ΤΟ ΝΑ ΟΡΙΣΕΙΣ την αρχή ενός μουσικού στυλ, στη δισκογραφία, δεν είναι πάντα εύκολο. Δεν είναι εύκολο να πεις ποιο είναι το πρώτο ψυχεδελικό κομμάτι της ιστορίας ή πιο είναι το πρώτο πανκ κ.λπ. Ακόμη και στα δικά μας δεδομένα, αν το περιορίσεις, πάλι δεν είναι εύκολο να γράψεις για το πρώτο ρεμπέτικο ή το πρώτο ελαφρολαϊκό. Συνήθως αυτές οι «πρωτιές», αποκτούν κάποιο νόημα, όταν κατοχυρώνονται μέσα από έρευνες, μαζί με παραδοχές, οι οποίες βοηθούν να αποκλείσεις άλλα ονόματα, που πέφτουν στο τραπέζι, πριν καταλήξεις στο ένα – στο πρώτο.
Από την άλλη μεριά υπάρχει και η άποψη που λέει... τι μας ενδιαφέρουν οι πρωτιές, που δεν τις παίρνει κανένας χαμπάρι; Νόημα έχει κάτι, όταν διαχέεται στον κόσμο, όταν φθάνει παντού και γίνεται αληθινά ποπ. Φυσικά. Αυτό κι αν έχει νόημα – και μάλιστα μεγάλο, αφού μπορεί και επηρεάζει. Όλα, όμως, έχουν το νόημά τους. Και ο πρωτοπόρος, που ανοίγει ένα δρόμο και κάνει κάτι για πρώτη φορά, χωρίς τυμπανοκρουσίες και χωρίς να του έχει πιστωθεί η «ρήξη» με το χθες, αξίζει να μνημονεύεται, μα και αυτός που παίρνει το... ριμπάουντ, δίνοντας αληθινό νόημα σ’ ένα στυλ μουσικής και κάνοντας «επιτυχίες» πρέπει να αναγνωρίζεται. Εδώ πάντως θα γράψουμε για τον πρωτοπόρο.
Το δισκάκι του Gino και των Γαλαξιών είναι ανάμεσα στα δύο πρώτα 45άρια του ελληνικού ροκ, που θα κυκλοφορούσαν ποτέ, ενώ σίγουρα είναι το πρώτο με ελληνικό στίχο. Και αυτό το τελευταίο έχει την πιο μεγάλη σημασία.
Ο Gino (Georgino) Cudsi (1940 ή 1943-1992) ήταν γεννημένος στο Σουδάν, από σύρο πατέρα και ελληνίδα μάνα. Η μητρική του γλώσσα, με άλλα λόγια, ήταν η ελληνική, την οποία μιλούσε «τέλεια». Ο άνθρωπος αυτός θα ξετύλιγε την τραγουδιστική καριέρα του σε πολλές χώρες, βεβαίως στην Ελλάδα, αλλά ακόμη και στην Ιταλία, τη Μεγάλη Βρετανία, την Ισπανία, μα και στην τότε Δυτική Γερμανία. Στην Ελλάδα, δε, θα δημιουργούσε καταστάσεις σε όλες τις δεκαετίες – και στα σίξτις, και στα σέβεντις, και στα έιτις, χωρίς ποτέ να εγκαταλείψει δια παντός τη χώρα, στην οποία πάντα θα επέστρεφε, και πάντα θα απασχολούσε τη δισκογραφία με πολλά και εντελώς διαφορετικά, μεταξύ τους, πρότζεκτ.
Εδώ, τώρα, δεν θα ασχοληθούμε συνολικά με τα κατορθώματα του Gino στην Ελλάδα, αλλά μ’ εκείνο το σπουδαίο που έκανε στο ξεκίνημά του στα πάτρια – να ηχογραφήσει δηλαδή, πρώτος αυτός, ένα ελληνικό ροκ τραγούδι και μάλιστα με ελληνικά λόγια.
