Η σχέση του πολυπράγμονος Πάνου Κουτρουμπούση (1937-2019) με την μουσική ήταν πολύ στενή, σίγουρα από την εποχή της Παράγκας του Σίμου, στα πρώτα χρόνια του ’50 ή και πιο πριν, σ’ ένα πρώτο επίπεδο ακουσμάτων τραγουδιών της εποχής.
Στην Παράγκα, βασικά από τις αρχές του 1953, έως τις αρχές του 1954, ο Κουτρουμπούσης θα ανακαλύψει την υπαρξιστική σκηνή του Saint-Germain-des-Prés, π.χ. την τραγουδίστρια και ηθοποιό Juliette Gréco, εμπεδώνοντας το swing, το boogie-woogie και άλλα διάφορα αμερικάνικα χορευτικά στυλ της jazz, λίγο πριν από τον ερχομό του rock n’ roll, που θα σάρωνε τα πάντα. Υπάρχει εξάλλου και η γνωστή φωτογραφία με τον Κουτρουμπούση να παίζει την ντραμς του Padam Jazz Club (του γκρουπ της Παράγκας) από το 1953.
Όταν το rock and roll φθάνει στην Ελλάδα το 1956, αρχικά μέσω της προβολής της ταινίας του Richard Brooks «Η Ζούγκλα του Μαυροπίνακος» και εν συνεχεία μέσω της ζωντανής παρουσίας στο Ζάππειον (21 Οκτωβρίου 1956) της μπάντας του αμερικανικού αεροπλανοφόρου, του 6ου Στόλου, The Coral Sea, ο Κουτρουμπούσης ήταν «εκεί». Υπό την έννοια ότι αντιλαμβανόταν τι παιζόταν.
Στην πιο μεστή συνέντευξη που έδωσε ποτέ ο έλληνας εικαστικός (σ.σ. αν και δεν ήταν από τα καλύτερά του να τον αποκαλούν έτσι) και ακόμη συγγραφέας και τόσα άλλα, στον Αλέξη Καλοφωλιά, για το fanzine “Merlin’s Music Box” (τεύχος #26, Ιούνιος 1995), διαβάζουμε σχετικώς:
«Ναι, ήταν γνωστό ότι η μπάντα του 6ου Στόλου έπαιζε rock ’n roll και από εκεί άρχισε να βγαίνει προς τα έξω και μετά να ’ρχονται οι δίσκοι, αλλά εκείνη την εποχή ήταν ακόμα στο τέλος της jazz, του swing και μετά από λίγο (σ.σ. μετά την έκρηξη του rock and roll) ο Frankie Avalon, τέτοιοι τύποι, που τότε ήταν βαρετοί, αλλά τώρα έχουν πλάκα – απλά τότε ήταν αίσχος! Τελείως flat και εξημερωμένοι».
Κάποια από τα βασικά νεανικά αναγνώσματα του Πάνου Κουτρουμπούση ήταν τα βιβλία του Φώτη Κόντογλου, όπως και τα τευχίδια με τις περιπέτειες του Καραγκιόζη, που τον συνδέουν εγκαίρως με τον «ελληνισμό» και την «ελληνικότητα», παράλληλα με τα στοιχεία της αμερικάνικης κουλτούρας (κόμιξ, ταινίες με το Τρίο Στούτζες, χορευτικές μουσικές, rock and roll κ.λπ.), που τον επηρεάζουν ακόμη πιο βαθιά.
Μέσα σε λίγες αράδες ο Πάνος Κουτρουμπούσης περιγράφει την εξέλιξη της μουσικής ποπ, από το μέσα του ’50 και μέχρι τον ερχομό των Beatles, οι οποίοι, όπως όλοι γνωρίζουν, θα ανέτρεπαν το όλον. Δηλαδή, το τέλος των τζαζ χορευτικών ιδιωμάτων, την έκρηξη του rock and roll και από ’κει και πέρα την άπνοια, στην ποπ, που μετέφεραν στα τέλη των fifties οι «ακίνδυνοι» κα γλυκανάλατοι τραγουδιστές τύπου Bobby Rydell, Frankie Avalon, Paul Anka, Fabian κ.ά.
