ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ
Η κινεζική όπερα είναι ένας ολόκληρος κόσμος με μεγάλη ιστορία, εν πολλοίς ξένος στο δυτικό κοινό. Αναγκαστικά (εξαιτίας της γλώσσας και της ριζικά διαφορετικής κουλτούρας) αντιμετωπίζουμε αυτή την παλιά μορφή τέχνης με τα πολλά παρακλάδια (υφολογικά, τεχνοτροπικά, γλωσσικά, ανάλογα με τον τόπο προέλευσής της) ως υπόθεση εξωτική, που μόνο «παθητικά» μπορούμε να παρακολουθήσουμε. Η αλήθεια είναι ότι σήμερα, ακόμα και στην Κίνα, το κοινό χρειάζεται βοήθεια για να μπορέσει να παρακολουθήσει τα έργα π.χ. της όπερας Λιγιουάν, μίας από τις παλαιότερες μορφές κινεζικής όπερας που αναπτύχθηκε στην πόλη Κουαντσό της επαρχίας Φουτζίαν, απέναντι από την Ταϊβάν, την εποχή της δυναστείας Σονγκ (960-1279) και Γιουάν (1207-1368). Οι διάλογοι και οι στίχοι των τραγουδιών είναι γραμμένοι στη διάλεκτο της περιοχής, που έχει προ πολλού πάψει να χρησιμοποιείται – οι νέοι ηθοποιοί που εξειδικεύονται στην ερμηνεία της όπερας Λιγιουάν τη μαθαίνουν όπως εμείς μαθαίνουμε τα αρχαία ελληνικά.
Μεσολάβησε, βέβαια, και η πολιτιστική επανάσταση του Μάο (1966-1976), με δεδηλωμένο στόχο να αντιμετωπιστούν ως εχθροί οι παλιές παραδόσεις, συνήθειες και ιδέες. Έργα από τη μακρά παράδοση της κινεζικής όπερας θεωρήθηκε ότι εξέφραζαν αντιδραστικές πολιτικές ιδέες και μια κοσμοθεωρία μη συμβατή προς τις αρχές του μαοϊσμού. Το περιεχόμενο και ο παραδοσιακός τρόπος ερμηνείας έπρεπε να «εκσυγχρονιστούν» και να γραφτούν νέα, επαναστατικά έργα. Ιστορίες με φαντάσματα; Μα, αυτό σημαίνει ότι «υπάρχει ενδιαφέρον γι' αυτό που έχει πεθάνει, παρά γι' αυτό που ζει». Η Τσιάνγκ Τσινγκ, η γυναίκα του Μάο, «παρουσίασε στους συντρόφους της Όπερας του Πεκίνου τα άπαντα του Μάο Τσε Τουνγκ (τόμοι 1-4), παροτρύνοντάς τους να μελετήσουν με προσοχή τα κείμενα του αρχηγού και να αφομοιώσουν τη σκέψη του» (Το θέατρο στην Ασία, εκδ. Δωδώνη), ώστε να προσαρμόσουν την τέχνη τους στα νέα πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά δεδομένα. Οι ήρωες των έργων έπρεπε να είναι πλέον στρατιώτες, αγρότες, εργάτες. Πολλές τοπικές όπερες έκλεισαν και στα χρόνια που ακολούθησαν διακόπηκε η συνεχής, επί αιώνες, διδασκαλία των παλιών τεχνικών και των ερμηνευτικών τρόπων της κινεζικής όπερας.
