Μαζί με τις μαξιλαροθήκες, τα σεντόνια και τις παπλωματοθήκες, η γιαγιά του ηθοποιού Θάνου Τσακαλίδη, που ετοίμασε προικιά για όλα της τα εγγόνια, έφτιαξε και άπειρα σεμεδάκια για να στολίσουν τα σπιτικά τους, να αναδείξουν την παράδοση και την αρχοντιά της οικογένειας.
Τα σεμεδάκια ως εικαστικό μοτίβο επανέρχονται συχνά, άλλοτε ως σκηνογραφία και άλλοτε ως οπτική ταυτότητα, στη site specific παράσταση «Ε_ΦΥΓΑ Μικρασία» σε σκηνοθεσία Γιολάντας Μαρκοπούλου. Μια περιπατητική παράσταση που παραπέμπει σε documentary theater, παρουσιάστηκε πρώτη φορά το 2019 στο Φεστιβάλ Συνοικισμός της Ελευσίνας και τώρα επαναλαμβάνεται στο πλαίσιο του αφιερώματος της διοργάνωσης 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Φυσικά, κάποια πράγματα έχουν αλλάξει έκτοτε. Η πανδημία έκανε τους ανθρώπους καχύποπτους στις επαφές τους, αποξένωσε αρκετούς. Λόγου χάρη, τα μέλη του Συλλόγου Μικρασιατών Ελευσίνας είχαν απομακρυνθεί όλο αυτό το διάστημα από τις δραστηριότητές τους, ενώ δύο από τις γυναίκες που συμμετείχαν, η κυρία Αρχόντω και η κυρία Ελένη, έχουν φύγει από τη ζωή. Εμφανίζονται όμως στα βίντεο, απλώς η δεύτερη, η κυρία Ελένη, της οποίας η μορφή προβαλλόταν στον τοίχο του σπιτιού της και όταν είχε διάθεση ή χρόνο έβγαινε στο μπαλκόνι της, δεν θα είναι πια εδώ για να το επαναλάβει.
Βέβαια προστέθηκαν καινούργιοι που συμμετέχουν στη μουσική και τα τραγούδια, απόδειξη του πόσο τους άρεσε η παράσταση που είχαν δει τότε. Για όλους, πάντως, η συγκίνηση δεν μπορεί παρά να είναι ακόμα μεγαλύτερη, καθώς φέτος γιορτάζουμε και την επέτειο της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Καθόλη τη διάρκεια του δραματικού «παραληρήματος» προβάλλονται στον τοίχο του σπιτιού εικόνες από φιλικά και συγγενικά πρόσωπα ‒ κάποια από εκείνα που μνημονεύονται σήμερα είναι ηλικιωμένοι που κάποτε ζούσαν ανέμελα και γλεντούσαν, συνεχίζοντας την παράδοση του τόπου των προγόνων τους.
Επιστρέφοντας στα σεμεδάκια, μέσα από την παράσταση αναδεικνύονται σε κύριο χαρακτηριστικό μιας ολόκληρης εποχής. Οι κυράδες της Ελευσίνας, σε ένα από τα βίντεο της παράστασης που προβάλλονται στον τοίχο ενός χαμόσπιτου, με τις αφηγήσεις τους εισάγουν το κοινό στον γυναικείο μικρόκοσμό τους. Λένε π.χ. για τις Σμυρνιές πως ήταν οι πρώτες που χρησιμοποίησαν κρέμες ομορφιάς που είχαν μάθει να φτιάχνουν στα μέρη τους για την προστασία και τη συντήρηση της επιδερμίδας τους, πολύ πριν έρθουν να εγκατασταθούν εδώ.
