ΠΩΣ ΙΧΝΟΓΡΑΦΕΙΤΑΙ Η ΕΓΧΩΡΙΑ queer ποίηση, τι διαπραγματεύεται, ποιες είναι οι αναζητήσεις, οι επιθυμίες, οι αγωνίες, οι απευθύνσεις και ποια τα υποκείμενά της; Ποιες είναι οι προβληματικές και τα σημεία αναφοράς της, πόσο έπειτα σχετίζεται με την ομοερωτική ποίηση προηγούμενων δεκαετιών; Αυτά και άλλα ενδιαφέροντα συζητήσαμε με τον ποιητή και συνεπιμελητή της Ανθολογίας Ελληνικής Κουήρ Ποίησης (εκδόσεις Θράκα σε συνεργασία με το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ) Νικόλα Κουτσοδόντη.
«Συζητώντας μεταξύ σοβαρού και αστείου με την ποιήτρια Βασιλεία Οικονόμου την ιδέα μιας τέτοιας ανθολογίας, αναρωτιόμασταν αν το εγχείρημα αυτό θα έμοιαζε με αχρείαστο “coming out” για κάποια άτομα, αν θα ζημίωνε τη “σοβαρότητα” της ποιητικής τους εργασίας, αν θα κατηγοριοποιούσε ή θα λογιζόταν ως “στράτευση”», γράφει στην εισαγωγή. «Δεν ξέραμε καν τι ανταπόκριση θα είχαμε ακόμα και από ονόματα πιο προβεβλημένα που όμως για διάφορους λόγους αποφεύγουν να προσδιοριστούν ως ΛΟΑΤΚΙ+ ποιητές», μου λέει στην κατ’ ιδίαν συνάντησή μας που –τυχαία, αλλά και όχι– ορίστηκε κάπου στα Εξάρχεια.
Πώς έγινε η επιλογή; «Υπήρχε, βέβαια, το λογοτεχνικό κριτήριο, αλλά καταρχάς του ακτιβισμού, καθώς αυτός ήταν ο κεντρικός μας άξονας. Η παρούσα έκδοση δεν χαρτογραφεί επ’ ουδενί τον χώρο της ελληνικής κουήρ ποίησης συνολικά, δίνει όμως μια ικανή εικόνα της ποιητικής δουλειάς ανθρώπων που είτε είναι ΛΟΑΤΚΙ+, είτε σύμμαχοι, είτε νιώθουν κοινωνικά ξένοι, απόκληροι, αποδιοπομπαίοι, “εκτός γραμμής” και κυρίαρχου αφηγήματος, ό,τι θα μπορούσε δηλαδή να συμπεριληφθεί στην ευρύτερη έννοια του όρου “κουήρ”. Δίνουμε ταυτόχρονα ένα πεδίο μελέτης όχι μόνο λογοτεχνικής αλλά επίσης πολιτικής και κοινωνιολογικής που αφορά το σήμερα, αυτό που συμβαίνει τώρα», συνεχίζει.
Χαρούμενα ποιήματα ουσιαστικά – και δυστυχώς– δεν υπάρχουν, σε αυτά που παραλάβαμε τουλάχιστον, σπάνιες είναι οι χαραμάδες φωτός. Δεν ξέρω τι γίνεται στο εξωτερικό, πάντως εδώ πενθούμε, είμαστε με τις πλερέζες!
Την επιτροπή κρίσης των κειμένων που συστάθηκε τον Δεκέμβριο του ’21 αποτέλεσαν οι ποιήτριες Βάγια Κάλφα και Βασιλεία Οικονόμου, η Βαρβάρα Ρούσου, μέλος ΕΔΙΠ του τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της ΑΣΚΤ, ο Χάρης Οταμπάσης, διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου, και ο συνομιλητής μου, ποιητής και ο ίδιος, καθώς και συνεργάτης των εκδόσεων Θράκα, που σε σύμπραξη με το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ-παράρτημα Ελλάδας αγκάλιασαν την προσπάθεια. Τελική ημερομηνία αποστολής των συμμετοχών ορίστηκε η 30ή/6/22. Το «απόσταγμα» ήταν 76 ποιήματα από 50 συμμετοχές μαζί με τα βιογραφικά τους απ' όλο το κουήρ φάσμα, ανεξάρτητα από κοινωνική θέση, ηλικία, ερωτικό προσανατολισμό, ταυτότητα, έκφραση ή χαρακτηριστικά φύλου, με έμφαση ωστόσο στα μη προνομιούχα άτομα.
