Ένα λιμπρέτο 29.198 λέξεων, 23 ερμηνευτες επί σκηνής και 12 μουσικοί ζωντανά, 430 ώρες πρόβας και 250 ώρες μουσικής διδασκαλίας. 135 κοστούμια, αμέτρητες αλλαγές σκηνών, 70 τετραγωνικά οθόνη ολογραφικής προβολής, 96 τετραγωνικά LED οθόνη και εντυπωσιακές ολογραμματικές προβολές και 3D videos. Αυτό είναι το εγχείρημα του Onassis Culture, που μεταμόρφωσε το αριστούργημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας «Μόμπι Ντικ» σε ένα μοναδικό μουσικό υπερθέαμα. Από τις 9 Φεβρουαρίου, η μεγαλύτερη ελληνική μουσική παραγωγή σηκώνει αυλαία στο Christmas Theater.
Η λογοτεχνία, η μουσική, το θέατρο, ο χορός και η πιο σύγχρονη τεχνολογία κάνουν εφικτή τη σκηνική αναπαράσταση του πέμπτου πιο πολυδιαβασμένου βιβλίου στην ιστορία της ανθρωπότητας, του οποίου τη διασκευή-λιμπρέτο και τη μουσική σύνθεση υπογράφει ο Δημήτρης Παπαδημητρίου σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα.
Για το περιπετειώδες μουσικό και φιλοσοφικό υπερθέαμα συζητάμε με τον Δημήτρη Παπαδημητρίου, που ερωτεύτηκε το ανάγνωσμα όταν ήταν παιδί και εξακολουθεί να είναι μαγεμένος από τις λέξεις και τις έννοιες που κρύβει.
— Πάμε πίσω στην παιδική σας ηλικία, όταν πρωτοδιαβάσατε τον «Μόμπι Ντικ». Τι θυμόσαστε πιο έντονα από το βιβλίο;
Θυμάμαι περιγραφές από θαλασσινές καταιγίδες, τον καπετάνιο Αχαάβ που μου ήταν πολύ αντιπαθής στην αρχή και μετά πολύ αγαπητός (έκλαψα στο τέλος), τον Ισμαήλ στο τέλος, στο φέρετρο του Κουίκουεγκ. Τον Σταρμπάκ που απέτυχε στην προσπάθειά του να σκοτώσει τον δυνάστη Αχαάβ. Τη συντροφικότητα και τη φιλία μέσα στις μεγάλες δυσκολίες. Έννοιες που μέχρι τώρα έχω πολύ ψηλά στη συνείδησή μου. Είναι το πρώτο τόσο εκτεταμένο ανάγνωσμα που διάβασα. Πήδαγα σελίδες για να καταλάβω πριν την ώρα του τι θα γίνει τελικά και ξαναγύρναγα πίσω με μεγαλύτερη αγωνία.
Δεν μου αρέσει να μιλώ για «μεταφορά». Όσο πιστός κι αν θέλησα να είμαι στο βιβλίο, όποτε διαβάζω για «μεταφορά» εναντιώνομαι. Μιλάμε απλά για μια νέα δημιουργία, ενός άλλου έργου σε ένα άλλο είδος τέχνης, με αφορμή τον «Μόμπι Ντικ» του Χέρμαν Μέλβιλ. Και εύχομαι ο θεατής μας να προστρέξει μετά και στο πρωτότυπο, το βιβλίο. Αυτό θα ήταν η μεγαλύτερη νίκη μας.
