«Γύρνα πάλι αγάπη μου»: Σαν σήμερα το 1965 πεθαίνει ο Νίκος Γούναρης

«Γύρνα πάλι αγάπη μου»: Σαν σήμερα πεθαίνει ο Νίκος Γούναρης Facebook Twitter
Ο Νίκος Γούναρης το 1964. Αρχείο Χρ. Β. Σ. Αντωνόπουλου
2



Ο ΔΙΣΚΟΣ ΤΟΥ ΓΟΥΝΑΡΗ
«Τα ερωτικά του ’50» είχε πέσει στα χέρια μου εντελώς τυχαία. Τον είχα βρει σε προσφορά, 3 ευρώ, τον είχα μετατρέψει σε mp3 για να τον ακούσω ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ και το CD είχε μείνει σε μια στοίβα με δίσκους που δεν άκουσα ποτέ.

Κι όταν μετακόμισα, τον άφησα μαζί με πολλές «σαβούρες» στο παλιό διαμέρισμα. Πάλι τυχαία, μετά από χρόνια, τον ξαναβρήκα σε έναν σκληρό όταν έψαχνα κάτι άσχετο και πάτησα το play για δοκιμή. Κι άκουσα αυτό το τραγούδι:

 

Γύρνα πάλι αγάπη μου

Απίθανο κομμάτι. Ελληνικός στίχος, ήχος ’50s, με χορωδιακά μέρη εντελώς doo wop, μια φωνή με τεράστια έκταση που σε έκανε να προσέξεις κάθε λέξη από τους στίχους:

Γύρνα πάλι αγάπη μου στην παλιά τη φωλιά μας
να πνιγούμε στον έρωτα  στα ζεστά τα φιλιά μας
γύρνα πάλι αγάπη μου  τα λουλούδια ν’ ανθίσουν
και τ’ αστέρια που χάθηκαν να μας ξαναφωτίσουν

Και μετά αυτό:

Τώρα πουυυυυ σε γνώωωρισαααα, όλα είναι για μένα,
τώρα που σε γνώρισα αγαπούλα χρυσή,
όλα τα άλλα χρόνια μου πήγανε χαμένα,
τώρα που σε γνώρισα ζω καινούργια ζωή… 
 

Τώρα που σε γνώρισα

Οι εκπλήξεις σε σταματάνε εδώ. Ανάμεσα στα άλλα ερωτικά ρετρό τραγούδια υπάρχουν και εξαιρετικές στιγμές όπως το «Πες μου πώς θα μπορέσω να σε ξεχάσω», ένα αριστουργηματικό Tango habanera του 1946:

 

Πες μου πώς θα μπορέσω να σε ξεχάσω

και, κυρίως, αυτό το εντελώς «αμερικάνικο», μοναδικό doo wop με ελληνικό στίχο (και τι στίχο):

Θέλω να είσαι ευτυχισμένη 

Είναι τραγούδια από την περίοδο του Νίκου Γούναρη στην Αμερική (πήγε το 1947) όπου αποθεώθηκε από την ομογένεια. Η περίοδος της Αμερικής και οι επιτυχίες της εποχής επηρέασαν πολύ τον ήχο του, και τα επόμενα χρόνια τραγούδησε κυριολεκτικά τα πάντα από όσα ήταν δημοφιλή εκείνη την εποχή. Ξένα και ελληνικά. Πάντα με ελληνικό στίχο.  

Το απόσπασμα αυτό από το βιβλίο του Ανδρέα Καραντώνη «Θυμάμαι την Αμερική» περιγράφει εκπληκτικά την ατμόσφαιρα σε ένα μαγαζί που εμφανίστηκε ο Γούναρης στο Σικάγο το 1961, σε ένα από τα ταξίδια του στην Αμερική.

