Τα Chester Mystery Plays αποτελούν έναν κύκλο μικρών θρησκευτικών θεατρικών έργων που γράφτηκαν τον 14ο αιώνα στο Τσέστερ της Αγγλίας (αντίστοιχα υπάρχει ένας άλλος κύκλος στο Γιορκ) από ανώνυμους συγγραφείς – ουσιαστικά επρόκειτο για ένα απλοϊκό θεατρικό είδος που δεν απείχε πολύ από τον κόσμο των θεατρίνων της εποχής αλλά δεν ήταν και θέατρο ακριβώς. Παρουσιάζονταν από συντεχνίες τεχνιτών και εμπόρων, και τις οικογένειές τους· επέλεγαν ένα έργο από τον εκάστοτε κύκλο και το ανέβαζαν σε ένα κάρο που τότε εκτελούσε χρέη θεατρικής σκηνής.
Αυτά τα θρησκευτικά έργα, λοιπόν, αποτέλεσαν, μεταξύ άλλων, πηγή έμπνευσης του Μπέντζαμιν Μπρίτεν, που τη δεκαετία του 1950 ήταν ένας από τους πλέον καθιερωμένους και σημαντικούς συνθέτες όπερας στη Βρετανία, με μεγάλη ζήτηση. Του έκαναν αναθέσεις εξίσου επαγγελματικά θέατρα αλλά και ερασιτεχνικές ομάδες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η μίνι-όπερα «The Little Sweep» (1949) που γράφτηκε για νεανικό κοινό και είχε ως ερμηνευτές παιδιά και το έργο του «Canticle II» (1952), το οποίο αφηγείται εκ νέου την ιστορία του Αβραάμ και του Ισαάκ και βασίζεται σε διασκευασμένο κείμενο από τον Κύκλο του Τσέστερ.
Έτσι, όταν του πρότειναν να γράψει μια παιδική όπερα με θρησκευτικό θέμα που θα μεταδιδόταν από την τηλεόραση ανέτρεξε για μία ακόμα φορά στον Κύκλο του Τσέστερ, στο τρίτο έργο του, που αφορά την ιστορία του Νώε και του κατακλυσμού και πρώτη φορά παρουσιάστηκε από τη συντεχνία των νερουλάδων του ποταμού Ντι που διασχίζει την πόλη. Έτσι προέκυψε ο «Κατακλυσμός του Νώε», μια όπερα με κωμικά στοιχεία από παιδιά για παιδιά, αλλά και για τους «μεγάλους», γραμμένη με μουσικοπαιδαγωγικούς όρους.
Πρωταγωνιστές είναι ο κύριος και η κυρία Νώε, τους οποίους ερμηνεύουν ενήλικες τραγουδιστές, ενώ μια μεγάλη παιδική χορωδία αναπαριστά τα ζευγάρια των ζώων που μπαινοβγαίνουν στην Κιβωτό, καθοδηγούμενα από τη φωνή του Θεού. Ο Μπρίτεν, μάλιστα, ενέταξε τρεις εκκλησιαστικούς ύμνους στο έργο – στον έναν ακούγεται στα ελληνικά το «Κύριε ελέησον».
«Κόντρα στη μεσαιωνική μισογυνιστική αναπαράσταση, ψάξαμε το αν και κατά πόσο η κυρία Νώε είναι μια άπραγη γυναίκα – μήπως τελικά είναι περισσότερο ένας άνθρωπος παγιδευμένος στο ασφυκτικά δομημένο σύστημα ενός ιδιοφυούς άντρα. Συζητήσαμε εκτενώς τα ζητήματα εξουσίας και αντίστασης με τα παιδιά, και φάνηκε να τους ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτή η οπτική».