Κάποια από τα βασικά νεανικά αναγνώσματα του Πάνου Κουτρουμπούση ήταν τα βιβλία του Φώτη Κόντογλου, όπως και τα τευχίδια με τις περιπέτειες του Καραγκιόζη, που τον συνδέουν εγκαίρως με τον «ελληνισμό» και την «ελληνικότητα», παράλληλα με τα στοιχεία της αμερικάνικης κουλτούρας (κόμιξ, ταινίες με το Τρίο Στούτζες, χορευτικές μουσικές, rock and roll κ.λπ.), που τον επηρεάζουν ακόμη πιο βαθιά.
Κάπως γίνεται λοιπόν και ο Κουτρουμπούσης μαθαίνει, νωρίς στα σίξτις, για τους ξεχασμένους ρεμπέτες και το ρεμπέτικο – ένα ενδιαφέρον, που θα καταγραφεί στην μικρού μήκους ταινία του «Από Μπουζούκια σε Μπουζούκια» (1962), γυρισμένη στις λαϊκές ταβέρνες του Περάματος και άλλων συνοικιών. Όπως είχε πει ο ίδιος σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό «Λαϊκό Τραγούδι» (τεύχος #22, Φεβρουάριος-Μάρτιος 2008) στον Νίκο Μητρογιαννόπουλο:
«Το ενδιαφέρον μου εμένα για το ρεμπέτικο, το λαϊκό και το Πέραμα, που κατέληξα να κάνω το ντοκιμαντέρ, ήτανε μάλλον κοινωνικό παρά μουσικό. Αλλά πώς ξεκίνησε δε θυμάμαι. Κάπου θα έμαθα ότι στο Πέραμα υπάρχουν λαϊκά μπουζουξίδικα. Μπορεί και να μη μου το είπε κανείς, να το διάβασα σε εφημερίδα, ξέρω ’γω;(...) Βρίσκω μια ειλικρίνεια (σ’ αυτή τη μουσική). Υπήρχε και το θέμα ότι είχε σχέση με τα ναρκωτικά, γιατί στις αρχές της δεκαετίας του ’60 είχε απλωθεί το ότι το χασίσι, το μαύρο, έχει σχέση με δημιουργία ας πούμε, και με επανάσταση λιγάκι, και με αντιεξουσιαστική κατάσταση. Είχε σχέση κι αυτό, αλλά περισσότερο ήτανε ότι μ’ ενδιέφερε το λαϊκό ως αυθεντικό και στη μουσική και στην κοινωνία».
Υπήρχαν, όμως, κι άλλα ακούσματα εκείνη την εποχή, για τα οποία θυμόταν ο Πάνος Κουτρουμπούσης (από την συνέντευξη στο Merlin’s Music Box):
«Εμείς εδώ, μετά την άφιξη του rock ’n roll, οι δικοί μας, ακούγαμε πάντα jazz, Miles Davis, Mingus, Coltrane και τους περί αυτούς, αλλά και μπόλικο rock. Εγώ είχα βρει σε κάποιο σύντομο ταξίδι το ’61, Λονδίνο-Άμστερνταμ-Παρίσι-Μόναχο, και τα blues του John Lee Hooker, δύο από τα τότε LP του, που ακόμα έχω, ευτυχώς, κι ακόμα αγαπάω πολύ. Εξάλλου υπήρχαν και διάφορα τζουκ-μποξ, και στη συνέχεια (ακούγαμε) εξυπακούεται Beatles, Stones, Bob Dylan και άντε και λίγο Joan Baez και Donovan, μέχρι Zappa, δηλαδή στο τέλος αυτής της περιόδου».