— Και τι είναι αυτό που κάνει το βιβλίο τόσο ελκυστικό σε εκατομμύρια αναγνώστες και θεατές που το «διαβάζουν» με κάθε τρόπο;
Ως πρώτη αιτία για την οποία δισεκατομμύρια αναγνώστες διάβασαν αυτό το έργο, ιδίως στο πρωτότυπο, θα έβαζα τη γλώσσα, το λογοτεχνικό ύφος του Χέρμαν Μέλβιλ. Ό,τι λέγεται εκεί είναι υπέροχο και για το πώς λέγεται. Είναι το γραπτό του μουσική και ποίηση – αν και πεζός λόγος. Η γλώσσα του Μέλβιλ κυριαρχεί και λειτουργεί σαν πολλαπλασιαστής της αναμφισβήτητης αφηγηματικής αξίας του έργου. Αυτή η γλώσσα τροφοδοτεί και εμπνέει εις το διηνεκές μεταφράσεις, σενάρια για το σινεμά, την όπερα, το μιούζικαλ, ακόμα και για τα κλασικά εικονογραφημένα. Και επιζεί, ποσοστιαία βέβαια, αλλά αρκετά για να αναπαράξει και νέα αριστουργηματικά παιδιά του πρωτοτύπου. Ταινίες, ράπερ (Moby), παγκόσμια αλυσίδα καφέ (Starbucks), μεταφράσεις, κ.λπ. Έτσι αριστουργηματική είναι η ελληνική μετάφραση του Α. Χριστοδούλου. Αλλά και η γαλλική «αναδημιουργία» του από τον ποιητή-μεταφραστή Armel Guerne που υπήρξαν φάροι στη δική μου λιμπρετο-ποίηση. Στην περίπτωση βέβαια τη δική μας, η γλώσσα ως ματιέρα αλλάζει και γίνεται κάτι άλλο, γίνεται μουσική.
Δεν μου αρέσει να μιλώ για «μεταφορά». Όσο πιστός κι αν θέλησα να είμαι στο βιβλίο, όποτε διαβάζω για «μεταφορά» εναντιώνομαι. Μιλάμε απλά για μια νέα δημιουργία, ενός άλλου έργου σε ένα άλλο είδος τέχνης, με αφορμή τον «Μόμπι Ντικ» του Χέρμαν Μέλβιλ. Και εύχομαι ο θεατής μας να προστρέξει μετά και στο πρωτότυπο, το βιβλίο. Αυτό θα ήταν η μεγαλύτερη νίκη μας.
— Ποιο είναι το πιο δυνατό σημείο της σχέσης αναγνώστη-θεατή με το έργο;
Αιτία της ανίκητης έλξης του αναγνώστη-θεατή στο έργο αυτό θα θεωρούσα το πολυεπίπεδο της ιστορίας. Όπως συμβαίνει με όλα τα αριστουργήματα, ο καθένας στο έργο αυτό βρίσκει αυτό που ψάχνει! Ο διανοούμενος θα βρει ένα φιλοσοφικό μυθιστόρημα, ενώ ο απλός λάτρης της περιπέτειας θα βρει το «σασπένς» και την αδρεναλίνη που επιθυμεί. Ο λάτρης του μεταφυσικού μυθιστορήματος, ο εραστής των περιπετειών με τέρατα της φύσης, ο κοινωνιολογικά και πολιτικά προσανατολισμένος αναγνώστης, ο οικολόγος, ο φιλοτάξιδος με το «mal du depart», ο ψυχολόγος, όλοι θα βρουν ένα πλήρες, πληρέστατο γεύμα. Τέλος, τα παιδιά θα βρουν ένα καταπληκτικό παραμύθι, έναν αληθινά ελκυστικό κόσμο για την παιδική τους φαντασία αλλά και για τη γνώση του συγκλονιστικού κόσμου που τα περιμένει. Και σε όποια πλευρά και να το γυρίσεις, το έργο στέκει πάντα άρτιο, όπως η σφαίρα, που έχει άπειρες θέσεις ισορροπίας. Οπότε ναι, το βιβλίο το διάβασαν δισεκατομμύρια αναγνώστες αλλά δεν νομίζω ότι διάβασαν τελικά το ίδιο βιβλίο! Γι’ αυτό είναι ένα έργο αληθινά παγκόσμιο και πανανθρώπινο. Μόνο αυτοί που το διάβασαν τρεις φορές και άνω μέσα σε μια εξηκονταετία ίσως, και μόνο μερικώς, να έχουν διαβάσει το ίδιο βιβλίο. Αλλά και πάλι σίγουρος δεν είμαι. Κατά κάποιον τρόπο όμως τελικά το βιβλίο είναι όλες οι αναγνώσεις μας μαζί.
— Αν υποθέσουμε ότι μας φέρνει μπροστά σε αρχετυπικά ερωτήματα για την ανθρώπινη φύση, τη σχέση μας με τη φύση, τη σχέση μας με τον Θεό, ποιο θεωρείτε πιο κρίσιμο να αναδειχθεί σήμερα από αυτά τα ερωτήματα και γιατί;
Η θεμέλιος λίθος του έργου είναι η δραματική αναζήτηση του Θεού. Και είναι ακόμα και σήμερα το κύριο αίτημα της ανθρωπότητας, στις μορφές της αναζήτησης της δικαιοσύνης και της ηθικής στις νέες κοινωνικές, πολιτικές και μεταφυσικές διαστάσεις. Γιατί ναι, θρησκεία και κοινωνική συνείδηση συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους, αφού οι ανθρώπινοι πληθυσμοί αναζητούν πάντα ηθικούς κώδικες για να διοικηθούν και να διοικήσουν.
