Όταν το 2008 η Έλενα Μαυρίδου κέρδισε το βραβείο Κουν και την ίδια χρονιά το βραβείο Μελίνα Μερκούρη, για την ερμηνεία της στο λιωμένο Βούτυρο, πολλοί λίγοι ήξεραν ότι έχουν μπροστά τους την νεώτερη Ελληνίδα ηθοποιό που έχει περάσει χρόνια περιοδεύοντας σε κάθε άκρη της χώρας, με τον Σίμο Κακκάλα και την ομάδα τους Χώρος, παρουσιάζοντας την αλησμόνητη σε πολλούς από εμάς Γκόλφω, κανονικά, σαν μπουλούκι. Ο Ορέστης, στην Επίδαυρο είναι η πιο πρόσφατη δουλειά που παρουσίασαν και ετοιμάζονται στον δικό τους χώρο, στον Βοτανικό, να κάνουν ένα νέο κύκλο παραστάσεων. Οι παραστάσεις τους, ακόμα και στο ίδιο έργο δεν είναι ποτέ οι ίδιες. Και η διαδρομή τους έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
— Όταν τελειώνει μια παράσταση, ένας κύκλος της, την κουβεντιάζετε, την αποτιμάτε;
Πάντα υπάρχουν διαφωνίες, συζητήσεις, θα κουβεντιάσουμε τι έγινε και τι δεν έγινε. Εμένα μου αρέσει να ακούω ανθρώπους να μου λένε τι έχουν καταλάβει ή τι ένιωσαν.
— Παίρνετε υπόψη σας μια αρνητική κριτική;
Συζητάμε τα πάντα, από τις κριτικές μέχρι μια κουβέντα που θα μας πει μια κυρία που θα έρθει να δει την παράσταση. Αυτό δεν διαταράσσει κάποια πράγματα τα οποία δουλεύουμε με αφοσίωση χρόνια και θέλουμε να τα διερευνήσουμε, θέλουμε να τα δοκιμάσουμε. Τα ακούμε για να βρούμε και εμείς με τη σειρά μας τα σημεία που θέλουμε να εξετάσουμε και πολλές φορές ταιριάζει με αυτά για τα οποία αναρωτιόμαστε. Αναρωτιόμαστε συνεχώς. Σε κάθε δουλειά. Γιαυτό και οι δουλειές μας είναι τόσο διαφορετικές η μια από την άλλη ενώ χρησιμοποιούμε πολλά κοινά στοιχεία.
Η εξερεύνηση των μπουλουκιών ήταν η αιτία. Θέλαμε να καταλάβουμε ποιοι και πώς αυτοί οι άνθρωποι που ήταν αυτοδίδακτοι αλλά είχαν τόση ορμή έκαναν αυτό το πράγμα. Ήταν άνθρωποι με απίστευτο τσαγανό, με μεγάλη δυναμική, μπορούσαν να αυτοσχεδιάσουν και δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί οδηγήθηκαν στον ελληνικό κινηματογράφο.
— Πως αποφασίζετε τα έργα, πως τα διαλέγετε;
Ο Σίμος είχε εξαρχής στο μυαλό του από τότε που ξεκινήσαμε, το 2002, όταν τελειώσαμε τη σχολή του Κρατικού Θεάτρου στη Θεσσαλονίκη, την Γκόλφω, την Ερωφίλη και τον Ορέστη. Αυτός ήταν ο κεντρικός του σχεδιασμός. Ενδιάμεσα κάναμε και άλλες δουλειές όπως το Λιωμένο Βούτυρο. Που ήρθε νωρίτερα αλλά το θέατρο είναι κάτι ζωντανό, κάτι παλλόμενο, δε μπορείς να τα σχεδιάσεις όλα.