Χοντρικά, λοιπόν, πάνω σ’ αυτές τις κατευθύνσεις κινούνταν τα ακούσματα του Πάνου Κουτρουμπούση, δίχως αυτό να σημαίνει πως δεν άκουγε και άλλα πράγματα (από δημοτικά έως και πανκ), αλλά όχι και hip hop (για το οποίο είχε εκφραστεί εντελώς αρνητικά) και κάπως έτσι τα περισσότερα εξώφυλλα δίσκων, που επιμελήθηκε, αποτύπωναν συγχρόνως και τα μουσικά του γούστα.
Για να τα δούμε ένα-ένα:
1.
THE SOUL STIRRERS
Glory, Glory
[USA. Checker 2CK 10066, 1971]
Το πρώτο εξώφυλλο που περιλάμβανε φωτογραφικό υλικό του Πάνου Κουτρουμπούση ήταν ένα αμερικάνικο της εταιρείας Checker (παράλληλο label της περίφημης Chess Records), στο οποίο καταγραφόταν μαύρη μουσική. Κυρίως blues, αλλά και doo-wop, soul, gospel κ.λπ.
Το 1971 και για οκτώ μήνες ο Κουτρουμπούσης θα βρισκόταν στη Νέα Υόρκη και όπως είχε πει σ’ εκείνη την συνέντευξή του στο Merlin’s Music Box… «τότε πήγα λίγο και στην Αμερική και πούλησα κάμποσες φωτογραφίες κι ένα εξώφυλλο δίσκου που δεν το έχω δει ποτέ».
Αυτό το εξώφυλλο αφορούσε στο 2LP-συλλογή “Glory, Glory”, ενός περίφημου gospel συγκροτήματος, των Soul Stirrers, που είχαν ξεκινήσει την πορεία τους στα μέσα της δεκαετίας του 1920, βγάζοντας δίσκους ακόμη και 80 χρόνια αργότερα, στα 00s πια!
Από τους Soul Stirrers είχαν περάσει μεγάλα ονόματα της μαύρης μουσικής (Sam Cooke, Johnnie Taylor, Lou Rawls κ.ά.) και, όπως και να το κάνουμε, η σύνδεση ενός Έλληνα με το συγκεκριμένο γκρουπ, την έκδοση, την εταιρεία κ.λπ. δεν είναι μικρό πράγμα.
2.
ΣΤΑΥΡΟΣ ΞΑΡΧΑΚΟΣ
Χρώματα
[EMI / Columbia 14C 062-70144, 1974]
Το «Χρώματα» ήταν ένα άλμπουμ με μουσικές και τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου, που είχε βγει για πρώτη φορά στην Columbia το 1968 (επί Τάκη Β. Λαμπρόπουλου ακόμη).
Στην ηχογράφηση συμμετείχε το βαρύ πυροβολικό της εταιρείας, δηλαδή οι Γρηγόρης Μπιθικώτσης («Κλάψτε ουρανοί κι αστέρια», «Στου Δεληβοριά»), Βίκυ Μοσχολιού («Παλληκάρι διψασμένο», «Έσβησε το τραγούδι») και Σταμάτης Κόκοτας («Έξω φυσσάει και βρέχει»), ενώ ο δίσκος που είχε τυπωθεί και μονοφωνικός και στερεοφωνικός διαφημιζόταν, στο back cover, για την τεχνική πληρότητά του. Στο εξώφυλλο μπροστά; Μια φωτογραφία με τον Σταύρο Ξαρχάκο να διευθύνει.
Το 1974 το άλμπουμ κυκλοφορεί ξανά, με το ίδιο track list, αλλά με νέο εικαστικό, που, αυτή τη φορά, υπογράφει ο Πάνος Κουτρουμπούσης.
Λογικά η «δουλειά» εδώ πρέπει να είχε γίνει από τον Τάσο Φαληρέα, που τότε δούλευε στην Columbia και που γνωριζόταν με τον Κουτρουμπούση από τα σίξτις (εξάλλου ο Κουτρουμπούσης είχε σχεδιάσει και τη σακούλα του δισκάδικου Pop Eleven των Αδελφών Φαληρέα).
Μ’ ένα πιο... τουριστικό εξώφυλλο τα «Χρώματα» θα μπορούσε να πουλήσουν περισσότερο, και μάλλον αυτή πρέπει να ήταν και η αιτία της αλλαγής του front cover.