Η έκδοση κυκλοφόρησε φέτος τον Απρίλιο και διανέμεται δωρεάν. Στον επίλογο, όπως και στο επίμετρο που ακολουθεί, τα μέλη της επιτροπής αναφέρονται αναλυτικά στα κριτήρια της επιλογής, στην ίδια την έννοια και την προέλευση του όρου «κουήρ», στον ΛΟΑΤΚΙ+ ακτιβισμό, στις θεματικές και στα κύρια μοτίβα των ανθολογημένων ποιημάτων: η κοινωνική κατακραυγή, η ορατότητα, η βία, η πολιτική οργή, οι νέοι τρόποι γνωριμιών, όπου η τεχνολογία έχει τον πρώτο ρόλο, η σωματικότητα, η τρανς εμπειρία, το ΑμεΑ κουήρ βίωμα, η συντροφικότητα και η κυρίαρχη πατριαρχική συνθήκη. «Εκείνο που διακρίνουμε είναι η εξαιρετικά μειωμένη παρουσία της χαράς και η θλίψη που αφήνει το τραύμα της κακοποίησης, της περιθωριοποίησης και του αποκλεισμού σε κάθε κοινωνική συναλλαγή, μια επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα που καταπιέζει την έκφραση της επιθυμίας», γράφουν χαρακτηριστικά.
Ποιο είναι, άραγε, το κύριο γνώρισμα της σύγχρονης ελληνικής κουήρ ποίησης, όπως προκύπτει από τα «συμφραζόμενα»; «Αυτό που καταρχάς αντικατοπτρίζεται στην παρούσα ανθολογία είναι ένα μόνιμο πένθος. Ένα πένθος που πιθανόν δεν υπήρχε παλιότερα με τη μορφή αυτή και αφορά συγγενικές, φιλικές, ερωτικές σχέσεις αλλά και ζητήματα καθημερινής επιβίωσης. Έντονη είναι εξάλλου η παρουσία μιας διαρκούς βίας, διαφόρων μορφών. Χαρούμενα ποιήματα ουσιαστικά –και δυστυχώς– δεν υπάρχουν, τουλάχιστον σε αυτά που παραλάβαμε, σπάνιες είναι οι χαραμάδες φωτός. Δεν ξέρω τι γίνεται στο εξωτερικό, πάντως εδώ πενθούμε, είμαστε με τις πλερέζες!» λέει ο Νικόλας.
Είναι οι αντικειμενικές συνθήκες που έχουν δυσκολέψει, το τίμημα μιας αυξημένης διεκδίκησης και ορατότητας, το γενικότερο κλίμα μιας δεκαπενταετίας απανωτών κρίσεων, το αντίκτυπο τραγικών γεγονότων όπως η άγρια δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου; Όλα μπορούν να μπουν στο τραπέζι. «Μεγάλη σημασία έχει βέβαια και το ταξικό κομμάτι. Διαφορετικά βιώνει μια σειρά πραγμάτων κάποιο άτομο προερχόμενο από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα συγκριτικά με κάποιο από τα ανώτερα, κάτι που ισχύει και στη δική μου περίπτωση, με συνέπεια η γραφή μου να είναι αναπόφευκτα ταξική. Πόσο εύκολο είναι, αλήθεια, να γράψεις ποίηση όντας ένας χαμηλόμισθος υπάλληλος που αναγκάζεται να δουλεύει με εξαντλητικά ωράρια και να υφίσταται ταυτόχρονα πολλαπλές καταπιέσεις;
Πολλά ποιήματα, πάλι, έχουν μια έντονη αυτοαναφορικότητα, μια αφήγηση καταρχάς βιωματική, αυτοβιογραφική, που σήμερα έχει ρεύμα. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η λογοτεχνία της νομπελίστριας Ανί Ερνό και του Εντουάρ Λουί. Αυτό είναι ακόμα πιο φανερό στους Zoomers, νέους ανθρώπους έως 25 ετών που τείνουν να εκλαμβάνουν τα συναισθήματά τους ως αναμφισβήτητες, “κλειδωμένες” αλήθειες που δεν τίθενται σε διάλογο αλλά θέτουν εκείνες τους όρους», θα πει.