— Πόσα χρόνια ταξιδεύατε με την Γκόλφω;
Πολλά χρόνια. Είχαμε ένα χώρο στη Θεσσαλονίκη και ένα εργαστήριο και αλωνίζαμε κυριολεκτικά όλη την Ελλάδα από άκρη σε άκρη. Την Γκόλφω στη διάρκεια αυτών των χρόνων την κάναμε σε επτά διαφορετικές εκδοχές. Δεν ήταν ποτέ ίδια παράσταση. Τη δουλεύαμε δέκα- έντεκα χρόνια. Παράλληλα με την Ερωφίλη, τον Απόκοπο, το Τέλος. Αλλά η Γκόλφω ήταν ένα έργο με το οποίο τελειώσαμε, έκλεισε ο κύκλος πριν από λίγο, μόλις πέρσι. Και αυτό επειδή αυτά που δοκιμάστηκαν μέσα από αυτό το έργο έχουν αναπτυχθεί πολύ και τεχνικά και σκηνοθετικά. Για τον Σίμο αυτό ήταν το έργο-αφετηρία για να στοχαστεί πάνω στη θεατρική μας ταυτότητα. Ποιά είναι η παράδοσή μας; Τι έχουμε σαν εργαλεία;
— Ήσασταν κανονικά ένας περιοδεύων θίασος;
Ναι, κανονικά. Σκέψου ότι ξεκινήσαμε με αυτοκίνητο, ούτε καν με φορτηγάκι. Έχουμε παίξει από το Νευροκόπι μέχρι τα Ζωνιανά και σε μέρη που είχε να πάει θέατρο 50 χρόνια. Στα Ζωνιανά κάναμε πρεμιέρα με την Ερωφίλη την περίοδο που γινόταν ο χαμός. Δηλαδή ήμασταν ένα μπουλούκι. Ίσως το τελευταίο. Για μένα εκτός από το ότι έχω παίξει όλους τους ρόλους στη Γκόλφω ήταν φοβερό και σαν εμπειρία. Δηλαδή ξεκίνησα 22 χρόνων, σήμερα είμαι 36, άρα μεγάλωσα με την Γκόλφω. Και έμαθα ένα πολύ σπουδαίο πράγμα. Όπως και στις σχέσεις: πάντα μπορείς να ανακαλύπτεις πράγματα για τον άλλο, αρκεί να το θέλεις, να είσαι ανήσυχος. Δηλαδή το να είσαι μέσα σε ένα έργο και να πορεύεσαι με αυτό. Να ξεκινάς από την αρχή, έχοντας τη γνώση. Είναι ένας γάμος που ανανεώνεις συνεχώς.
— Πώς πήρατε την απόφαση να βγείτε σε τέτοια περιπέτεια;
Η εξερεύνηση των μπουλουκιών ήταν η αιτία. Θέλαμε να καταλάβουμε ποιοι και πώς αυτοί οι άνθρωποι που ήταν αυτοδίδακτοι αλλά είχαν τόση ορμή έκαναν αυτό το πράγμα. Ήταν άνθρωποι με απίστευτο τσαγανό, με μεγάλη δυναμική, μπορούσαν να αυτοσχεδιάσουν και δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί οδηγήθηκαν στον ελληνικό κινηματογράφο. Πρακτικά, σαν ηθοποιός, θα σου πω ότι κανείς δε μπορεί να φανταστεί πόσο σε καλλιεργεί και πόσο σε απενοχοποιεί σαν ηθοποιό το να παίζεις με αυτό τον τρόπο. Δουλεύεις πολύ το τώρα και αυτό συμβαίνει μέσα από πολύ πρακτικά πράγματα. Εμείς λοιπόν που είχαμε τελειώσει τη Δραματική του Κρατικού και είμασταν άνθρωποι που είχαμε και τη γνώση και την τεχνογνωσία τα βάλαμε παράλληλα όλα αυτά, ήταν κάτι συνειδητό.
Πιστεύουμε πολύ στο σύνολο της ομάδας και στην ευελιξία όλων όσων συνεργάζονται. Θέλουμε να αισθανόμαστε όλοι ένα. Και πάντα αναζητάμε ανθρώπους να συνυπάρχουμε και να δουλεύουμε μαζί. Ανθρώπους με ανησυχίες, αυτό ψάχνουμε πάντα.
— Κοιτάζοντας πίσω τι συμπέρασμα βγάζεις για αυτή την εμπειρία;
Είναι κάτι που έχει χαθεί σαν παράδοση. Θάπρεπε κανονικά να διδάσκεται στις δραματικές σχολές γιατί θα ήταν ένα φοβερό εργαλείο δουλειάς για τους μαθητές. Αλλά δεν υπάρχει γιατί είμαστε πολύ επηρεασμένοι από το θέατρο της Ευρώπης και της Αμερικής και χάθηκε στην πορεία, μέσα στην δική μας θεατρική ιστορία. Εμείς λοιπόν θέλαμε να πιάσουμε αυτό το νήμα. Ήταν το όχημά μας από την αρχή. Και το κάναμε με μεγάλο ψάξιμο και μεγάλη αφοσίωση. Και με πολύ δρόμο. Υπήρχαν περίοδοι που λείπαμε από τα σπίτια μας τρεις μήνες συνεχώς.
