Στον Dries Verhoeven η Αθήνα χρωστάει μία από τις πιο παράξενες, εντυπωσιακές και αξέχαστες καλλιτεχνικές εγκαταστάσεις δημόσιου χώρου που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια. Όσοι από εσάς κινείστε στο κέντρο της πόλης και πέριξ της πλατείας Συντάγματος σίγουρα θα θυμάστε πριν από περίπου έναν χρόνο ένα κατάμαυρο λυόμενο κτίριο-κουτί που είχε στηθεί στο κέντρο της πλατείας.
Το «Phobiarama» που παρουσίασε πέρυσι ο Ολλανδός καλλιτέχνης, στο πλαίσιο του Fast Forward Festival που διοργανώνει κάθε χρόνο η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, είχε γίνει talk of the town για όσες μέρες διήρκεσαν οι «παραστάσεις» του και όσοι περνούσαν από εκεί αναρωτιούνταν τι συμβαίνει μέσα σε αυτό το κατασκεύασμα που τόσο από το περίβλημά του όσο και από το ίδιο του το όνομα και την προωθητική φωτογραφία με τον κλόουν που είχε κυκλοφορήσει έμοιαζε να επιφυλάσσει κάτι απειλητικό.
Στο «Phobiarama» ο Verhoeven έπαιξε έξοχα με τις συλλογικές φοβίες μας, σε ένα ψυχολογικό roller coaster με μια υπέροχη κλιμάκωση, και ακόμα και τώρα, που η συγκεκριμένη εγκατάσταση εξακολουθεί να περιοδεύει στην Ευρώπη και τους επόμενους μήνες θα βρεθεί σε Βιέννη και Λονδίνο, δεν αξίζει να αποκαλύψουμε περισσότερες λεπτομέρειες γι' αυτήν και τις εκπλήξεις της.
Σε μια κοινωνία όπου ο σύγχρονος Δυτικός άνθρωπος καταναλώνει καθημερινά αναρίθμητες «ενοχλητικές» εικόνες καταστροφής και δυστυχίας μέσα από τις οθόνες των υπολογιστών, των κινητών, των τάμπλετ ή των τηλεοράσεων, ο καλλιτέχνης αντιστρέφει δαιμόνια τη συνθήκη και θέτει τα θύματα αυτών των καταστροφών, τους ανθρώπους που εκ των πραγμάτων είναι τοποθετημένοι σε μια δεινή θέση, να μας κοιτούν.
Έναν χρόνο μετά, ο καλλιτέχνης επιστρέφει στην Αθήνα, με κάτι εξίσου πολιτικό αλλά ολότελα διαφορετικό, όπως όλα δείχνουν. Τα «Τοπία Ενοχής» (Guilty Landscapes) προσγειώνονται στο ΕΜΣΤ ως μία από τις πολυαναμενόμενες δράσεις από το «Άνοιγμα στην Πόλη» του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών και παρόλο που αυτή τη φορά το φορμά δείχνει πιο «συμβατικό», καθώς πρόκειται για το πρώτο από μια σειρά video εγκαταστάσεων μεγάλης κλίμακας που δημιούργησε ο καλλιτέχνης το 2016 κατόπιν ανάθεσης από διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις, η δύναμη των εικόνων του υπόσχεται εξίσου μεγάλες συγκινήσεις.
Σε μια κοινωνία όπου ο σύγχρονος Δυτικός άνθρωπος καταναλώνει καθημερινά αναρίθμητες «ενοχλητικές» εικόνες καταστροφής και δυστυχίας μέσα από τις οθόνες των υπολογιστών, των κινητών, των τάμπλετ ή των τηλεοράσεων, ο καλλιτέχνης αντιστρέφει δαιμόνια τη συνθήκη και θέτει τα θύματα αυτών των καταστροφών, τους ανθρώπους που εκ των πραγμάτων είναι τοποθετημένοι (και «καδραρισμένοι» από την κάμερα που τους τραβάει) σε μια δεινή θέση, να μας κοιτούν.
