Ο ΠΟΛΥΧΩΡΟΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΥΠΟΔΕΧΕΤΑΙ στο Γαλάτσι έχει παντού τα σημάδια της μουσικής: αφίσες από συναυλίες, CD, ένα στούντιο για πρόβες, όπου βρίσκονται παραταγμένες οι κιθάρες που κατασκευάζει ο Στέφανος Διαμαντόπουλος.
«Άνοιξε μέσα στην καραντίνα και ήταν σαν καταφύγιο» μας λέει αναφερόμενος στον χώρο, «ήταν για πολλά χρόνια ωδείο και είχε ένα δωμάτιο με ηχομόνωση. Ψάχναμε ένα μέρος που θα φιλοξενούσε τέσσερις μπάντες –όλες από το Γαλάτσι‒ για πρόβες, κάπου όπου θα μπορούσαμε να συναντιόμαστε μέσα στο lockdown, έτσι έφερα εδώ και το εργαστήριο που είχα στο σπίτι μου. Από το 2015, που ασχολούμαι με την επισκευή οργάνων, τα έφτιαχνα μέσα στο δωμάτιό μου, ενώ από το 2019 ξεκίνησα να φτιάχνω και δικά μου».
Οι ηλεκτρικές κιθάρες που μας δείχνει είναι εντυπωσιακές, customized (φτιαγμένες για τις ανάγκες του ιδιοκτήτη τους) και για κάποιον που ξέρει είναι και κάτι σαν a dream come true για τον μουσικό που τις χρησιμοποιεί. Τις έχει όλες κατασκευάσει ο ίδιος και σήμερα ανήκουν στους φίλους του, κιθαρίστες και μπασίστες που μοιράζονται τον χώρο.
«Είμαι είκοσι πέντε χρονών», λέει, «και από μικρός έκανα πρωταθλητισμό στα καρτ. Με την κρίση σταμάτησα και άρχισα να δουλεύω στον ίδιο κλάδο, με κινητήρες, μοτέρ, λόγω του αυτοκινήτου μού άρεσε να ασχολούμαι με εργαλεία. Είχα ξεκινήσει ταυτόχρονα και κιθάρα και τη λάτρευα.
Τα ξύλα τα φέρνω είτε από την Πορτογαλία είτε από τη Σλοβενία, από συγκεκριμένους προμηθευτές, και είναι διάφορα είδη, σφενδάμι, μαόνι, κελεμπέκι, τριανταφυλλιά, ανάλογα με το τι θέλει ο καθένας. Παραγγέλνουμε τα templates (το σχέδιο που χρησιμοποιώ ως οδηγό) και κατασκευάζω αρχικά το σώμα. Μετά φτιάχνω το μπράτσο, αφού έχω ήδη έτοιμες κάποιες θύρες για να μπει.
Κάποια στιγμή ένας φίλος μου καθηγητής, που ήθελε να επισκευάσει μια κιθάρα για έναν μαθητή του, να της αλλάξει χορδές, τα μπουρδούκλωσε, έτσι πήρα τα εργαλεία μου και πήγα να τον βοηθήσω. Την έφτιαξα και μου είπε “γιατί δεν το κάνεις αυτό σοβαρά;”. Ήμουν δεκαοκτώ χρονών και ήταν πολύ ακριβό για μένα να κάνω επισκευές, αλλά έτσι ξεκίνησα, μέσω φίλων που μου έδιναν τα όργανά τους και με λίγα εργαλεία τα επισκεύαζα μέσα στο δωμάτιό μου.
Αυτό άρχισε να λειτουργεί, μου άρεσε κιόλας, και μετά μια φιλική μπάντα με βοήθησε να μπω για τα καλά στον χώρο της μουσικής. Έκανα μαζί τους περιοδείες, γνώρισα πολύ κόσμο, και σιγά σιγά άνοιξε η φάση πάρα πολύ.
Φτιάχνω κιθάρες από το μηδέν. Όποιος έρχεται να μου παραγγείλει μια κιθάρα μού λέει το πλάνο του, το σχήμα που του αρέσει, τι θέλει να έχει από κάποια επώνυμη που έχει δει ‒ συνήθως θέλει να κάνουμε κάτι δικό μας και να την ταιριάξουμε πάνω του. Ένας κιθαρίστας που παίζει χρόνια και έχει πιάσει πολλές κιθάρες ξέρει τι θέλει πάνω του. Βγαίνει το κόστος και παραγγέλνουμε κάθε κομμάτι.