3.
ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ
Αναφορά στον Καζαντζάκη
[MINOS MSM 281, 1976]
Στο άλμπουμ αυτό του μεγάλου λυράρη και συνθέτη του κρητικού τραγουδιού Κώστα Μουντάκη (1926-1991), που είναι αφιερωμένο στον Νίκο Καζαντζάκη, συνεργάστηκε, για το πολύ ωραίο σχέδιο του εξωφύλλου, ο Πάνος Κουτρουμπούσης. Πώς και γιατί... λεπτομέρειες δεν γνωρίζουμε.
Πιθανώς να πρόκειται για μία καθαρά επαγγελματική δουλειά, αλλά αυτό δεν την κάνει λιγότερο σημαντική. Το εικαστικό στον δίσκο του Κώστα Μουντάκη είναι ένα από τα ωραιότερα του Π. Κουτρουμπούση.
4.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΥΛΙΚΑΚΟΣ
Ο Δημήτρης Πουλικάκος παρουσιάζει: Τον «Εξαδάχτυλο» και διάφορους άλλους εκλεκτούς κυρίους, σε νέες περιπέτειες, ήτοι: Μεταφοραί-Εκδρομαί «Ο Μήτσος»
[ΕΜΙ 2J 062 70262, 1976]
Άλλο ένα άλμπουμ στο οποίο είχε συνεργαστεί ο Τάσος Φαληρέας, που ακόμη δούλευε για την EMI / Columbia.
Δημήτρης Πουλικάκος και Πάνος Κουτρουμπούσης γνωρίζονταν από το 1961 ήδη κι έτσι δεν ήταν δύσκολο να βρεθούν όλοι αυτοί μαζί, την συγκεκριμένη εποχή, όπως είχαν βρεθεί και για την ύλη του τεύχους #9 «η Σκηνή» του περιοδικού «ΣΗΜΑ», τον Σεπτέμβριο του 1975.
Οι φωτογραφίες και στο εξώφυλλο και στο οπισθόφυλλο του δίσκου ήταν του Πάνου Κουτρουμπούση.
Μπροστά βλέπουμε τον... ταλαίπωρο Δημήτρη Πουλικάκο (του «Σκόνη, πέτρες, λάσπη») στο πεζοδρόμιο του Νοσοκομείο Ευαγγελισμός (από την μεριά της Ιωάννου Πατέρα), με το σήμα κινδύνου των πυρηνικών αριστερά, ενώ στο back cover ένα ποντίκι τρώει κάτι σαν... λείψανο εξαδάκτυλου χεριού! Μια ευθεία αναφορά φυσικά στο ροκ συγκρότημα Εξαδάκτυλος, ηχογραφήσεις του οποίου, από τα χρόνια της δικτατορίας, ακούγονται και στο άλμπουμ.
5.
BILL HALEY
The King of Rock and Roll
[Embassy EMB 31315, 1976;]
Το άλμπουμ αυτό, με παλιά τραγούδια του αστέρα του rock and roll Bill Haley, γίνεται για λογαριασμό της ελληνικής CBS (σε ετικέτα Embassy), περί το 1976 – πιθανώς όταν βρίσκονταν στην εταιρεία ο Τάσος Φαληρέας (που είχε φύγει από την Columbia και ξαναφύγει από την Lyra), μαζί με τον Στέλιο Ελληνιάδη.
Τώρα, τι νόημα είχε ένα ελληνικό άλμπουμ με τραγούδια του Bill Haley στην Ελλάδα εκείνης της εποχής είναι κάπως αδιευκρίνιστο, όμως θα πρέπει να πούμε πως ο δίσκος δεν ήταν ελληνικής έμπνευσης, αφού είχε κυκλοφορήσει στην Αμερική, λίγα χρόνια νωρίτερα, από την χαμηλού προϋπολογισμού εταιρεία Alshire, και πως –το σημαντικότερο όλων– στην Ελλάδα είχε τυπωθεί με διαφορετικό εξώφυλλο από το αμερικάνικο, φιλοτεχνημένο από τον Πάνο Κουτρουμπούση.
