Ο Γιέργκεν Χοφμέιστερ είναι σε μία κρίσιμη φάση της ζωής του. Λίγο πριν από τη σύνταξη, ο διευθυντής του εκδοτικού οίκου όπου δουλεύει ως επιμελητής του ανακοινώνει ότι δεν τον χρειάζεται πια, ότι τα κριτήρια με τα οποία επιλέγει βιβλία προς έκδοση είναι ξεπερασμένα. «Οι άνθρωποι τώρα δεν έχουν πλέον χρόνο. Ούτε για εφημερίδα, ούτε καν για τηλεόραση. Αυτό πρέπει να το λάβουμε υπόψη μας. Πρέπει να φτιάξουμε βιβλία για ανθρώπους που δεν έχουν χρόνο για να διαβάσουν. Χρειαζόμαστε best-sellers. Ο πελάτης είναι βασιλιάς, Γιέργκεν. Άδειασε το γραφείο σου και βούτηξε στην ελευθερία» του λέει.
Σε ποια «ελευθερία», όμως; Ο Χοφμέιστερ είναι ένας τυπικός εκπρόσωπος της ευκατάστατης μεσαίας τάξης. Ζει σ' ένα όμορφο σπίτι στην καλύτερη γειτονιά του Άμστερνταμ κι έχει και ένα εκατομμύριο σε τράπεζα της Ζυρίχης, στέλεχος της οποίας τον συμβουλεύει να επενδύσει σε hedge fund. Δεν ξέρει περί τίνος πρόκειται ακριβώς, αλλά δελεάζεται από την υπόσχεση θεαματικών αποδόσεων. Συναινεί – και τα χάνει όλα.
Η γυναίκα του τον εγκατάλειψε πριν από τρία χρόνια, η μεγάλη κόρη του έχει τραβήξει τον δρόμο της. Οk, κάνει μαθήματα για σούσι και σασίμι και ασχολείται με την Τίρζα, την πολυαγαπημένη μικρή του κόρη – στον ρόλο του πατέρα βρήκε το νόημα που του έλειπε. Όμως η Τίρζα μεγάλωσε, μόλις τελείωσε το λύκειο και το πρώτο που θέλει να κάνει, λέει, είναι να ταξιδέψει στην Αφρική με τον φίλο της, τον Σούκρι, έναν νεαρό μουσουλμάνο μουσικό.
Είναι ένας ευγενικός και διακριτικός άνθρωπος ο Χοφμέιστερ. Αναγνωρίζει στους άλλους το δικαίωμά τους να επιδιώξουν την «αυτοεκπλήρωσή» τους, ακόμα κι αν ο ίδιος δεν συμφωνεί με τις επιλογές τους. Θέλει να ζει ήσυχα, πιστεύει ότι αν οι άνθρωποι συνεργαστούν μπορούν να ζήσουν ευτυχισμένοι. Αγαπάει τον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι και πιστεύει αυτό που διατύπωσε ο Σπινόζα, ότι δεν μπορείς να είσαι ευτυχισμένος, αν η δική σου ευτυχία κάνει δυστυχισμένους τους άλλους. Δηλώνει αγνωστικιστής, άρα αντίθετος σε κάθε είδους θρησκευτική μισαλλοδοξία.
Μα, τότε, γιατί ταυτίζει τον φίλο της κόρης του με τους τρομοκράτες που έριξαν τους Δίδυμους Πύργους; Στο πρόσωπο του νεαρού μουσουλμάνου θα συναντηθούν όλες οι αιτίες της προσωπικής του αποτυχίας, του κενού που νιώθει, της εγκατάλειψής του απ' όλα τα πρόσωπα που θεωρούσε δικά του. «Ο πόνος είναι το μέρος όπου κατοικεί το θηρίο» λέει. Ο μορφωμένος, πολιτισμένος, ανεκτικός, φιλήσυχος δυτικός άνθρωπος θα αφεθεί στο φονικό ένστικτο του πρωτόγονου. Η βιτρίνα καταρρέει με πάταγο.
