Το Φεστιβάλ Νέων Χορογράφων επιστρέφει για τρίτη χρονιά δίνοντας την ευκαιρία στο κοινό της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών να ανακαλύψει νέα ταλέντα μέσα από μια διήμερη γιορτή του χορού. Φέτος, μεταξύ άλλων, μας συστήνει τον νεαρό Κύπριο χορογράφο Χάρη Κούσιο. Ο Χάρης, έχοντας παρουσιάσει δείγματα δουλειάς σε διάφορα φεστιβάλ σε Ευρώπη και ΗΠΑ, αλλά και στην Αθήνα, στα φεστιβάλ Arc for Dance και barefeet days, έρχεται στη Στέγη με ένα φιλόδοξο εγχείρημα. Το lacrimal είναι η δημιουργική του σύμπραξη με τον συνθέτη Δημήτρη Σκύλλα, καθώς και με 40 χορευτές, 9 μουσικούς και έναν μαέστρο που θα βρεθούν ζωντανά στην κεντρική σκηνή της Στέγης. Οι δύο πρωτοποριακοί δημιουργοί επιθυμούν να εκκινήσουν έναν διάλογο ανάμεσα στον χορό και τη μουσική, μια και αφορμή για το έργο στάθηκε η μουσική σύνθεση Grief Gestures του Δημήτρη, η οποία αντλεί στοιχεία από την ελληνική παράδοση και το ηπειρώτικο μοιρολόι και τώρα, μέσα από το lacrimal, ανάγεται σε ένα πολυδιάστατο επίπεδο.
Μου καρφώθηκε στο μυαλό μια θηλυκή ύπαρξη που εκτίθεται σχεδόν με απόλυτη άφεση μπροστά στο κοινό, επιτρέποντας στις εντάσεις του μοιρολογιού να τη φτάνουν στις πιο εξωφρενικές αδυναμίες της ύπαρξης της, αυτές που σε αδειάζουν από μέσα και σε κάνουν να αισθανθείς το σώμα που κατοικείς.
Η πρώτη επαφή των δύο καλλιτεχνών έγινε το 2015, όταν ο Δημήτρης Σκύλλας είδε δουλειά του Χάρη Κούσιου στο Arc for Dance Festival. Ο Χάρης, με τη σειρά του, άκουσε το έργο του Δημήτρη που έκανε την ελληνική του πρεμιέρα πριν από έναν χρόνο στη Στέγη, με αφορμή μια παλιότερη συνέντευξη του συνθέτη στο LIFO.gr. Ακολούθησαν αρκετές συζητήσεις για τα κοινά τους καλλιτεχνικά σημεία, την αίσθηση τελετουργίας και τους συμβολισμούς που απαντώνται στα έργα τους και, κυρίως, για την έννοια του κλασικού. «Το κάθε ζευγάρι μάτια βλέπει και προσλαμβάνει διαφορετικές εικόνες. Αυτό συνεπάγεται στο ότι ο καθένας δημιουργεί διαφορετικούς συνειρμούς, κατά συνέπεια διαφορετικές συγκινησιακές καταστάσεις. Αισθάνομαι ότι στο lacrimal παραδίδω την πλατφόρμα για να χτίσει ο θεατής τη δική του ιστορία με βάση τις δικές του προσλαμβάνουσες. Σε αυτό το έργο ο θεατής μπορεί να δει την ροή της κίνησης πριν αποτυπωθεί και εδραιωθεί ως εικόνα. Σαν μια δισδιάστατη εικόνα που φτάνει στα μάτια ως τρισδιάστατη παύση» εξηγεί ο Χάρης για τον τρόπο που αντιλήφθηκε αυτή τη δημιουργική πρόκληση. «Το έργο μας είναι ένα ενιαίο αδιάσπαστο κομμάτι και όχι δυο ξεχωριστά, μια συμπαγής ενέργεια ήχου και κίνησης. Επενδύσαμε τον χρόνο μας στο να σκεφτούμε πώς μπορεί το Grief Gestures να μεταφερθεί σε ένα επίπεδο θεάματος όπου ο ήχος και η κίνηση συνυπάρχουν αρμονικά» συμπληρώνει ο Δημήτρης για τη νέα χορογραφική προσέγγιση που επιχειρεί ο Χάρης στο έργο του.