— Αυτό αποτυπώνεται σε άλλες σας δουλειές;
Φυσικά. Όταν κάναμε το Λιωμένο Βούτυρο είχαμε το οπλοστάσιο της Γκόλφως. Και εμείς έχουμε σαν στόχο, το έχουμε και σαν πρώτη επιλογή, την έρευνα. Όταν κάναμε την Ερωφίλη, δουλέψαμε με κρητικολόγο, είχαμε μια μεγάλη περίοδο εκπαίδευσης του τι σημαίνει Χορτάτζης, τι σημαίνει ο λόγος του και μετά μπήκαμε στην παράσταση. Για εμάς κάθε παράσταση είναι ένα κεφάλαιο μεγάλο και ένα βήμα για το πάρα πέρα.
— Δουλεύετε πολύ και με τις μάσκες...
Συνήθως οι μάσκες χρησιμοποιούνται αισθητικά, ενώ είναι ένα εργαλείο δουλειάς. Έχει τεχνική, μεθοδολογία συγκεκριμένη. Είναι εργαλείο στα χέρια ενός ηθοποιού για να μπορεί να δουλέψει. Δεν ψάχνει κάτι στην τύχη και αν δουλέψεις σκληρά και πιστέψεις στη μάσκα μπορεί να οδηγηθείς πολύ μακριά και πολύ ψηλά. Αλλά πρέπει να πειθαρχήσεις στους κανόνες της. Και μέσα από αυτόν τον κανόνα, να χτυπηθείς και να ανακαλύψεις κάτι καινούργιο. Εμείς, κάθε κίνηση που κάναμε ήταν για να ενισχύσουμε αυτή την έρευνα και αυτή τη δουλειά, βήμα-βήμα.
— Πως αποφασίσατε να μετακινηθείτε στην Αθήνα;
Στην αρχή, για πρακτικούς λόγους. Επειδή περιοδεύαμε, η Αθήνα ήταν πιο στο κέντρο, στη συνέχεια αρχίσαμε να δουλεύουμε αρκετά και στην Αθήνα και σταδιακά μετακομίσαμε εδώ. Εδώ, είμασταν άστεγοι, δουλεύαμε δεξιά και αριστερά. Άρχισε να προκύπτει και η ανάγκη ενός χώρου. Και υπήρχε και μια άλλη ανάγκη, αυτή της συνομιλίας, να μπαίνουν και άλλοι άνθρωποι, να κάνουν πρόβες και δουλειές και αυτό τον χώρο τον έχουμε ήδη δώσει πολλές φορές σε άλλους για να κάνουν τη δουλειά τους. Είναι ακόμα σε πρώτο στάδιο γιατί είναι κάτι που κάνουμε μόνοι μας, κινείται κάπως πιο αργά αλλά εμείς το χρηματοδοτούμε, δουλεύουμε μαζεύουμε και τα βάζουμε εκεί.
— Αφήνετε συχνά παραστάσεις που πάνε καλά για να τις ξαναφτιάξετε...
Είναι μια ανάγκη μας αυτή. Αφήνουμε και ξαναδοκιμάζουμε. Τον Ορέστη τον είχαμε κάνει αρχικά για κλειστό χώρο. Πήγε καλά, τον αφήσαμε τον κάναμε διαφορετικά για την Επίδαυρο. Ξαναδοκιμάζουμε. Αυτό εμπεριέχει ρίσκο. Οι παλιοί λένε κάτι καλό μη το πειράζεις αλλά εμείς έχουμε ανάγκη να βλέπουμε τη δουλειά να ωριμάζει. Κανείς δε σου εξασφαλίζει την επιτυχία, αλλά όταν ξαναεξετάζεις κάτι νιώθεις ζωντανός, έντονα, είσαι στα κόκκινα πάντα.
