Οι περισσότερες αναφορές που θα βρεις βρεις στο δίκτυο για τον ποιητή Σπύρο Μεϊμάρη σχετίζονται, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, με το αποκαλούμενο «αθηναϊκό underground». Κάτι που, οπωσδήποτε, έχει την εξήγησή του.
Όταν ο Allen Ginsberg (1926-1997), η πιο επιφανής φιγούρα της beat generation (και της beat poetry), θα ερχόταν στην Ελλάδα από την Ταγγέρη με το θρυλικό υπερωκεάνιο S.S. Vulcania, στις 29 Αυγούστου 1961, ο Σπύρος Μεϊμάρης, μαζί με τους Νάνο Βαλαωρίτη, Πάνο Κουτρουμπούση, Μίνω Αργυράκη, Γιώργο Κατσίμπαλη και Amy Mims, θα ήταν ανάμεσα σ’ αυτούς που θα τον συναναστρέφονταν και που θα τον συνόδευαν στις περιπλανήσεις του στα κέντρα της Αθήνας και του Πειραιά.
Ο Σ. Μεϊμάρης ήδη από το 1959 είχε βρεθεί με υποτροφία στην Καλιφόρνια, συχνάζοντας στην North Beach του Σαν Φρανσίσκο, την εποχή της ακμής των beats, ενώ το 1961 στο Beat Hotel, στην οδό Gît-le-Cœur του Παρισιού, θα συναντούσε τους William S. Burroughs, Sinclair Beiles και Kay Johnson ανάμεσα σε άλλους και λίγο αργότερα, στην Ταγγέρη, τους Harold Norse, Paul Bowles και Jane Bowles.
Ο Σ. Μεϊμάρης εμφανίζεται με ποιήματά του, κατά πρώτον, στο περιοδικό «Ηνίοχος», που ξεκίνησε να τυπώνει ο Οδυσσέας Χατζόπουλος (ο μετέπειτα εκδότης του Κάκτου) το 1960, για να συνεργαστεί στην πορεία με το περιοδικό «Πάλι», καθώς στο τεύχος #5 (Νοέμβριος 1965) μεταφράζει τον «Μαγικό Ψαλμό» του Allen Ginsberg, ενώ στο τεύχος #6 (Δεκέμβριος 1966) δημοσιεύει δική του ποίηση.
Στα ποιήματα υπάρχει έντονη φιλοσοφική διάθεση, που συνδέεται με μία υπαρξιακή αγωνία. Τα ποιήματα απηχούν σκέψεις του ποιητή, είναι «εσωτερικά», μοιάζοντας κάπως με το αποτέλεσμα μιας «μάχης», που έχει συμβεί ανάμεσα σ’ εκείνον και... τον εαυτό του.
Ακόμη, δίνει συνεργασίες στο underground περιοδικό “Residu”, στο δεύτερο τεύχος του, από την άνοιξη του ’66, που είχε κυκλοφορήσει στο Λονδίνο και όχι στην Αθήνα (όπως το πρώτο τεύχος), μα και στο “Interim Pad” του Lawrence Ferlinghetti, που είχε τυπωθεί στο Σαν Φρανσίσκο, από τις εκδόσεις City Lights, το 1967.
Επίσης εκείνη τη χρονιά ο Σ. Μεϊμάρης θα πρωταγωνιστούσε στο 4λεπτο ταινιάκι του Πάνου Κουτρουμπούση «Ο Χίτλερ Ζει» (1967), ενώ έχει συνδεθεί ή συνδέεται φιλικά με τους Δημήτρη Πουλικάκο, Αλέξη Ταμπουρά κ.ά.
Τον Φεβρουάριο του 1971 το όνομα του Σπύρου Μεϊμάρη εμφανίζεται στο περιοδικό «Διάλογος», που τύπωνε για χρόνια η αμερικάνικη πρεσβεία στην Αθήνα (στο τεύχος #4 παρουσιάζεται ένα απόσπασμα ξανά από τον «Μαγικό ψαλμό», του Allen Ginsberg), ενώ τον Απρίλιο του 1971 γράφει για ’κείνον ο Τάσος Φαληρέας στο πρώτο τεύχος, της δεύτερης εποχής, του περιοδικού «Κούρος» (που τύπωνε ο Λεωνίδας Χρηστάκης). Ακόμη, την ίδια χρονιά τυπώνεται από την γκαλερί Ζουμπουλάκη κι ένα μικρό βιβλίο-λεύκωμα, το “Spyros Meimaris texts / Alexis Akrithakis drawings”, που σηματοδοτεί συν τοις άλλοις και τη φιλία τού ποιητή με τον ζωγράφο Αλέξη Ακριθάκη.