Οι 445 σελίδες του μυθιστορήματος του Γκρούνμπεργκ (Τίρζα, η βασίλισσα του ήλιου, εκδ. Καστανιώτη, 2010) συμπυκνώθηκαν, προκειμένου να ανεβούν στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου της Χάγης σε δύο πράξεις και 23, μικρής έκτασης σκηνές. Αυτήν τη διασκευή, στην οποία αποτυπώνονται το πλήθος από μικρές και μεγαλύτερες μαύρες τρύπες του δυτικού μοντέλου ζωής, όλες οι αντιφάσεις και η υποκρισία, όλη η σαθρότητα των αξιών της εν γένει αξιοζήλευτης λευκής μεσαίας τάξης, σκηνοθέτησε υποδειγματικά ο Κώστας Φιλίππογλου. Έχοντας στη διάθεσή του ένα εύπλαστο ερμηνευτικό σχήμα, δύο εξαιρετικούς, έμπειρους ηθοποιούς, την Άννα Μάσχα και τον Στέλιο Μάινα, και τέσσερις της νεότερης γενιάς (Ηλιάνα Μαυρομάτη, Ίριδα Μάρα, Γιωργής Τσαμπουράκης, Τάσος Δημητρόπουλος) ενίσχυσε τη γρήγορη ροή της ιστορίας με μια υποκριτική όπου το σώμα κινείται και «μιλάει». Από την πρώτη σκηνή, όταν οι ηθοποιοί περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους με τις καρέκλες στα χέρια, έως την τελευταία, της μοναχικής κατάρρευσης του κεντρικού ήρωα, καθένας από τους ηθοποιούς και όλοι μαζί (δεν εγκαταλείπουν, άλλωστε, ούτε στιγμή τη σκηνή) κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον για την εξέλιξη της ιστορίας. Το στενόμακρο τραπέζι που εύκολα γύριζε γύρω από ένα κεντρικό «πόδι», που εξίσου εύκολα μίκραινε και μεγάλωνε, σε συνδυασμό με τους μελετημένους φωτισμούς της Μελίνας Μάσχα, αποτελεί παράδειγμα λειτουργικής, μικρού προϋπολογισμού σκηνογραφίας. Η μουσική των Lost Bodies δεν συνεισφέρουν απλώς σε ατμόσφαιρες, αποτελούν βασικό στοιχείο δόμησης της σκηνικής πράξης.
Εκτός από τις σκηνικές αρετές της, όμως, η παράσταση της Τίρζα προσφέρει το κατάλληλο πλαίσιο για να εξετάσουμε κάποια κρίσιμα ζητήματα που έχουμε καθυστερήσει να αντιμετωπίσουμε. Ας πούμε, τι απαντάς σε έναν άνθρωπο σαν τον Χοφμέιστερ που λέει: «Εγώ βιώνω τη συμπόνια σαν προσωπική προσβολή. Με προσβάλλει η συμπόνια, με εξοργίζει». Βέβαια, ένας άνθρωπος που έχει γαλουχηθεί με τα ευρωπαϊκά ιδεώδη του τρίπτυχου «ελευθερία - ισότητα - αδελφότητα» δεν μπορεί παρά να απορρίπτει τη συμπόνια, γιατί προϋποθέτει την ανισότητα: κάποιος είναι καλά και από πάνω συμπονά τον δυστυχή και αδύναμο. Αλλά η ανισότητα είναι συστατικό του κόσμου και της ύπαρξης και η συμπόνια είναι απόδειξη ανθρωπιάς. Όσο για τις αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, τι να πει κανείς; Η συνεχιζόμενη αποικιοκρατία στην Αφρική, σε συνδυασμό με τις πολιτικές για τη «λαθρομετανάστευση», τις έχει προ πολλού αδειάσει. Πόση υποκρισία πια, πόση πόζα μπορείς ν' ανεχθείς;
σχόλια