Ένας σοβαρός λόγος –ίσως ο μόνος– για να έχει κανείς αυτό τον δίσκο.
6.
ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ / ΣΤΡΑΤΟΣ ΠΑΓΙΟΥΜΖΗΣ
Ζωντανή Ηχογράφηση στου «Βρανά» την Άνοιξη του 1961
[Αφοί Φαληρέα AF 12, 1982]
Η ηχογράφηση των Μάρκου Βαμβακάρη και Στράτου Παγιουμτζή («Παγιουμζής» διαβάζουμε στο εξώφυλλο) στο μαγαζί του Βρανά, στο Αιγάλεω (Ιερά Οδός), αποτελεί συμπλήρωμα των γυρισμάτων της ταινίας του Πάνου Κουτρουμπούση «Από Μπουζούκια σε Μπουζούκια» (1962).
Κάποιοι μαγαζάτορες δεν άφηναν τους τεχνικούς να φιλμάρουν εικόνες, αλλά επέτρεπαν την ηχογράφηση. Όπως είχε πει ο ίδιος ο Κουτρουμπούσης σ’ εκείνη την συνέντευξη στο περιοδικό «Λαϊκό Τραγούδι» (2008):
«Πηγαίναμε πριν αρχίσει η κίνηση και τους λέγαμε “θέλουμε σκηνές από το μαγαζί σας, για το ντοκυμαντέρ που θα βγει”. Εντάξει οι περισσότεροι. Στο τέλος, όμως, στα τελευταία γυρίσματα, είχαμε κάνει τον Βαμβακάρη. Και ο Βαμβακάρης ας πούμε, και ο Παγιουμτζής, δεν τους πείραζαν. Αλλά πήγαμε ένα βράδυ να συνεννοηθούμε κι ο μαγαζάτορας είπε “όχι, δεν μπορείτε να κάνετε ταινία εδώ πέρα, δε θέλω”. Λέω “μήπως τουλάχιστον να γράψουμε τραγούδια;”. Κι αυτό το άφησε, κι έτσι πήγαμε την άλλη μέρα μ’ ένα μαγνητόφωνο μεγάλο, αυτά τα reel-to-reel της Philips, και έγραψα κάμποσα τραγούδια, απαγορευμένα βασικά, δηλαδή για χασίσι και για πρέζες, τα οποία μερικά είναι γνωστά τώρα πλέον, αλλά τότε ήτανε απαγορευμένα. Τα οποία μετά από χρόνια βγήκαν σε δίσκο από τους Αδελφούς Φαληρέα και μου χρωστάνε ακόμα».
Το εξώφυλλο του δίσκου είχε επιμεληθεί φυσικά ο Πάνος Κουτρουμπούσης, τοποθετώντας σε αυτό επτά φωτογραφίες, που είχε τραβήξει στου «Βρανά».
7.
ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΧΑΤΖΗΜΑΡΚΟΣ
Μυρίπνοα Άνθη
[ΔΙΣΚΟΘΗΚΗ ΖΩΗ 33 ΥΒΞ 33, 1982]
Ο Εμμανουήλ ή Μανώλης Χατζημάρκος (1927-2013) υπήρξε διακεκριμένος ιεροψάλτης (σε ναούς του Βόλου και της Αθήνας) και ακόμη δάσκαλος της μουσικής, σχεδόν σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης – με το έργο του, που έχει αποτυπωθεί σε βιβλία και σε δίσκους, να θεωρείται από τους επαΐοντες εξέχον.
Πώς μπορεί να συνδέεται, τώρα, ένα τέτοιο πρόσωπο με τον Πάνο Κουτρουμπούση είναι απορίας άξιον, σε πρώτη φάση.
