Σκηνοθεσία: Στιβ Μακουίν
Πρωταγωνιστούν: Τσιουετέλ Ετζιοφόρ, Λουπίτα Νιόνγκο, Μάικλ Φασμπέντερ, Μπραντ Πιτ, Μπένεκτιτ Κούμπερμπατς, Πολ Ντέινο
Βαθμολογία: 4,5/5
Η αληθινή ιστορία του Σόλομον Νόρθαπ, ενός μαύρου, καλλιεργημένου οικογενειάρχη και αναγνωρισμένου μουσική στην Αμερική προ του Εμφυλίου Πολέμου, ο οποίος απήχθη δολίως και πουλήθηκε ως σκλάβος στο Νότο. Αδυνατώντας να πιστέψει την κακοτυχία του, υπέμεινε 12 χρόνια δουλείας και υπέφερε τα πάνδεινα στα χέρια ενός σχεδόν παρανοϊκού σωματέμπορου, μέχρι να απελευθερωθεί.
Το 12 Χρόνια Σκλάβος, σκηνοθετημένο από τον μαύρο Βρετανό Στιβ Μακουίν, εκτός του ότι είναι η πληρέστερη ταινία για τη δουλεία, πραγματεύεται την αξιοπρέπεια και την ελπίδα με μοναδική πίστη και αληθοφάνεια, που ωστόσο δεν εμποδίζει την πολύπλοκη καλλιτεχνική προσέγγιση του Μακουίν στον ανθρώπινο ψυχισμό, σε όλες του τις εκφάνσεις.
Η δομή του φιλμ είναι αξιοθαύμαστη: στο κέντρο, βρίσκεται ο Σόλομον, άναυδος με την αναπάντεχη τροπή της ζωής του, σοκαρισμένος με την πονηριά, τον σαδισμό και την σισσύφεια τραγωδία που τον βρήκε στα καλά καθούμενα. Απέναντι του, οι άνδρες που αποτελούν τη βεντάλια, από το Α ως το Ω, της νοοτροπίας της εποχής. Στην κορυφή, ο Μπραντ Πιτ, που υποδύεται έναν Καναδό ρεφορμιστή, που απεχθάνεται την θανατική ποινή και αρχίζει να πιστεύει πως η δουλεία δεν πρέπει να συνεχίσει. Ο Σόλομον είναι η αφορμή να δράσει. Ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς είναι ένας ανεκτικός και ευγενής αφέντης, αλλά ανέτοιμος να αντιδράσει μπροστά στην πρόκληση. Ο Μάικλ Φασμπέντερ φέρεται σα δυνάστης. Η προκατάληψη είναι παγιωμένη μέσα του, αν και η εξυπνάδα του φαίνεται να γεννά μια επίμονη, μικρή σκιά (που δεν μετατρέπεται εύκολα σε φως) σαν αγκάθι αμφιβολίας για την ορθότητα των πράξεων του. Παρασύρεται σε μια παρακμιακή ζωή, με τους μαύρους δούλους να υποκαθιστούν την ανάγκη του να σκοτώσει τον χρόνο του με παιχνίδια εξουσίας. Χορεύει ξεβράκωτος με ένα κοριτσάκι και γουστάρει τη μαύρη που έχει μάθει να μισεί, θεωρώντας πως ελέγχεται για κτηνοβασία! Κοντεύει να τρελαθεί γιατί όλα κλωτσάνε μέσα του. Στο αρνητικό άκρο ο Πολ Ντέινο, ένα τσιράκι ποτισμένο με την οπισθοδρομική αντίληψη του Νότου, ένα αναχρονιστικό φάντασμα παραδομένο αμαχητί στην ζωώδη αμάθεια και την ρατσιστική τυφλότητα.
Δίπλα στον Σόλομον, η σκλάβα Πάτσι, μια σπίθα αντίστασης "κατά της αρχής", που παλεύει να ορθοποδήσει απέναντι στην επαναλαμβανόμενη κακοποίηση της και την ανάγκη της να επιβιώσει πάση θυσία, χωρίς να διαθέτει τα πνευματικά φόντα. Οι συγκρούσεις της με τον Νόρθοπ είναι ενδεικτικές των διαφορών δυο ομόφυλων ανθρώπων, μιας λαϊκής και ενός μορφωμένου, που οι αφεντάδες θέλησαν να τους συνθλίψουν, αλλά δεν σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο, αν και υποφέρουν εξίσου. Η Πάτσι έχει μόνο παρόν, ο Νόρθοπ πιστεύει στην προοπτική.
Ο Μακουίν διακόπτει τον ανελέητο ρεαλισμό συνθέτοντας σκηνές ποιητικές και αποκαλυπτικές, όπως το καταπληκτικό, αργό, 360 μοιρών μονοπλάνο, το πρωινό που βρίσκει τον Νόρθοπ ημιθανή, κρεμασμένο από ένα δένδρο, ένα θέαμα για τους περίοικους, που τον κοιτάνε με διαφορετικές ματιές- κλεφτές, ενοχικές, χαιρέκακες, αδιάφορες, ανάλογα με την ταξική θέση και την βαθιά προδιάθεση τους, Ο τρόπος που αποτυπώνει την τρομακτική Οδύσσεια του Νόρθοπ είναι αφηγηματικά απέριττο, προσβάσιμος και συνάμα ανυποχώρητος. Διεισδύει σε όλους ανεξαιρέτως τους χαρακτήρες με τόλμη και θάρρος, συλλαμβάνοντας τις προθέσεις και τις αμφιβολίες μέσα από τις πράξεις και τις αντιδράσεις τους. Και φυσικά, παραδίδει ένα μάθημα κινηματογράφου και ανθρωπιάς, χωρίς την παραμικρή παρέκκλιση προς το διδακτικό και αναμενόμενο κήρυγμα περί του προφανούς φασισμού πάνω στο δικαίωμα του καθενός στην προσωπική ελευθερία.