Ο Χάρης βρίσκεται αυτή την περίοδο στον πυρετό της προετοιμασίας και των προβών με τους χορευτές, εν όψει των παραστάσεων του lacrimal στις 23 και 24 Μαρτίου, ενώ ο Δημήτρης, λίγο πριν έρθει στην Ελλάδα για τις πρόβες με τους μουσικούς, προετοιμάζεται για τα επόμενά του πρότζεκτ στη βάση του, το Λονδίνο, τα οποία περιλαμβάνουν μια βραδιά στο θέατρο Πόρτα στις 19 Απριλίου όπου προσκαλεί δημιουργούς από τον χώρο της μουσικής, της λογοτεχνίας και του θεάτρου να εκφραστούν σχετικά με τις «Μεγάλες Ιδέες», καθώς και μια ανάθεση σε «διάλογο» με την κεραμική τέχνη από το μουσείο Victoria and Albert. Βρήκαν τον χρόνο για μια σύντομη συζήτηση.
— Μπορείτε να μου περιγράψετε σκέψεις και συναισθήματα που σας γεννήθηκαν όταν ήρθατε για πρώτη φορά σε επαφή ο ένας με την καλλιτεχνική υπόσταση του άλλου;
Χάρης Κούσιος: Όταν άκουσα το Grief Gestures, αυτόματα γεννήθηκαν αμέτρητες εικόνες στο μυαλό μου, «είδα» όλο το έργο μπροστά μου σαν ταινία σε μια 4η διάσταση. Μου καρφώθηκε στο μυαλό μια θηλυκή ύπαρξη που εκτίθεται σχεδόν με απόλυτη άφεση μπροστά στο κοινό, επιτρέποντας στις εντάσεις του μοιρολογιού να τη φτάνουν στις πιο εξωφρενικές αδυναμίες της ύπαρξης της, αυτές που σε αδειάζουν από μέσα και σε κάνουν να αισθανθείς το σώμα που κατοικείς. Αμέσως μετά, με έντονη περιέργεια μελέτησα τις μουσικές του Δημήτρη και όλο κάτι με γυρνούσε πίσω σε αυτό το ηπειρώτικο μοιρολόι. Το άκουγα με κλειστά μάτια, με ακουστικά και στη μέγιστη ένταση, ξανά και ξανά. Κάθε φορά που έφτανε η κορύφωση της μουσικής, βρισκόμουν σε οργασμό συναισθημάτων.
Δημήτρης Σκύλλας: Εγώ παρατήρησα αρχικά τις καθαρές γραμμές της δουλειάς του Χάρη, την απλότητα της κίνησης και το πόσο μπορεί να πετύχει το αισθητικό του ζητούμενο χωρίς να φορτώνει το έργο του για να εντυπωσιάσει. Και μια άλλη σκέψη, ίσως λίγο εγωιστική αλλά απόλυτα ειλικρινής, ήταν ότι θα μπορούσα να έχω γράψει εγώ μουσική για τον Χάρη γιατί πίστεψα ειλικρινά πως είχα να δώσω στην δουλειά του πολλά στοιχεία που θα μπορούσαν να τη «φωτίσουν» ακόμη περισσότερο. Φυσικά, δεν είχα ιδέα ότι αυτό θα συνέβαινε τόσο σύντομα.
— Με ποια κριτήρια επιλέξατε τους χορευτές και τους μουσικούς που συμμετέχουν στο lacrimal;
Δ.Σ.: Θέλω πάντα οι συνεργάτες μου να ταιριάζουν αισθητικά με τη δουλειά που πρόκειται να παρουσιάσω. Με ενδιαφέρει αναμφισβήτητα η τεχνική αρτιότητα αλλά και ο σεβασμός προς τη σύγχρονη δημιουργία. Χωρίς αυτά, δεν ανοίγω συνεργασίες. Νιώθω τυχερός διότι ως τώρα, συνθέτω και παρουσιάζω μόνο έργα που αντιπροσωπεύουν πλήρως το είναι μου. Δε θα μπορούσα λοιπόν να μην κάνω και το ίδιο και για τους συνεργάτες μου. Χωρίς τους μουσικούς, ο συνθέτης δεν έχει ουσιαστική υπόσταση. Στο lacrimal θα έχω τη χαρά της ερμηνείας του Grief Gestures από 9 καταπληκτικούς μουσικούς, με σολίστα στο κλαρινέτο τον Γιάννη Σαμπροβαλάκη. Παράλληλα, ξεκινώ τη συνεργασία μου με τον μαέστρο Αντρέα Τσελίκα, ελπίζοντας ότι αυτή μπορεί να είναι η αρχή και για άλλες μελλοντικές στιγμές. Είναι η πρώτη φορά που το έργο θα ερμηνευτεί από Έλληνα μαέστρο και κλαρινετίστα. Αυτό δημιουργεί ποικίλες προσδοκίες, καθώς το έργο έχει ταμπεραμέντο άκρως ελληνικό.