Με αυτά και άλλα ανομολόγητα μυστικά άρχισαν να ρίχνουν τα παλικάρια της Κάτω Ελευσίνας και να προκαλούν το μίσος των υπόλοιπων γυναικών, που έφταναν να τις αποκαλούν «παστρικές» και να αποτρέπουν τους άντρες από το να πηγαίνουν προς τα «παντρεμενατζίδικα», όπως αποκαλούσαν κάποτε την περιοχή της Άνω Ελευσίνας ‒ γιατί οι περισσότερες γνωριμίες κατέληγαν σε παντρειές. Ήθελαν δεν ήθελα οι ντόπιοι, όμως, τα προσφυγικά παραπήγματα απέκτησαν ζωή, με τα χρόνια νοικοκυρεύτηκαν και έγιναν καθωσπρέπει και οι Μικρασιάτες είχαν κάπου να στεγάσουν το βιος τους. Εκεί που τους έδωσαν γη για να ζήσουν προσωρινά, όταν κατέφθασαν μετά το ’22, πιστεύοντας ότι αργά ή γρήγορα θα επέστρεφαν στα σπίτια τους.
Ανάμεσα σε αυτά τα χαμηλά σπίτια, σε δρόμους με ονόματα όπως Καππαδοκίας, Αϊδινίου, Κωνσταντινουπόλεως, Καισαρείας, Νικομήδειας, μικροσόκακα όπου ζουν απόγονοι της πρώτης γενιάς προσφύγων, έχει στηθεί αυτή η εξαιρετική παράσταση-περίπατος με οδηγό τον Θάνο Τσακαλίδη και ερμηνευτές τους ίδιους τους παλιούς κατοίκους που πέρασαν τη ζωή τους σε αυτήν τη γωνιά του κόσμου, κουβαλώντας τις μνήμες, τις αφηγήσεις, τις εικόνες των γονιών τους και των παππούδων τους, ατομικά και συλλογικά βιώματα μιας κοινότητας που αδυνατεί να λησμονήσει το παρελθόν που την ενώνει, γεγονότα και αναμνήσεις που αναπόφευκτα καθόρισαν τη σχέση τους με τον τόπο αλλά και με τον χρόνο.
Η παράσταση ξεκινάει από την αυλή του σπιτιού του κυρίου Περικλή, συνταξιούχου κουρέα που έχει παραχωρήσει μέρος της ιδιοκτησίας του στο παρακείμενο Μουσείο Μικρασιατών. Καθώς κουρεύει τα μαλλιά του Θάνου, αφηγείται τη ζωή του, συμπληρώνοντας το κολάζ μιας 50χρονης καριέρας στην Ελευσίνα, στο μέρος όπου η μοίρα οδήγησε τον ίδιο και την οικογένειά του.
Η επόμενη στάση της διαδρομής, που μοιάζει λίγο σαν να ξετυλίγεται ένα κουβάρι αναμνήσεων και καταθέσεων ζωής, γίνεται στο σπίτι του κυρίου Βαγγέλη που έφερε χώμα από τα πατρογονικά εδάφη του Μπουτζά και ακόμα διατηρεί στον κήπο του. Η πίσω πόρτα της αυλής του βγάζει σε ένα «σκηνικό», τον λευκό τοίχο-οθόνη επί της οδού Καππαδοκίας, επάνω στον οποίο προβάλλονται ο κύριος Περικλής και η σύζυγός του να αφηγούνται την ιστορία ενός κλειδιού που έχει διασωθεί μέχρι τις μέρες μας, διατηρώντας πάντα τον σκοπό του, να ανοίξει την πόρτα του σπιτιού όπου κάποτε ζούσε μια ευτυχισμένη ελληνική οικογένεια της Σμύρνης.
Λίγο πιο πέρα, στη γωνιά της αυλής του σπιτιού του, ο κύριος Γρηγόρης, κάτω από μια κολόνα της ΔΕΗ, αμέριμνος, παίζει στην κιθάρα του το «Έχε γεια, Παναγιά». Το κοινό συνεχίζει την περιήγηση, παίρνει δρομάκια, αφήνει σοκάκια, μπαίνει και βγαίνει από σπίτια όπου οι μνήμες ζωντανεύουν μέσα από βίντεο που προβάλλονται σε φθαρμένους τοίχους, άδεια σπίτια και αυλές (τον κινητό προτζέκτορα χειριζόταν η σκηνοθέτις που ακολουθούσε την πομπή). Είναι σαν οι άνθρωποι που κάποτε τα κατοικούσαν να ζωντανεύουν τα πρόσωπα ενός πολύ πρόσφατου παρελθόντος. Κάποιοι που είναι ακόμα εν ζωή καταθέτουν τις μαρτυρίες τους μπροστά από την κάμερα. Όχι απαραίτητα ιστορίες καταστροφής και συντριβής αλλά επιβίωσης και αγώνα, ενίοτε και χαράς.