«Μείναμε μόνοι πάλι στο Σικάγο. Ψάχνοντας κατά τύχη ανακαλύπτουμε ένα ελληνικό κέντρο, συστημένο για «εξωτικό». Ήταν το «Αθήναι» -μα δε θυμάμαι πια σε ποιο δρόμο. Θυμάμαι μόνο πως μ’ ένα ταξί περνούσαμε δρόμους και δρόμους, υπερκείμενους, δρόμους –τουνέλια που μοιράζονταν στο φως και στο σκοτάδι· πότε τρέχαμε δίπλα στον σιδηρόδρομο, πότε τον ακούαμε από πάνω μας. Κι’ έβρεχε, κι’ έβρεχε. Κι’ έσταζαν οι χοντρές στάλες, αστραφτερές, στα πεζοδρόμια και στην ερημιά των δρόμων. Κανένας δε διάβαινε, μόνο αυτοκίνητα. Κι’ ήταν σα να τους είχα ξαναδεί κάπου αυτούς τους σκοτεινούς δρόμους, τους έρημους· αλλά κάποιοι τρέχαν σ’ αυτούς, μαύρες σκιές τους δρασκέλιζαν, πιστολιές ακούονταν, γδούποι από πεσμένα κορμιά με μια ρεπούμπλικα πεταγμένη πέρα· κλεφτοφάναρα αναβόσβηναν. Πού αλλού βέβαια όλ’ αυτά, παρά στο σινεμά. Όμως, τώρα δε συνέβαινε τίποτε, ένας αγαθός σοφέρ του Σικάγου, μας πήγαινε ολοταχώς προς το «Αθήναι». Μπήκαμε, μούσκεμα στη βροχή. Μαζί μας, μπαίναν κι’ άλλοι πολλοί. Στρίμωγμα στην είσοδο. Κυριακή βράδυ, ο κόσμος γλεντούσε. Μας χτύπησε μισοσκόταδο, μπόχα και ορυμαγδός. Στην είσοδο, σ’ ένα μακρύ διάδρομο, το μπαρ, κι’ όλα τα ταμπουρέ του πιασμένα. Μάγουλα κόκκινα και μάτια γυάλινα από το αλκοόλ.  

«Γύρνα πάλι αγάπη μου»: Σαν σήμερα πεθαίνει ο Νίκος Γούναρης Facebook Twitter
Ο Νίκος Γούναρης σε εμφάνισή του στο εξωτερικό.

Παραμέσα, η μεγάλη αίθουσα πατικωμένη από τραπεζάκια. Ο ένας σφιγγόταν δίπλα στον άλλον, βελόνα δε χωρούσε. Οι περισσότεροι θαμώνες ήταν ξένοι, μα άκουγες και πολλές ελληνικές συντροφιές. Μια κατσουφιασμένη χοντρή γκαρσόνα-ρωμιά μας έσπρωξε και μας στρίμωξε σ’ ένα τραπέζι, στο κέντρο, που μόλις είχε αδειάσει. Ώσπου να καθίσουμε, ξαναγύρισε η γκαρσόνα και σχεδόν μας πέταξε στο τραπέζι μας πιάτα με παστίτσιο μακαρόνια, γιουβαρλάκια κι’ «αρνί γιουβέτσι» -πανάθλια όλα, στη γεύση. Στο βάθος, η εξέδρα με την «εξωτική ορχήστρα». Και ποιος ο μαέστρος; Απίστευτο μου φάνηκε. «Ο δημοφιλής Νίκος Γούναρης με την κιθάραν του», και τα λοιπά! Δεν τον είχα δει ή ακούσει στην Ελλάδα παρά μόνο από το ραδιόφωνο, και να που μου ήταν γραφτό να τον συντύχω στην άκρη του κόσμου. Μα το κέντρο, είχε και ελληνικό διάκοσμο. Αντίκρυ μας, στον κόκκινο τοίχο, μια σειρά από μεγαλόκορμες γύψινες Καρυάτιδες, σαν πρησμένες από τα περισσέματα των λιπαρών φαγητών της κουζίνας μας. Τι πιο φυσικό απ’ αυτά τα «γλυπτά σύμβολα» της δοξασμένης μας κλασικής αρχαιότητας, αφού το κέντρο λεγόταν «Αθήναι»; Κι ύστερα από τα’ αρχαία, τα νέα σύμβολα της εντελώς σύγχρονης Ελλάδας: τα μπουζούκια και η «λαγγεμένη Ανατολή». Στην εξέδρα με την ορχήστρα, ορθοί γύρω από τον Γούναρη, κάμποσοι βαρυμάγουλοι και μουστακοφόροι, με μπρούτζινα πρόσωπα, μπουζουξήδες, κρούοντας με ρυθμικότατη μανία κι’ επιδεξιότατες «πενιές» τα βροντερά τους όργανα. Χορεύτριες από τη «λαγγεμένη Ανατολή», διάφορα «άστρα» της Ελλάδας, της Αιγύπτου, της Συρίας, μισόγυμνες και μεταξοτύλιχτες προσπαθούσαν να δείξουν τα βαριά τους κορμιά σα «φιδίσια», με λογής τσακίσματα και λυγίσματα και διασκελισμούς αργούς και τινάγματα κοιλιάς μπροστά και μακροβούτια στην «άβυσσο του πάθους», πάσκιζαν οι καημένες «να εκφράσουν ηδονή» και να τη διαχύσουν ηλεκτρικά σε όλους μας. Κι ανάμεσα σ’ αυτό το μισοβάρβαρο σύμπλεγμα, η πιο συμπαθητική, η πιο ανθρώπινη νότα: Ο Νίκος Γούναρης, με την κιθάρα του, το τραγούδι του και τη γνωστή σε όσους τον ξέρουν «μέθοδο παραγωγής ομαδικού κεφιού», τη μέθοδο αυτή, που η ίδια είναι μια διασκέδαση.