Ευτυχώς όχι οριστικά, όπως θα διαπιστώσουν οι θεατές της παράστασης Η χήρα και ο γραμματιζούμενος που θα παρουσιάσει στο Φεστιβάλ Αθηνών ο Πειραματικός Θίασος Όπερας Λιγιουάν. Η δραστήρια διευθύντρια του σχήματος και εξαιρετική ηθοποιός Τζεν Τζινπίν (η οποία έχει σκηνοθετήσει την παράσταση και ερμηνεύει τη χήρα) ανήκει στην τελευταία γενιά των ηθοποιών που μυήθηκαν στην τεχνική ερμηνείας της Όπερας Λιγιουάν από τους παλιούς δασκάλους. Και παρότι το έργο είναι σύγχρονου συγγραφέα (του Ουάν Ρενζιέ, γεν. 1942), η δομή, τα παραδοσιακά στοιχεία (η μουσική Nanyin του Νότου που ερμηνεύει επί σκηνής με τα παραδοσιακά όργανα πολυμελής ορχήστρα και παρακολουθεί κάθε στιγμή της σκηνικής δράσης, η σύνθεση του θιάσου, οι τύποι των ρόλων κ.ο.κ.) και οι τεχνικές ερμηνείας (οι δεκαοκτώ στυλιζαρισμένες κινήσεις) ακολουθούνται πιστά. Πρόζα, τραγούδι, χορός, σκηνογραφία, κοστούμια, φώτα, όλα υπηρετούν έναν σκηνικό κώδικα υψηλής αισθητικής που εντυπωσιάζει με την εκλεπτυσμένη ομορφιά και τη χάρη του.
Η ιστορία του έργου Η χήρα και ο γραμματιζούμενος είναι απλή, αλλά ισορροπεί τέλεια ζητήματα καρδιάς και ηθικής, συγκίνηση και κωμικά στοιχεία. Ο σύμβουλος Πενγκ, νιώθοντας ότι το τέλος του είναι κοντά κι επιθυμώντας η νεαρή γυναίκα του να μείνει πιστή στη μνήμη του, καλεί τον Ντογκ (ο γραμματιζούμενος) να την παρακολουθεί και να 'ρχεται κάθε μήνα στον τάφο του για να του δίνει αναφορά. Ο Ντογκ είναι υποχρεωμένος στον Πενγκ και δέχεται την ταπεινωτική αποστολή. Παρακολουθώντας στενά την όμορφη χήρα, ωστόσο, την ερωτεύεται, κι ας τον πειράζουν οι γύρω του, βλέποντας την περίεργη συμπεριφορά του.
Ένα βράδυ, ένα τραγούδι που ακούει να έρχεται από το σπίτι της τον βάζει σε πειρασμό. Σκαρφαλώνει και μπαίνει στο σπίτι της να δει αν κάποιος μυστικός εραστής απολαμβάνει τις χάρες της γυναίκας. Αυτή είναι μία από τις πλέον όμορφες σκηνές του έργου: ο άνδρας και η χήρα κρύβονται ο ένας από τον άλλο μέσα στο μεγάλο, σκοτεινό σπίτι, ώσπου σ' ένα απομονωμένο δωμάτιο πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλο. Η γυναίκα τον ταπεινώνει, λέει πως είναι γι' αυτήν τόσο ενοχλητικός όπως οι μύγες στο κρέας. Αλλά έχει ερωτευτεί τον Ντογκ και αφού ο θυμός της ξεθυμάνει, οι δυο τους θα κοιμηθούν αγκαλιά.
Τι να πει, τώρα, ο Ντογκ στον τάφο του συμβούλου; Το φάντασμα του συζύγου ζητάει την τιμωρία της άπιστης αλλά ο γραμματιζούμενος, χρησιμοποιώντας τις γνώσεις του, αφορισμούς του Κομφούκιου και του Μένκιου, τον πείθει πως ό,τι ισχύει στον κόσμο των ζωντανών δεν μπορεί να ισχύει και στον κόσμο των νεκρών. Το φάντασμα υποχωρεί και οι δυο εραστές μπορούν πλέον να ενώσουν τις ζωές τους.
Η παράσταση φτάνει στην Αθήνα μετά από κύκλο παραστάσεων στο Μπομπινί (Maison de la Culture de la Seine-Saint-Denis), με συστάσεις που μιλούν για «μάθημα θεάτρου», για ένα «αριστούργημα».
σχόλια