Μας αφορά τελικά ο Αριστοφάνης σήμερα;

Μας αφορά τελικά ο Αριστοφάνης σήμερα; Facebook Twitter
Δυστυχώς, ο Πανούσης αποδείχθηκε ιδιαίτερα εγκρατής: ευδιάθετος αλλά χωρίς ορμή, λεκτική η συναισθηματική. Η σάτιρά του ανώδυνη, τα αστεία του μέτρια ή αδιάφορα, το εύρος της φαντασίας εμφανώς περιορισμένο. Ούτε προκάλεσε, ούτε ξάφνιασε, ούτε μετέδωσε το μεθυστικό άρωμα της κωμικής αναρχίας του Αριστοφάνη.
0

Είναι πράγματι μοναδικός ο κόσμος του Αριστοφάνη. Δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά και ακόμη στεκόμαστε γεμάτοι δέος και θαυμασμό απέναντι στην απαστράπτουσα φαντασία και το σαρωτικό κωμικό πνεύμα του, το λαμπερό κράμα ποίησης και πολιτικής συνείδησης που ηλεκτρίζει τα έργα του.


Στα έντεκα σωζόμενα έργα, η συγγραφική πένα κινείται αβίαστα στον χώρο και στο χρόνο. Βουτάει από τη Γη στο Παλάτι του Άδη (Βάτραχοι) ή ορμάει στον ουρανό για να βρει τον Δία (Ειρήνη). Η φυσική τάξη ανατρέπεται. Οι άνθρωποι μεταμορφώνονται, βγάζουνε φτερά και ζουν με τα πουλιά (Όρνιθες). Τα σύννεφα κατεβαίνουν στην ορχήστρα (Νεφέλες). Οι αφηρημένες έννοιες αποκτούν σάρκα και οστά: η Συμφιλίωση εμφανίζεται ως όμορφη γυμνή γυναίκα (Αχαρνείς), και ο Πόλεμος, ως τρομερός μάγειρας που βάζει τις ελληνικές πόλεις στο γιγάντιο γουδί του (Ειρήνη).


Οι φυσικές λειτουργίες του ανθρώπινου σώματος, ο σεξουαλικός ερεθισμός ή η αφόδευση, ζωντανεύουν ανερυθρίαστα στο αριστοφανικό σύμπαν. Επαναστάσεις όπως η σεξουαλική και η κομμουνιστική, λαμβάνουν χώρα πολλούς αιώνες πριν από την εποχή τους · η θεϊκή ολιγαρχία καταργείται. Ένας εκκεντρικός, θαραλλέος αγρότης πετάει στους αιθέρες με το γιγάντιο σκαθάρι του για να απελευθερώσει την Ειρήνη.

Η αίσθηση της χλιαρής μετριότητας, που κρατάει μια μέση, ασφαλή οδό χωρίς ποτέ να σπινθηροβολεί και να εκρήγνυται ήταν διάχυτη.


Οι ηθοποιοί απευθύνονται στους θεατές, σαρκάζουν τους δικαστές, τους ιερείς, τους πολιτικούς. Η καθημερινή ζωή και οι αγωνίες των απλών ανθρώπων, οι συνέπειες του Πελοποννησιακού Πολέμου διαποτίζουν τον αφηγηματικό ιστό και τον ιδεολογικό πυρήνα των έργων. Οι ήρωες _ αλλαντοπώλες, γεωργοί, αμπελουργοί, νοικοκυρές _ αψηφούν το κατεστημένο, οραματίζονται το απίθανο, τολμούν το αδιανόητο και φέρνουν τα πάνω κάτω με την επιμονή, την επινοητικότητα, την τόλμη τους.