Χ.Κ.: Τα κριτήρια για μένα ήταν διαφορετικά για τον καθένα από τους χορευτές ξεχωριστά. Για τους 7 βασικούς χορευτές του έργου τα βασικά κριτήρια ήταν δύο, να με εμπνέουν και να τους εμπνέω. Στη συνέχεια αυτό που με κέρδισε ήταν η διάθεση τους να με εμπιστευτούν και να δώσουμε όλοι τον καλύτερο μας εαυτό για να εξυπηρετήσουμε την ίδια ιδέα.
— Χάρη, κάνε μου μια αναφορά στις δημιουργικές προκλήσεις που θέτει για σένα ένας χώρος τόσο επιβλητικός και σημαντικός όσο η κεντρική σκηνή της Στέγης.
Δεν δημιουργώ ποτέ με το αίσθημα της πρόκλησης. Το κύριο αίσθημα είναι πάντα αυτό της ευθύνης. Δεν υποτιμώ ούτε υπερεκτιμώ καμία σκηνή. Με τιμά η εμπιστοσύνη που μου δόθηκε από τη Στέγη. Δίνω ολοκληρωτικά τον εαυτό μου για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα και εύχομαι εν τέλει να φανώ αντάξιος των προσδοκιών και αντάξιος της ιδέας που καλούμαι να υλοποιήσω.
— Το έργο είναι μάλλον επίκαιρο καθώς, όπως αναφέρεται στην περιγραφή του, «οι 40 χορευτές συγκροτούν ένα ανώνυμο πλήθος, μια μάζα αφημένη στην αδιάκοπη ροή της κίνησης, ξυπνώντας μνήμες από σκηνές μαζικών πληθυσμιακών μετακινήσεων...». Ποια σημεία αναφοράς είχατε στη δημιουργία του lacrimal και ποιες θα ονοματίζατε ως βασικές σας καλλιτεχνικές επιρροές;
Χ.Κ.: Σημεία αναφοράς για τη συγκεκριμένη δουλειά υπήρξαν οι βασικές μου αισθήσεις και τα βασικά μου ένστικτα. Γενικότερα θέλω να τολμώ να ξεφεύγω από την τάση της μάζας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι απέχω από αυτήν επιδιώκοντας άσκοπη σημασία. Σέβομαι τη μοναδικότητα μου ως ύπαρξη και ταυτόχρονα αναγνωρίζω ότι όλοι είμαστε απόλυτα αλληλένδετοι. Πιστεύω ότι η πληροφορία της ιστορίας περνά μέσα από το συλλογικό ασυνείδητο, αρχετυπικά. Αφού έφτιαξα λοιπόν τα πρώτα σκίτσα της δουλειάς τότε συνέδεσα τις εικόνες του lacrimal με εικόνες που προϋπήρξαν στην ιστορία της τέχνης αλλά και στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η παράσταση κατά την γνώμη μου αφορά όλους αυτούς που έστω και για μια στιγμή υποψιάστηκαν ότι αυτός ο κόσμος που ζούμε είναι σε σημεία σκάρτος. Η ιδέα της παράστασης είναι να δοθεί αυτός ο ελάχιστος χρόνος που δικαιούται ο καθένας μας για να θρηνήσει.
Δ.Σ.: Στο Grief Gestures με ενδιέφερε η μίξη του κλασικού με το πρωτόγονο, η αίσθηση και ο παλμός από τις Διονυσιακές τελετές και την αρχαία τραγωδία, οι κραυγές και το πώς όλο αυτό το υλικό μεταφέρεται σε ένα concert hall. Ο ρόλος του κάθε μοιρολογιού είναι να ανακουφίζει από τη δυσάρεστη κατάσταση του χαμού. Το lacrimal εφάπτεται χρονικά πάνω σε μια κατάσταση παγκόσμιου συναγερμού, την ώρα που το Προσφυγικό είναι το σημαντικότερο ζήτημα των ημερών μας. Οι δημιουργοί σε τέτοιες καταστάσεις έχουν υποχρέωση να παρακινούν την ευαισθητοποίηση.