Η μοναδική αναφορά γι’ αυτήν την συσχέτιση καταγράφεται στο βιβλίο «Τι Τρέχει; / Οι Εικόνες του Πάνου Κουτρουμπούση / Κριτική παρουσίαση: Θανάσης Μουτσόπουλος» [futura, 2000], εκεί όπου διαβάζουμε πως ο Κουτρουμπούσης είχε φιλοτεχνήσει εξώφυλλο δίσκου κάποιου... Μ. Χατζημάρκου.
Ψάχνοντας στην δισκογραφία εύκολα βρίσκεις πως ο μοναδικός Χατζημάρκος, που έχει τυπώσει δίσκους, είναι ο ιεροψάλτης Μανώλης Χατζημάρκος, άρα δεν γίνεται παρά να υποθέσεις το... απίθανο. Ισχύει;
Ας πούμε, λοιπόν, πως την πληροφορία την είχε αποκαλύψει ο ίδιος ο Πάνος Κουτρουμπούσης στον Θανάση Μουτσόπουλο, και άρα αποκλείεται να μην ισχύει.
Από διάφορα εξώφυλλα δίσκων (LP) του Εμμανουήλ ή Μανώλη Χατζημάρκου –οι φωτογραφίες των οποίων υπάρχουν σε δυο-τρία σάιτ στο διαδίκτυο–, το μοναδικό που μπορεί να σχετίζεται με τον Πάνο Κουτρουμπούση (και το πλέον ξεχωριστό!) είναι εκείνο από το άλμπουμ «Μυρίπνοα Άνθη», που είχε κυκλοφορήσει από τις δισκογραφικές εκδόσεις της Αδελφότητος Θεολόγων «Η Ζωή», το 1982. Λέμε «μπορεί», γιατί στο οπισθόφυλλο δεν υπάρχει καμία αναφορά.
Τι βλέπουμε εκεί; Μια εικαστική παρέμβαση, ένα είδος κολάζ. Πυκνή βλάστηση με φυλλωσιές και άνθη, και δύο Αγίους αριστερά, που είναι κάπως... διάφανοι (σαν φιγούρες Καραγκιόζη).
Θα μπορούσε να είχε κάνει ο Πάνος Κουτρουμπούσης ένα τέτοιο εξώφυλλο; Πιθανόν – και αν τελικώς συνέβη κάτι τέτοιο, δεν θα συνέβη μόνο για επαγγελματικούς λόγους.
Ένας από τους πιο αγαπημένους συγγραφείς του Κουτρουμπούση υπήρξε ο Φώτης Κόντογλου, όπως γράψαμε και στην αρχή. Να πούμε λοιπόν πως οι Κόντογλου και Χατζημάρκος γνωρίζονταν, μέσω της κοινής αγάπης τους για την ψαλτική τέχνη (πρακτικός ψάλτης ο Κόντογλου, επαγγελματίας ο Χατζημάρκος), ενώ και η φράση «μυρίπνοα άνθη» (δηλ. αρωματικά άνθη) συναντιέται σε κείμενα του Κόντογλου και πιθανώς να είχε πέσει (και αυτή) στην αντίληψη του Κουτρουμπούση.
Φυσικά, όλα αυτά είναι εικασίες, οι οποίες, όμως, κάπου στηρίζονται. Δεν είναι αυθαίρετες. Αν και τούτο μπορεί να μην είναι αρκετό.
8.
ΖΩΡΖ ΠΙΛΑΛΙ!
Θεοκωμωδία
[Οι Αριστοκράτες CDA 001, 1994]
Η παρουσία του Πάνου Κουτρουμπούση σ’ αυτό το blues / νεο-ρεμπέτικο / novelty CD του Ζωρζ Πιλαλί ήταν διπλή.
Κατ’ αρχάς είχε επιμεληθεί το εξώφυλλο, που αφορούσε σε μια επεξεργασία του παλαιότερου έργου του “HO 3317¨ to Terra” (1969), τοποθετώντας στο δρόμο τα... κομμάτια του Ζωρζ Πιλαλί, ενώ συμμετείχε κιόλας στην ηχογράφηση, καθώς τον ακούμε στο ελαχίστων δευτερολέπτων «Μυίγα» να λέει τα εξής:
«Μαζεύτηκαν κάμποσοι γύρω απ’ το πτώμα και το μοιρολογούσαν. Επαρευρίσκετο μετά των τεθλιμμένων μία μυίγα που πετούσε άνωθεν και κάτωθεν, δοξάζοντας τον Κύριο με τα βουίσματά της... Αυτά».