Το φανταστικό, το εξωφρενικό, το παράλογο συνυφαίνεται με το πραγματικό, το καθημερινό, το πολιτικό συνθέτοντας ένα αξεδιάλυτο σπαρταριστό όλον. Μοιραία, συνεπώς, τίθεται το ερώτημα: γιατί οι έλληνες καλλιτέχνες αδυνατούν να αντιμετωπίσουν αυτή την τόσο γοητευτική πρόκληση; Μας αφορά τελικά ο Αριστοφάνης σήμερα; Πόση και τι είδους «παρέμβαση» χρειάζεται για να αναπνεύσει στο 2017;

Μας αφορά τελικά ο Αριστοφάνης σήμερα; Facebook Twitter
Όσον αφορά την όψη της παράστασης, εκεί πράγματι προσπεράσαμε την ασφάλεια μόνο και μόνο για να βρεθούμε στη φλυαρία της υπερβολής.


Πέρασα καλοκαίρια ολόκληρα παρακολουθώντας τη μία αποκαρδιωτική απόπειρα μετά την άλλη. Η συντριπτική πλειοψηφία των παραστάσων αναπαρήγαγε αστόχαστα την καθιερωμένη «συνταγή» – μια διαστρεβλωμένη εκδοχή της παράδοσης του Κουν, παραδομένη στην τυποποίηση, την ευκολία, τη στείρα μίμηση, την επιφανειακή, ευκαιριακή σάτιρα. Μια γερασμένη αντίληψη που πίστευε αφελώς πως εκσυγχρονισμός σημαίνει να κοροϊδεύεις τον εκάστοτε πρωθυπουργό και όποιον άλλο γνωστό πολιτικό ή καλλιτέχνη της στιγμής, προσδίδοντας στον Αριστοφάνη μια χαμηλοτάτου επιπέδου επιθεωρησιακή διάσταση. Η λαϊκότητα στη χειρότερη παραφθορά της.


Ώσπου πέρισι, δύο παραστάσεις κόντεψαν να κάνουν τη διαφορά [δεν συμπεριλαμβάνω εδώ την περίπτωση Γιάννη Κακλέα, ο οποίος έχει ασχοληθεί επανειλημμένα με το είδος στήνοντας εκκωφαντικά κακόγουστα θεάματα, με έντονα σημάδια λαϊκισμού στην προσέγγισή τους – τα έχω αναπτύξει στο παρελθόν]. Η «Λυσιστράτη» του Μιχαήλ Μαρμαρινού και οι «Όρνιθες» του Νίκου Καραθάνου. Ήταν φανερό πως οι ετούτοι οι σκηνοθέτες ήθελαν να το πάνε «αλλού». Να ξανακοιτάξουν τον ταλαίπωρο κωμωδιογράφο, να τον παραδώσουν με φρέσκια ματιά στο ανυπόμονο, κουρασμένο κοινό. Αλίμονο όμως. Απομακρυνθήκαμε από τις ξέρες του παρελθόντος για να πέσουμε πάνω σε νέες, σημερινές. Ο πρώτος κατέφυγε σε έναν faux εστετισμό που τοποθέτησε το αποτριχωμένο «κάλλος» στη θέση του ερωτικού παιχνιδιού. Κυνήγησε τον λυρισμό, τις ωραίες «ατμόσφαιρες», τα διάφανα πέπλα, το «μεταμοντέρνο» χιούμορ: με λίγα λόγια, την ωραία εικόνα, το εγκεφαλικό προϊόν χωρίς κωμική ψυχή.


Ο δεύτερος επέλεξε την κατεύθυνση της «παρέας»: μας κάλεσε να δούμε πώς φαντασιώνεται τη ζωή με τους φίλους του, να χορεύουν ανέμελοι και μονοιασμένοι στο φεγγαρόφως ή να πετάνε τούρτες ο ένας στον άλλο, αψηφώντας εκκωφαντικά την πολιτική διάσταση του έργου, τις σκοτεινές δυνάμεις του – λες και με τη χρηση ισχυρών παραισθησιογόνων μπορεί ο εφιάλτης να μετατραπεί σε πάρτι.