Όταν η σύνθεση της όπερας ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 1958 ήταν σαφές ότι για την παρουσίασή της χρειαζόταν ένας μεγάλος χώρος, ιδανικά εκκλησιαστικός. Έτσι η πρεμιέρα πραγματοποιήθηκε στο εσωτερικό του ναού του Αγίου Βαρθολομαίου στο Όρφορντ, στις 18 Ιουνίου του 1958, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ του Aldeburgh. Η παράσταση, την οποία αφιέρωσε στα ανίψια του και στον βαφτισιμιό του, ήταν η πρώτη που αναμεταδόθηκε στις 22 Ιουνίου από το τηλεοπτικό δίκτυο ATV. Ήταν τέτοια η επιτυχία της που μερικές από τις σημαντικότερες εφημερίδες της χώρας έγραψαν θετικές κριτικές τόσο για τη μουσική του Μπρίτεν όσο και για το συνολικό θέαμα, στο οποίο, εκτός από τους ενήλικες ερμηνευτές, συμμετείχαν 150 ερασιτέχνες από 11 έως 15 χρονών. Η τεράστια αποδοχή και το ενδιαφέρον όλων έπεισε τον συνθέτη ότι η παράσταση έπρεπε να μεταφερθεί στο Λονδίνο. Παρόλο που δεν βρέθηκε εκκλησία μεγέθους ανάλογου εκείνης του Όρφορντ, επιλέχθηκε ο Καθεδρικός Ναός του Southwark, όπου παρουσιάστηκε τελικά στις 14 και 15 Νοεμβρίου του ίδιου έτους – τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν σύντομα. Έναν χρόνο μετά, στις 16 Μαρτίου του 1959, η όπερα έκανε πρεμιέρα στη Νέα Υόρκη, ενώ τον Μάιο ακολούθησε η Γερμανία και το 1960 το Διεθνές Φεστιβάλ του Βανκούβερ (Καναδάς). Έκτοτε δεν έχει πάψει να παίζεται σε ολόκληρο τον κόσμο, άλλοτε σε εκκλησίες και άλλοτε σε ζωολογικούς κήπους.

Η μουσική του Μπρίτεν καλύπτει μια ευρεία γκάμα ήχων, από τη μεσαιωνική πολυφωνία μέχρι την ινδονησιακή γκαμελάν· καθώς δεν περιορίζεται στο δεκαμελές σύνολο μουσικών, χρησιμοποιούνται μέχρι και αυτοσχέδια κρουστά φτιαγμένα από φλιτζάνια. Η όπερα «Ο κατακλυσμός του Νώε», σε σκηνοθεσία Θέμελη Γλυνάτση, θα παρουσιαστεί στην Ελλάδα πρώτη φορά στο πλαίσιο του 3ου Φεστιβάλ Λατρευτικής Μουσικής που διοργανώνει η Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ). Θα συμμετέχει η Παιδική Χορωδία της ΕΛΣ με 101 παιδιά ηλικίας 7-16 ετών που θα ερμηνεύουν το λιμπρέτο στα αγγλικά. Όπως εξηγεί η διευθύντρια της χορωδίας Κωνσταντίνα Πιτσιάκου: «Τα μέλη της οικογένειας του Νώε είναι σόλο παιδιά, αλλά εμείς, θέλοντας να εμπλέξουμε όσο περισσότερα παιδιά γίνεται, αποφασίσαμε κάτι καθόλου εύκολο, κάθε χαρακτήρας να αποτελείται από ομάδες τεσσάρων παιδιών.
Υπάρχει ένα τετραμελές σύνολο, που είναι οι γειτόνισσες της κυρίας Νώε, και τα υπόλοιπα παιδιά παίζουν τα ζώα, τα κύματα και τα αστέρια σε μια σύνθετη σκηνική δράση. Η Αγγλία έχει μεγάλη παράδοση στις επονομαζόμενες “boys' choirs” με τοποθέτηση των φωνών σε υψηλή περιοχή, έτσι αποφασίσαμε να δουλέψουμε και τη δική μας χορωδία προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά το κύριο μέλημά μας ήταν η ομαδική δουλειά. Είναι η πρώτη φορά που όλα μας τα παιδιά συμμετέχουν σε μία παραγωγή όπερας και βρίσκονται επάνω στη σκηνή καθ’ όλη τη διάρκειά της. Πρέπει να πω ότι τα παιδιά έχουν πάρει όλο το έργο επάνω τους όχι μόνο φωνητικά και υποκριτικά αλλά και φτιάχνοντας τα σκηνικά αντικείμενα με τα ίδια τους τα χέρια. Όλα αυτά εμπίπτουν στο πνεύμα ομαδικότητας που καλλιεργούμε, έτσι σε αυτήν τη δουλειά τα μικρότερα και λιγότερο έμπειρα παιδιά συναντήθηκαν με τα μεγαλύτερα και πιο έμπειρα, ακολουθώντας το παράδειγμα της ομαδικής δουλειάς όλων των συντελεστών που εμπλέκονται σε αυτή την παραγωγή».

