Τον δρόμο προς το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Σαν Φρανσίσκο (SFMOMA), το πρώτο μουσείο στη δυτική ακτή αφιερωμένο αποκλειστικά στην τέχνη του 20ού αιώνα, πήρε το εμβληματικό έργο Pan American Unity, μια τοιχογραφία ζωγραφισμένη από τον Μεξικανό καλλιτέχνη και τοιχογράφο Ντιέγκο Ριβέρα που δημιουργήθηκε για το «Art in Action» στη Διεθνή Έκθεση Golden Gate του Treasure Island, στο Σαν Φρανσίσκο του 1940.
Η επιχείρηση της μεταφοράς της τοιχογραφίας, που ζυγίζει τριάντα τόνους και έχει 22 μέτρα μήκος και 6 μέτρα ύψος, έγινε με χειρουργική ακρίβεια και το έργο ολοκληρώθηκε μετά από μια τετραετή επιχείρηση πολλών εκατομμυρίων δολαρίων στην οποία πήραν μέρος μηχανικοί, αρχιτέκτονες, ιστορικοί τέχνης, ειδικοί τεχνίτες και μεταφορείς έργων τέχνης, ενώ τα φορτηγά που μετέφεραν την τοιχογραφία είχαν ειδικά αμορτισέρ και κινούνταν με λιγότερα από δέκα χιλιόμετρα την ώρα.
Η τοιχογραφία «Pan American Unity», της οποίας ο πλήρης τίτλος είναι «The Marriage of the Artistic Expression of the North and of the South on This Continent» (Ο γάμος της καλλιτεχνικής έκφρασης του Βορρά και του Νότου σε αυτή την ήπειρο) θα είναι το μεγαλύτερο έργο τέχνης που θα εκτεθεί το 2022 στη μεγάλη αναδρομική έκθεση, αφιερωμένη στο έργο του Ριβέρα.
Ο Ντιέγκο Ριβέρα έφτασε για πρώτη φορά στο Σαν Φρανσίσκο το 1930, έναν χρόνο μετά τον γάμο του με τη Φρίντα Κάλο. Είχε αναλάβει να ζωγραφίσει τοιχογραφίες στο Luncheon Club του Χρηματιστηρίου του Σαν Φρανσίσκο και στη Σχολή Καλών Τεχνών της Καλιφόρνιας [τώρα το Ινστιτούτο Τέχνης του Σαν Φρανσίσκο].
Δυο χρόνια αργότερα, το 1932, μετακόμισαν στο Ντιτρόιτ, στην καρδιά της Μεγάλης Ύφεσης, για να κάνει τις περίφημες τοιχογραφίες που απεικονίζουν σε 27 πάνελ τη βιομηχανία Ford Motor Company, που θεωρούνται από τα πιο επιτυχημένα έργα του. Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο Σαν Φρανσίσκο, Ριβέρα και Κάλο έδειξαν τη δουλειά τους στην Έκτη Ετήσια Έκθεση της Εταιρείας Καλλιτεχνών του Σαν Φρανσίσκο.
Απεικονίζοντας την τέχνη και την τεχνολογία ως εργαλεία για τη διαμόρφωση της κοινωνίας, το έργο έχει μια δεύτερη ευκαιρία να εκτεθεί στο ευρύ κοινό σε όλη του τη λαμπρότητα, αφού θα είναι ορατό μέρα και νύχτα.
Δέκα χρόνια αργότερα, ο Ριβέρα, μετά από πρόσκληση του αρχιτέκτονα Timothy Pfluger, έφτασε ξανά στην πόλη για να πάρει μέρος στο πρόγραμμα «Art in Action», στη Διεθνή Έκθεση Golden Gate. Δουλεύοντας σε ένα ικρίωμα μέσα σε ένα υπόστεγο αεροπλάνων, μπροστά σε ένα κοινό που παρακολουθούσε ζωντανά, ο Ριβέρα απέδωσε με λεπτομέρειες τις καλλιτεχνικές εκφράσεις του Νότου και του Βορρά σε μια μοναδική σύνθεση ενότητας της ηπείρου. Ανέτρεξε στο παρελθόν και σχολίασε το παρόν εν μέσω μιας παγκόσμιας σύγκρουσης, με τον Δεύτερο παγκόσμιο Πόλεμο να σκιάζει τον πλανήτη, δίνοντας έμφαση στην πολιτιστική αλληλεγγύη και ανταλλαγή.