 
Και οι δύο ξέφυγαν, πράγματι, από το παρελθόν που κληρονόμησαν: αλλά με ποιό τίμημα; με πόση ουσιαστική κατανόηση του αριστοφανικού πνεύματος; Ερχόμαστε τώρα στην πλέον πρόσφατη πρόταση που κατατέθηκε στο θέατρο της Επιδαύρου, την «Ειρήνη» του Εθνικού Θεάτρου. Υπήρξε κι εδώ ένα φαινομενικά μοντέρνο «κουκούλι», από το οποίο όμως δεν αναδύθηκε καμία πεταλούδα. Η περιέργεια κινητοποίησε πολύ κόσμο ως προς το πρόσωπο του Τζίμη Πανούση: ο γνωστός για την αθυροστομία του καλλιτέχνης κρίθηκε ταιριαστή επιλογή για να υποδυθεί τον δαιμόνιο Τρυγαίο, κεντρικό ήρωα του έργου. Δυστυχώς, ο Πανούσης αποδείχθηκε ιδιαίτερα εγκρατής: ευδιάθετος αλλά χωρίς ορμή, λεκτική η συναισθηματική. Η σάτιρά του ανώδυνη, τα αστεία του μέτρια ή αδιάφορα, το εύρος της φαντασίας εμφανώς περιορισμένο. Ούτε προκάλεσε, ούτε ξάφνιασε, ούτε μετέδωσε το μεθυστικό άρωμα της κωμικής αναρχίας του Αριστοφάνη.

Μας αφορά τελικά ο Αριστοφάνης σήμερα; Facebook Twitter
Τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου στάθηκαν εντυπωσιακά και διέθεταν τουλάχιστον μια υφολογική και χρωματική συνοχή. Γλίστρησαν, όμως, στην παγίδα ενός περίσσιου μαξιμαλισμού – πολλά υφάσματα στο σώμα, γάζες στο κεφάλι, χαρτιά τουαλέτας, βενετσιάνικες μάσκες και γενικώς μια αίσθηση που έπνιγε τους ηθοποιούς, τους φάσκιωνε, και κάθε άλλο παρά απελευθέρωνε την κίνησή τους.

Η αίσθηση της χλιαρής μετριότητας, που κρατάει μια μέση, ασφαλή οδό χωρίς ποτέ να σπινθηροβολεί και να εκρήγνυται ήταν διάχυτη. Στη μουσική του Νίκου Κυπουργού, που γέμισε το θέατρο με συμπαθείς, οικείες, συναισθηματικές μελωδίες, ραντίζοντάς τες με αναφορές στον Χατζιδάκι, τον Μότσαρτ, τον Βάγκνερ αλλά και σε πιο ταπεινά είδη. Στιγμές που θυμόμασταν την «Μελωδία της Ευτυχίας» της Τζούλι Άντριους (όταν έβγαιναν οι κόρες του Τρυγαίου) και άλλες στιγμές που ξεπρόβαλε η «Επίσημη αγαπημένη» του Μπιθικώτση. Μια μουσική που οδηγούσε αναπόφευκτα στον κορεσμό, όχι μόνον επειδή στερούνταν νεύρου και πρωτότυπου χαρακτήρα, αλλά επειδή δεν έλεγε να τελειώσει – νόμιζε κανείς πως έκανε τρεις φορές φινάλε. Ανάταση δεν αισθανθήκαμε ούτε με το λιμπρέτο του νεαρού και αξιόλογου Δημοσθένη Παπαμάρκου: ο συγγραφέας κατέβαλε φιλότιμη προσπάθεια να αποφύγει τις συνήθεις χοντροκοπιές, δεν κατάφερε όμως να αντιτάξει ένα δικό του στυλ, μια γραφή με καθαρό στίγμα και φρέσκια ματιά. Ο λόγος του δεν ενοχλούσε αλλά ούτε και σαγήνευε.