Ο Gino είχε ξεκινήσει την πορεία του στην Ιταλία, ως τραγουδιστής της οπερέτας βασικά, αλλά σύντομα θα έστριβε προς την ποπ, η οποία θα συγκέντρωνε έκτοτε το μόνιμο ενδιαφέρον του. Στην Ελλάδα πρέπει να έρχεται για πρώτη φορά το 1962, και κάπως έτσι τον συναντάμε σ’ ένα πρόγραμμα, στις 30 Μαρτίου εκείνης της χρονιάς, στο ξενοδοχείο King George, καθώς συμμετείχε στο χορό του κολεγίου Αναβρύτων, μαζί με το συγκρότημά του, τους Lonely Rebels, τον Γεράσιμο Λαβράνο με τους Σολίστ του, και ακόμη την αληθινά σπουδαία μαύρη αμερικανίδα τραγουδίστρια της τζαζ June Richmond (που είχε φθάσει να παίζει, τότε, μέχρι και στην Αθήνα). Φυσικά, ο Gino θα ερχόταν και αργότερα στη χώρα – και βασικά το 1964, χρονιά η οποία, εδώ, μας ενδιαφέρει. Όπως γράφει ο Ανδρέας Καλομάρης στο περιοδικό «Μοντέρνοι Ρυθμοί» (Μ.Ρ.) [τεύχος #6, 16-30 Ιουνίου 1964]:
«Η Αθήνα, που πριν από λίγες ημέρες υποδέχθηκε τον Τζίνο, δεν ήταν άγνωστη στον διάσημο τραγουδιστή. Την είχε ζήσει πριν λίγα χρόνια και είχε αποκομίσει, φεύγοντας, τις καλύτερες εντυπώσεις. Γιατί περνώντας, στην αρχή της καριέρας του, απ’ εδώ, τραγούδησε σε αρκετά κέντρα και καταχειροκροτήθηκε από τους Έλληνες τηναίητζερς. “Ήταν από τις πιο ωραίες στιγμές της ζωής μου” λέει τώρα ο ίδιος. “Ήταν μια ενθάρρυνσι, για να συνεχίσω και να φτάσω εκεί που είμαι σήμερα”».
Σε τούτο το πρώτο κείμενο των Μ.Ρ. για τον Gino εκείνο που βασικά παραλείπεται είναι πως ο άνθρωπος αυτός ήταν Έλληνας. Έπειτα, η αναφορά σε «διάσημο τραγουδιστή» την ίδια εποχή δεν είχε και πάρα πολύ νόημα, υπό την έννοια πως ο Gino δεν είχε κάνει κάποια μεγάλη επιτυχία, αφού η παρουσία του στο δυτικογερμανικό τηλεοπτικό “Teenager-Party ’64” σε σκηνοθεσία Kurt Ulrich, με τις συμμετοχές και των Peter Kraus, Jack Hammer, Mina, Orchester Max Greger κ.ά. –που θα κυκλοφορούσε και σε LP από την γερμανική και ισπανική Polydor–, δεν αποτελούσε, σώνει και καλά, κάποιο διαπιστευτήριο διασημότητας. Ούτε βεβαίως το πρώτο δισκάκι του (ως είδηση καταγράφεται και στο περιοδικό «Billboard» της 2ας Μαρτίου 1963), γραμμένο στην Αγγλία με την αξιόλογη ορχήστρα του Johnny Keating, που περιλάμβανε τα κομμάτια “The secret / Big wide world” [Parlophone], θα γινόταν επιτυχία.
Απλώς, τότε, ο Gino ερχόταν ως κάτι «νέο» στην Ελλάδα και έπρεπε με κάθε τρόπο να προωθηθεί. Μάλιστα, θα βρισκόταν και μια λέξη, η mod («μοντς τραγουδιστής»), ώστε να πλασαριζόταν ο Gino ως κάτι καινούριο στην ελληνική ποπ πραγματικότητα, που διένυε τότε τα πρώτα δειλά μέτρα της.
Τώρα από πού κι ως πού... μοντ τραγουδιστής είναι ένα θέμα. Ίσως τούτο να προέκυψε επειδή ο Gino είχε ήδη κάποια θητεία στο Λονδίνο ή πάλι γιατί είχε άκρες και στην Ιταλία – και οι mods γούσταραν τους Ιταλούς, που ήταν μπροστά στο σχέδιο και τη μόδα. Φυσικά και φορούσε μοδάτα κοστούμια ο Gino, ενώ δεν είμαι σίγουρος αν άκουγε μαύρη μουσική (jazz, rhythm n’ blues, soul ή και ska), όπως άκουγαν οι mods ή αν κυκλοφορούσε με βέσπα. Όπως γράφει και ο Dick Hebdige στο βιβλίο του «Υπο-κουλτούρα: το νόημα του στυλ» [Γνώση, 1981]:
«Αντίθετα με τους προκλητικά ενοχλητικούς teddy boys, οι mods ήταν πιο διακριτικοί και πιο ήπιοι σε εμφάνιση: φορούσαν σχετικά συντηρητικά κοστούμια, σε αξιοπρεπείς χρωματισμούς, ήταν σχολαστικά καλοβαλμένοι και διακριτικοί. Τα μαλλιά τους ήταν γενικά κοντά και καθαρά κι οι mods προτιμούσαν να συντηρούν το στυλάτο κόψιμο μιας άψογης “γαλλικής φράντζας” με αδιόρατη λακ, αντίθετα με την υπερβολική μπριγιαντίνη, στοιχεία των ανοιχτά ανδροπρεπών rockers».
