Το χωροταξικό προφίλ της μεγάλης αυτής έκθεσης σχηματίζει πολεοδομικά μια εγκάρσια τομή σε δύο από τις τρεις βασικότερες οδικές αρτηρίες της Αθήνας, τη Σταδίου και την Πανεπιστημίου. Κι όσοι τυχαίνει να κυκλοφορούν το βράδυ στο κέντρο σίγουρα θα έχουν παρατηρήσει ήδη ότι η «τομή» αυτή σηματοδοτείται από «τομές φωτός» που έχουν τοποθετηθεί εξωτερικά στους εκθεσιακούς χώρους, δημιουργώντας ένα εντυπωσιακό εφέ που λειτουργεί ως σύμβολο των τομών στον ιστορικό χρόνο και στην πόλη, τις οποίες η Μπιενάλε αυτή φιλοδοξεί να της αναγνωριστεί ότι ήταν ικανή να επιφέρει.
Η ECLIPSE (ΕΚΛΕΙΨΗ) σε συνεπιμέλεια των Omsk Social Club και του Larry Ossei-Mensah, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Poka-Yio και σε συνεργασία με το Onassis Culture, απλώνεται σε 15.000 τ.μ. κτιριακών εγκαταστάσεων και ανοικτών χώρων, κάτι που την καθιστά τεραστίων διαστάσεων (και τη δεύτερη μεγαλύτερη, με κριτήριο το εμβαδό που καταλαμβάνει, μετά τη διοργάνωσή της με τον τίτλο «Heaven» το 2009).
Καταλαμβάνει τρία κτίρια και μια πλατεία: α) το κτίριο στη συμβολή της Σταδίου με την οδό Γεωργίου Σταύρου, στο οποίο στεγαζόταν το πολυκατάστημα «Fokas», β) τα περιβόητα δικαστήρια της οδού Σανταρόζα, ένα από τα παλαιότερα κτίρια της Αθήνας, που κτίστηκε το 1836 για να στεγάσει το πρώτο βασιλικό (και αργότερα εθνικό) τυπογραφείο, προτού μετασκευαστεί το 1906 σε κτίριο δικαστηρίων, καθώς και την πλατεία Δικαιοσύνης, εμπρός από την κεντρική του είσοδο και γ) το κτίριο Σλήμαν-Μελά, το οποίο εκτείνεται από τη συμβολή της Πανεπιστημίου με τη Χαρ. Τρικούπη σχεδόν μέχρι το Rex – ένα κτίριο γιγαντιαίων μάλλον διαστάσεων που σχεδίασε ο Ερνστ Τσίλερ για την οικογένεια Σλήμαν, με σκοπό να στεγάσει όλους τους απογόνους της και το οποίο χρησιμοποιήθηκε τελικά κυρίως ως κτίριο γραφείων.
Σήμερα είναι πολύ ξεκάθαρο και έντονο το συναίσθημα ότι βαδίζουμε προς μια εποχή πολύ πιο δεισιδαίμονα, στην οποία αναδύονται ολοένα και περισσότερο ο μυστικισμός και η “αθωότητα”, υπό την έννοια του να αφήνεσαι στον ηγέτη που θα σε οδηγήσει στην οδό της σωτηρίας.
Είναι πολύ σημαντικό να τονιστεί ότι και τα τρία αυτά κτίρια ανήκουν στην κατηγορία των «φαντασμάτων» του πολεοδομικού ιστού, με βάση το πόσο πολύ καιρό έχουν παραμείνει κλειστά μέχρι τώρα, που ανοίγουν για την Μπιενάλε.
Στο κτίριο του πολυκαταστήματος «Fokas» έχει ανατεθεί ο ρόλος του κύριου εκθεσιακού χώρου. Είναι ένα νεοκλασικό από το οποίο κρατήθηκε μόνο η πρόσοψη και εσωτερικά μετατράπηκε σε ένα κοινό πολυκατάστημα, το οποίο εξέφραζε όλο το ελληνικό όνειρο που έπλαθαν οι Ολυμπιακοί του 2004 με την όρεξη για μόδα, πλουτισμό, μανιακό καταναλωτισμό και, τελικά, με το πλήρες φαλιμέντο του την περίοδο της κρίσης.