Η ιστορία της ανθρωπότητας μέσα από τη διαδρομή της τέχνης θα μπορούσε να σχηματοποιηθεί περιγραφικά ως η καταγραφή του ανταγωνισμού του ανθρώπου με τον Θεό. Ο Θεός, με τις πάμπολλες μορφές του, είναι το μόνο κοινό σημείο σε απολύτως όλες τις κοινωνίες του ανθρώπου ως σήμερα. Υπάρχει δηλαδή Θεός σε κάθε κοινωνική δομή που δημιουργήθηκε ποτέ στη Γη. Είναι ως φαίνεται το υποχρεωτικό δημιούργημα του ανθρώπου: το ζωώδες του ένστικτο ατροφεί εμπρός στον εγκέφαλό του που καλείται να επιλέγει απολύτως ελεύθερα. Είναι τελικά ο κάθε μας Θεός μια υποχρεωτική σύλληψη ώστε να βοηθιέται ο αδύναμος άνθρωπος στον τρόμο του μπροστά στο χάος του μυαλού του, ήτοι μπροστά στην απόλυτη ελευθερία των επιλογών του. Ένα «προϋπάρχον» και «εξωτερικό» πλήρες ηθικό σύστημα. Στο σύστημα αυτό εκχωρείται από τον καθένα μας όση ελευθερία του «περισσεύει». Είναι δηλαδή όντως ο «εκάστοτε» Θεός μας κατ’ εικόνα και ομοίωσιν μας. Χωρίς αυτόν ο άνθρωπος απλά δεν αντέχει, αυτοκαταστρέφεται, πνίγεται μέσα στον βούρκο της ηθικής ασάφειάς του και δυστυχεί. Γιατί, αν και ικανός, δεν είναι (ακόμα;) άξιος της απόλυτης ελευθερίας του και ίσως δεν γίνει και ποτέ. Στην ιστορική διαδρομή του, ο αυτοέλεγχος του ανθρώπου απέναντι στη χαώδη ελεύθερη βούλησή του αντικατοπτρίζεται στον Θεό του.
— Πότε «μεγαλώνει» ο άνθρωπος;
Ο άνθρωπος κάποτε «μεγαλώνει» και αποκτά φυσικές δυνατότητες και πνευματικές δυνάμεις που «φτάνουν και ξεπερνούν» τον προηγούμενο Θεό του, αυτόν που κατασκεύασε σε προηγούμενα, κατώτερα στάδια της ιστορίας του. Η όποια πνευματική πρόοδός του επιφέρει κάποια παράλληλη θεοσοφική αμφισβήτηση. Αυτό το μεγάλωμα κλονίζει τον παλαιότερο ηθικό κώδικα, τον παλαιότερο Θεό του, η στιγμή που οι διανοούμενοι, οι φιλόσοφοι, οι θεολόγοι εισάγουν τα φοβερά «καινά δαιμόνια». Ο Σωκράτης απλά κατέγραψε ότι το μυθολογικό Δωδεκάθεο υπολειπόταν του ηθικού ανθρώπινου κώδικα της εποχής και επανανακάλυψε τον ένα μοναδικό Θεό σε ένα ανώτερο πνευματικό επίπεδο. Εννοείται, τιμωρήθηκε γι’ αυτό. Στη ράχη ενός άλλου, ανίκητου τότε, «Μόμπι Ντικ», στην κλασική Αθήνα.
