ΑΝ ΚΑΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΜΙΑ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ στο Google για τον Giuseppe Verdi, είναι σίγουρο ότι το πρώτο έργο που θα εμφανιστεί μπροστά του θα είναι η πασίγνωστη όπερα «La Traviata» που παίζεται ετησίως σε δεκάδες θέατρα όλου του κόσμου λόγω της μουσικής της εμβέλειας αλλά και της θεατρικής της υπόστασης, ενώ έχει ερμηνευθεί από τους μεγαλύτερους κατά καιρούς καλλιτέχνες, από τη Ρόζα Πόνσελ του 1930 μέχρι και τη Nadine Sierra το 2024.
Ιστορικά, μόλις παρουσιάστηκε η όπερα το 1853 στο Teatro La Fenice της Βενετίας το κοινό τη δέχθηκε με μεγάλη δυσπιστία και επιφυλακτικότητα, δεδομένου του αμφιλεγόμενα ηδονιστικού χαρακτήρα της πρωταγωνίστριας Βιολέτας. Μάλιστα, ο Verdi σε επιστολή προς έναν φίλο του γράφει χαρακτηριστικά: «Η χθεσινή παράσταση της «La traviata» ήταν μια αποτυχία. Άραγε να έφταιγε η μουσική μου ή οι τραγουδιστές. Θα δείξει στο μέλλον». Ωστόσο, με την πάροδο τον χρόνο η δημοφιλία της διαδόθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του προγράμματος της σεζόν σχεδόν κάθε θεάτρου όπερας σε όλο τον κόσμο από το 1860 μέχρι και σήμερα.
Αν ποτέ δοθεί η ευκαιρία, το να παρακολουθήσει κανείς μια «Τraviata» είναι πάντα μια πολλά υποσχόμενη εμπειρία, εφόσον κάθε τραγουδίστρια δίνει τον δικό της χαρακτήρα στη Βιολέτα.
Σε ό,τι αφορά τη μουσική, μπορεί κανείς να εντοπίσει τη διάθεση του Verdi να ξεφύγει από τους άτυπους κανόνες της ιταλικής όπερας, που έχουν μια συγκεκριμένη δομή. Με εξαίρεση τη σκηνή και άρια της Βιολέτας από την πρώτη πράξη, «È strano… Ah, fors’ è lui… Sempre libera» που ακολουθεί το πρότυπο ρετσιτατίβο-καβαντίνα-ρετσιτατίβο-καμπαλέτα, η υπόλοιπη όπερα είναι οργανωμένη μουσικά με τέτοιο τρόπο ώστε να ταιριάζει στις δραματικές απαιτήσεις του έργου, με χαρακτηριστικό το ντουέτο της Βιολέτας και του Τζόρτζιο στην δεύτερη πράξη. Φυσικά, δεν πρόκειται για έργο εκτός της κατηγορίας του bel canto, απλώς θα έλεγε κανείς πως παρουσιάζει αρκετές καινοτομίες που απομακρύνουν την όπερα από τα καθιερωμένα ροσινιακά πρότυπα των προηγουμένων δεκαετιών.
Η σημαντικότερη από αυτές είναι η εμφάνιση μιας πολύ πρώιμης και καθόλου εξελιγμένης, ωστόσο αισθητής μορφής ενός leitmotiv, δηλαδή μιας μελωδίας που εμφανίζεται συχνά μέσα στην όπερα και είναι συνδεδεμένη με ένα πρόσωπο ή κάποιο αντικείμενο, ιδέα που εξελίχθηκε από τον Richard Wagner. Πρόκειται για μια μελωδία που τραγουδά ο Αλφρέντο στη Βιολέτα εκφράζοντας τον έρωτά του, που επαναλαμβάνεται σε αρκετά κρίσιμα σημεία μέσα στην όπερα, από τη σκηνή της ερωτευμένης πρωταγωνίστριας μέχρι και λίγο πριν από τον θάνατό της. Βάζει έτσι τον ακροατή-θεατή μέσα στη συναισθηματική κατάσταση της Βιολέτας, που δεν παύει ούτε στιγμή να αγαπά τον Αλφρέντο.
Πρέπει να σημειωθεί ότι πρόκειται για μια όπερα με τρεις κύριους συντελεστές: μία σοπράνο που υποδύεται τη Βιολέτα, έναν τενόρο στον ρόλο του Αλφρέντο και έναν βαρύτονο που ερμηνεύει τον Τζόρτζιο Ζερμόν. Παρότι οι δύο τελευταίοι ρόλοι έχουν ερμηνευτεί από μία σειρά από τραγουδιστές όπως οι Carlo Bergonzi, Luciano Pavarotti, Jose Carreras, Rolando Villazon, Roberto Alagna, Jonas Kaufmann και Robert Merill, Sherill Milnes αντίστοιχα, με τεράστια επιτυχία ο καθένας με τον τρόπο του, ο ρόλος της Βιολέτας είναι αυτός που παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα. Κάθε μεγάλη λυρική σοπράνο αναλαμβάνει αυτόν τον ρόλο, ωστόσο καθεμία φαίνεται να καλύπτει μία μόνο μεριά του περίπλοκου αυτού χαρακτήρα.