Δεν είναι εύκολο να μεταδώσεις κέφι σε μια μάζα κουρασμένων ανθρώπων της εποχής μας. Τα μπουζούκια, που έχουν κάμποση πέραση στην Αμερική –το διαπιστώσαμε αυτό στην Ουάσιγκτον, στο Σικάγο, στον Άγιο Φραγκίσκο, στη Νέα Υόρκη –τονώνουν, φαίνεται, με τον βαθύ, αντάμικο αντρισμό τους και ξυπνάν από τη νάρκη της την «πολιτισμένη ευαισθησία» που την έχουν ατονήσει τα αισθηματικά νεροπλύματα του σύγχρονου παγκόσμιου «ελαφρού τραγουδιού». Μα εκείνη τη βραδιά, το Νίκο Γούναρη, τον βάφτισα μέσα μου «εθνικό ήρωα». Με πόσες και ποιες κραυγές κι’ επιφωνήματα πάθους, αγωνίστηκε ο καημένος για να «ηλεκτρίσει» αυτόν τον καλοφαγά κόσμο που έδειχνε πως δεν τον πολυσυγκινούσαν οι χορευτικές ροδομετάξινες σάρκες της «λαγγεμένης Ανατολής».  

Ήταν μια συμπυκνωμένη ζωή, ο Γούναρης εκεί μέσα, κάτω από τις φουσκωμένες Καρυάτιδες. Κουνιούνταν σα δαιμονισμένος, απάνω, κάτω, έχωνε την κιθάρα του κάτω από το πηγούνι του, σα να έκοβε μ’ αυτήν το κεφάλι του, γούρλωνε τα μάτια του, άρπαζε το μικρόφωνο, μιλούσε, τραγουδούσε, ούρλιαζε, σε μια γλώσσα δική του. Κι’ όλα αυτά, σε μια αδιάκοπη διαπασών, ακράτητος, ακούραστος, ανένδοτος, βέβαιος για το αποτέλεσμα. Το φρένιασμά του, είχε μεταδοθεί και στα μπουζούκια, που με τις τρομερές διπλοπενιές τους κάναν το «Αθήναι» να τρέμε συθέμελο έτσι που νόμιζες πως χόρευαν κι’ οι Καρυάτιδες. Μα σιγά-σιγά, μέσα απ’ όλα αυτά, ξέκοβε, ξεχώριζε ο Γούναρης. Τον έβλεπες κι’ έλεγες πως παλεύει μέσα στο κενό. Μα εκεί που νομίζαμε, με τρόμο, πως τώρα πια δεν έχει τίποτε άλλο να κάνει παρά να πέσει λιπόθυμος στη σκηνή, άξαφνα το θαύμα είχε ακαριαία συντελεστεί: ομαδικό κέφι είχε ξεσπάσει. Τα νευρόσπαστα, επί τέλους, είχαν πάρει φωτιά. Κουνιούνταν τώρα και αυτά, ρυθμικά, στα καθίσματά τους, επαναλάμβαναν ομαδικά τα επιφωνήματα και τα ρεφρέν του Γούναρη, χειροκροτούσαν, οι γυναίκες άρπαζαν τους άντρες τους και τρέχαν στην πίστα, πολλαπλασιάζονταν οι παραγγελίες των ποτών, δίσκοι με μουσακάδες και ντολμαδάκια, ταξίδευαν πάνω από τα κεφάλια που ανεβοκατέβαιναν ρυθμικά, σα γλόμποι. Κέφι! Κέφι! Η Ελλάδα, για μια φορά ακόμη, «είχε νικήσει». Κι’ ο νικητής, εξαντλημένος, ιδρωμένος, χλωμός, χωρίς πια να τον προσέχει κανείς, προσπαθούσε ν’ ανοίξει δρόμο μέσα από τη χορευτική μάζα που την είχε ηλεκτρίσει, για να φτάσει στο μπαρ, να πιει κάτι. Μόνος του ολόμονος. Κανείς πια δεν τον είχε ανάγκη. Μια μελαγχολία και μια πίκρα, μα και κάτι τι σαν περηφάνια, σφράγιζαν το κουρασμένο του πρόσωπο.