Τα ξύλα τα φέρνω είτε από την Πορτογαλία είτε από τη Σλοβενία, από συγκεκριμένους προμηθευτές, και είναι διάφορα είδη, σφενδάμι, μαόνι, κελεμπέκι, τριανταφυλλιά, ανάλογα με το τι θέλει ο καθένας. Παραγγέλνουμε τα templates (το σχέδιο που χρησιμοποιώ ως οδηγό) και κατασκευάζω αρχικά το σώμα. Μετά φτιάχνω το μπράτσο, αφού έχω ήδη έτοιμες κάποιες θύρες για να μπει. Βάζεις τη βέργα μέσα στο μπράτσο, μετά μπαίνει η ταστιέρα και τα τάστα, φτιάχνεις το καλούπι στο πίσω μέρος, όπου θα ακουμπάει το χέρι του κιθαρίστα ή του μπασίστα, και στο τέλος ξεκινάει η διαδικασία του βαψίματος, η οποία είναι και πιο χρονοβόρα, γιατί βάφω με πιο παραδοσιακό τρόπο, με νίτρο χρώματα, που θέλουν πάρα πολύ καιρό να στεγνώσουν.
Συνήθως όσοι έρχονται ξέρουν ακριβώς τι θέλουν, αλλά φτιάχνω και κάποιες που ξέρω ότι αρέσουν σε πολύ κόσμο, βελτιώνοντας πράγματα που είδα ότι ενοχλούσαν. Ασχολήθηκα και με το παραδοσιακό όργανο κάποια εποχή, δούλεψα έναν χρόνο στον Pegasus, στην Πλάκα, με λύρες, μπουζούκια, μπαγλαμαδάκια, αλλά γενικά είμαι στη σκηνή την πανκ, stoner, rock. Μετά δούλεψα με ενισχυτές, τους οποίους επισκευάζω, δεν τους κατασκευάζω, και σύντομα ξεκινάω με έναν φίλο μου την κατασκευή πεταλιών. Θα φτιάχνουμε πετάλια κατά παραγγελία.
Οι Έλληνες έχουν για την κιθάρα την ίδια νοοτροπία που έχουν και για το αυτοκίνητο. Τους νοιάζει πάρα πολύ η μάρκα. Επίσης, υπάρχει πάρα πολύ μεταχειρισμένο όργανο, οπότε είναι πολύ λίγοι αυτοί που θέλουν να πάρουν κάτι που να είναι εντελώς δικό τους και να έχει την υπογραφή τους. Προτιμούν να γράφει μια γνωστή μάρκα για να μπορούν να ανταλλάξουν την κιθάρα στο μέλλον κι αυτό για κάποιον που κατασκευάζει σε μικρή κλίμακα είναι κακό. Είναι αυτό που λένε “η κατάντια του Έλληνα μουσικού”, να θέλει να οδηγεί αμάξι των 2.000 ευρώ, να έχει εξοπλισμό των 5.000 ευρώ και να πηγαίνει στο live που έχει είσοδο 5 ευρώ.
Ο στόχος μου είναι στο μέλλον να φτάσω σε ένα σημείο που δεν θα εξαρτώμαι από την ελληνική αγορά, γιατί στην Ευρώπη υπάρχει πιο μεγάλη αγάπη για το χειροποίητο. Ειδικά σε Γερμανία, Αυστρία και Ελβετία, επειδή είχαν το βιολί και το τσέλο, τα οποία κατασκευάζονταν σε καταστήματα της γειτονιάς, δεν ενδιαφέρονται τόσο για τη μάρκα. Τα δοκίμαζαν, άκουγαν πώς παίζουν και αν τους έκανε ο ήχος τους, τα αγόραζαν.
Προς το παρόν, έρχεται και αγοράζει μόνο ο κύκλος μου, αλλά στην ουσία το εργαστήριο το έχω μόνο δύο χρόνια, πιο πριν έκανα μόνο επισκευές. Γενικά, είναι πολύ πιο δύσκολο να επισκευάσω ένα όργανο από το να το κατασκευάσω από την αρχή, γιατί στην κατασκευή έχεις συγκεκριμένα specs που πρέπει να ακολουθήσεις, είναι στάνταρ, οπότε δεν μπορείς να ξεφύγεις εύκολα και να κάνεις λάθος.