— Τι αντιπροσωπεύει ο Καπετάνιος Αχαάβ;
Ο «βλάσφημος» Καπετάνιος Αχαάβ αντιπροσωπεύει τον άνθρωπο της Νέας Εποχής. Το ρούχο του Θεού όπως τον γνώρισε ως τώρα (και τον γνώρισε και ως θεό Εβραίο, και ως παγανιστή-ειδωλολάτρη, και ως Ζωροάστρη θεό της φωτιάς και ως θεό στο Δωδεκάθεο και ως Χριστιανό θεό), το ρούχο του «παλαιού» Θεού, τον στενεύει, τον αφήνει απέξω, ακάλυπτο: δεισιδαιμονίες, χρησμοί, μοίρες, σκληρότητα, τιμωρητικότητα, α-ηθικότητα και ανηθικότητα των υπαρχόντων θεοσοφικών συστημάτων δεν τον καλύπτουν πια. Έχει ανώτερο, δικό του κώδικα, χωρίς να είναι ο ίδιος θεός, κατά βάθος δεν θέλει καθόλου και δεν μπορεί, άρα, να είναι. Δυστυχεί, όπως και όλη η ανθρωπότητα. Ψάχνει ωστόσο, επιθυμεί βαθειά τη σχέση του με έναν καλύτερο Θεό, έναν καλό και ηθικό πατέρα Θεό, έναν δίκαιο κοινωνικό επαναστάτη Θεό. Σαν αυθεντικός τραγικός ήρωας, ο Αχαάβ φυσικά και τιμωρείται για την ύβρι του. Η αυτοθυσία του Αχαάβ παίρνει διαστάσεις Προμηθέα Δεσμώτη. Ίσως γιατί ο νέος Θεός δεν υπάρχει ακόμα να τον σώσει από τον παλαιό. Και ήδη από το 1852 (που γράφτηκε το «Μόμπι Ντικ») μέχρι σήμερα ο Θεός ο πρέπων δεν μας έχει αποκαλυφθεί. Η Νέα Εποχή του «Μόμπι Ντικ», η εποχή του βωβού Θεού, ακόμα διαρκεί. Στο έργο ο Θεός παραμένει βωβός και αδρανής για τον Αχαάβ, που τον αμφισβητεί. «Εμφανίζεται» όμως ως άγγελος, στον υποπλοίαρχο Στάρμπακ, που μόνος αυτός στο καράβι, ανήκοντας στον παλαιό κόσμο, δεν τον αμφισβητεί. Ο Άγγελος αυτός αποτρέπει τον Στάρμπακ από τη δολοφονία του βλάσφημου Αχαάβ. Έτσι έμμεσα ο Θεός, πάντα φαινομενικά αόρατος στον Αχαάβ, τον προστατεύει με τη μορφή της συνείδησης του Στάρμπακ. Αυτά είναι τα διαρκή ιδεολογικά παιχνίδια του «Μόμπι Ντικ». Σε αυτά δεν υπάρχει τέλος.
— Και ποιος είναι άραγε ο βωβός θεός στο έργο;
Το όριο της φύσης είναι το σύνορο του θεού. Η πιο δυνατή φάλαινα, το μεγαλύτερο και ισχυρότερο όσο και άνοο ζώο στον πλανήτη είναι ο τοίχος που χωρίζει τη φύση με τον θεό. Εκεί θα πάει ο Αχαάβ με τους συντρόφους του, τους μαθητές του, να συναντήσει, σαν ορφανό, τον θεό-κακό πατέρα του που τον «παράτησε». Εκεί, σκοτώνοντας τον Μόμπι Ντικ θέλει να γκρεμίσει το όριο που τον περιορίζει στην παλαιά και ξωφλημένη σχέση. Σκοτώνοντας τον Μόμπι Ντικ τιμωρεί, προκαλεί και γκρεμίζει το όριο με τον θεό.
Το ερώτημα βέβαια τώρα θα είναι το γνωστό, το πάντα ίδιο, και το πάντα το ίδιο ασήμαντο. Αν είναι «κάπου» έξω μας ο θεός και μας περιμένει… Αν, προοδεύοντας στη σκέψη ο άνθρωπος μπορέσει να τον καταλάβει στη διαρκώς βαθύτερη διάστασή του, μέχρι να γίνουμε ίδιοι με αυτόν. Η, επιστρέφοντας στο ερώτημα, αν είναι κάπου μέσα μας κρυμμένος, δηλαδή ως ένα άγνωστο ανώτερο μέρος μας και τον ανακατασκευάζουμε κάθε τόσο ως όλο και ανώτερη σύλληψη, όσο εμείς προχωράμε προς τα πάνω. Μπροστά στη δραματικότητα αυτής της συγκλονιστικής αναζήτησης του άστοργου πατέρα από το ορφανό παιδί, αυτό το ερώτημα είναι τελικά ηθικά και φιλοσοφικά άτοπο. Όσο υψηλότερα ο άνθρωπος τόσο ανώτερος και ο θεός του. Απλά δεν συγχρονίζονται αυτά τα δύο.