Να μετέφερε, εκείνη την εποχή, τέτοια στοιχεία στην ελληνική πραγματικότητα ο Gino; Τι να πει κανείς... Αλλά από την άλλη μεριά από πού κι ως πού ο Καλομάρης επέλεξε τη λέξη «μοντς», για να περιγράψει τον τρόπο του Gino; Είχε πιάσει κάπου το αυτί του τους «μοντς» ή του την είχε πει (τη λέξη) ο ίδιος ο Gino (που είναι και το πιο πιθανό), καθώς ερχόταν από την Αγγλία; Αυτά είναι ενδιαφέροντα ερωτήματα, αλλά είναι ταυτοχρόνως και κάπως δύσκολο να απαντηθούν – οπότε ας τα αφήσουμε να πλανιούνται.
Πάντως ο Gino, και δεν πρέπει αυτό να μας διαφεύγει, βάζει την πρωταγωνίστρια τού τραγουδιού του (για το οποίο θα τα πούμε στη συνέχεια), την Κλεοπάτρα, να γουστάρει την τζαζ και το beat (“she likes jazz and beat”), χαρακτηρίζοντάς την κιόλας... μοντ κοριτσάκι (“she is a mod little girl”). Άρα ο ίδιος είχε συνείδηση εκείνων που έλεγε...
Περαιτέρω σ’ εκείνο το πρώτο κείμενο των Μ.Ρ. για τον Gino υπάρχουν οι πληροφορίες πως ο τραγουδιστής θα έμπαινε στο στούντιο για να ηχογραφήσει κομμάτια του με backing band τους Γαλαξίες, και πως στίχους σ’ αυτά θα έγραφε ο Αθανάσιος Τσόγκας (διευθυντής, τότε, τον Μ.Ρ. και γνωστός στιχουργός).
Οι Γαλαξίες ήταν ένα από τα πιο παλιά ελληνικά συγκροτήματα. Αρχικά λέγονταν Δυναμίτες και εμφανίζονταν στο κλαμπ Χρυσή Αράχνη, στο Αιγάλεω, στο Έμπασσυ, στην Αίγλη του Ζαππείου, στον Χρυσό Σκαραβαίο της Βούλας, στα μουσικά πρωινά που διοργάνωνε η εταιρεία πετρελαιοειδών BP, ενώ είχαν περάσει εκτάκτως και από μία θρυλική επιθεώρηση της εποχής (μαζί με τον Gino), την «Παριζιάνα» των Κώστα Νικολαΐδη, Γιώργου Κατσαρού, Μανώλη Καστρινού και Γιώργου Ανεμογιάννη, στο Θέατρον Παρκ, το καλοκαίρι του ’64 –με τον χορευτή Fernando Rego και τo περίφημo μπαλέτo Cazino de Paris–, που θα σήμαινε, εκτός των άλλων, και την οικονομική καταστροφή τού και επιχειρηματία, εκτός από πρωταγωνιστή, Κώστα Χατζηχρήστου. Βασικά, εκεί, ο Gino με τους Γαλαξίες θα κινηματογραφούνταν για κάποια ταινία.
Μέλη των Γαλαξιών ήταν τότε: ο πολύ καλός κιθαρίστας Νίκος Αθανασόπουλος (μεγάλος φαν των Shadows και του Hank Marvin), o Λευτέρης Βεντούρας ρυθμική κιθάρα, ο Χρήστος Αθανασόπουλος μπάσο και ο Αιγυπτιώτης Λευτέρης Μεγαλούδης ντραμς.