Μια ενδιαφέρουσα επισήμανση της επιμελητικής ομάδας είναι η απουσία θεματικών με ευρεία προβολή όπως ο γάμος και η τεκνοθεσία, ίσως επειδή η εγχώρια ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα δεν έχει εμβαθύνει ακόμα σε τέτοια βιώματα. Με αυτά και με εκείνα, πάντως, ο συνομιλητής μου συμφωνεί ότι οι συνθήκες για μια άνθηση της κουήρ ποίησης και λογοτεχνίας στην Ελλάδα είναι σήμερα ωριμότερες από ποτέ, όπως αναφέρει και στην εισαγωγή. Τη βλέπουμε άλλωστε να δίνει όλο και συχνότερα το «παρών» σε ποιητικά και λογοτεχνικά περιοδικά και ιστοσελίδες, κυκλοφορούν εκδόσεις, φανζίν, έχουμε τα Poetry Slam της Μπαταρίας στο Communitism, τις δράσεις της ομάδας ΛΑΛΑ (aka ΦΥΤΑ), δείγματα γραφής της παρουσιάζονται στο Void Network κ.α. Υπάρχει δηλαδή μια αξιόλογη κίνηση περισσότερο στο πλαίσιο του indie, χωρίς να λείπουν και εγχειρήματα πιο γνωστά και προβεβλημένα, όπως αυτά των Sam Albatros και Ευά Παπαδάκη.
Πώς, άραγε, συνδιαλέγεται το σύγχρονο κουήρ με την «κλασική» ομοερωτική ποίηση του παρελθόντος; «Προσωπικά, θεωρώ δεδομένο ότι γράφοντας έχω μια γενεαλογία από πίσω. Διαπιστώνω διαβάζοντας τι είχαν κατακτήσει γλωσσικά οι προγενέστεροι και αναζητώ ανάμεσά τους συνοδοιπόρους. Υπόψη ότι στο βιβλίο υπάρχει και ένα φεμινιστικό κομμάτι – θεωρήσαμε αυτονόητη την παρουσία του σε μια κουήρ ποιητική ανθολογία, πόσο μάλλον που το ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα πήρε πολλά δάνεια από τον φεμινισμό, π.χ. τις πολιτικές της φροντίδας και της μη βίας, πρόκειται άλλωστε για αλληλένδετα κινήματα. Εκεί εντοπίζονται επιρροές από τη Σίλβια Πλαθ, την Αν Σέξτον και άλλες σπουδαίες ποιήτριες. Στο κομμάτι των γκέι ποιητών, πάλι, είναι ζήτημα έρευνας πόσα από τα συμμετέχοντα άτομα έχουν διαβάσει και αφομοιώσει Λαπαθιώτη, Χριστιανόπουλο, Αλέξη Ασλάνογλου, Ανδρέα Αγγελάκη, Γιώργο Χρονά, αλλά και λιγότερο γνωστούς δημιουργούς όπως ο Βασίλης Λαμπρολέσβιος, προτού το γυρίσει στη θρησκεία, όπως και σπουδαίους ποιητές της γενιάς του '70 με διακριτά ομοερωτικά στοιχεία όπως ο αείμνηστος φίλος και “δάσκαλός” μου Χριστόφορος Λιοντάκης.
Στον Αγγελάκη, μάλιστα, εγώ και άλλα μέλη της επιτροπής οφείλουμε πολλά, καθώς, πέρα από το σημαντικό ποιητικό του έργο, κυκλοφόρησε τη δεκαετία του ’80 δύο εξαιρετικές ανθολογίες, μία με αμερικανική ομοφυλόφιλη ποίηση και μία άλλη «Αποκλίνοντος Ερωτισμού». Υπήρξε κιόλας ιδρυτικό μέλος του ΑΚΟΕ, όπως άλλωστε ο επίσης ποιητής και συγγραφέας Λουκάς Θεοδωρακόπουλος, τον οποίο θεωρώ κατεξοχήν συνοδοιπόρο και λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων. Συνοδοιπόρο θεωρώ για τον ίδιο λόγο και τον πολύ σπουδαίο Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, παρά την αστική του καταγωγή. Δεδομένου βέβαια ότι οι περισσότεροι ποιητές παλιότερων γενεών ήταν αρκετά διακριτικοί στη γραφή τους και οι περισσότεροι δεν αποκαλούσαν καν την ποίησή τους “γκέι”, πόσο μάλλον στρατευμένη, δεν είναι περίεργο που δεν είχε κυκλοφορήσει μέχρι τώρα κάποια αντίστοιχη ανθολογία. Όπως είπα και πριν, ανάλογο πρόβλημα αντιμετωπίσαμε και τώρα, τους φόβους κάποιων ατόμων ότι η ταμπέλα του ΛΟΑΤΚΙ ποιητή θα μείωνε ή θα περιόριζε το έργο τους».