«Γύρνα πάλι αγάπη μου»: Σαν σήμερα πεθαίνει ο Νίκος Γούναρης Facebook Twitter
Καλωσόρισμα του Νίκου Γούναρη, σαν από ταινία, επίσης στην Αμερική (Πηγή: nikgounaris.blogspot.gr)

Ίσως να ’ταν η μελαγχολία και η περηφάνια του καλλιτέχνη, του όποιου καλλιτέχνη, που νιώθει τόσο παράταιρος όπου κι αν βρίσκεται και που δε συμμετέχει ουσιαστικά στα πάθη που προκαλεί με την τέχνη του, σαν τον Γύφτο μουσικό του Παλαμά: «Μέσα στων παθών τη λύσσα, ήμουν η γαλήνη εγώ, κι’ ήμουν η πνοή η καθάρια, μεσ’ στον ανακατωμό». Ποιος ξέρει, ίσως κι αυτός να συλλογίζονταν σαν κι εμένα πόσο τραγικά κατά βάθος είναι όλα αυτά που κάνουν μια «σύγχρονη νυχτερινή διασκέδαση». Το ξέρω πως άλλοι νιώθουν αλλιώς κι’ ίσως μάλιστα το μεγαλύτερο τμήμα της αλήθειας να ’ναι με το μέρος τους. Ο Ίψεν έλεγε πως οι λίγοι έχουν πάντα δίκιο. Οι σύγχρονες μεγάλες πολιτείες μας αναγκάζουν να λέμε πως οι πολλοί έχουν πάντα δίκιο κι όταν ακόμα λαθεύουν. Βγήκαμε. Πόσο ευεργετική ένιωσα στο πρόσωπό μου τη βροχή του Σικάγου. Στη γωνιά, απέναντι, κάτω από ένα μεγάλο ηλεκτρικό φανάρι, γυάλιζε, βροχοστάζοντας, ένα μαύρο αδιάβροχο. Μου φάνηκε πως ήταν ο Μεφιστοφελής. Όχι, ήταν ένας αστυφύλακας». Chicago 1961. Από το βιβλίο του Ανδρέα Καραντώνη «Θυμάμαι την Αμερική» Δεκέμβριος 1963 εκδόσεις ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ. Κλείνοντας, μια μαρτυρία του Μίμη Πλέσσα στην αυτοβιογραφία του (εκδόσεις Κάκτος) που περιγράφει το πόσο δημοφιλής ήταν και πόσο αγαπούσε ο κόσμος τα τραγούδια του. Είναι ένα σκηνικό από μια συναυλία που έγινε το 1953 στο Καλλιμάρμαρο για τους σεισμόπληκτους του Βόλου: 

«Το ΕΙΡ είχε δώσει τη συμφωνική του ορχήστρα και τη μεικτή χορωδία του, η Λυρική μας Σκηνή τους σολίστες και τους μαέστρους της, κι εμείς είχαμε βάλει τα καλά μας, είχαμε ενορχηστρώσει τα τραγούδια μας για τη μεγάλη ορχήστρα και διευθύναμε τους τραγουδιστές μας. Άστραφταν τα χάλκινα, δάσος ανεβοκατέβαιναν τα δοξάρια στα έγχορδα, έντονα ηχούσαν τα κρουστά, κι εμείς, ο ένας μετά τον άλλον, ανεβαίναμε στο πόντιουμ και δώσ’ του υπόκλιση, δώσ’ του ρεβεράντζα. Το Στάδιο γεμάτο και ο κόσμος ευγενικός μ’ ένα χειροκρότημα συγκρατημένο. Στο διάλειμμά αναγγέλθηκε ένας τραγουδιστής που έλειπε χρόνια στην Αμερική. Στην άδεια, μεγάλη εξέδρα κρατώντας την κιθάρα του προχώρησε με ιδιόρρυθμο βήμα (κουτσαίνοντας) και χωρίς συνοδεία τραγούδησε: Ένα βράδυ που ‘βρεχε… ταραραράμ (η κιθάρα του), που ‘βρεχε μονότονα… ταραραράμ – επέμεινε… Δεν προλάβαμε να σκεφτούμε ότι θα πάει άπατος, χωρίς τα δικά μας «μεγαλεία», γιατί στο μεταξύ είχε φτάσει στο ρεφρέν. Και τότε 60.000 στόματα ακούστηκαν με μια φωνή: Αχ, αυτός ο άτιμος ήθελε μαχαίρωμα…! Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα τι σημαίνει λαϊκός τραγουδιστής και αγαπημένο τραγούδι. Και πριν από το τέλος είχα γνωρίσει τον αξέχαστο τροβαδούρο, τον τραγουδιστή Νίκο Γούναρη!». 