Σ’ ένα επόμενο τεύχος των Μ.Ρ., το #8 (8 Ιουλίου 1964) διαβάζουμε πως ο Gino ήταν έτοιμος να κυκλοφορήσει, σε δισκάκι της Polydor, ένα χορευτικό κομμάτι υπό τον τίτλο “Snap”, λανσάροντας ένα νέο χορό στην Ελλάδα, το snap, που είχε παρουσιάσει κάποιος Conrad Pringel στη Γαλλία, την προηγούμενη χρονιά (1963). To snap του Pringel είχε επιρροές από το rhythm n’ blues και την τζαζ και υπό μίαν έννοια, θα μπορούσε να θεωρηθεί έως και «μοντάδικο» – με την πρώτη ακρόαση του snap, του Gino και των Γαλαξιών, να γίνεται στο Παρκ, στην επιθεώρηση του Χατζηχρήστου.
Μάλιστα, πριν ακόμη κυκλοφορήσει το δισκάκι οι αναγνώστες των Μ.Ρ. θα διάβαζαν τους στίχους του τραγουδιού στο τεύχος #10 των Μ.Ρ. (22 Ιουλίου 1964), οι οποίοι είναι και αγγλικοί και ελληνικοί (γραμμένοι από τον Τσόγκα)! Κάτι επίσης πρωτοφανές!
Τελικά, στις 31 Ιουλίου 1964, ακριβώς πριν από 60 χρόνια, θα κυκλοφορήσει το δισκάκι «Snap-snap-snap (Σναπ-σναπ-σναπ) / Cleopatra in bluejeens (Κλεοπάτρα με μπλουτζίνς)», σε ετικέτα Polydor, από το σχήμα Ο Gino και οι Γαλαξίες (πρώτη πλευρά) ή και Ο Τζίνο και οι Γαλαξίες (δεύτερη πλευρά). Και είμαστε εδώ ακριβώς, σ’ αυτή την ιστορική στιγμή της ηχογράφησης ενός πολύ πρώιμου δίσκου του ελληνικού ροκ και μάλιστα του πρώτου με ελληνικό στίχο. Μήπως, όμως, και του πρώτου γενικότερα; Είναι ένα θέμα αυτό, που αξίζει να το εξετάσουμε.
Υπήρχαν δύο ελληνικά συγκροτήματα, που ήταν παλαιότερα των Gino / Γαλαξίες, έχοντας από τότε σχέση με τη δισκογραφία, και αυτά ήταν οι Play Boys και οι Forminx.
Τα πρώτα δισκάκια των Play Boys ήταν τα “Cha cha no 101 / Love serenade” [RCA Victor 48g 2450] και “I’ll shake the earth / Deep on the heart of Athens” [Parlophone GDSP 3023]. Πότε κυκλοφόρησαν αυτά; Το πρώτο στις 4 Απριλίου 1964, ενώ το δεύτερο την άνοιξη του 1965. Άρα το πρώτο απ’ αυτά τα 45άρια είναι εκείνο που θα μπορούσε να μας ενδιαφέρει. Αν ακούσεις όμως τα “Cha cha no 101” και “Love serenade” το τελευταίο, που θα έρθει στο μυαλό σου είναι πως πίσω απ’ αυτά τα κομμάτια κρύβεται κάποιο νεανικό συγκρότημα.
Οι μουσικές είναι σε στυλ Πλέσσα-Λαβράνου (δεν κρίνουμε αν είναι ενδιαφέρουσες ή όχι) και σχετίζονται απολύτως με το λάτιν και το ελαφρό τραγούδι. Με τίποτα, δηλαδή, δεν θα μπορούσε να θεωρηθούν «ροκ», απ’ όποια πλευρά και να τις εξετάσεις. Άρα, και σε σχέση με τους Play Boys, ο Gino δεν ηχογραφεί μόνον τα πρώτα ελληνικά ροκ κομμάτια με ελληνικό στίχο, αλλά και τα πρώτα τού ελληνικού ροκ γενικότερα.
Οι Forminx, τώρα, στο μέσο του 1964, ήταν ένα συγκρότημα πολύ δημοφιλές, στη Θεσσαλονίκη πρώτα-πρώτα, καθώς εκεί θριάμβευαν με αλλεπάλληλες συναυλίες, που θα ξεκινούσαν από τον Μάιο εκείνης της χρονιάς. Ποια ήταν, όμως, τα πρώτα δισκάκια τους; Ήταν τα “Ah say yeah! / Elephant twist” [Decca 45-PL 8042] και “Jeronimo yanka / Dream in my heart” [Decca 45-PL 8049]. Πότε κυκλοφόρησαν αυτά; Οι ημερομηνίες από τα αρχεία είναι 28 Ιουλίου 1964 και 4 Δεκεμβρίου 1964 αντιστοίχως. Άρα, και σε σχέση πάντα με το δισκάκι των Gino / Γαλαξίες μας ενδιαφέρει μόνο το πρώτο.
