Την περασμένη Παρασκευή ξεκίνησε η επαναλειτουργία των θερινών κινηματογράφων, ένα γεγονός που προκάλεσε κύματα χαράς στους στερημένους σινεφίλ, η ανταπόκριση των οποίων υπήρξε πολύ καλύτερη του αναμενόμενου.
Από κοντά ακολούθησαν και οι αιθουσάρχες, οι οποίοι μπόρεσαν και πάλι να λειτουργήσουν τις επιχειρήσεις τους, αλλά στη δική τους περίπτωση ο ενθουσιασμός μετριάστηκε από έντονους προβληματισμούς. Ο λόγος δεν είναι άλλος από τα αυστηρά μέτρα ασφαλούς λειτουργίας των θερινών κινηματογράφων που επέβαλε η κυβέρνηση, τα οποία γεννούν μια σειρά από προβλήματα που εμποδίζουν όχι μόνο την εύρυθμη λειτουργία, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και τη βιωσιμότητα της επιχείρησης.
Η Πέγκυ Ρίγγα των κινηματογράφων Ριβιέρα και Βοξ στα Εξάρχεια και Αθηναία στο Κολωνάκι ήταν ιδιαίτερα γλαφυρή, όταν την ρωτήσαμε για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει κατά την εφαρμογή των μέτρων.
«Κατ' αρχάς», μας είπε, «πρέπει να σημειωθεί ότι παρά το γεγονός ότι η υπουργική απόφαση κάνει λόγο για 75% χωρητικότητα, στην πράξη λειτουργούμε με χωρητικότητα περίπου 50%. Σε κάποια σινεμά για να τηρηθούν οι αποστάσεις μεταξύ των καθισμάτων δεν επαρκεί η έκταση ώστε να τοποθετηθούν καθίσματα που να φτάνουν το 75% της άδειας λειτουργίας. Συν τοις άλλοις, τα καθίσματα πρέπει να είναι οργανωμένα σε δυάδες. Έστω λοιπόν ότι έρχεται στο σινεμά ένα ζευγάρι με παιδί. Θα πρέπει να καθίσει στη μία δυάδα ο ένας γονιός με το παιδί και ο άλλος θα καθίσει μόνος του σε μία παραδίπλα. Επειδή όμως έχουμε οδηγίες να μην ανακατεύουμε τις παρέες, η θέση δίπλα στον γονιό που κάθεται μόνος του αχρηστεύεται. Έτσι η Αθηναία, για παράδειγμα, καταλήγει να λειτουργεί με 120 περίπου θεατές σε κάθε προβολή, ενώ οι προβλεπόμενες θέσεις της είναι σχεδόν οι διπλάσιες».
Η απουσία διαλείμματος είναι ένα πρόβλημα, επίσης. Ενώ στα χειμερινά σινεμά προτιμώ να βλέπω ταινία χωρίς διάλειμμα, στα θερινά είναι μέρος της διασκέδασης. Να ανοίγουν τα φώτα σιγά σιγά, να κοιτάζεις τους φίλους σου και τους γύρω σου, να τρέχεις στο μπαρ για να προλάβεις πριν σχηματιστεί ουρά, να ανάψεις ένα τσιγάρο κ να συζητήσεις πως σου φαίνεται η ταινία ή ακόμα και να παρατηρήσεις τις γάτες που κυκλοφορούν ανέμελες στο χώρο.
«Σαν να μην έφτανε αυτό», συνεχίζει, «πρέπει να κάνουμε και τον αστυνόμο. Πρέπει να προσέχουμε στις ουρές έξω από το σινεμά ώστε οι πελάτες να τηρούν τις αποστάσεις και πρέπει να έχουμε τον νου μας κατά τη διάρκεια της προβολής μην τυχόν κάποιοι από τους θεατές φέρουν τα καθίσματα τους πιο κοντά. Πέρυσι σε μια προβολή είχε έρθει ελεγκτής σε ανύποπτο χρόνο, ο πατέρας μιας οικογένειας είχε φέρει την καρέκλα του κοντά σε εκείνη της συζύγου του και του παιδιού του λίγο πριν, εμείς δεν προλάβαμε να το προσέξουμε για να του κάνουμε παρατήρηση και το αποτέλεσμα ήταν να πληρώσουμε ένα παχυλό πρόστιμο.