Έχει έξι ορόφους και με το ισόγειο και το υπόγειο η έκθεση απλώνεται σε οκτώ επίπεδα. Ο επισκέπτης μπορεί να τη δει ξεκινώντας από τα ψηλά και κατεβαίνοντας ή αντιστρόφως. «Και στις δύο περιπτώσεις θα διαβάσει την ίδια ιστορία, η οποία διαχωρίζεται σε κεφάλαια ανά επίπεδο», όπως λέει ο Poka-Yio, που διευκρινίζει επίσης ότι «στο κτίριο αυτό θελήσαμε να κρατήσουμε κομμάτια του παρελθόντος του.
Για παράδειγμα, θα βλέπει κάποιος παλιές διαφημίσεις στους τοίχους, από την τελευταία περίοδο της λειτουργίας του. Είναι ένα στοιχείο που προσθέτει την παράξενη αίσθηση ότι είναι στοιχειωμένο από αυτές τις εικόνες.
Και ενώ δεν είναι τόσο πολλά τα χρόνια που πέρασαν από τότε που το κατάστημα έκλεισε, οι εικόνες αυτές προκαλούν την εντύπωση ότι προέρχονται από πολύ πιο μακρινή εποχή, ξένη προς τη δική μας, της οποίας τα σύμβολα της ομορφιάς φαντάζουν πλέον τόσο ξεπερασμένα, που δεν αντέχεις να τα αντικρίζεις».
Το κτίριο των δικαστηρίων της οδού Σανταρόζα είναι αυτό που έχει παραμείνει περισσότερα χρόνια κλειστό. Χρειάστηκε σημαντικές επεμβάσεις ‒ για παράδειγμα, στερεώθηκαν δάπεδα, αποκαταστάθηκαν σκαλοπάτια, τοποθετήθηκε κουπαστή στο κλιμακοστάσιο και αναβατόριο ΑμεΑ. Επίσης, χρειάστηκε εγκατάσταση φωτισμού παντού και τα σχετικά έξοδα καλύφθηκαν από τον προϋπολογισμό της Μπιενάλε.
Είναι όμως ένας χώρος που, λόγω των ανθρωπομετρικών διαστάσεων που λαμβάνονταν υπ’ όψιν την εποχή της κατασκευής του κτιρίου, σήμερα δίνει την εντύπωση ότι βρίσκεται κάποιος σε ένα «κουκλόσπιτο» και αυτό τον προδιαθέτει να αντιληφθεί τον χώρο με μια πιο χαρούμενη διάθεση και να τον θεωρήσει λίγο πιο οικείο. Επίσης, στον προαύλιο χώρο του θα λειτουργεί καντίνα με επιμέλεια του γνωστού σε όλους BIOS.
Ωστόσο, στο κτίριο αυτό θα βρίσκεται και το πιο «χθόνιο» κομμάτι της έκθεσης –ένα ηχητικό έργο–, με άλλα λόγια μια μουσική σύνθεση του Βέλγου συνθέτη Billy Bultheel που πρόσφατα κατέκτησε το ελληνικό κοινό με τη δουλειά του για την παράσταση Ιχνευταί που σκηνοθέτησε ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, σε παραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου.
«Η μουσική του Bultheel θα πηγάζει από τα “εντόσθια” του εκθεσιακού χώρου και ολόκληρο το κτίριο θα συντονίζεται με αυτήν. Ωστόσο, την αίσθηση του “απόκοσμου” που τόσο πολύ ταιριάζει στον τίτλο “Έκλειψη” της φετινής Μπιενάλε θα τη συλλαμβάνει ο επισκέπτης στο κτίριο Σλήμαν-Μελά», διευκρινίζει ο Poka-Yio.