Φαίνεται λοιπόν πως το πρώτο δισκάκι των Forminx, που οπωσδήποτε είναι νεανικό και μπορεί να θεωρηθεί «ροκ», κυκλοφορεί (βάσει των καταλόγων των εταιρειών) τρεις μέρες πριν από το δισκάκι των Gino / Γαλαξίες. Το παράξενο, όμως, είναι πως μια πρώτη αναφορά, στο συγκεκριμένο δισκάκι, δεν την βλέπεις στους Μ.Ρ. νωρίτερα από το τεύχος #20, της 2ας Δεκεμβρίου 1964 – δηλαδή τέσσερις μήνες πιο μετά. Να κυκλοφόρησε τελικά το “Ah say yeah! / Elephant twist” αργότερα (και όχι στις 28 Ιουλίου του ’64) ή μήπως να εντάσσεται, ακόμη και η είδηση κυκλοφορίας ενός δίσκου, σ’ ένα γενικότερο cancel που τρώνε οι Forminx από τους Μ.Ρ. έως το τεύχος #24 (10 Φεβρουαρίου 1965), όταν καλύπτεται επαρκώς (και για πρώτη φορά) η απονομή «ασημένιου δίσκου» τους, για το “Jeronimo yanka”;
Υπήρχε, τέλος πάντων, κάποιος λόγος, για cancel του γκρουπ από το περιοδικό, στα πρώτα 23 τεύχη του; Μάλλον, θα έλεγα, αν κρίνω από τη δημόσια κόντρα που είχαν οι Αθανάσιος Τσόγκας (διευθυντής) και Νίκος Μαστοράκης (μάνατζερ, στιχουργός των Forminx κ.λπ.) στα πολύ αρχικά τεύχη.
Πάντως είτε έτσι είτε αλλιώς το δισκάκι του Gino και των Γαλαξιών είναι ανάμεσα στα δύο πρώτα 45άρια του ελληνικού ροκ, που θα κυκλοφορούσαν ποτέ, ενώ σίγουρα είναι το πρώτο με ελληνικό στίχο. Και αυτό το τελευταίο έχει την πιο μεγάλη σημασία. Αν, μάλιστα, θέλετε και την προσωπική γνώμη μου, τότε πρέπει να πω πως το 45άρι «Snap-snap-snap (Σναπ-σναπ-σναπ) / Cleopatra in bluejeens (Κλεοπάτρα με μπλουτζίνς)» είναι πολύ καλύτερο, σαν άκουσμα, από το “Ah say yeah! / Elephant twist” των Forminx. Συνεπώς θα έλεγα πως το «Cleopatra in bluejeens (Κλεοπάτρα με μπλουτζίνς)» είναι το πρώτο αληθινά σπουδαίο κομμάτι του ελληνικού ροκ –βασικά αυτό– τυπωμένο ακριβώς πριν από 60 χρόνια.
Θέλετε, τώρα, κι άλλη μια πρωτιά; Το δισκάκι αυτό είναι το πρώτο ελληνικό (δημιουργημένο από έλληνες καλλιτέχνες εννοώ), που μπαίνει στο Top-30 των Μ.Ρ. (τεύχος #15 της 23ης Σεπτεμβρίου 1964), καθώς ως νεοεισερχόμενο βρίσκεται στη θέση 26 – για να φθάσει στη θέση 23 και από ’κει στη θέση 21 (με τελευταία εμφάνιση στο Top-30 στο τεύχος #18, της 4ης Νοεμβρίου 1964).