«Η επιτυχία του τραγουδιού και η θεία ερμηνεία του Γούναρη, είχε σαν αποτέλεσμα ο κόσμος να ταυτίσει τον τραγουδιστή με το θέμα των στίχων, και ο Γούναρης να δέχεται καθημερινά γράμματα και κουβέντες συμπαράστασης από τους ακροατές του. Η κατάσταση άρχισε να γίνεται αφόρητη για τον Γούναρη που ζούσε αρμονικά με την σύζυγό του και τον γιο του. Έτσι γεννήθηκε η ανάγκη της ηχογράφησης της απάντησης στο Ένα βράδυ πού ’βρεχε με το Αυτός ο άλλος που σε πήρε από μένα, αυτός ο άλλος, είν’ ευεργέτης μου μεγάλος» γράφει ο Κώστας Μπαλαχούτης στο πολύ καλό site για το ελληνικό τραγούδι www.ogdoo.gr.

 

Ένα βράδυ που 'βρεχε 

«Τα ερωτικά του '50» είναι σίγουρα μέσα στους 10 καλύτερους ελληνικούς δίσκους που έχω ακούσει ποτέ. 

Μουσική
2

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Laibach: «Μπορούμε να είμαστε όλα όσα φοβάστε και όλα όσα επιθυμείτε»

Μουσική / Laibach: «Μπορούμε να είμαστε όλα όσα φοβάστε και όλα όσα επιθυμείτε»

Λίγο πριν από την αποψινή της περφόρμανς στην Αθήνα (Gazarte), η ρηξικέλευθη σλοβένικη μουσική κολεκτίβα εκθέτει το καλλιτεχνικό και φιλοσοφικό της μανιφέστο στη LiFO «προειδοποιώντας» ότι δεν είναι εδώ για να προσφέρει την άνεση του ψέματος, αλλά τη δυσφορία της αλήθειας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Δημήτρης Παπαδημητρίου - Βερόνικα Δαβάκη: «Στο ρεμπέτικο έχουν ειπωθεί πράγματα πιο καίρια και πιο λακωνικά απ’ ό,τι στην υψηλή ποίηση»

Μουσική / «Στο ρεμπέτικο έχουν ειπωθεί πράγματα πιο καίρια απ’ ό,τι στην υψηλή ποίηση»

Με αφορμή τη νέα τους μουσική παράσταση με εντελώς άγνωστα τραγούδια των Παπαϊωάννου και Τούντα, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου και η Βερόνικα Δαβάκη μιλάνε για όσα οραματίζονται για το «Ελληνικό Σχέδιο» που βρίσκεται στην υπηρεσία της ελληνικής μουσικής και των δημιουργών της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Η ξανθιά φιλοδοξία της Sabrina Carpenter

Μουσική / Η Sabrina Carpenter ξέρει ακριβώς τι κάνει στην ποπ

Η πρώτη καλλιτέχνιδα που είχε ταυτόχρονα ένα νο1 άλμπουμ και τρία τραγούδια στην πεντάδα των UK Charts και τρια κομμάτια στην πεντάδα του Billboard Hot 100 –κάτι που είχε να συμβεί από την εποχή των Beatles– δεν είναι τόσο αθώα όσο φαίνεται. Στην πορεία, έχει σπάσει αρκετά στερεότυπα.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
«Ελάχιστοι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με την τέχνη άφησαν παρακαταθήκη»

Οι Αθηναίοι / «Αυτό που λέμε ευτυχισμένη ζωή δεν υπάρχει»