Γενικότερα θεωρώ ότι τα μέτρα της κυβέρνησης είναι ιδιαίτερα αυστηρά απέναντι στα σινεμά. Δεν μπορεί π.χ. σε ένα εστιατόριο να μπορούν να καθίσουν έξι άτομα γύρω από ένα τραπέζι χωρίς μάσκα, να μιλούν και να φωνάζουν μεταξύ τους, ενώ στο σινεμά που κάθονται σε δυάδες, σε απόσταση μεταξύ τους και κοιτάζουν μόνο προς μια κατεύθυνση, να υποχρεούνται να φορέσουν μάσκα.
Επίσης τα μέτρα αυξάνουν το κόστος λειτουργίας των κινηματογράφων. Σαν να μην έφτανε η προμήθεια αντισηπτικών και ειδών καθαρισμού και τα πρόσθετα έξοδα για το ηλεκτρονικό εισιτήριο, αναγκαζόμαστε να προχωρήσουμε και σε πρόσληψη πρόσθετου προσωπικού, με δεδομένο ότι είναι υποχρεωτική η χρήση ταξιθέτη για να οδηγεί τους θεατές στα καθίσματα.
Αναφορικά με το ηλεκτρονικό εισιτήριο, δε, θα ήθελα να επισημάνω ότι δεν μας δόθηκε επαρκής χρόνος προετοιμασίας, το πληροφορηθήκαμε την τελευταία στιγμή. Αυτό έχει μια παρενέργεια που πολύς κόσμος δεν φαντάζεται. Γιατί κάποιοι άνθρωποι που έχουμε στο προσωπικό μας είναι μεγαλύτερης ηλικίας και δεν είναι εξοικειωμένοι με την χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή και τους είναι πάρα πολύ δύσκολο να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα».
«Κοιτάξτε», καταλήγει, «το σινεμά άντεξε απέναντι σε έναν σωρό προκλήσεις στο παρελθόν, όπως η τηλεόραση, η αντιπαροχή κ.λπ., πιστεύω θα αντέξει και τώρα, χάρη στην αγάπη του κόσμου για το άθλημα. Ειδικά το θερινό σινεμά, που δεν είναι μεν ελληνική πατέντα, αλλά έχει καταλήξει σχεδόν αποκλειστικά ελληνικό πολιτιστικό προϊόν, οι θεατές δείχνουν να το αγκαλιάζουν και να το προτιμούν. Φέτος ο προγραμματισμός έχει επανεκδόσεις όπως το In a Lonely Place και το Bob, le Flambeur, έχει το Digger, μια ελληνική ταινία που θα αρέσει στον κόσμο, υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να έχουμε μια καλή σεζόν, αρκεί να μας αφήσουν να λειτουργήσουμε τους κινηματογράφους μας κανονικά».
Για τον Ηλία Γεωργιόπουλο του Cine Άνεσις στους Αμπελοκήπους το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στην απαγόρευση κυκλοφορίας μετά τις 00.30. «Η χωρητικότητα 75%», μας δήλωσε, «είναι ένα καλό νούμερο για να ξεκινήσουμε. Δεν είναι ιδανικό βέβαια, επειδή πρέπει να μοιράζουμε τα καθίσματα σε δυάδες. Το βασικό μας πρόβλημα είναι η απαγόρευση κυκλοφορίας στις 00.30. Μας δυσκολεύει πολύ στον προγραμματισμό δεύτερης προβολής, γιατί αφενός αποκλείονται εκ των πραγμάτων ταινίες μεγαλύτερες από δύο ώρες και αφετέρου ο κόσμος που θα έρθει στη δεύτερη προβολή, κινδυνεύει να του επιβληθεί πρόστιμο γυρίζοντας στο σπίτι, αν δεν προλάβει να επιστρέψει πριν από τις 00.30. Προτείναμε στους ανθρώπους του υπουργείου να υπάρξει κάποια ειδική πρόβλεψη για τους πελάτες των θερινών κινηματογράφων, ώστε με την επίδειξη του ηλεκτρονικού εισιτηρίου να μπορούν να κυκλοφορήσουν μετά τις 00.30, αλλά δυστυχώς δεν φαίνεται να εισακουστήκαμε.
