλέμαχου από τη βρεφική του ηλικία μέχρι την ενηλικίωσή του. Και δεν είναι τίποτε άλλο από μια ευρηματική σύλληψη που συνδέει πραγματικότητες, από τα Τρωικά και τα της «Οδύσσειας», με την προσμονή του μικρού για την επιστροφή του πατέρα του, μετατρέποντας τις πραγματικότητες αυτές σε παιχνίδια στον μικρόκοσμό του. Ο κύκλος κλείνει με το έργο «Φως θερμό! Φως ψυχρό!» που αναφέρεται στους στίχους της ραψωδίας π και δίνει μορφή στις λίγες στιγμές πριν από την αναγνώριση πατέρα και γιου.
Όπως ο Πλούταρχος για να κάνει ένα ολόκληρο σχόλιο για τους ανθρώπους έγραψε τον «Γρύλλο», που σχετίζεται με τα ομηρικά έπη, όταν ένας από τους μνηστήρες που μεταμορφώθηκε σε γουρούνι δεν θέλησε ξαναγίνει άνθρωπος και κατηγορεί όλη την ανθρώπινη φύση και υπόσταση, ένα κομμάτι της παραφιλολογίας στις παρυφές των ομηρικών που εξελίσσεται μέχρι και σήμερα, ο Στέφανος Ζαννής κάνει κάτι ανάλογο.
«Κάνω κι εγώ κάτι από αυτό, αλλά εντελώς πρωτογενές», λέει. «Παίρνω ανάμεσα σε δυο σημεία το κενό πληροφοριών. Παίρνω τη ραψωδία α της "Οδύσσειας", όπου ο Τηλέμαχος είναι γύρω στα είκοσι, και φτάνω στη χρονική στιγμή όταν ήταν βρέφος, που έχουμε την πληροφορία ότι τον έβαλε ο Παλαμήδης μπροστά στα ζώα για να αποδειχθεί ότι ο Οδυσσέας δεν ήταν τρελός, αφού τον έσωσε, και έτσι παίρνει μέρος στον πόλεμο. Ανάμεσα σε αυτό το κενό παίζω με την έννοια του παιχνιδιού που θεωρείται σοβαρή δραστηριότητα ενός παιδιού και με βασικό θέμα την αναζήτηση ενός πατέρα που δεν γνώρισε ποτέ και την ενηλικίωσή του παράλληλα.
Ο Τηλέμαχος δέχεται πληροφορίες από τον κόσμο του πατέρα του τις οποίες μεταποιεί στον δικό του μικρόκοσμο. Κι έτσι τα παιχνίδια έχουν σχέση με αυτά που συμβαίνουν στον πραγματικό κόσμο του πατέρα του αλλά με τον τρόπο του μικρού. Από τα δέκα έργα, η πρώτη τριάδα της ενότητας αυτής σχετίζεται με την "Ιλιάδα" και η επόμενη σχετίζεται με τους "Απολόγους", με όλη αυτή την περίοδο που ο Οδυσσέας θεωρείται χαμένος, εξαφανισμένος. Εκεί παίζω όχι με το στοιχείο της πληροφορίας αλλά με ένα νήμα, μια διασύνδεση εσωτερική, μια διαισθητική σχέση».
Ο Στέφανος Ζαννής γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία. Η οικογένεια της μητέρας του έχει ποντιακή καταγωγή, από τη Σαμσούντα. Η οικογένεια της γιαγιάς του πέρασε από δυο προσφυγιές πριν φτάσει στην Αθήνα. Η γιαγιά του αφηγούνταν στα εγγόνια της τις ιστορίες που έλεγε ο δάσκαλός της για τον Οδυσσέα όταν ήταν μικρή. Αυτό εντυπώθηκε βαθιά μέσα του και το συνάντησε ξανά όταν διάβασε τη ραψωδία ε στην έκδοση του οίκου Στιγμή, σε μετάφραση Δ. Μαρωνίτη με την εικαστική συνεργασία του Κ. Τσόκλη.
Αυτή η συνεργασία με το εικαστικό σχόλιο τον κέντρισε και το έναυσμα ήταν η πρόταση του Θ. Εξαρχόπουλου, καθηγητή της ΑΣΚΤ, να εργαστεί σε κάποιο θέμα για την έκδοση ενός βιβλίου. Από το 1992 έως το 1995 το αδιόρατο υλικό, δημιουργημένο από ακούσματα και αφηγήσεις των παιδικών του χρόνων και από τις επισκέψεις αργότερα σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους ανά την Ελλάδα, άρχισε να παίρνει μορφή σχεδίων σύμφωνα με το εικαστικό του όραμα.