Όταν ο ελληνικός στίχος κυριαρχούσε πια στα τραγούδια των ελληνικών συγκροτημάτων, το 1968, ο Ανδρέας Καλομάρης είχε γράψει ένα ενδιαφέρον κείμενο στο περιοδικό «Καλλιτεχνικές Επικαιρότητες / Μοντέρνοι Ρυθμοί και Τραγούδια» (τεύχος #3-103, 10 Απριλίου 1968), που ήταν η συνέχεια των Μ.Ρ. μετά από το τεύχος #100, το οποίο είχε τίτλο «Ο ελληνικός στίχος κατακτά την ξένη ελαφρά μουσική». Μεταφέρουμε ένα απόσπασμα:
«Όταν οι Μπητλς λάνσαραν την μουσική “γιέ-γιέ” και δημιουργούσαν τον θρύλο τους με τις αλλεπάλληλες μουσικές τους επιτυχίες, πριν από λίγα χρόνια –που παράλληλα με τα θρυλικά Σκαθάρια σε όλο τον κόσμο είχαμε κι εδώ στην Ελλάδα τους Φόρμιγξ, που προκαλούσαν υστερία σε κάθε εμφάνισή τους– ούτε σκέψις μπορούσε να γίνη ότι θα ήταν ποτέ δυνατόν να αρέσει στην νεολαία μας ένα τραγούδι ξένης μοντέρνας μουσικής, με ελληνικά λόγια. Ο φανατισμός που είχαν προκαλέσει τα ξένα ρυθμικά συγκροτήματα με τα τραγούδια τους είχαν κάνει τη νεολαία μας να τραγουδά μελωδίες μόνο με αγγλικούς ή ιταλικούς στίχους και κανένα συγκρότημα δικό μας, κανένας τραγουδιστής ή τραγουδίστρια δεν τολμούσε να αποπειραθή την ηχογράφησι ενός δίσκου που η μελωδία του θα ήταν μοντέρνα και τα λόγια του ελληνικά. Παρ’ όλα ταύτα κάποτε βρέθηκαν κι εκείνοι που τόλμησαν. Ο συμπαθέστατος τραγουδιστής GINO, που είχε διακριθεί στην Αγγλία, στην Γαλλία, στην Γερμανία, στην Ιταλία και ήρθε κι εδώ στην Ελλάδα να δημιουργήση μια νέα καλλιτεχνική καριέρα, πήρε το θάρρος να ηχογραφήσει σε δίσκους Φίλιπς και Πόλυντορ ξένες μελωδίες με στίχους ελληνικούς και παρουσίασε, τραγουδώντας ο ίδιος και συνοδευόμενος από τους Γαλαξίες, τα τραγούδια “Κλεοπάτρα με μπλου τζηνς”, “Σινιορίνα σιμπάτικα” κ.ά. και εν συνεχεία με την επιμέλεια την δική του και με ερμηνεύτριες τις αδελφές Μπρόγιερ παρουσίασε τα τραγούδια “Μάυ μπόυ λόλιποπ” και “Γνώρισα τον έρωτα”. Κινήθηκαν βέβαια τα τραγούδια αυτά, μα δεν είχαν τότε την επιτυχία που έπρεπε να έχουν. Και ο Gino έφυγε ξανά για την Ιταλία απογοητευμένος. Αμέσως μετά ήλθε ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΩΡΑΣ, συμπαθέστατος τραγουδιστής και συνθέτης που παρουσίασε τα τραγούδια “Εσένα που σε ξέρω τόσο λίγο”, “Μη φεύγεις αγάπη μου” κ.ά. Μα και τα τραγούδια αυτά δεν “έπιασαν” την εποχή εκείνη, όσο έπρεπε να πιάσουν. Τώρα ο Σταύρος Ζώρας βρίσκεται στην Αμερική, αλλά τα τραγούδια του ύστερα από “νεκρική σιγή” αρκετών ετών έγιναν επιτυχίες!(...) Πρέπει όμως να ομολογηθή πως αν τα ελληνικά νειάτα αγάπησαν και αγαπούν πλέον με φανατισμό τον ελληνικό στίχο τούτο οφείλεται στο δημοφιλές συγκρότημα της Θεσσαλονίκης ΟΛΥΜΠΙΑΝΣ, που το τραγούδι τους “Τρόπος” σημείωσε πρωτοφανές για την Ελλάδα ρεκόρ πωλήσεων δίσκου. Δίσκου μοντέρνας μελωδίας, που οι στίχοι της δεν τραγουδιόντουσαν αγγλικά ή γαλλικά, αλλά ελληνικά(...)».