Ο «Μόμπι Ντικ» –ως θεοσοφικό κείμενο– είναι τελικά η καταγραφή της αναζήτησης του γερασμένου και αδιάφορου θεού από τον Νέο Άνθρωπο. Αλλά, είπαμε, όλο αυτό σχηματοποιείται ως μια συγκλονιστική ναυτική περιπέτεια. Και αυτό είναι το απίστευτο.
— Σήμερα ποιο είναι το τέρας με το οποίο αναμετριέται ο άνθρωπος;
Μα φυσικά ο θεός, αυτό είναι το αιώνιο και υπέρτατο «τέρας». Ο Μόμπι Ντικ σε όλες του τις εκφάνσεις. Με αυτόν αναμετρήθηκε και θα αναμετριέται πάντα γιατί είναι ο εαυτός του – και άρα το όριό του. Χρειαζόμαστε και ψάχνουμε, εκατόν εβδομήντα χρόνια, τον νέο θεό, το νέο όριο, τον νέο ηθικό κώδικα, όπως έχουμε πια μια νέα και πιο μεγάλη ισχύ πάνω στη φύση και τη σκέψη. Ο θεός είναι έτσι πάντα και ο οδηγός μας. Το κυνήγι του.
— Μου έχετε πει ότι το έργο σας νίκησε. «Είναι να μη μπαρκάρεις στο Πίκουοντ, το δαιμονισμένο καράβι». Όμως είστε ζωντανός να μου αφηγηθείτε το ταξίδι σας μέσα στο καράβι.
Ό,τι αφορά στον «Μόμπι Ντικ» είναι βαρύ, σοβαρό και μ ε γ ά λ ο , φαλαινώδες!
Μιλάμε για εκατομμύρια νότες. Χίλιες κοντά σελίδες παρτιτούρας. Εκατοντάδες ώρες στην παραγωγή. Εκατοντάδες στη διδασκαλία και την ηχογράφηση. Δεν είναι παίξε γέλασε ο Μόμπι. Διασώθηκα ναι, πάνω στο φέρετρο του Κουίκουεγκ, πάνω στην αθωότητα και την αρχετυπικότητα, όπως ο Ισμαήλ και όπως όλοι οι αναγνώστες που φτάνουν μετά από 958 μαγικές σελίδες στο τέλος της νέας Οδύσσειας της αμερικανικής λογοτεχνίας. Και τώρα, με εννιά μόνο υπέροχες παραστάσεις πραγματοποιηθείσες (λόγω «πρώτης» πανδημίας), μια νέα Οδύσσεια ξεκινάει στο Christmas Theater. Χριστούγεννα φεύγει και το Πίκουοντ από το θρυλικό Ναντάκετ. Τυχαίο; Δεν νομίζω.
MOBY DICK, The Musical
του ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Βασισμένο στο αριστούργημα του Herman Melville
Σκηνοθεσία: ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΚΛΕΑΣ
ΑΠΟ 9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ
ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ: 29 Νοεμβρίου 2021, 17:00
Πρωταγωνιστούν:
Μπάμπης Βελισσάριος (Αχαάβ), Αιμιλιανός Σταματάκης (Ισμαήλ),
Θοδωρής Βουτσικάκης (Στάρμπακ), Ivan Svitailo (Σταμπ) και άλλοι 25 ηθοποιοί - τραγουδιστές.
Στον ρόλο του Γάλλου Σιτιστή ο κόντρα-τενόρος Νίκος Σπανάτης.
Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης
Ολογράμματα - 3d Animation: Candyshop VFX (Ευάγγελος Κουλουκύθας –
Hashem Alshaer – Στάθης Αθανασίου)
Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδήρη
Χορογραφίες: Αγγελική Τρομπούκη
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Μαέστρος δωδεκαμελούς ορχήστρας: Αλέξιος Πρίφτης
Παραγωγή: Onassis Culture
Πληροφορίες στο onassis.org
Christmas Theater
Λεωφόρος Βεΐκου 139
τηλ. 2117701700
Παραστάσεις
9 Φεβρουαρίου – 10 Απριλίου 2022
Ημέρες και ώρες
Τρίτη, Τετάρτη, Παρασκευή & Σάββατο, ώρα 20:00
Κυριακή ώρα 19:00