Υπάρχει περιθώριο για σύναψη μιας προσωπικής διασύνδεσης ανάμεσα σ' εκείνον που χαζεύει, ως θεατής, αυτές τις εικόνες και σ' εκείνον που, μέσω αυτών, γίνεται «θέαμα»; Και αν είμαστε τελικά εμείς τα θύματα και όχι εκείνοι;
«Οκτώ χρόνια πριν, συνάντησα έναν 16χρονο σεξεργάτη στη Σρι Λάνκα, ο οποίος μου πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην παραλία» θυμάται ο καλλιτέχνης, όταν τον ρωτώ πού μπορούμε να βρούμε τους σπόρους της πανέξυπνης ιδέας πίσω από τα «Τοπία Ενοχής».
«Εκτός από το να αρνηθώ την προσφορά του, προσπάθησα να τον πείσω να αλλάξει δουλειά, του είπα ότι η πορνεία μπορεί να μην είναι ο καλύτερος τρόπος για εκείνον να αντεπεξέλθει στο αίσθημα της οικειότητας. Η απάντησή του ήταν ταυτόχρονα αποκαλυπτική και αποστομωτική: "Χρειάζομαι χρήματα για το πανεπιστήμιο και δεν έχω κανένα πρόβλημα με την πορνεία. Ποιος είσαι εσύ, κύριε από τη Δύση, που πας να με πατρονάρεις;".
»Τότε συνειδητοποίησα ότι η θυματοποίησή του ήταν κομμάτι του τρόπου που εγώ τον έβλεπα και όχι απαραίτητα η πραγματικότητα. Σε έναν σεξεργάτη στη Δύση δεν θα είχα πει ποτέ κάτι τέτοιο».
Και αν, τελικά, είμαστε σε κάτι ένοχοι, τι είναι αυτό; Η αφειδής κατανάλωση εικόνων χωρίς αντίδραση από μέρους μας; Το αίσθημα ότι είμαστε ανώτεροι, σε σχέση μ' εκείνους, επειδή δεν είμαστε στη θέση τους; Ή μήπως η συνήθεια και η αποχαύνωση στη βία;
Ο Verhoeven δεν είναι σίγουρος αν όντως είμαστε εμείς οι ένοχοι και προτείνει, μέσω της συγκεκριμένης εγκατάστασης, ότι στην πραγματικότητα τα «τοπία» είναι ένοχα, τα περιβάλλοντα, που μας κάνουν υποσυνείδητα να οικτίρουμε αγνώστους στην άλλη πλευρά του πλανήτη.
Η πολιτική αυτών των εικόνων, εξηγεί ο καλλιτέχνης, είναι η μόλυνσή τους με την εικασία του φόβου και της απόγνωσης, ενώ στη συνέχεια κουοτάρει τη Susan Sontag από το Regarding the pain of others: «Όσο αισθανόμαστε συμπόνια, νιώθουμε πως δεν συνεργούμε σε αυτό που προκαλεί τον πόνο. Η συμπόνια μας ανακηρύσσει την αθωότητά μας, όπως και την ανικανότητά μας».
Τα έργα του Verhoeven βρίσκονται συνήθως σε μια μεταιχμιακή κατάσταση μεταξύ εγκατάστασης μεγάλης κλίμακας και ζωντανής περφόρμανς και σχολιάζουν συχνά τις σχέσεις ανάμεσα στο κοινό και τον καλλιτέχνη, την καθημερινότητα και την τέχνη.
Η τέχνη του Verhoeven δεν είναι διόλου ελιτίστικη και ο θεατής εμπλέκεται άμεσα σε αυτήν, καθώς την παρακολουθεί. Ο ίδιος θυμάται πως η αντίδραση του ελληνικού κοινού στην προηγούμενη δουλειά του ήταν ιδιαίτερα πολιτική:
«Η Αθήνα σαφώς εξέλαβε το "Phobiarama"ως μια παρακίνηση για επανεξέταση στην πολιτική του φόβου. Τα "Τοπία Ενοχής" ασχολούνται με τον τρόπο που οι άγνωστοι παρουσιάζονται από τα μίντια. Αυτήν τη φορά θα συνδέσω το κοινό όχι με τους φερόμενους ως θύτες (όπως στο "Phobiarama"), αλλά με τα φερόμενα ως θύματα».
Ιnfo:
Dries Verhoeven – Τοπία Ενοχής / Guilty Landscapes, επεισόδιο 1
24 Ιουνίου - 3 Ιουλίου 2018
Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Είσοδος ελεύθερη