Κλείσαμε συζητώντας για μερικούς/-ές ακόμα δικούς/-ές του «ήρωες» και «ηρωίδες», όπως η Σίλβια Τάουνσεντ Γουόρνερ και η Βαλεντίν Άκλαντ, δυο κομμουνίστριες και ανοιχτά λεσβίες ποιήτριες που είχαν σχέση –ήθελαν μάλιστα να πάνε να πολεμήσουν στον Ισπανικό Εμφύλιο–, για τον πρόσφατα μεταφρασμένο στα ελληνικά Χιλιανό ποιητή Πέδρο Λεμεμπέλ, που είχε τολμήσει να εμφανιστεί με το σφυροδρέπανο στη μούρη εν μέσω χούντας σε κομμουνιστική συγκέντρωση απαγγέλλοντας ένα ποίημα με το οποίο καλούσε τους συντρόφους του «να αφήσουν λίγο ουρανό και για μας» (τους ΛΟΑΤΚΙ+ ανθρώπους), για τον σουρεαλιστή αριστερό ποιητή και συγγραφέα Λουί Αραγκόν, που είχε εμφανιστεί το ’72 στο πρώτο Pride του Παρισιού με μια ροζ Cadillac συντροφιά με τον νεαρό εραστή του, για τον επίσης σουρεαλιστή λογοτέχνη Ρενέ Κρεβέλ, εραστή του Κλάους Μαν που αυτοκτόνησε νεότατος το 1935, δύο χρόνια μετά τη διαγραφή του από το γαλλικό Κ.Κ. Η ιστορία της queer ποίησης και λογοτεχνίας έχει πολλές ακόμα σχετικά άγνωστες αλλά τρομερά ενδιαφέρουσες πτυχές, το δε μέλλον της προμηνύεται εξίσου συναρπαστικό.
Στίχοι ενδεικτικοί:
ούτε μετέχω πια στα πατροπαράδοτα τραπέζια
για να παραδεχτώ την ήττα μου μπροστά στους συννεφόψυχους
θείους
που εξυμνούν Παπαδόπουλους καθώς μπουκώνονται τον
δολοφονημένο αμνό.
— Αντώνης Γουλιάνος
σήμερα γαμάω έναν άντρα με στραπόν
δένω τη ζώνη και σπρώχνω δυνατά
θυμάμαι πως ήθελες να γεννηθώ αγόρι μπαμπά
— Γεωργία Διάκου
και εγώ θα έµενα µ’ εµένα
ώσπου θα µου έκαναν έξωση
και θα µου το γκρεµίζανε
να χτίσουνε πισίνα
µε γκρι τσιπούρες
να κάνουνε water yoga το καλοκαίρι
— Θωμάς Διάφας
Μας θέλουν
ευθεία άκαμπτη
σελίδα άγραφη
ρούχο ατσαλάκωτο
για συρτάρι ντουλάπας.
— Βασίλης Ευριπιώτης
Ξέρεις
η βία κυλάει με το ποτάμι
μα εμάς το πόδι έχει μαγκώσει
στην αργιλώδη άμμο του πάτου
και όπως κινούνται όλα
το νερό
ολόγυρα μας πνίγει.
— Νικόλας Κουτσοδόντης
Έχω παραγγείλει μια ίλη τεθωρακισμένων απ’ τον Αυλώνα.
Θέλω να ισοπεδώσω την Ελλάδα.
Να την κάνω προσβάσιμη.
— Αρτέμης Μαυρομμάτης
Στη Μόσχα
αναπολώ τα καλοκαίρια στην Αθήνα
Σιχαίνομαι τη βότκα
και δε θέλω να μπω φυλακή
επειδή γουστάρω να τριβόμαστε παρέα
στους μείον 20 βαθμούς Κελσίου
Στη Μόσχα υπάρχει μια γυναίκα
που ξενυχτάει περιμένοντας το στόμα μου
— Βασιλεία Οικονόμου
Καριόληδες είμαι και ξανά η άνοιξη που σας πιάνει
στον ύπνο. Και πάλι θάνατος, και πάλι ανάσταση,
έτσι θα σας πάω, επαναληπτικά, γαμιώντας, όπως δε
σας έχει πάει ποτέ γυναίκα, αφού γυναίκα δεν είμαι.
— Ευγενία Τζιρτζιλάκη
Επιλογή: Νικόλας Κουτσοδόντης
Η «Ανθολογία ελληνικής κουήρ ποίησης» παρουσιάστηκε στη 19η Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης και πρόκειται να παρουσιαστεί στην Αθήνα στις 11/6 στο Θέατρο Εμπρός (17:00-20:00).
Ελεύθερο Αυτοδιαχειριζόμενο Θέατρο Εμπρός, Ρήγα Παλαμήδου 2, Ψυρρή, Αθήνα