«Η έκθεση σε αυτό καταλαμβάνει το περιβόητο, κατά τις δεκαετίες που λειτουργούσε, ισόγειο κατάστημα λουκουμάδων "Αιγαίον" και τους δύο πρώτους ορόφους του, των οποίων οι διάδρομοι μοιάζουν σαν να βγαίνουν από τα καρέ της ταινίας Η Λάμψη του Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Βέβαια, στην πανέμορφη εσωτερική αυλή του κτιρίου, που είναι πλακοστρωμένη με υπέροχα, στιβαρά μάρμαρα παλαιάς κοπής, θα λειτουργεί το δεύτερο κυλικείο της έκθεσης και οι επισκέπτες θα χαίρονται εκεί λίγη ώρα ξεκούρασης, γιατί θα πρέπει να σημειωθεί ότι με πολύ συντηρητικούς και μετριοπαθείς υπολογισμούς μια πλήρης περιήγηση και στα τρία κτίριά της απαιτεί ίσως και έξι ολόκληρες ώρες».
Για τον Poka-Yio είναι πολύ σημαντικό ο επισκέπτης της έκθεσης να έχει πάντα κατά νου ότι ο αρχικός σχεδιασμός της τωρινής Μπιενάλε έγινε προ πανδημίας και προ του κινήματος Βlack Lives Matter, οπότε πάρα πολλά πράγματα αναπροσαρμόστηκαν για να απαντούν στην τωρινή συνθήκη.
Υπογραμμίζει, επίσης, ότι «στις προηγούμενες διοργανώσεις της Mπιενάλε είχαμε ασχοληθεί πολύ με το αφήγημα της Αθήνας, τις αιτίες και τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, ενώ τώρα διαπιστώνουμε ότι μετά την κρίση επιστρέφουμε σε κάτι πολύ χαρούμενο, γλυκερό κι ανάλαφρο, που όμως δεν διαθέτει το νεύρο ή κάτι το ρωμαλέο για να προσπαθήσουμε να βρούμε ουσιώδεις λύσεις στα αρχικά θεμελιώδη προβλήματα που μας οδήγησαν στην κρίση. Συμπεριφερόμαστε, δηλαδή, σαν να μη συμβαίνει τίποτα, αλλά χωρίς να διαθέτουμε δυνάμεις να αντέξουμε το ότι όλα αυτά παραμένουν άλυτα.
Καταλαβαίνω επίσης ότι όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και παντού, σε όλο αυτό που περιγράφεται εύστοχα και αλληγορικά με τον όρο “Γηραιά Ήπειρος”, ισχύουν λίγο πολύ τα ίδια. Ως εκ τούτου, για μένα όλο αυτό σημαίνει ότι θα έπρεπε να αφήσουμε τα πράγματα να κινηθούν μόνα τους προς την κατεύθυνση που είναι να πάνε. Και να αποδεχτούμε το γήρας και την κούρασή μας, το ότι ζούμε χωρίς βούληση και σπουδαίο κίνητρο για τη ζωή και έτσι, ως ήπειρος, μεταβαλλόμαστε σε ένα τεράστιο μουσείο, στο οποίο δεν υπάρχει τίποτα που να διαθέτει εφηβικής δύναμης ζωντάνια και δημιουργικότητα.
Εμείς δεν έχουμε ακριβώς να χάσουμε κάτι περαιτέρω απ’ όλο αυτό που συμβαίνει στην Ευρώπη, επειδή δεν απειλείται η δική μας Ευρώπη, δεν ανήκουμε στο διευθυντήριο της ηπείρου για να ανησυχούμε. Έτσι δεν έχουμε ούτε ενοχές για το κατασκεύασμά μας. Διαθέτουμε κάτι που δεν μπορώ να προσδιορίσω αν είναι ελευθερία ή αλαζονεία, αλλά που μας επιτρέπει να πιαστούμε από πράγματα που δεν είναι πρόσφορα για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
»Αν παρακολουθήσει κάποιος τις μεγάλες ευρωπαϊκές Μπιενάλε, για παράδειγμα εκείνη του Βερολίνου, θα διαπιστώσει ότι θίγουν τα ίδια ζητήματα που θα θίγαμε κι εμείς, αλλά με έναν τρόπο πολύ πιο “σωστό”, επειδή θέλουν να είναι οι θεματοφύλακες μιας ανθρωπιστικής ματιάς, η οποία είναι ταυτόχρονα και αρκετά πατροναριστική και, φυσικά, κατά συνέπεια αποικιοκρατική.