Αν και είμαι μουσικός με κλασική παιδεία και σπουδές, οι επιρροές μου κινούνται σε πολλαπλούς άξονες. Η δουλειά μου είναι ιδιαίτερα επηρεασμένη από τις μελωδικές γραμμές της Björk (ακόμα και το Grief Gestures), από την παραδοσιακή μουσική της Ελλάδας και της Ασίας, από τον παλμό του Βill Viola και το πώς διαχειρίζεται έννοιες όπως το φως, το νερό και την επίδραση των στοιχείων αυτών. Επίσης, έχω τεράστια επιρροή από τον Προυστ και την εμμονή του στην περιγραφή, τις λεπτομέρειες και τη δύναμη του χρόνου, στοιχεία τα οποία μου φέρνουν στην επιφάνεια μια σκοτεινότητα και μια ευθραυστότητα παράλληλα, μια μικροσκοπική ανάλυση για κάτι μεγαλύτερο όπως είναι το σύμπαν. Έχω λάβει τεράστια επιρροή από το σύμπαν. Η αίσθηση του υπερμεγέθους και των ακατανόητων προς εμάς διαστάσεων του χώρου και του χρόνου έχουν μια κατάληξη μέσα μου: το δέος και την πνευματικότητα.
— Είστε και οι δύο δημιουργοί με διεθνή ανοίγματα, παρά το γεγονός ότι δεν έχετε ακόμα κλείσει τα 30. Πόσο σημαντικό είναι για εσάς να επιστρέφετε στον τόπο σας, να παρουσιάζετε δουλειά εκεί και αυτή η δουλειά να λαμβάνει αποδοχή;
Δ.Σ.: Ό,τι κι αν συμβαίνει διεθνώς σε σχέση με τη δουλειά μου, η ρίζα μου θα είναι ελληνική. Όπως η οικειότητα της μητρικής γλώσσας. Όπως το ελληνικό φως! Η οικειότητα δίνει χώρο, χρόνο και ενέργεια, και αυτές είναι αξίες που χρειάζομαι απαραίτητα στη ζωή μου, ακόμα και σε καθημερινό επίπεδο. Είναι απόλυτα σημαντικό να μπορείς να βρίσκεσαι με τους δικούς ανθρώπους όταν παρουσιάζεις όλον τον εσωτερικό σου κόσμο σε λίγες μόνο στιγμές. Όλοι θέλουμε την αποδοχή. Όλοι. Πρέπει όμως να ξέρει κανείς βαθιά μέσα του με ποιους τρόπους αποφασίζει να την κερδίσει και ποια «εργαλεία» δωρίζει για να λάβει την αποδοχή που αναζητά.
Χ.Κ.: Ο πόθος είναι τα εγχώρια. Η καλλιτεχνική μου ταυτότητα θέλω να είναι ελληνική, όπως τα πάθη μου. Θεωρώ ότι η Ευρώπη κατασκεύασε μια πολύ συγκεκριμένη αισθητική στην τέχνη, η οποία παρέσυρε μάζες ολόκληρες, κυρίως της νέας γενιάς δημιουργών. Μοιάζει να είμαστε η Ευρώπη και όχι η Ελλάδα που είναι μέρος αυτής. Η πιο σημαντική αποδοχή είναι αυτή της μάνας. Πιο πολύ πονάει μια απόρριψη από τη χώρα σου παρά από το εξωτερικό. Εν ολίγοις το ζήτημα είναι η αποδοχή εδώ.