Βασικά, μαζεμένα ποιήματα του Σπύρου Μεϊμάρη συναντάμε για πρώτη φορά στο τεύχος #22 του «Κούρου» (1974) κάτω από τον τίτλο «Αρνάκι άσπρο και παχύ...», όπως και σ’ ένα τεύχος του περιοδικού “Panderma”, την επόμενη χρονιά, το «Όνειρα Πραγματικότητας» (1975). Ποιήματα και κείμενά του δημοσιεύονται βεβαίως και στο περιώνυμο ένατο τεύχος του περιοδικού «Σήμα / Αφιέρωμα Η Σκηνή» (Σεπτέμβρης 1975) και πολλά χρόνια αργότερα στην «Τυφλόμυγα» [Μάιος-Ιούνιος, 2016]. Ίσως να υπάρχουν και αλλού...
Από ’κει και πέρα τα βιβλία του Σ. Μεϊμάρη, με ποιήματά του και μεταφράσεις, με τη σειρά έκδοσής τους είναι τα: «Εξορκισμοί» [Καστανιώτης, 1983], «Αλμπέρ Κοσερί / Ξεχασμένοι απ’ το Θεό» [Απόπειρα, 1991] (μετάφραση), «Τζακ Κέρουακ / Τα Όνειρά μου» [Αίολος, 1992] (μετάφραση), «Άλλεν Γκίνσμπεργκ / Ημερολόγια» [Εστία, 1993] (μετάφραση), «Τζακ Κέρουακ / Μάγκι Κάσιντι» [Αίολος, 1997] (μετάφραση), «Γραφτά» [Απόπειρα, 1998], «Δηλώσεις της Σιγαλιάς, 1997-2009» [Εκδόσεις Πολιτιστική Δράση-ΕΜΣΕ, 2011] και «Η Μεταμόρφωση του Τοπίου / Ποιήματα 1961-2014» [Εκδόσεις Πολιτιστική Δράση-ΕΜΣΕ, 2016].
Το πιο πρόσφατο βιβλίο του Σπύρου Μεϊμάρη κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό, από τις εκδόσεις OPPORtUNA, έχοντας τίτλο «Επίλεκτα ποιήματα και άλλα κείμενα (2012-2022)».
Το βιβλίο, που είναι κάπως μεγάλου μεγέθους και μάλλον πολυσέλιδο για ποιητικό (235 σελίδες), περιλαμβάνει πάμπολλα ποιήματα και κάποια κείμενα του Σπύρου Μεϊμάρη, που προέρχονται όλα από την τελευταία δεκαετία. Πριν όμως πούμε γι’ αυτά καλό είναι να μεταφέρουμε κι εδώ ένα σύντομο βιογραφικό του ποιητή, που υπάρχει στο «αυτί» του βιβλίου:
«Ο Σπύρος Μεϊμάρης, ποιητής και μελετητής της Beat Generation, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1942. Κατά τα έτη 1959-1960 βρίσκεται στην Καλιφόρνια, όπου επηρεασμένος από τους Τζακ Κέρουακ και Άλλεν Γκίνσμπεργκ, αρχίζει να γράφει. Μια σειρά περιπλανήσεων τον οδηγούν στη Βυρηττό, το Παρίσι, την Ιταλία, την Ισπανία, το Μαρόκο, το Άμστερνταμ και το Βερολίνο, όπου συναναστρέφεται πολλούς από τους πρωταγωνιστές των σύγχρονων καλλιτεχνικών τάσεων. Από το 1980 έως το 1992 διατηρεί το βιβλιοπωλείο Avant Garde. Μεταξύ 2003 και 2007 βρίσκεται στο Λος Άντζελες, ενώ τα τελευταία δεκαέξι χρόνια κατοικεί στη Σαλαμίνα».
Υπάρχουν διάφορα στοιχεία, που αξίζει να σημειώσουμε για την ποίηση του Σπύρου Μεϊμάρη γενικότερα, μα και αυτής της τελευταίας δεκαετίας ειδικότερα – στοιχεία, που χαρακτηρίζουν την ποίησή του, σε μια φάση ωριμότητας πια.
Το πρώτο όλων είναι ο φυσικός χειρισμός της γλώσσας και άρα οι ξεκάθαρες διατυπώσεις. Πάνω και πίσω από κάθε λέξη υπάρχει η αναζήτηση και η εξεύρεση τής καταλληλότερης και βασικά τής απλούστερης κάθε φορά, χωρίς ποτέ το κείμενο να οδηγείται σε (λεκτικές) ακρότητες. Έτσι, η ροή είναι συνεχής και προοδευτικά συναρπαστική, με τον λόγο να εξελίσσεται χωρίς προσκόμματα.