Αρχικά, η Μαρία Κάλλας, διακεκριμένη σε αυτόν τον ρόλο, προσφέρει από τη μία τη δραματικότητα και τον φωνητικό ενθουσιασμό με τις χαμηλές κυρίως νότες της, όμως φαίνεται να αδυνατεί να απεικονίσει με την ηρωική της φωνή τη λεπτότητα της Βιολέτας ως μιας νέας γυναίκας που υποκύπτει στις ηδονές του έρωτα, ιδίως στην πρώτη πράξη (με εξαίρεση τις δύο παραστάσεις του 1958 στη Λισαβόνα και το Λονδίνο).
Στον αντίποδα βρίσκεται η Τζόαν Σάδερλαντ που εστιάζει στην ομορφιά της γλυκιάς γυναικείας φωνής της. Παρ’ όλα αυτά, τα προβλήματα στην άρθρωση που αντιμετώπιζε ιδίως στην ηχογράφηση του 1965 εμποδίζουν τον ακροατή να απολαύσει την ομορφιά του λιμπρέτου. Βεβαίως, να τονίσω πως οι ερμηνείες από τις δύο αυτές σοπράνο είναι πολύ σημαντικές προσθήκες στην οπερατική ιστορία και σε καμία περίπτωση δεν υποτιμάται η αξία τους.
Αν χρειαζόταν να επιλέξουμε την «καλύτερη» (σε εισαγωγικά, γιατί η τέχνη δεν διαβαθμίζεται σε καλύτερη και χειρότερη) ερμηνεία, αυτή είναι η ηχογράφηση με την Anna Moffo από το 1965. Η Moffo, έχοντας ερμηνεύσει μέχρι το 1965 τον ρόλο της Βιολέτας ήδη 400 φορές (από τις 900 σε όλη της την καριέρα), προσδίδει στη Βιολέτα στη διάρκεια της πρώτης πράξης μια πονηρή και παιχνιδιάρικη διάθεση ιδίως κατά τη γνωριμίας της με τον Αλφρέντο αλλά και την καμπαλέτα «Sempe libera». Στη δεύτερη πράξη αλλάζει το ύφος της και μας παρουσιάζει μια ώριμη γυναίκα που έχει συναίσθηση των πράξεων και της ηθικής της απέναντι στον πεθερό της, για ολοκληρώσει την εικόνα της στην τρίτη πράξη που πλέον, όχι υπερβολικά δραματικά, αλλά ούτε και τρελά ερωτευμένα, αποχαιρετά τον αγαπημένο της Αλφρέντο. Καθ’ όλη τη διάρκεια της όπερας, όμως, εμπνέει μια φρεσκάδα και νεανικότητα μόνο με τη ζεστασιά της φωνής της, σε συνδυασμό με φωνητικά «πυροτεχνήματα» (κόντρα μι στο τέλος της «Sempe libera», αλλά και ψηλού μι στο τέλος της δεύτερης πράξης).
H Anna Moffo ως Βιολέτα στην «Τraviata»
Κλείνοντας, αυτή η ανάλυση της όπερας και συγκεκριμένα της Βιολέτας αποτελεί απλώς έναν οδηγό και όχι κριτική άλλων ερμηνειών. Άλλωστε, υπάρχουν αξιόλογες παραστάσεις από την Anna Netrebko (Salzburg, 2005), που δίνει χροιά μικρού κοριτσιού στην πρωταγωνίστρια, τη Lisette Oropesa και τη Nadine Sierra (Met, 2023), που είναι εστιασμένες περισσότερο στην ομορφιά της φωνής τους, την Diana Damrau (Met, 2017), μια ασφαλώς ώριμη και αποφασιστική ερμηνεία, την Angela Gheorghiu (Royal Opera House, 1996) και πολλές άλλες. Έτσι, αν ποτέ δοθεί η ευκαιρία, το να παρακολουθήσει κανείς μια «Τraviata» είναι πάντα μια πολλά υποσχόμενη εμπειρία, εφόσον κάθε τραγουδίστρια δίνει τον δικό της χαρακτήρα στη Βιολέτα, μαζί και τους υπόλοιπους συμπρωταγωνιστές της, αφού φυσικά δεν είναι λύση να μένει κανείς προσκολλημένος σε μία, γι' αυτόν, τέλεια ηχογράφηση του παρελθόντος, αδιαφορώντας για την όπερα στη σύγχρονη εποχή.
O Φίλιππος Δρόλιας είναι φοιτητής Ιατρικής και ιδιοκτήτης του δημοφιλούς προφίλ στο Instagram @operafanatic_