Κάποια στιγμή η πομπή σταματάει έξω από το σπίτι της κυρίας Βάσως Σφήκα, στη γωνία της οδού Καισαρείας, κι αρχίζουν να ακούγονται υπέροχες μουσικές από ζωντανή ορχήστρα (λαούτο, κλαρίνο, νέι, καβάλι, νταραμπούκα, μπεντίρ, στάμνα, καλίμπα, cajon, βιολί και ούτι), δίνοντας μια άλλη διάσταση στην ιδιότυπη αυτή περφόρμανς, εμφυσώντας ψυχή στα λόγια που ακολούθησαν. Ποιήματα σαν θραύσματα ημερολογίου της κυρα-Βάσως, ερμηνευμένα στην ταράτσα του σπιτιού της από την ηθοποιό Ιφιγένεια Καραμήτρου. Καθόλη τη διάρκεια του δραματικού «παραληρήματος» προβάλλονται στον τοίχο του σπιτιού εικόνες από φιλικά και συγγενικά πρόσωπα ‒ κάποια από εκείνα που μνημονεύονται σήμερα είναι ηλικιωμένοι που κάποτε ζούσαν ανέμελα και γλεντούσαν, συνεχίζοντας την παράδοση του τόπου των προγόνων τους. Οι εικόνες και εκεί συμπληρώνονταν από σεμεδάκια, διατηρώντας τη σημειολογία αλλοτινών καιρών και ενός γυναικείου σύμπαντος που κάποτε χαρακτηριζόταν από απόλυτη νοικοκυροσύνη και πάστρα. Η ίδια η κυρία Βάσω κλείνει το νοσταλγικό και κάπως τραγικό δρώμενο, απαγγέλλοντας ένα της ποίημα μέσα από μια βιντεοσκοπημένη προβολή.
Όταν πια η διαδρομή πλησιάζει στο τέλος της, εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, στην οδό Καππαδοκίας, ο Θάνος Τσακαλίδης αφηγείται με χιούμορ και τρυφερότητα τη δική του προσωπική ιστορία με τη γιαγιά του, τους γονείς του που είδε στις ειδήσεις στην τηλεόραση αγκαλιά με μια Τουρκάλα στον τόπο της οικογένειάς του στη Σμύρνη, οπότε και άρχισε να καταλαβαίνει ότι όλα αυτά είχαν σημασία. Τότε παίρνουν θέση στον τοίχο πίσω του έξι γυναίκες ως μία ακόμα βιντεοπροβολή.
Έξι Σμυρνιές γύρω από ένα τραπέζι να αναπολούν τις δικές τους ιστορίες στην Ελευσίνα, μέχρι που κάνουν ζωντανά και οι ίδιες την εμφάνισή τους, χτυπώντας ρυθμικά κουταλάκια, ακολουθώντας τον ήχο που παράγουν με ανάλογα βήματα, ένα χορευτικό μοτίβο από το Ικόνιο. Για μία ακόμα φορά επάνω στον τοίχο προβάλλεται ένα υπερμέγεθες σεμεδάκι, ενώ η Ιφιγένεια Καραμήτρου ερμηνεύει κι άλλες γραπτές εκμυστηρεύσεις της κυρίας Βάσως.