Η τοιχογραφία ολοκληρώθηκε με τη βοήθεια ντόπιων καλλιτεχνών και των γυναικών βοηθών του που απεικόνισε και στο έργο του. Απεικονίζοντας την τέχνη και την τεχνολογία ως εργαλεία για τη διαμόρφωση της κοινωνίας, το έργο έχει μια δεύτερη ευκαιρία να εκτεθεί στο ευρύ κοινό σε όλη του τη λαμπρότητα, αφού θα είναι ορατό μέρα και νύχτα. Με φόντο το Bay Area, χωρίζεται σε πέντε μεγάλα πάνελ. Ξεκινά από την τέχνη των αρχαίων βασιλείων των Αζτέκων και καταλήγει μέχρι τις εφευρέσεις και την ποπ κουλτούρα της Αμερικής.
Στο έργο αναγνωρίζονται η γυναίκα του, Φρίντα Κάλο, η σταρ του Χόλιγουντ Πολέτ Γκοντάρ, ο Στάλιν, ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι ως δικτάτορες της Ευρώπης, η ολυμπιονίκης καταδύτρια Χέλεν Κτλένκοβιτς, ο Έντισον και ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο Χένρι Φορντ, το Αλκατράζ και μέρη του Σαν Φρανσίσκο, Μεξικανοί τεχνίτες και Αμερικανοί βιομήχανοι, ο Λίνκολν και ο Τζέφερσον, χειροτέχνες και αρχιτέκτονες, φίδια των Αζτέκων και ιερά σύμβολα και δεκάδες άλλες προσωπικότητες που συνέβαλαν στην ανάπτυξη της ηπείρου.
Όταν η τοιχογραφία κατασκευάστηκε το σχέδιο ήταν να εγκατασταθεί στη βιβλιοθήκη Pflueger που δεν έχει ακόμη χτιστεί. Η κατασκευή αναβλήθηκε στη διάρκεια του πολέμου και τελικά δεν έγινε ποτέ.
Μετά την έκθεσή της η τοιχογραφία αποθηκεύτηκε στο Treasure Island. Για χρόνια, ήταν κρυμμένη σε ένα υπόστεγο στο κολέγιο. Ενώ ήταν αποθηκευμένη, το μουσείο de Young αρνήθηκε να πάρει την τοιχογραφία το 1941, καθώς ήταν πολύ μεγάλη (δέκα κομμάτια) για να μετακινηθεί συμβατικά. Τελικά το 1961 μεταφέρθηκε στο κτίριο του θεάτρου της πανεπιστημιούπολης στο City College of San Francisco, όπου παρέμεινε για περισσότερο από μισό αιώνα. Η τοιχογραφία θα επιστρέψει το 2023 στο CCSF για εγκατάσταση σε ένα νέο κέντρο παραστατικών τεχνών.
Το έργο έμεινε κρυμμένο από τον κόσμο της τέχνης και το κοινό στο λόμπι του θεάτρου με ελάχιστους επισκέπτες καθημερινά. Όμως υπήρχε ένας άνθρωπος που φρόντιζε και ενδιαφέρθηκε για την τύχη του και το κρατούσε πάντα στην επικαιρότητα και δεν είναι άλλος από τον μελετητή του Ριβέρα και πρώην καθηγητή Will Maynez, που είπε ότι «Ο Ντιέγκο χτίζει μια μεταφορική γέφυρα μεταξύ του πολιτισμού του Μεξικού και της τεχνολογικής κουλτούρας των Ηνωμένων Πολιτειών» και ως Μεξικανοαμερικανός έχει περάσει τουλάχιστον 25 χρόνια ζωής ερευνώντας την τοιχογραφία. Θεωρεί, δε, τη μετακίνηση της τοιχογραφίας από τα πιο φιλόδοξα έργα που έχει ποτέ πραγματοποιήσει το μουσείο.
Ο Ντιέγκο Ριβέρα με το έργο του συνέβαλε στη δημιουργία αυτού που αποκλήθηκε «Μεξικάνικη Αναγέννηση της Νωπογραφίας».
Ο Ριβέρα γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου του 1886 στην πόλη Guanajuato και ο κόσμος της τέχνης επιχειρεί σήμερα, δείχνοντας το πλούσιο και σημαντικό έργο του, να τον αποκαταστήσει σε ένα ευρύ κοινό που τον γνωρίζει μόνο ως τον άπιστο και πληθωρικό καλλιτέχνη, σύζυγο της Φρίντα Κάλο.