Αργότερα διαμορφώθηκαν ως εικόνες και μέσα από μελέτες φιλοτεχνήθηκαν προσχέδια, σχέδια, ζωγραφιές, χαρακτικά και στη συνέχεια «έμεινε μια θεματική παρακαταθήκη σχεδίων και μια ενεργητικότητα μέσα μου που θα έβρισκε διέξοδο σε άλλους δρόμους. Με ό,τι και αν ασχολήθηκα περαιτέρω, σχετιζόταν με τη διαστελλόμενη ανάγνωσή μου της "Οδύσσειας". Γι' αυτό και ό,τι έργο ζωγραφικής δούλεψα μετά, χωρίς πουθενά να το αναφέρω ότι σχετίζεται με τη θεματική, μπορώ και σήμερα να το εντάσσω σε αυτήν», λέει.
Ένα παιδί παίζει με το αλογάκι του στην παραλία ή φτιάχνει ένα κάστρο από άμμο, κουβαλάει νερό με το κουβαδάκι του, φυσάει το καραβάκι. Η περιφορά γύρω από τον εαυτό σου δεν είναι κάτι παράξενο, ούτε τα σκαλίσματα στην άμμο κάτι απρόσμενο σε μια παραλία. Νιώθεις τη συμμετοχή των ανθρώπων σε παρόμοιες δραστηριότητες κι ας απέχουν οι ζωές μας πολύ μέσα στον χρόνο. «Δεν υπήρχε περίπτωση να καταπιαστώ με αυτήν τη θεματολογία, αν δεν πίστευα ότι αφορά σε πολλά επίπεδα προσέγγισης και τον σημερινό άνθρωπο. Είναι μεν μια φαντασιακή σύλληψη, νήματα όμως διασυνδέσεων και παραλληλίες με γεγονότα που αναφέρονται στην ποίηση της "Ιλιάδας" και της "Οδύσσειας" έρχονται να καταστήσουν έγκυρη, για εμένα, τη σύλληψη αυτή, τη συνάρτηση δηλαδή της περιπετειώδους και γεμάτης κινδύνους ζωής του πατέρα και της παιγνιώδους δραστηριότητας του γιου», λέει ο κ. Ζαννής.
Ο παιδικός τρόπος του Τηλέμαχου μετέτρεπε τα ακούσματα σε χειροπιαστή πραγματικότητα μέσα στον μικρόκοσμό του. Υπάρχει και η εσωτερική σύνδεση που κρέμεται στον αέρα, όπως υπονοεί ο ζωγράφος, που δεν έχει τίποτα το βέβαιο και παραπέμπει σε θετικά ή αρνητικά σημεία στην εξέλιξη της πορείας του Οδυσσέα.
Έργα που παραπέμπουν στη βάσιμη πληροφόρηση είναι τα «Δούρειος Ίππος», «Ο στόλος μακριά», «Εμπλουτίζοντας τα νερά του ποταμού Σκαμάνδρου» και «Σκαλίσματα στην άμμο για μια ωραία Ελένη», ενώ αυτά που παραπέμπουν σε μια διαισθητική σύνδεση γιου και πατέρα είναι τα «Η σωτήρια σφαίρα», «Η κόρη που αμάρτησε» και «Φυσήματα στον μικρόκοσμο». Τέλος, τα προς την ενηλικίωση είναι τα «Ο Τηλέμαχος σε παραλλαγή» και «Ο διαβήτης», θέματα που αυτονομούνται ψυχολογικά από τη σύνδεση του παρελθόντος, παρότι το φέρουν. Στέκει ο Τηλέμαχος σε μια πιο προσωπική δράση, ωριμάζοντας για κάτι που έρχεται και θα φανεί στη ραψωδία α της «Οδύσσειας». Ο «Τηλέμαχος σε παραλλαγή» στέκει ως ένα πραγματιστικό/μαχητικό σχόλιο καλυτέρευσης της ενταύθα διαβίωσης, ενώ ο «Διαβήτης στα κέντρα του» ως ένα πιο ψυχολογικό, με τάση προς πνευματική αναβάθμιση, σχόλιο.
«Είμαι της άποψης ότι και αν στηρίζεται αυτός ο παλαιός κόσμος σε άλλες κοινωνικές δομές, πάραυτα μάς αφορά ό,τι θίγεται στο παλαιό αυτό ποίημα/κατάθεση για το νόημα της ζωής του ανθρώπου. Ότι βρίσκεται δηλαδή ο πρωταγωνιστής μπλεγμένος σε δίχτυα καταστάσεων, μέτοχος πολυδαίδαλων προβλημάτων που γεννά η ασυνειδησία, που με τον καιρό, και αφότου συνειδητοποιούνται, παίρνουν πιο θετικές κατευθύνσεις, αν επιλέξεις με όλο σου το είναι τον στόχο της καταλλαγής και της ειρήνης της πάντα νουν υπερεχούσης, βαστώντας τα φορτία που σου ορίστηκαν», λέει ο Στέφανος Ζαννής.