— Πόσο δύσκολο είναι να συνεργάζεσαι στον καλλιτεχνικό χώρο και μάλιστα σε συνεργασίες σαν τη δική σας, όπου και οι δύο βρίσκεστε στην αρχή της καριέρας σας και οι επιθυμίες και η ανάγκη για προβολή είναι έντονες και στις δύο πλευρές;
Χ.Κ.: Η προσδοκία του «φτασμένου» μου δημιουργεί κατάθλιψη! Δεν έχω να φτάσω πουθενά, αντιθέτως πιστεύω ότι έχουμε φτάσει ήδη, και στο επόμενο βήμα πάλι θα φτάσουμε κάπου. Δημιουργώ από υπαρξιακή ανάγκη και η συνέπεια είναι η επιβίωση μου πρακτικά και πνευματικά. Η προβολή έχει ως στόχο να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κοινού για να μου δώσει την ευκαιρία να του εκθέσω το έργο. Η δυσκολία στις συνεργασίες είναι μέρος της πραγματικότητας. Αντιλαμβάνομαι τον κάθε συνεργάτη σαν μια ξεχωριστή περίπτωση και δεν ακολουθώ μοτίβα. Ακολουθώ τα ένστικτά μου και τη φυσική ροή των τυχαίων συναντήσεων. Η εμπειρική γνώση καταγράφεται μέσα μου και με βοηθάει να εμπιστεύομαι όλο και περισσότερο τα δήθεν τυχαία. Αυτή η συνεργασία μοιάζει απολύτως φυσική και αρμονική.
Δ.Σ.: Η συνεργασία μου με τον Χάρη ξεκίνησε με απίστευτη ευκολία, χωρίς εμπόδια. Είναι από τις συνεργασίες που θα έλεγε κάποιος ότι έπρεπε απλά να συμβούν. Ο Χάρης είναι χορογράφος, εγώ συνθέτης. Είμαστε συνοδοιπόροι προς το μέλλον, το δικό μας μέλλον, αυτό που χτίζουμε τόσο ο καθένας χωριστά όσο και μαζί. Ο Χάρης είναι ο άνθρωπος που έχει τη δυνατότητα, και πλέον τη δύναμη στα χέρια του, να εξελίξει το έργο μου, να συλλάβει το ηχητικό και φιλοσοφικό μου σύμπαν και να το εντάξει σε μια δική του διάσταση, με τις δικές του επιλογές και τα δικά του κριτήρια. Σημαντικότερο απ' όλα λοιπόν είναι η εμπιστοσύνη. Τον χορογράφο Χάρη Κούσιο τον εμπιστεύομαι απόλυτα και γι' αυτό το Grief Gestures είναι τώρα στα χέρια του.
— Δημήτρη, ποια αίσθηση σου αφήνει το σχήμα του κύκλου που κάνει το Grief Gestures, το οποίο έναν χρόνο μετά επιστρέφει στον χώρο όπου έκανε την ελληνική πρεμιέρα του, έχοντας υποστεί τέτοια ισχυρή καλλιτεχνική ζύμωση;
Η αίσθηση αυτή ξεκινά από το 2012 όπου το έργο έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στη Σκωτία. Βρισκόμουν στους τελευταίους μήνες του πτυχίου μου στο κονσερβατόριο και έγραφα μανιωδώς το έργο χωρίς να γνωρίζω την εξέλιξή του. Υπό μία έννοια, ακόμα δεν την γνωρίζω. Τότε δεν είχα ιδέα ότι θα φτάσει ως εδώ. Η ελληνική πρεμιέρα ήταν για μένα ένα πολύ σημαντικό γεγονός. Πραγματοποιήθηκε στον ίδιο χώρο, την κεντρική σκηνή της Στέγης, από το Kyklos Ensemble με γενικό διευθυντή και σολίστ κρουστών τον Δημήτρη Δεσύλλα. Ήταν πραγματικά μια εξαιρετική εμπειρία με επίσης εξαιρετικούς μουσικούς. Η αποδοχή ήταν μεγάλη και υπήρξαν προτάσεις για να χρησιμοποιηθεί η ηχογράφηση σε διάφορες καλλιτεχνικές ενέργειες, video art και εκθέσεις. Η απάντησή μου ήταν αρνητική, κυρίως γιατί ένιωθα πως η επόμενη παρουσίαση θα πρέπει να είναι κάτι πολύ δυνατό. Πιστεύω πως δε θα μπορούσα να ζητήσω κάτι παραπάνω από το lacrimal.
3ο Φεστιβάλ Νέων Χορογράφων: Χάρης Κούσιος - lacrimal
Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, κεντρική σκηνή
23 & 24 Μαρτίου, 20:30
Εισ.: 4-7 €
σχόλια