— Σου γεννήθηκε η επιθυμία να δουλέψεις εκτός της ομάδας;
Δεν ήμουνα και δεν είμαι κλειστή, απλώς είχαμε πάρα πολύ βαρύ πρόγραμμα με τις περιοδείες. Επίσης ήμουν όλα αυτά τα χρόνια σε μια λειτουργία και μια επιλογή. Αλλά τώρα έκανα με τον Καρκανεβάτο τις Όχθες, τη νέα του ταινία και ήμουνα δυο μήνες στις Σέρρες. Και τώρα που είμαι στην Αθήνα είναι αλλιώς τα πράγματα. Άλλωστε περνάμε σε μια άλλη εποχή σαν ομάδα. Περάσαμε πολλά χρόνια σε αυτό το εγχείρημα, ήταν καταπληκτικά και με πολύ κόσμο, πολλούς ηθοποιούς που ήταν μέρος αυτής της ιστορίας. Εμένα μου αρέσουν οι αφοσιωμένοι ηθοποιοί και αυτό εμπεριέχει και θετικά και αρνητικά. Είμαι 15 χρόνια μέσα σε πράγματα που πιστεύω.
— Υπάρχει μια ηθοποιός με την οποία θα ήθελες να παίξεις;
Με τη Σοφία Χιλλ. Τη θεωρώ σπουδαία ηθοποιό και όταν τη βλέπεις τα βλέπεις όλα, την παιδεία, την αφοσίωση.
— Οικονομικά πώς τα καταφέρνετε;
Μέσα από τη δουλειά μας, πολύ σκληρά, από τα μαθήματα που κάνουμε, από όλα αυτά. Πολύ απλά, όπως κάνουν όλοι. Τίποτα δεν ήρθε εύκολα, ούτε είναι εύκολο, αλλά παρά τις δυσκολίες είμαι πολύ χαρούμενη. Η δουλειά γίνεται επίμονα, σκάβεις κάθε μέρα.
— Είστε μια από τις μακροβιότερες ομάδες στο χώρο, υπάρχει κλειδί γιαυτό;
Πιστεύουμε πολύ στο σύνολο της ομάδας και στην ευελιξία όλων όσων συνεργάζονται. Θέλουμε να αισθανόμαστε όλοι ένα. Και πάντα αναζητάμε ανθρώπους να συνυπάρχουμε και να δουλεύουμε μαζί. Ανθρώπους με ανησυχίες, αυτό ψάχνουμε πάντα.
— Το καλύτερο που σου συνέβη στη δουλειά τον τελευταίο καιρό;
Η μελέτη της Ηλέκτρας. Για το περπάτημά της δούλεψα πολύ σκληρά. Ήταν ένα πλάσμα που κινούταν δίπλα στον Ορέστη και είχε την επιμονή και την εγρήγορση να επιτεθεί. Αυτό το περπάτημα που ήταν του αιλουροειδούς ή του αρπακτικού ήταν κάτι στο οποίο επιμείναμε πολύ. Έβλεπα συνεχώς ντοκιμαντέρ με τίγρεις, έψαχνα να βρω τη λιτότητα και να καταλάβω την έκφραση, να μην είναι η Ηλέκτρα του δράματος.
— Το επόμενο βήμα σας;
Να δουλέψουμε και χωρίς μάσκες, να δοκιμάσουμε καινούργιες φόρμες. Θέλουμε να δοκιμάσουμε πολλά πράγματα. Και τώρα είναι μια καινούργια στιγμή.
— Και η δική σου ανησυχία;
Πολλά χρόνια έχω πολύ έντονα την ανησυχία για τη θέση της γυναίκας στην κωμωδία. Επειδή πάντα η γυναίκα είχε έναν υποστηρικτικό λόγο στην κωμωδία, υπάρχει ένα ζητούμενο. Πώς μπορεί να υπάρχει μια γυναίκα κλόουν, μια γυναίκα κομπέρ; Χρόνια με απασχολεί.
— Η πρώτη σου ανάμνηση από το θέατρο;
Εμείς μεγαλώσαμε στη Δράμα, σε μια περιοχή που δεν είχε ανοικοδομηθεί. Ήταν κλασικά, μια γειτονιά με μονοκατοικίες και εκεί ανάμεσα στα σπίτια γινόντουσαν τα αληθινά δρώμενα. Αυτές οι ρίζες, μέχρι σήμερα, -και τα τρία παιδιά της οικογένειας-, μας επηρεάζουν. Είμαστε μια μίξη παράδοσης και σύγχρονου. Πρωτοείδα κουκλοθέατρο στο νηπιαγωγείο και έκανα μεγάλο σαματά γιατί ήθελα να παίζεται κάθε μέρα. Είναι πολύ κλισέ αλλά από πολύ μικρή ήθελα να γίνω ηθοποιός. Δε σκέφτηκα ποτέ κάτι άλλο.
σχόλια