Από τα δέκα του χρόνια άρχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική και στα τέλη του 1906, έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του στη San Carlos, έφυγε για την Ευρώπη. Σπουδάζει ως υπότροφος του μεξικανικού κράτους στην Ισπανία, όπου έμεινε για δυο χρόνια στη Μαδρίτη, ενώ αργότερα με την μετακίνησή του στη Γαλλία, στο Παρίσι, μελετά τα ρεύματα της εποχής του, επηρεάζεται από τον κυβισμό, τον Σεζάν και τις νωπογραφίες της Αναγέννησης που μελέτησε αργότερα σε ένα ταξίδι του στην Ιταλία. Φίλος του Μοντιλιάνι και του Χουάν Γκρις, παρουσιάζει τα πρώτα χρόνια έργα επηρεασμένα από τον κυβισμό. Μεταπηδά στον μετα-ιμπρεσιονισμό και αρχίζει να εκθέτει τα έργα του προσελκύοντας την προσοχή του κόσμου της τέχνης.
Ο Ριβέρα επέστρεψε στο Μεξικό το 1921 μετά την εκλογή ως προέδρου του μεταρρυθμιστή και λάτρη των τεχνών Αλβάρο Ομπρεγκόν. Μαζί με τους ομοτέχνούς του, Χοσέ Ορόσκο, Νταβίντ Σικέιρος και Ρουφίνο Ταμάιο, φιλοτέχνησε μια σειρά από τοιχογραφίες με λαϊκά θέματα για λογαριασμό του υπουργείου Παιδείας, δημιουργώντας αυτό που αποκλήθηκε Μεξικάνικη Αναγέννηση της Νωπογραφίας.
Το προσωπικό του ύφος χαρακτηρίζεται από τα τολμηρά και ζωηρά χρώματα και τις μεγάλες επίπεδες φιγούρες με επιρροές από τη λαϊκή τέχνη του Μεξικού και την τέχνη των Αζτέκων. Η κοινωνία και η ιστορία, η καθημερινή ζωή και ο μόχθος είναι από τα βασικά μοτίβα που επαναλαμβάνει στα έργα του.
Φιλοτροτσκιστής, ο Ριβέρα υπήρξε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος του Μεξικού, επισκέφθηκε μάλιστα και τη Μόσχα το 1927 προκειμένου να λάβει μέρος στις εορταστικές εκδηλώσεις για τα δεκάχρονα της Οκτωβριανής Επανάστασης, όπου του ανατέθηκε να φιλοτεχνήσει μια τοιχογραφία στη λέσχη του Κόκκινου Στρατού. Ωστόσο, το 1928 τα σχέδια ακυρώθηκαν και ο Ριβέρα, «θύμα» της διαμάχης Στάλιν - Τρότσκι, διεγράφη από το Κομουνιστικό Κόμμα του Μεξικού.
Το 1928 γνωρίζει την Φρίντα Κάλο ενώ είναι παντρεμένος με τη δεύτερη γυναίκα του, Γουαδελούπε Μαρίν, που πόζαρε σε πολλά έργα του εκείνη την εποχή. Με τη Φρίντα παντρεύονται δυο χρόνια αργότερα, παρά τις αντιδράσεις της οικογένειας της Κάλο που υποδέχθηκε τον γάμο με τη ρήση «ο γάμος ενός ελέφαντα και μιας περιστέρας».
Η σχέση τους ήταν εκρηκτική και θυελλώδης με πολλές απιστίες, χωρισμούς και επανασυνδέσεις. Ενώ χώρισαν το 1939, ξαναπαντρεύτηκαν έναν χρόνο αργότερα, ζώντας σε χωριστές οικίες, οι οποίες συνδέονταν με ένα διάδρομο.
Το πάθος του για τις γυναίκες δεν τον άφησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Απέκτησε τουλάχιστον δύο εξώγαμα τέκνα, ένα αγόρι με τη ζωγράφο Ανζελίν Μπελόφ και ένα κορίτσι με την επίσης ζωγράφο Μαρία Βορομπίεφ - Στρεμπέλσκα.
Παρά τις απιστίες του ο θάνατος της Φρίντα Κάλο, το 1954, τον συνέτριψε. «Η ημέρα που πέθανε η Φρίντα ήταν η πιο τραγική της ζωής μου. Δυστυχώς, κατάλαβα πολύ αργά, ότι το καλύτερο κομμάτι της ζωής μου, ήταν η αγάπη μου για εκείνη» έγραψε στην αυτοβιογραφία του.
Ο Ντιέγκο Ριβέρα πέθανε τρία χρόνια αργότερα, το 1957, σε ηλικία 71 ετών. Πριν πεθάνει έκανε άλλο έναν γάμο με την εκδότρια Έμα Ουρτάδο.