Ας ελπίσουμε από τον Ιούνιο να υπάρξει κάποια μετάθεση της ώρας απαγόρευσης ή κάποια ειδική ρύθμιση για τα σινεμά, γιατί κατά τα άλλα φέτος υπάρχει χαρά και αισιοδοξία, έχουμε καλύτερη σοδειά ταινιών, θα βγουν και πάλι τα μεγάλα μπλοκμπάστερ που έλειψαν πολύ πέρυσι, εμείς εξοπλίσαμε και τον κινηματογράφο μας με προτζέκτορα laser 4K για να αναβαθμίσουμε τις συνθήκες προβολής, οπότε έχουμε κάθε λόγο να ελπίζουμε σε μια καλή σεζόν».
Ο Κώστας Γούναρης των κινηματογράφων Εκράν στα Εξάρχεια, Αμίκο στο Χαλάνδρι, Άνοιξις στο Νέο Ηράκλειο, Ηλέκτρα στην Πατησίων, Κήπος στη Νέα Σμύρνη, Νέα Μασκώτ στον Ταύρο και Αρκαδία στον Βύρωνα, τοποθετείται σε μια πιο ρομαντική νότα. «Νιώθω πολλές φορές ότι κάνω την καλύτερη δουλειά στο κόσμο», μας εξομολογείται. «Ο κόσμος έρχεται για να διασκεδάσει, να ψυχαγωγηθεί βλέποντας σινεμά, να απολαύσει το βράδυ του, τρώγοντας, πίνοντας, με παρέα ή και χωρίς.
Η μειωμένη χωρητικότητα δεν απασχολεί τόσο τους θεατές, όσο τους ίδιους τους αιθουσάρχες. Έχεις δηλαδή ένα μικρότερο ταβάνι και για την φετινή περίοδο. Από την άλλη είναι και οι αποστάσεις των θέσεων. Αυτό με ενοχλεί περισσότερο, γιατί νιώθω ότι ενοχλεί και τον κόσμο. Είναι αλλιώς να πας με τους φίλους σου και να κάτσετε 3-4 άτομα μαζί παρέα και αλλιώς να σας χωρίζει ενάμιση μέτρο ανά δυάδα.
Η απουσία διαλείμματος είναι ένα πρόβλημα, επίσης. Ενώ στα χειμερινά σινεμά προτιμώ να βλέπω ταινία χωρίς διάλειμμα, στα θερινά είναι μέρος της διασκέδασης. Να ανοίγουν τα φώτα σιγά-σιγά, να κοιτάζεις τους φίλους σου και τους γύρω σου, να τρέχεις στο μπαρ για να προλάβεις πριν σχηματιστεί ουρά, να ανάψεις ένα τσιγάρο κ να συζητήσεις πώς σου φαίνεται η ταινία ή ακόμα και να παρατηρήσεις τις γάτες που κυκλοφορούν ανέμελες στον χώρο. Και όταν έρθει η ώρα που ξανασβήνουν τα φώτα, να τρέξεις να πάρεις πάλι θέση με νέες προμήθειες. Όλα αυτά μας τα έχουν απαγορεύσει με αφορμή την πανδημία και η αλήθεια είναι ότι δεν τα καταλαβαίνω και δεν νιώθω ότι βοηθάνε κάπου και ο κόσμος νιώθω ότι πιστεύει το ίδιο. Η απαγόρευση μετά τις 00:30 μας προβληματίζει για το θέμα της δεύτερης προβολής, ενώ το θέμα των ηλεκτρονικών εισιτηρίων σίγουρα αποτρέπει μεγαλύτερους σε ηλικία ανθρώπους να μας επισκεφτούν.
Απλά όταν κάνεις αυτήν τη δουλειά, όπου ουσιαστικά είσαι υπεύθυνος για τη διασκέδαση του άλλου, σε προβληματίζει περισσότερο για το τι αντίκτυπο έχουν αυτές οι αλλαγές στους θεατές, πάρα στην επιχείρηση. Ο κόσμος αγαπάει τα θερινά σινεμά, τα στηρίζει κι εμείς θα επιβιώσουμε».
Οι αιθουσάρχες μίλησαν για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, ο κόσμος μίλησε με την «ψήφο» του στα θερινά σινεμά κατά τις πρώτες μέρες λειτουργίας τους, τώρα τον λόγο τον έχει η κυβέρνηση.