Φαίνεται λοιπόν πως ήδη από το 1968 το χώρο τού ελληνικού ποπ / ροκ τον απασχολούσε το θέμα τού στίχου. Το ζήτημα «ελληνικά ή αγγλικά» στα λόγια των τραγουδιών είναι πολύ παλαιό εννοώ, και δεν προέκυψε ξαφνικά στη δεκαετία του ’80... πόσο μάλλον τώρα.
Σ’ αυτό το παλαιό κείμενο, από τον Απρίλιο του ’68 ο Καλομάρης εντοπίζει το θέμα, αποτίνοντας φόρο τιμής στους πρωτεργάτες του ελληνικού στίχου στο «μοντέρνο τραγούδι», τον Gino με τους Γαλαξίες (31 Ιουλίου 1964), τον Σταύρο Ζώρα (3 Μαΐου 1965) και τους Olympians (26 Ιανουαρίου 1966), καθώς από το 1967 ο ελληνικός στίχος θα άρχιζε να κάνει όλο και πιο αισθητή την παρουσία του στα τραγούδια και, γιατί όχι, σιγά-σιγά, να παίρνει κεφάλι.
Να προσθέσω, επίσης, πως στο δισκάκι του Gino και των Γαλαξιών «Snap-snap-snap (Σναπ-σναπ-σναπ) / Cleopatra in bluejeens (Κλεοπάτρα με μπλουτζίνς)» τα ελληνικά στιχάκια στο «Σναπ-σναπ-σναπ» ήταν του Αθανάσιου Τσόγκα και στο «Κλεοπάτρα με μπλουτζίνς» του Gino (Cudsi), ενώ στο δισκάκι του Ζώρα «Σε ξέρω τόσο λίγο / Μη φεύγεις αγάπη μου» η πρώτη πλευρά είχε στίχους δικούς του και η δεύτερη του Τσόγκα.
Θέλω να πω πως από την αρχή της ιστορίας ο Τσόγκας, και στην πορεία και άλλοι διάφοροι, θα άρχιζαν να γράφουν ελληνικούς στίχους, για τα «μοντέρνα τραγούδια» της εποχής – στίχους που, τις πιο πολλές φορές, τους ταίριαζαν πάνω σε «ξένες» επιτυχίες, δίχως ν’ αποτελούν κατ’ ανάγκη μεταφράσεις τους.
Έτσι, και παρόλο το τσατσιλίκι (που εκείνα τα πρώιμα χρόνια ήταν και κάπως αναπόφευκτο εδώ που τα λέμε), τα ελληνικά γκρουπ και οι καλλιτέχνες από πολύ νωρίς είχαν αρχίσει να ντύνουν τους «ξένους ρυθμούς» με δικά τους ελληνικά λόγια, δείχνοντας κατεύθυνση. Ότι η ελληνική γλώσσα θα μπορούσε να «κολλήσει» μια χαρά με τους «ξένους ρυθμούς» και πως θα ήθελε, απλώς, λίγο παραπάνω προσπάθεια, ώστε να «κάτσει» ένα συμπαθητικό, καλό ή και πολύ καλό αποτέλεσμα.
Για να δούμε, όμως, αυτά τα δύο τραγούδια, το «Snap-snap-snap (Σναπ-σναπ-σναπ)» και το «Cleopatra in bluejeens (Κλεοπάτρα με μπλουτζίνς)».
Το πρώτο είναι αυτό που αναφέρθηκε πιο πάνω. Ένα τραγούδι που επιχειρεί να λανσάρει τον χορό snap. Διαθέτει φυσικά surf και rhythm n’ blues στοιχεία (το “What’d I say” του Ray Charles αποτελεί τρανή επιρροή), έχει chorus vocals και ουρλιαχτά, δίνει συνθήματα για τα βήματα, έχει ωραία κιθάρα, και γενικά, σαν κομμάτι βγάζει κάτι το ευφρόσυνο.