Σήμερα είναι πολύ ξεκάθαρο και έντονο το συναίσθημα ότι βαδίζουμε προς μια εποχή πολύ πιο δεισιδαίμονα, στην οποία αναδύονται ολοένα και περισσότερο ο μυστικισμός και η “αθωότητα”, υπό την έννοια του να αφήνεσαι στον ηγέτη που θα σε οδηγήσει στην οδό της σωτηρίας. Όμως είναι και η εποχή στην οποία οι ατομικές ελευθερίες, με διάφορες προφάσεις, μειώνονται όλο και περισσότερο, όλο και πιο βαθιά.
Το ότι βρισκόμαστε λοιπόν σε αυτήν τη φάση, όπου όλα είναι σε έξαρση, όπως συμβαίνει και στο φυσικό πλανητικό φαινόμενο των εκλείψεων, σ’ εμάς επενεργεί δημιουργώντας φοβερή ταραχή, ανάλογη με εκείνη που βιώνουν τα ζώα όταν ο ήλιος χάνεται στον ουρανό, επειδή ανάμεσα σ’ εκείνον και τη γη παρεμβάλλεται η σελήνη. Επειδή δεν διαφαίνεται λύση στον ορίζοντά μας καταφεύγουμε σε τελετουργικά, ιεροτελεστίες και μαγείες καθώς και σε άλλα τέτοια προληπτικά και δεισιδαίμονα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι καλλιτέχνες, που είναι οι πρώτοι στους οποίους απευθυνόμαστε αναζητώντας κατευθύνσεις, το συχνότερο είναι να προτείνουν μια στροφή και παρατήρηση όσων ζουν στο περιθώριο ή ξεκομμένοι λόγω διασποράς και μετανάστευσης, γιατί αυτοί είναι πλέον οι μόνοι που διαθέτουν τη διεκδικητική ορμή που οδηγεί στο να ορίζεις ο ίδιος τη ζωή σου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει πάντα και μια ολοένα και ισχυρότερη έξαρση του ατομικισμού. Εξαιτίας του ο καθένας βρίσκεται ξανά κλεισμένος στο εγώ του και μάλιστα με έναν τρόπο πάρα πολύ αμυντικό, που εκφράζεται εριστικά προς τους άλλους.
Πολύ συχνά ακούω την έκφραση "δεν δικαιούσαι καν να μιλάς", επειδή ακριβώς ο άλλος δεν μοιράζεται την ίδια ταυτότητα με αυτόν που ξεστομίζει την απαγόρευση. Πρόκειται για κάτι που υπερβαίνει τα ζητήματα ισότητας μεταξύ των ανθρώπων και σχετίζεται με την αυτοδιάθεση του καθενός, την αυτοπεριχαράκωση και τον αυτοπροσδιορισμό του.
Εν πάση περιπτώσει, ένα στίγμα της εποχής που απομένει προς ερμηνεία είναι ο τρόπος με τον οποίο τα άτομα χρησιμοποιούν τη γλώσσα για να προσδιορίσουν το εγώ, αδιαφορώντας για το τι θα μπορούσε να τα συσπειρώσει προκειμένου να τα φέρει πιο κοντά. Η ουσία, λοιπόν, όλων αυτών είναι ότι δεν μπορούμε να παραμένουμε στα ίδια και οφείλουμε να βρούμε νέα παραδείγματα για να μας κατευθύνουν και αυτά βρίσκονται κυρίως στο περιθώριο – στις άκρες της κοινωνίας, που δεν είναι προνομιούχες.