Στο σέρβις έχεις να κάνεις με καθέναν μουσικό ξεχωριστά, πρέπει να πάρεις ένα υπάρχον όργανο και να το ταιριάξεις τέλεια πάνω του, πειράζοντας μόνο δυο-τρία αντικείμενα. Φέρνουν κιθάρες και μπάσα λίγο πριν από την ηχογράφηση ενός δίσκου ή πριν ξεκινήσουν μια περιοδεία και είναι μεγάλη η πίεση. Ωστόσο, είμαι καλύτερος στο να επισκευάζω παρά στο να κατασκευάζω. Αυτήν τη στιγμή φτιάχνω όργανα για τους φίλους μου με σκοπό να πάρω όσο πιο πολλές γνώσεις μπορώ και να ανοίξω ένα μαγαζί στο μέλλον.
Οι περιοδείες είναι κάτι που μου αρέσει πάρα πολύ, πηγαίνω ως τεχνικός οργάνων και roadie, είναι πολύ συναρπαστικό. Μπορεί να είναι κουραστικό, αλλά βγαίνεις έξω, ταξιδεύεις και κάνεις πράγματα που σου αρέσουν. Με τρομάζουν πολύ οι περιορισμένες προοπτικές που μπορεί να έχει αυτή η δουλειά, το ότι δεν ξέρω αν θα μπορώ να κάνω σε είκοσι χρόνια αυτό που επέλεξα σε πολύ νεαρή ηλικία, γιατί πολύς κόσμος που το ξεκίνησε κατέληξε να φτιάχνει έπιπλα, καναπέδες και ντουλάπες. Όσοι ξεκίνησαν και δεν κατάφεραν να κάνουν μαγαζί, κατέληξαν στα έπιπλα.
Το κακό είναι ότι δεν υπάρχει σήμερα ροκ σκηνή, όπως υπήρχε πιο παλιά, υπάρχει κυρίως ραπ, γιατί ο πιτσιρικάς δεν θέλει να ακούει τη μουσική που ακούει και ο μπαμπάς του, έτσι ήταν πάντα.
Οι περισσότεροι πελάτες που έχω είναι τριάντα χρονών και πάνω, δεκαοχτώ χρονών έχω μόνο δύο παιδιά. Έρχονται και τρελαίνομαι, κι ας μην είναι καθαρά ροκ, πηγαίνουν και σε κλαμπ με χιπ-χοπ και τα ακούνε όλα. Αλλά χαίρομαι πάρα πολύ που έρχονται.
Έχει ανέβει πολύ το παραδοσιακό. Αν υπάρχει κάτι που να ανταγωνίζεται την ποπ σήμερα, αυτό είναι το ρεμπέτικο, γιατί είναι πολύ πιο εύκολο να το παίξεις χωρίς ηλεκτρικά όργανα. Παίρνεις ένα μπαγλαμαδάκι των εκατό ευρώ και ένα μπουζούκι και περνάς ωραία με την παρέα σου. Ανεβαίνει το ρεμπέτικο αυτή την εποχή και το καταλαβαίνω, γιατί μου φέρνουν όλο και πιο πολλά μπουζούκια για επισκευή.
Μια κιθάρα (κατασκευασμένη από το μηδέν) μπορεί να ξεκινήσει από τετρακόσια ευρώ και να φτάσει μέχρι εκεί που δεν βάζει ο νους σου. Μια καλή χειροποίητη κιθάρα θα στοιχίσει γύρω στα 1.000-1.200 ευρώ, αλλά θα έχεις κάτι που δεν μπορείς να το βρεις στο εμπόριο. Δεν προσφέρω μια καινοτομία, εκπληρώνω τη φαντασία του άλλου, του φτιάχνω κάτι μοναδικό που δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο.
Μιλάμε για ένα όργανο ποιότητας, που ένα αντίστοιχο ηχητικά στο εμπόριο στοιχίζει δύο και τρεις χιλιάδες ευρώ. Γιατί βάζουμε υλικά που είναι εξειδικευμένα, ακριβά. Χρησιμοποίησα σήμερα μια γέφυρα που ήταν διαμορφωμένη από καμπάνα εκκλησίας. Το ίδιο μοναδικοί μπορεί να είναι οι μαγνήτες, τα ηλεκτρολογικά, τα ξύλα, η εμφάνιση.
Κάθε κιθάρα μού παίρνει έναν με δύο μήνες να τη φτιάξω. Πρέπει να στεγνώσουν οι κόλλες, τα χρώματα… Θα μπορούσα να φτιάξω αρκετές ταυτόχρονα, αλλά προς το παρόν δεν έχω τον χώρο να το κάνω. Ο στόχος μου είναι σε τρία χρόνια να έχω ένα κατάστημα…»