Στα ποιήματα υπάρχει έντονη φιλοσοφική διάθεση, που συνδέεται με μία υπαρξιακή αγωνία. Τα ποιήματα απηχούν σκέψεις του ποιητή, είναι «εσωτερικά», μοιάζοντας κάπως με το αποτέλεσμα μιας «μάχης», που έχει συμβεί ανάμεσα σ’ εκείνον και... τον εαυτό του.
Βασικά ο ποιητής πασχίζει να δραπετεύσει από τον εαυτό του, δίνοντας «μάχες» μέσα στο χρόνο. Υπό αυτή την έννοια τα ποιήματα μοιάζουν περισσότερο με «εσωτερικούς» μονολόγους, είναι μοναχικά, μεταφέροντας στον αναγνώστη μιαν αγωνία ή και ένα άγχος σε σχέση με τον «προορισμό» και το «τέλος».
Κάποιες άλλες φορές μπορεί να μοιάζουν κάπως με παραληρήματα, που αναδύονται μέσα από τις φασματικές διαδρομές του νου, και υπό αυτή την έννοια θα μπορούσες να τα χαρακτηρίσεις έως και διανοητικά (ποτέ, όμως, δυσνόητα). Ο ποιητής μοιάζει σαν να είναι πρωταγωνιστής σε πολλές ταινίες ταυτοχρόνως, αλλά βασικά σαν να είναι πρωταγωνιστής και συνάμα θεατής του εαυτού του.
Επίσης τα ποιήματα επέχουν ρόλο απολογισμού –λογικό, κατά μίαν έννοια–, διαθέτοντας, περαιτέρω, ένα στοιχείο αναπόλησης, στοχαστικής όμως και όχι ψυχρής ή συγκεκαλυμμένης νοσταλγίας.
Επιπλέον διακρίνονται από μια θρησκευτικότητα, που δεν συνδέεται, σώνει και καλά, με συγκεκριμένες θρησκείες –παρά το γεγονός πως αναφορές σε θρησκείες της Ανατολής υπάρχουν–, αλλά ούτε και με την ευρύτερη ελληνικότητα. Γενικώς, θα προσθέταμε πως το ελληνικό στοιχείο είναι απόν από την ποίηση του Σπύρου Μεϊμάρη (ο κανόνας είναι αυτός και οι εξαιρέσεις, που υπάρχουν και είναι ελάχιστες, απλώς τον επιβεβαιώνουν).
Ακόμη, διαφαίνεται στα ποιήματα η βεβαιότητα ενός εγκόσμιου μοναχισμού, όπως και η μη σωματική επικοινωνία με τον «άλλον». Και αυτό όχι επειδή τα ποιήματα δεν είναι ουμανιστικά, αλλά γιατί ο «άλλος», έχοντας απολέσει την υλική υπόστασή του, κάνει αισθητή την παρουσία του μόνο μέσα απ’ το συγκείμενο.
Από τα ποιήματα του Σπύρου Μεϊμάρη διαφαίνεται, περαιτέρω, η αγάπη του για τη μελέτη και το βιβλίο γενικότερα, αλλά πάνω απ’ όλα εκείνο που κυριαρχεί είναι η αγάπη του για τη μουσική.
Και αυτό, ο ποιητής, δεν το λέει μόνον καθαρά και ξάστερα, μέσω συγκεκριμένων στίχων («μαζί μ’ αυτό η μουσική, αυτή η προσωπική μου Θεά», «απλώνομαι στο χάος μέσω της μουσικής», «εμπεριέχω εντός μου όλους τους τραγουδιστές, υπάρχω κάτω από τα κύματα της μουσικής τους»), αλλά το υποδηλοί και μέσω των δεκάδων αναφορών του σε ονόματα μουσικών και βασικά της τζαζ (Alice Coltrane, Lee Morgan, Jackie McLean, Keith Jarrett, Charlie Haden, Erroll Garner, John Coltrane, Regina Carter, Eric Dolphy, Billie Holiday, Clifford Brown, Max Roach, Donald Byrd, Red Garland, Lonnie Liston Smith, Pharoah Sanders κ.ά.).