Δεν εννοώ το περιθώριο με τη ρομαντική έννοια του όρου, όπως το εννοούσαμε την εποχή του πανκ κινήματος, αλλά υπό την έννοια του αυτονομημένου, αποσχισμένου απόκεντρου που διαθέτει την ορμή και την όρεξη να κερδίσει τις ίσες ευκαιρίες που ο νομοθέτης δεν του αποδίδει, ενώ τις δικαιούται. Είναι οι μόνοι εναπομείναντες με διεκδικητική ορμή».
Από την πλευρά της, η εκπρόσωπος των OMSK social club (οι οποίοι δεν επιθυμούν να φανερώνουν τα ονόματά τους, παρά μόνο το ότι ανήκουν σε αυτή την καλλιτεχνική συλλογικότητα) τονίζει για τον δικό τους επιμελητικό άξονα ότι βασίστηκαν «στην ιδέα ότι ο χρόνος δεν χαρακτηρίζεται από τη γραμμικότητά του αλλά από μια επαναλαμβανόμενη κυκλικότητα. Και υπό αυτό το πρίσμα το παρελθόν συγγράφει εκ νέου το παρόν και το παρόν επεξεργάζεται και ανασυντάσσει (κοινώς ξεσκαρτάρει) τις επιρροές που δέχεται από το παρελθόν.
Όλα αυτά, λοιπόν, έχουν μια καθοριστική και άμεση σχέση με το πώς εμείς εκλαμβάνουμε τον εαυτό μας ως ένα ον που ανήκει στο φάσμα του ανθρώπινου. Όλοι οι καλλιτέχνες που προσκαλέσαμε καταγράφουν τις διαβαθμίσεις και τις λεπτές αποχρώσεις της ουσιώδους πραγματικότητας αλλά και του ποιος και κατά πόσο καταφέρνει να διαμορφώνει την πραγματικότητα. Και αυτό δεν το εννοούμε με βάση την πρωτόγνωρη πραγματικότητα της εξόδου από την περίοδο της πανδημίας αλλά και γενικότερα, την πραγματικότητα μιας ζωής που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα.
Το σύμβολο της πλανητικής έκλειψης, λοιπόν, εκπροσωπεί μια κατάσταση που διαθέτει μια εντελώς σκοτεινή όψη, στην οποία περιέρχεσαι χωρίς να μπορείς να τραβήξεις το πέπλο που κρύβει όσα σου λείπουν ώστε να κατανοήσεις αυτό που συμβαίνει. Σε πολιτικό επίπεδο σημαίνει ότι δεν μπορείς να δεις τι παραδίδεται στους πολίτες και τι τελικά παρακρατείται από αυτούς, ενώ κανονικά δεν θα έπρεπε να το στερούνται.
Μέσω αυτής της έκθεσης, λοιπόν, ελπίζουμε να ξεκινήσουν συζητήσεις που θα ανοίξουν ορίζοντες σκέψης στους επισκέπτες. Δεν θέλουμε να προσφέρουμε απαντήσεις στα ερωτήματα με τα οποία θα καταφθάνουν, τα έργα θα προσφέρουν στον θεατή το πολύτιμο εργαλείο που είναι πάντα η τέχνη για την κοινωνία, προκειμένου η κοινωνία να ερμηνεύει τα προβλήματά της και να τα επιλύει.
»Η πάντα πολυπόθητη συνεργασία του θεατή με το έργο τέχνης ενώπιον του οποίου βρίσκεται θα έπρεπε να βιώνεται ως μια πρόσκληση σε δείπνο, στο οποίο ο θεατής επιλέγει ποιον θα προσκαλέσει, στη χαλαρότητα που πάντα διέπει ένα δείπνο μεταξύ ανθρώπων που έχουν την επιθυμία να συναντήσουν ο ένας τον άλλον.
Ο επισκέπτης θα δει, επίσης, έργα που ίσως δεν θα περίμενε να συναντήσει σε μια εικαστική έκθεση, για παράδειγμα μια πληθώρα από ηχητικές εγκαταστάσεις. Κι όλα αυτά γιατί όταν βρίσκεται κάποιος αντιμέτωπος με το τραυματικό, τις δυσκολίες της ζωής ή και την ίδια την ευφορία, πολύ συχνά είναι δύσκολο να διαχειριστεί τη συνθήκη που βιώνει.