Η παράσταση ανεβαίνει στο Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας» τη Μεγάλη Δευτέρα, 14 Απριλίου, και τη Μεγάλη Τρίτη, 15 Απριλίου, με τη σύμπραξη της Ορχήστρας Νέων Underground Kids Orchestra, της Underground Youth Orchestra, μελών της Ορχήστρας Νέων El Sistema Greece και ανεξάρτητων μουσικών υπό τη διεύθυνση της Κυριακής Κουντούρη. Τον ρόλο του Νώε ερμηνεύει ο Γιάννης Γιαννίσης και της κυρία Νώε η Άννα Αγάθωνος. Ο σκηνοθέτης Θέμελης Γλυνάτσης και μεγάλος θαυμαστής της μουσικής του Μπρίτεν λέει σχετικά: «Εγώ δεν τη θεωρώ καθόλου παιδική παράσταση. Για μένα είναι μια παράσταση όπερας, απλώς οι κύριες δυνάμεις, τόσο φωνητικά όσο και μουσικά, είναι των παιδιών.
Η δική μας πρωτοβουλία έγκειται σε κάτι που θεωρώ ουσιαστικά πολιτικό θέμα, στον διαχωρισμό μεταξύ σολίστ και χορωδίας – ο Μπρίτεν είχε γράψει έξι σολιστικούς ρόλους για παιδιά. Θεωρώ ότι σε αυτές τις ηλικίες ο συγκεκριμένος διαχωρισμός δημιουργεί πολλά προβλήματα και αναίτια αγωνία, γι’ αυτό με την Κωνσταντίνα Πιτσιάκου καταλήξαμε πως οι έξι σολιστικοί ρόλοι θα παιχτούν από μικρά ανσάμπλ τεσσάρων παιδιών. Ως εκ τούτου, όλη η παράσταση αποτελείται από μικρές κοινότητες παιδιών όπου το ένα φροντίζει το άλλο, το ένα εμπιστεύεται το άλλο. Με αυτόν τον τρόπο αποφύγαμε τον διαχωρισμό του ποιος είναι ο σολίστας και ποιος στη χορωδία, είναι όλοι ίσοι».
Και ποια είναι η σχέση των μικρών αυτών ερμηνευτών με τα αγγλικά; Ο Θέμελης Γλυνάτσης απαντάει: «Δεν είναι απλώς αγγλικά, είναι μεσαιωνικά αγγλικά. Σίγουρα τα παιδιά δυσκολεύτηκαν, αλλά δούλεψαν πολύ μαζί μας και σιγά-σιγά η “περίεργη” αυτή γλώσσα τούς έγινε βίωμα. Τα θρησκευτικά αυτά δράματα γράφτηκαν για τον απλό λαό που δεν καταλάβαινε τη λατινική λειτουργία, άρα αποτελούν μια δραματοποιημένη εκδοχή της Βίβλου με σαφές λαϊκό και προσηλυτιστικό πρόσημο, αλλά και με σαφή χιουμοριστικά στοιχεία που συχνά “αποσταθεροποιούν” την αμιγώς θεολογική τους λειτουργία. Λόγου χάρη, η κυρία Νώε είναι “μπεκρού” και πεισματικά αρνείται να ανέβει στην Κιβωτό.
Προφανώς υπάρχει ένας υφέρπων μισογυνισμός στην αναπαράσταση της κυρία Νώε και των φιλενάδων της που πίνουν όσο ο Νώε φτιάχνει την Κιβωτό, τον οποίον αντιμετωπίσαμε κατάματα στις πρόβες και τον μετατρέψαμε σε σπινθήρα της προσωπικής επανάστασης της κυρίας Νώε. Σίγουρα, όμως, δεν πρόκειται για μια κωμική όπερα. Το βασικό για τον Μπρίτεν αλλά και για την καλλιτεχνική μας ομάδα είναι πως ο “Κατακλυσμός του Νώε” είναι ένα community project – μην ξεχνάμε πως στην εποχή του Μπρίτεν η εκκλησία στην Αγγλία ήταν ακόμα το κέντρο της κοινότητας, ειδικότερα στην επαρχία. Άλλωστε, ο ίδιος ο συνθέτης είχε μια έντονη, αν και διφορούμενη, σχέση με τη θρησκεία».

Όσον αφορά τα σκηνικά και τα κοστούμια, που βασίζονται σε σχέδια της Χριστίνας Δημητρά, τα έχουν φτιάξει τα ίδια τα παιδιά. Ο σκηνοθέτης εξηγεί: «Με την Κωνσταντίνα Πιτσιάκου και την εικαστικό Χριστίνα Δημητρά οργανώσαμε κατά τη διάρκεια τεσσάρων μηνών εβδομαδιαία καλλιτεχνικά εργαστήρια στο πλαίσιο των οποίων πρώτα κάναμε μουσική προετοιμασία και μετά όλα τα παιδιά ασχολούνταν με την κατασκευή των σκηνικών αντικειμένων. Έτσι εκείνα είναι υπεύθυνα για το συνολικό καλλιτεχνικό αποτύπωμα. Είναι πολύ συγκινητικό γιατί πολλά από αυτά τα παιδιά δεν είχαν πρότερη εμπειρία στη χειροτεχνία σε τέτοιο μέγεθος και τέτοια έκταση. Επίσης, είναι πράγματα που θα τα χρησιμοποιήσουν τα ίδια στην παράσταση, δεν είναι διακοσμητικά αντικείμενα».