Τέλος, να σημειώσουμε πως τα ποιήματα, στην καταγραφή τους, ακολουθούν αυστηρή χρονολογική σειρά. Ένα γεγονός, που συμβάλλει εκτός των άλλων και σε μιαν αυξανόμενη δραματικότητα –η οποία αναπτύσσεται από ποίημα σε ποίημα κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης– και που αποτελεί ένα ακόμη θετικό στοιχείο των «επίλεκτων ποιημάτων και των άλλων κειμένων».
Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση του νέου βιβλίου του Σπύρου Μεϊμάρη επιλέγουμε, ως δείγμα, ένα από τα τελευταία ποιήματά του (γράφτηκε στις 28 Απριλίου 2022), που έχει τίτλο «Ο Χρόνος».
Ο ΧΡΟΝΟΣ
Πώς περνάει ο καιρός! Όλα ευτυχισμένα ηχούν.
Από μακριά φαίνονται όλα τα κτήματα με το στάρι.
Στο βάθος διακρίνονται τα πατητήρια με τη σταφίδα.
Μια μικρούλα ψυχή ταξιδεύει πίσω στο Χρόνο.
Όλα ευλογημένα είναι πιστεύει και αναθαρρεύει.
Ήσυχα τα κλήματα γέρνουν από το βάρος των σταφυλιών.
Νωρίς έφυγαν κάποιες ψυχές, τυραννισμένες μες στο Χρόνο.
Μαζί σας βρίσκομαι και αναγιγνώσκω τα ιερά βιβλία.
Από ψηλά μαζί τα βλέπουμε όλα τα ωραία που μας μιλούν.
Εδώ και τώρα απολαμβάνουμε τις ήσυχες στιγμές μαζί.
Υπήρξαν κάποια πράγματα που μας στενοχώρησαν κάποτε.
Θα προσπαθήσω να δέσω τις στιγμές αυτές σ’ ένα κόμπο.
Ταξιδεύω πάνω σε μύρια κύματα, όμορφα, αναπαυμένα.
Ο πατέρας κι αυτός ήσυχος απ’ όλα, αναπαύεται ψηλά.
Θα σας δω όλους μαζί εκεί πάνω όπως σας είχα υποσχεθεί.
Ένα τέταρτο απόσταση το ένα σημείο απ’ τ’ άλλο.
Το φως όλα τα διαπερνά, όλα τα στολίζει, τα εορτάζει.
Περπατούσα τότε σ’ όλες τις δύσκολες γειτονιές.
Τα μάτια μου έκαναν ν’ ανθίζουν όλοι οι μαχαλάδες.
Ένας συνεχής ύμνος εξέρχεται απ’ τα χείλη μου.
Τ’ αφήνω όλα να τα περιποιηθούν οι άλλοι ενώ εγώ ξεχνιέμαι.
Τριγυρνώ στα ίδια μέρη με τα παλιά, γεμάτος πόνο.
Φυγοδικώ σε όλες τις τοποθεσίες, καταδιωκόμενος
από τους ανθρώπους.
Πονάνε τα μεριά μου, πονάει η καρδιά μου, το μέσα μέρος.
Όλα αντηχούν συνειρμούς, φαντασίες, οράματα, τέτοια και άλλα.
Θα υψωθώ, θα χαμηλώσω, θα δω και θ’ αρπάξω τις εντυπώσεις.
Βέβαια βαριά είναι όλα, το ήξερα πάντα, τίποτα δεν αλλάζει.
Και όμως με γνωρίζουν οι ψυχικές τοποθεσίες,
μου γνέφουν, με χαροποιούν.
Κάθε στιγμή ομονοεί με τον εαυτό της, δεν τη νοιάζει.
Σήμαντρα ακούγονται στην εξοχή, ανάμεσα στα δέντρα.
Τρέχω όλος χαρά προς τις σιδηροδρομικές γραμμές.
Υπήρξαν σπουδαίοι ποιητές, τους γνώρισα
και δεν συγκρίνομαι μ’ αυτούς.
Μου αρκεί που άκουσα τη φωνή τους να τραγουδάει.
Όλα δικά μου τα είχα από μικρός, το είχα καταλάβει.
Δεν το ξέχασα εντελώς με τα χρόνια, ευτυχώς.
Τώρα κάθομαι και συλλογιέμαι τόσα και τόσα πράματα.
Κανείς δεν μου σκιάζει τον ήλιο, αυτό το γνωρίζω.
Είμαι ήσυχος, λυτρωμένος, αφημένος στο πέρασμα
του Χρόνου.
Επαφή: www.opportuna.gr
Αγοράστε εδώ το βιβλίο Επίλεκτα ποιήματα και άλλα κείμενα (2012-2022) του Σπύρου Μεϊμάρη