Η τέχνη όμως έχει πάντα τη δυναμική να καταφέρει μία “εκχύλιση” της πραγματικότητας και να την προσφέρει στον θεατή με τη μορφή ενός “χώρου ανάσας” για κείνον, χάρη στον οποίο θα συμβιβαστεί με το βίωμα».
AB7- ECLIPSE / ΕΚΛΕΙΨΗ
Σε συνεργασία με το Onassis Culture
24/9-28/11 (προεγκαίνια: 23 Σεπτεμβρίου)
Ωράριο: Τετ.-Παρ. 13:00-21:00, Σαβ.-Κυρ. 11:00-21:00, Δευτ.-Τρ. κλειστά (με εξαίρεση τη Δευτέρα 27/9 & την Τρίτη 28/9, που η έκθεση θα παραμείνει εκτάκτως ανοικτή)
Εισιτήρια: Ημερήσιο: €10, μειωμένο €5 / Τριημέρου: €18, μειωμένο €10 / διαρκείας: €25, μειωμένο €15 / ομαδικά εισιτήρια: 7 ευρώ ανά άτομο & ανά ημέρα για γκρουπ από 5 άτομα και πάνω
Όλες οι χρήσιμες πληροφορίες εδώ.
Συμμετέχουν με περισσότερα από 420 έργα καλλιτέχνες με έδρα τη Βόρεια και Νότια Αμερική, την Καραϊβική, την Αφρική και την Ευρώπη, πολλοί από τους οποίους πρόκειται να εκθέσουν στην Ελλάδα για πρώτη φορά. Λίστα καλλιτεχνών: manuel arturo abreu, Zebedee Armstrong, as they lay w/ Abdu Ali + Markele Cullins, Ευγενία Βερελή, Sanford Biggers, Billy Bultheel, Judy Chicago, Contemporary And (C&), Zuzanna Czebatul, Simon Denny, DETACH (Voltnoi & Quetempo), Christoph Draeger, Claude Eigan, Awol Erizku, Doreen Garner, Miles Greenberg, Happy New Tears, HellFun (Josefin Arnell & Max Göran), Jack Hogan & Trakal, Deborah Joyce Holman & Yara Dulac Gisler, Klára Hosnedlová, Satch Hoyt, Hypercomf, Yinka Ilori, Astrit Ismaili, Tomashi Jackson, Huntrezz Janos, Olalekan Jeyifous, Εύη Καλογηροπούλου, Samson Kambalu, Λητώ Κάττου, KAYA, Navine G. Khan-Dossos, Nuri Koerfer, Ndayé Kouagou, Αριστείδης Λάππας, Kris Lemsalu & Kyp Malone, Marissa Malik & Yeshe Bahamon-Beesley, Rodney McMillian, Steve McQueen, Ana Mendieta, Meleko Mokgosi, Moor Mother, Zanele Muholi, Πέτρος Μώρης, Nascent, Αλέξανδρος Ντούρας, Kayode Ojo, Omsk Social Club*, Zohra Opoku, Βασίλης Παπαγεωργίου, Νεκτάριος Παππάς, Ebony G. Patterson, Primitive Art, Γιώργος Πρίνος, Kameelah Janan Rasheed, Andrew Roberts, Victoria Santa Cruz, Jacolby Satterwhite, Βαλίνια Σβορώνου, Jonas Schoeneberg, Paul Mpagi Sepuya, Έρικα Σκούρτη, Jakob Kudsk Steensen, Juana Subercaseaux, Taka Taka, Ayesha Tan-Jones, Φίλιππος Τελεστώ, The Critics Company, the Mycological Twist, Hank Willis Thomas, Ίρις Τουλιάτου, Tourmaline, Suzanne Treister, Θεόκλητος Τριανταφυλλίδης, Wu Tsang, Cajsa von Zeipel, Julian Weber, YESSi PERSE
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.