9.
THE LAST DRIVE
Subliminal
[BMG Ariola / RCA 74321 - 244961, 1994]
Ένα πολύ καλό άλμπουμ της πρώτης εποχής των Last Drive (το τελευταίο τους εκείνης της φάσης) είχε την τύχει να φιλοξενεί στο gatefold cover του (μέσα κι έξω) εικαστική δουλειά του Πάνου Κουτρουμπούση.
Είναι η εποχή της συνέντευξής ζωής του Κουτρουμπούση στο fanzine Merlin’s Music Box, στον Alex K. (Αλέξης Καλοφωλιάς), που τραγουδά και παίζει μπάσο στο “Subliminal”, γεγονός που σημαίνει πως το συγκρότημα είχε έρθει πολύ κοντά, εκείνη την περίοδο, με το έργο του – κάτι που αποτυπώνεται οπωσδήποτε στο πλήρες εξώφυλλο του δίσκου, που περιλαμβάνει βασικά φωτογραφήσεις slides.
Τι δείχνουν αυτά τα slides; Παράξενα πράγματα. Στο front cover βλέπουμε το εσωτερικό ενός σκονισμένου και σκουριασμένου λαμπάτου ενισχυτή, μέσα στον οποίον έχουν παρεισφρήσει κάτι τριγωνικά «ανθρωπάκια» μ’ ένα μάτι.
Αν ανοίξεις το cover βλέπεις πλαστικούς δεινόσαυρους και σκελετούς, μαζί με νεκροκεφαλές που στηρίζονται σε ελατήρια, κουφάρια ζώων (μάλλον ποντικιών), μαζί με σφαίρες, σταυρούς, (χάρτινα;) λουλούδια κ.λπ.
Ένα σκηνικό κάπως μακάβριο και οπωσδήποτε σουρεαλιστικό και weird. Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο «Τι Τρέχει; / Οι Εικόνες του Πάνου Κουτρουμπούση / Κριτική παρουσίαση: Θανάσης Μουτσόπουλος» [futura, 2000]:
«Αυτή την ιδέα (με τις πυραμοειδείς ανθρωπόμορφες φιγούρες) τη συναντάμε ήδη σ’ ένα “επιστημονικό” σκίτσο του, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό του Τέου Ρόμβου “Τρύπα” (#2, 1980), σχετικά με το “πώς αναπαράγονται και πολλαπλασιάζονται οι Verdamtbandgrupper” (με βάση αυτές τις φιγούρες του σκίτσου, η σύζυγος Kate Κουτρουμπούση αργότερα έφτιαξε τα κεραμικά ανθρωπάκια, που φωτογράφισε ο Πάνος, ανάμεσα στις λυχνίες του ενισχυτή). Στο εσωτερικό του εξωφύλλου, όπως και του φυλλαδίου του CD των Last Drive, βρίσκουμε πολλές εικόνες, μεταξύ αυτών και του νεκρού ποντικιού, και αρκετές εικόνες από τους σκελετούς της μεξικάνικης γιορτής των νεκρών. Στο τελικό αποτέλεσμα βοηθάει και η εξαιρετική γραφιστική επιμέλεια του Πάνου Κασιάρη».
Να συμπληρώσουμε, τέλος, πως η αναδρομική έκθεση «Ο Πάνος Κουτρουμπούσης στην αγκαλιά του Κρισγιαούρτι», στο Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα», που ξεκίνησε στις 6 Μαΐου, θα συνεχίζεται έως και τις 5 Ιουνίου, με ώρες λειτουργίας: Τρίτη-Παρασκευή 11:00-19:00 και Σάββατο-Κυριακή 10:00-15:00, με την είσοδο για το κοινό να είναι ελεύθερη.