GINO & ΓΑΛΑΞΙΕΣ - SNAP SNAP SNAP
Ακόμη καλύτερο ήταν όμως το «Cleopatra in bluejeens (Κλεοπάτρα με μπλουτζίνς)», που αρχίζει μ’ αυτό το nonsensical doo-wop σχήμα (Νταπ-ντούπαμ-ντουπάμ-νταπ-ντούπαμ / Νταπ-ντούπαμ-ντουπάμ-νταπ-ντούπαμ κ.λπ.), βγάζοντας κάτι από την crazyness του “Papa-oom-mow-mow” και των αναλόγων, με πρωτοφανές για ελληνικό ποπ κομμάτι συνδυασμού lead και ρυθμικών φωνητικών, σε συνδυασμό με «γιε-γιε», ουρλιαχτά, κιθάρα με distortions, surf υπαινιγμούς, επιρροή από “What’d I say” φυσικά, και βεβαίως αυτά τα απίστευτα αγγλικά και ελληνικά κουπλέ, που προσδίδουν στο κομμάτι κάτι το εξωτικό και φυσικά το ανεπανάληπτο. Ένα απίστευτο κομμάτι από τον Gino, με φοβερές φωνές-φωνητικά και ασυναγώνιστο παίξιμο από τους Γαλαξίες. Τι να πει κανείς; Όταν το ελληνικό ροκ ξεκινά μ’ ένα τέτοιο κομμάτι, όλα θα ήταν κατορθωτά τα επόμενα χρόνια...
GINO & ΓΑΛΑΞΙΕΣ - CLEOPATRA IN BLUEJEANS
Η σημασία του τραγουδιού ήταν μεγάλη και το γεγονός πως το θυμόταν, δεκαετίες μετά, η μαοϊκή αρχιτεκτόνισσα Κλεοπάτρα Παπαγεωργίου, από τον ραδιοσταθμό της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, τον καιρό των γεγονότων του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβρη του ’73, στη Θεσσαλονίκη, δείχνει κάτι. Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του Κωστή Κορνέτη «Τα Παιδιά της Δικτατορίας» [Πόλις, 2015], σε σχέση με το πώς ντύνονταν οι φοιτητές της εποχής:
«Να φανταστείς εγώ είχα δύο μπλουτζίν παντελόνια... “Cleopatra in blue jeans”, υπήρχε ένα τραγούδι τέτοιο, ένα ροκάδικο συμπτωματικά. Με δύο μπλουτζίν παντελόνια συνάλλαζα. Αυτά φορούσα μέχρι που τελείωσα το Πολυτεχνείο. Κάτι αρβύλες απ’ το Μοναστηράκι και μου ’λεγε ο Τετραδάκος (σ.σ. μοίραρχος και βασανιστής επί χούντας): “Είσαι έτοιμη να βγεις στο βουνό μ’ αυτές τις αρβύλες;”. Τις θεωρούσε πρόκληση, ότι το κάνω επίτηδες».
Τι άλλο θα έκανε ο Gino εκείνη την εποχή; Τα περιγράφει η πρώιμη ελληνική δισκογραφία του παρακάτω, αλλά στην πράξη ο άνθρωπος θα φύγει από την Ελλάδα, για να συνεχίσει την πορεία του στην Ιταλία, καθώς δεν μπόρεσε να απορροφηθεί από την ντόπια... βιοτεχνία, όπως απορροφήθηκαν άλλοι εξ Εσπερίας ορμώμενοι, σαν τον Tony Pinelli ή τον Guidone ας πούμε, πριν επιστρέψει στην αρχή της δεκαετίας του ’70. Εκεί, όμως, λέμε πια για κάτι άλλο...
Μια πρώιμη ελληνική δισκογραφία του Gino, στις 45 στροφές
• Snap-snap-snap (Σναπ-σναπ-σναπ) / Cleopatra in bluejeens (Κλεοπάτρα με μπλουτζίνς) – Polydor 54 897 – 31 Ιουλ. 1964 (O Gino και οι Γαλαξίες)
• Signorina Sympatica / Hey, Βobba Νeedle – Polydor 54 919 – 1 Οκτ. 1964
• My boy lollipop / Γνώρισα τον έρωτα – Polydor 54 921 – 20 Οκτ. 1964 (δισκάκι των Έρικα και Μαργαρίτα Μπρόγιερ, στο οποίο ο Gino είχε την επιμέλεια)
• Θα περιμένω πάλι / Teddy girl – Polydor 54 925 – 12 Ιαν. 1965
• Τ’ αστέρια σαν κοιτώ / Amore-amore-amore – Polydor 54 958 – 1 Σεπτ. 1965
• Il primo bacio / Άκουσε τον Gino – Polydor 54 959 – 2 Σεπτ. 1965
• Ma cosa sai di me / Dipendesse da me – Polydor 54 975 – 8 Φεβ. 1966
• Io non t’ amo piu / Senza amore – Polydor 54 976 – 8 Φεβ. 1966
• Et maintenant / Ormai – International Polydor Production NHH 214 – 1966