Τέλος, στον προαύλιο χώρο της μικρής εκκλησίας του Αγίου Χαράλαμπου, επάνω στα γυάλινα παραθύρια της ξεκινάει να προβάλλεται η βιντεοσκοπημένη εικόνα του παπα-Κώστα, στιγμιότυπο από την Αγέλαστο Πέτρα του Φίλιππου Κουτσαφτή. Ο ιερωμένος, ο οποίος δεν βρίσκεται πια εν ζωή, αγαπούσε ιδιαίτερα τη συγκεκριμένη εκκλησία και ενίοτε λειτουργούσε σε αυτή. Κάνοντας ευθεία αναφορά στα ιστορικά γεγονότα του 1922, αφηγείται πώς εγκατέλειψε βίαια στα δέκα του τον τόπο που θεωρούσε πατρίδα του, πώς είδε για τελευταία φορά το πατρικό του που είχε γίνει στάχτη.
Σιγά-σιγά και κάτω από συγκινησιακή φόρτιση όλοι οι συμμετέχοντες της παράστασης παίρνουν θέσεις σε καρέκλες αντίκρυ στο κοινό. Οι άντρες κρατούν αναμμένα κεράκια, η ένταση της μουσικής ανεβαίνει και όλοι μαζί, γυναίκες άντρες, τραγουδάνε τον «Καϊκτσή» και το «Τέσσερα μάτια, δυο καρδιές». Η καθόλου μελοδραματική, αλλά καθόλα συναρπαστική παράσταση ολοκληρώνεται με τον πιο ατμοσφαιρικό και καθηλωτικό τρόπο.
Μυστήριο_13 Ε_ΦΥΓΑ Μικρασία
30 Σεπτεμβρίου & 1, 2, 7, 8, 9 Οκτωβρίου | Συνοικισμός Άνω Ελευσίνας
Σύλληψη - σκηνοθεσία: Γιολάντα Μαρκοπούλου
Δραματουργία: Ιωάννα Βαλσαμίδου
Συνεργασία στη δραματουργία: Θάνος Τσακαλίδης
Σχεδιασμός βίντεο: Ερατώ Τζαβάρα & Γιολάντα Μαρκοπούλου
Μουσική σύνθεση: dorόs
Σχεδιασμός κοστουμιών: Πάρις Μέξης
Έρευνα: Η ομάδα
Τεχνική διεύθυνση: Νίκος Χαραλαμπίδης
Διεύθυνση παραγωγής: Βίκυ Στρατάκη
Εκτέλεση παραγωγής: POLYPLANITY Productions
Ηθοποιοί: Ιφιγένεια Καραμήτρου, Θάνος Τσακαλίδης
Ζωντανή Μουσική: dorόs - Νικόλας Αγγελόπουλος (λαούτο, πολίτικο λαούτο), Δημήτρης Μπρέντας (κλαρίνο, νέι, καβάλι), Αλέξης Νόνης (νταραμπούκα, μπεντίρ, στάμνα, cajon, καλίμπα), Νίκος Σκαφίδας (βιολί), Χρήστος Σύγγελος (ούτι)
Συμμετέχουν τα μέλη του Συλλόγου Μικρασιατών Ελευσίνας (αλφαβητικά): Γρηγόρης Ασημακόπουλος, Βούλα Γέμελα-Καλασκάνη, Γεωργία Γιαγτζόγλου-Αντωνιάδου, Μαρίνα Δασκάλου, Φρόσω Καρακίτσου, Μαρία Λιούρα, Μαρίτσα Μιχαήλου, Περικλής Μιχαήλος, Καίτη Σαριτζιώτη, Βάσω Σφήκα, Βαγγέλης Τσακίρογλου, Ευγενία Τσολάκη και η αείμνηστη Αρχόντω Γέμελα-Μαρούγκα
Με την υποστήριξη του Μουσείου Ιστορίας και Λαογραφίας Συλλόγου Μικρασιατών Ελευσίνας και του mind the fact.
Ώρα έναρξης: 19.00
Τόπος & ώρα συνάντησης: Μουσείο Ιστορίας και Λαογραφίας Συλλόγου Μικρασιατών Ελευσίνας (Λαμψάκου 13) I 18:30
Με αγγλικούς υπέρτιτλους
Είσοδος ελεύθερη
Περισσότερες πληροφορίες: [email protected] & 210 5562001