Τελικά, είναι ένα παραμύθι; Απαντάει: «Στη δική μου εκδοχή έχω προσθέσει κάποια δραματουργικά επίπεδα που δεν απευθύνονται σε παιδιά αλλά σε ενήλικες. Έχω συμπεριλάβει μικρές “κρυφές” βιογραφίες του κυρίου και της κυρίας Νώε, γιατί αυτά τα έργα, αν τα αντιμετωπίσεις μόνο σε πρώτο επίπεδο, μπορεί σε ένα σύγχρονο κοινό να περάσουν ακόμα και ως καρτουνίστικα. Έχω δουλέψει με τους δύο πρωταγωνιστές, τον Γιάννη Γιαννίση, που ερμηνεύει τον Νώε, και την Άννα Αγάθωνος, που ερμηνεύει την κυρία Νώε, αλλά και με τα παιδιά προς μια κατεύθυνση που διερευνά το θέμα της θρησκείας, της εξουσίας και το κατά πόσο ο Νώε είναι ένας σωτήρας που έχει συγκεντρώσει όλα αυτά τα πλάσματα, ζητώντας τους να τον υπακούσουν. Συζητήσαμε και πειραματιστήκαμε πάνω στο αν και κατά πόσο σε μια σύγχρονη ανάγνωση τα ζώα θα μπορούσαν να επαναστατήσουν εναντίον του και να αντιτεθούν στην εμμονή με τη δομή και την τάξη του πρώτου αυτού τεχνολόγου. Τέλος, κόντρα στη μεσαιωνική μισογυνιστική αναπαράσταση, ψάξαμε το αν και κατά πόσο η κυρία Νώε είναι μια άπραγη γυναίκα – μήπως τελικά είναι περισσότερο ένας άνθρωπος παγιδευμένος στο ασφυκτικά δομημένο σύστημα ενός ιδιοφυούς άντρα. Συζητήσαμε εκτενώς τα ζητήματα εξουσίας και αντίστασης με τα παιδιά, και φάνηκε να τους ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτή η οπτική».

Η τελευταία αυτή διαπίστωση του Θέμελη Γλυνάτση οδηγεί στο εύλογο ερώτημα αν παράλληλα καλλιεργείται η επόμενη γενιά opera lovers – ένας προβληματισμός που αφορά το μέλλον της όπερας γενικότερα. Μου απάντησε: «Πρέπει να μας απασχολούν οι νέοι ακροατές και οι νέοι καλλιτέχνες της όπερας γιατί, αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί, πρέπει από πολύ νεαρή ηλικία να τους δίνουμε την ευκαιρία να “τριφτούν” με σοβαρούς συνθέτες, όχι απαραίτητα δύσβατους για την ηλικία τους. Αν μας ενδιαφέρει να επιβιώσει αυτό το είδος, πρέπει να δώσουμε πολύ μεγαλύτερο βάρος στην προετοιμασία των παιδιών και των νέων καλλιτεχνών, και στην έκθεσή τους, τόσο θεωρητικά όσο και πρακτικά, στα συνταρακτικά έργα του κανόνα αλλά και των μοντέρνων και σύγχρονων συνθετών.
Ας είμαστε πολύ πιο τολμηροί, καταρχάς, με τους ρόλους που δίνουμε στους νέους καλλιτέχνες, κι ας μην είναι τέλειοι. Δεν πειράζει. Για να διατηρηθεί το είδος της όπερας και του μουσικού θεάτρου πρέπει κανείς να τολμήσει, να εκπαιδεύσει καλλιτέχνες και ακροατές, να βάλει στο παιχνίδι καινούργιο ρεπερτόριο και να ξαναδεί το παλιό με γνώμονα όχι τη δραματουργική ταχυδακτυλουργία αλλά την αναζήτηση μιας ουσιαστικά ριζοσπαστικής ερμηνείας, να εμπλέξει όσο το δυνατό περισσότερες κοινωνικές ομάδες, να ανατρέψει ιεραρχίες και να προτείνει καινούργιους, ίσως λιγότερο επιβλητικούς τρόπους παρουσίασης της όπερας».