Ο Θέμης Ανδρεάδης γνώρισε τεράστια επιτυχία με το σατιρικό τραγούδι αλλά το ρίσκο να ασχοληθεί με το αγαπημένο του είδος, την μπαλάντα, τον άφησε εκτός μουσικής για σχεδόν είκοσι χρόνια. Η επιστροφή του με ένα δίσκο βινυλίου με συμμετοχές μουσικών από τις νεότερες γενιές ανοίγει ένα νέο, πιο φωτεινό κεφάλαιο στη ζωή του.
M. HULOT
Σοστακόβιτς: Ο συνθέτης που έγραψε το σάουντρακ της ρωσικής ιστορίας

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Σοστακόβιτς: Ο συνθέτης που έγραψε το σάουντρακ της ρωσικής ιστορίας

Μισός αιώνας συμπληρώνεται φέτος από τον θάνατο του Ντμίτρι Σοστακόβιτς και η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών ερμηνεύει το Κοντσέρτο του για βιολί και ορχήστρα με σολίστα τον Βαντίμ Ρέπιν. Με αυτήν την αφορμή, η Ματούλα Κουστένη ξετυλίγει μια ιστορία ζωής και μουσικής που καθορίστηκε τόσο από την πολιτικές εξελίξεις και το πλαίσιο του σοβιετικού καθεστώτος, όσο και από τις προσωπικές επιλογές του μεγάλου Ρώσου συνθέτη.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Το αριστουργηματικό σετ των Pan Pot στην Αθήνα

Μουσική / Pan Pot: Πόσο καταπληκτική μουσική παίζει αυτό το δίδυμο;

Δεν είναι πλέον εικοσάρηδες, αλλά δεν καταφεύγουν μονάχα σε νοσταλγικούς ήχους. Συνεχίζουν να καθορίζουν ηχητικά το μέλλον της techno, κάτι που απέδειξαν και στο extended σετ τους στην Αθήνα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΟΥΡΛΑΚΟΣ
«Στην αρχή με ενοχλούσαν τα σχόλια για το Ozempic, όχι όμως πια»

Lifo Videos / «Στην αρχή με ενοχλούσαν τα σχόλια για το Ozempic, όχι όμως πια»

Η Marseaux, μια από τις πιο αναγνωρίσιμες φωνές της σύγχρονης ελληνικής ποπ σκηνής μιλά για την τυχαία της συνάντηση με το τραγούδι αλλά και για τις προσωπικές δυσκολίες που έχει αντιμετωπίσει και την έφεραν μέχρι το σήμερα.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Το νέο ντοκιμαντέρ για τους Led Zeppelin αφήνει απ’ έξω την σκοτεινή πλευρά τους

Μουσική / Το νέο ντοκιμαντέρ για τους Led Zeppelin αφήνει απ’ έξω την σκοτεινή πλευρά τους

Το Becoming Led Zeppelin εξερευνά τις συνθήκες δημιουργίας του θρυλικού συγκροτήματος αγνοώντας την ακολουθία από σατανιστικές τελετουργίες, γκρούπις, ηρωίνη, όργια και κακοποιήσεις που σημάδεψαν την μετεωρική τους διαδρομή
THE LIFO TEAM
H ψευδαίσθηση της «ανακάλυψης» μουσικής στις επιμελημένες playlists του Spotify

Μουσική / Ανακαλύπτουμε πράγματι μουσική στο Spotify ή ζούμε μια ψευδαίσθηση;

Αρχικά, τις επιμελημένες playlists της δημοφιλούς πλατφόρμας τις έφτιαχναν επαγγελματίες, που προσλαμβάνονταν για το γούστο και την κρίση τους. Όμως, πια τα πράγματα δεν λειτουργούν έτσι. Και παρότι μας περιβάλλει ένας ωκεανός ήχων, το Spotify αρκείται στο να μας κρατά αποκλεισμένους στο νησί μας.
THE LIFO TEAM
Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι (1840-1893)

Μουσική / Τσαϊκόφσκι: Πώς μπορεί ο κορυφαίος συνθέτης να ενοχλεί τη σημερινή Ρωσία;

Στη Ρωσία θεωρούν αδιανόητο το να φέρει η εθνική τους κληρονομιά ομοφυλοφιλική ταυτότητα, ακόμα κι αν πρόκειται για τον συνθέτη της «Λίμνης των κύκνων» και του «Καρυοθραύστη», καθώς και της «Παθητικής συμφωνίας», η οποία ίσως προμηνύει τη φημολογούμενη κρατική δολοφονία του. Με αφορμή την παράσταση που ανεβαίνει στην Εθνική Λυρική Σκηνή ανατρέχουμε στα νέα στοιχεία για τη ζωή του.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

σχόλια

2 σχόλια