Όσον αφορά τώρα την όψη της παράστασης, εκεί πράγματι προσπεράσαμε την ασφάλεια μόνο και μόνο για να βρεθούμε στη φλυαρία της υπερβολής. Η ιδέα μιας γυμνής ορχήστρας που «γεμίζει» με τη βοήθεια της τεχνολογίας στέκεται ενδιαφέρουσα στη θεωρία. Στην πράξη, η εικονική σκηνογραφία του Στάθη Μήτσιου μας παρουσίασε ένα συνονθύλευμα από εικόνες και γραφικά, τον χάρτη της υδρογείου, τα σύμβολα του ευρώ, φλόγες που χορεύουν, γλάρους που πετούν, αιμάτινα «δίχτυα» και άλλα παρεμφερή, ασύνδετα αισθητικά μεταξύ τους θέματα.

Τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου στάθηκαν εντυπωσιακά και διέθεταν τουλάχιστον μια υφολογική και χρωματική συνοχή. Γλίστρησαν, όμως, στην παγίδα ενός περίσσιου μαξιμαλισμού – πολλά υφάσματα στο σώμα, γάζες στο κεφάλι, χαρτιά τουαλέτας, βενετσιάνικες μάσκες και γενικώς μια αίσθηση που έπνιγε τους ηθοποιούς, τους φάσκιωνε, και κάθε άλλο παρά απελευθέρωνε την κίνησή τους. Ο Χορός αμήχανος, ξεκούρδιστος, χωρίς αυτοπεποίθηση. Κι ο σκηνοθέτης έμοιαζε να τον κατάπιε η προσπάθεια συντονισμού όλων αυτών των παραμέτρων.

 
Οι καλύτερες στιγμές προέκυψαν όταν η ορχήστρα βυθίστηκε στο σκοτάδι και βλέπαμε μόνο τα φωτάκια των μουσικών της Καμεράτας. Από εκεί και πέρα το χάος: το έργο έμεινε θαμμένο και ακατανόητο κάτω από στοίβες παρδαλών εφέ («Γιουροβίζιον» τα χαρακτήρισε ο πρωταγωνιστής), άνοστων αστείων («Κύναιδος κανείς; Ντίνγκι ντάνγκας;» «Πουστάρα εννοεί!») και συνθημάτων («Έξω το 'δα' από τα Μουδανιά», «Έξω οι βάσεις του θανάτου», «Λε-λε-λευτεριά για την Ειρήνη»), σιδερωμένης, γενικόλογης σάτιρας, («ενός λεπτού σιγή στη μνήμη όλων μας που έχουμε πεθάνει και νομίζουμε πως είμαστε ακόμη ζωντανοί») και ανέμπνευστων ερμηνειών.


Επανέρχομαι, κλείνοντας, στο ερώτημα: γιατί ένας λαός που έχει στο DNA του την κωμωδία, το τραγούδι, την ποίηση, δεν μπορεί να ξεκλειδώσει τον «δικό του» Αριστοφάνη; Η απάντηση σίγουρα δεν είναι απλή και προφανώς χρειάζεται ένας συνδυασμός δυνάμεων – θεσμικών και εκπαιδευτικών – που θα αναλάβει πρωτοβουλίες για να ενισχύσει την έρευνα και την πρακτική, τον εγχώριο και τον παγκόσμιο διάλογο γύρω από το τεράστιο αυτό κεφάλαιο της πολιτισμικής κληρονομιάς μας. Σε πρώτο επίπεδο, ας μελετήσουμε τα λάθη μας, ας αναλογιστούμε σοβαρά γιατί μας αφορούν τα έργα αυτά, τι και πώς θέλουμε να το πούμε, και ας μην αναλωνόμαστε σε πρόσκαιρα φαντεζί υπερθεάματα, πυροτεχνήματα που σκάνε αυτάρεσκα και χάνονται χωρίς να δυναμιτίζουν τη σκέψη μας. Ας αναζητήσουμε τη «δύσκολη» λύση, γι' αλλαγή, όχι τα καλαμπούρια και το εύκολο γέλιο. Ας επιχειρήσουμε το αδύνατο, ακόμη κι αν χρειαστεί να πέσουμε πολλές φορές από το σκαθάρι μας.

Μας αφορά τελικά ο Αριστοφάνης σήμερα; Facebook Twitter
Το έργο έμεινε θαμμένο και ακατανόητο κάτω από στοίβες παρδαλών εφέ, άνοστων αστείων και συνθημάτων, σιδερωμένης, γενικόλογης σάτιρας και ανέμπνευστων ερμηνειών.

Ιnfo:

Eιρήνη του Αριστοφάνη

Διάρκεια παράστασης: 90'

Η παράσταση βρίσκεται σε περιοδεία έως τις 17/9

Συντελεστές παράστασης

Νίκος Κυπουργός: Μουσική - Ενορχήστρωση

Γιώργος Πέτρου: Μουσική διεύθυνση

Δημοσθένης Παπαμάρκος: Λιμπρέτο

Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης: Σκηνοθεσία

Σεσίλ Μικρούτσικου: Χορογραφία

Στάθης Μήτσιος: Εικονική σκηνογραφία - 3D Projection mapping

Αλέκος Αναστασίου: Φωτισμοί

Ελένη Μανωλοπούλου: Κοστούμια

Θοδωρής Κοτεπάνος: Βοηθός Ενορχηστρωτή

Νίκος Λαάρης: Βοηθός μουσικού διευθυντή & μουσική διδασκαλία

Μαριάνθη Γραμματικού: Βοηθός σκηνοθέτη

Έρι Κύργια: Δραματολόγος παράστασης

Διανομή ρόλων

Τζίμης Πανούσης: Τρυγαίος

Τάσης Χριστογιαννόπουλος: Ερμής

Ειρήνη Καράγιαννη (μέτζο σοπράνο): Ειρήνη

Αιμιλιανός Σταματάκης: Πόλεμος - Χορός

Ασημίνα Αναστασοπούλου: Χορός

Θωμάς Βελισσάρης: Χορός - Οπλοπώλης

Δημήτρης Γεωργιάδης: Χορός - Παις Κλεωνύμου

Γιάννης Δενδρινός: Χορός - Δρεπανοπώλης

Βάσια Ζαχαροπούλου: Χορός - Κόρη Α

Ευαγγελία Καρακατσάνη: Χορός - Τροφός

Νίκος Καρδώνης: Χορός - Δούλος

Γιασεμί Κηλαηδόνη: Χορός

Γιάννης Κλίνης: Χορός - Ιεροκλής

Ελίτα Κουνάδη: Χορός - Κόρη Β

Ηλίας Κουνέλας: Χορός - Παις Λαμάχου

Ελένη Μπούκλη: Χορός - Οπώρα

Μαρία Νίκα: Χορός

Γιάννης Σελητσανιώτης: Χορός - Κυδοιμός

Βασιλική Τρουφάκου: Χορός - Θεωρία

Αντιγόνη Φρυδά: Χορός

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ο Δημοσθένης Παπαμάρκος γράφει το σενάριο της νέας ταινίας του Οικονομίδη

Βιβλίο / Ο Δημοσθένης Παπαμάρκος γράφει το σενάριο της νέας ταινίας του Οικονομίδη

Ο συγγραφέας του εξαιρετικού «Γκιακ» ετοιμάζει ένα κόμικ, γράφει το σενάριο της νέας ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη και συνεχίζει να σκέφτεται πώς θα αντιδράσουν οι γονείς του διαβάζοντας κάθε νέο του κείμενο.
ΒΙΒΛΙΟ /ΟΔΗΓΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