H Βασιλική Όπερα συνεχίζει τους εορτασμούς παρουσιάζοντας τις όπερες και τα ορατόρια που έγραψε ο Χέντελ για το Κόβεντ Γκάρντεν με μια νέα παραγωγή του αριστουργήματός του «Θεοδώρα», στο οποίο η αγάπη υπερβαίνει την πολιτική τυραννία. Η Θεοδώρα διώκεται για τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις, αλλά η αρετή της εμπνέει την αφοσίωση ενός από τους καταπιεστές της.
Η Αμερικανίδα μέτζο σοπράνο Τζόις Ντιντονάτο και οι ανερχόμενοι σταρ της όπερας Τζούλια Μπούλοκ και Γιάκομπ Γιόζεφ Ορλίνσκι ανεβαίνουν στη σκηνή για να υποδυθούν τους πρωταγωνιστές του έργου του μπαρόκ σε σκηνοθεσία της Κέιτι Μίτσελ. Η σκηνοθέτις βλέπει το έργο μέσα από το πρίσμα της σύγχρονης θρησκευτικής τρομοκρατίας και δίνει ένα σύγχρονο, φεμινιστικό πλαίσιο σε ένα έργο που δεν έχει ακουστεί στο Κόβεντ Γκάρντεν από τις 16 Μαρτίου 1750.
Το 1750, με ταλαιπωρημένη υγεία, ο Χέντελ παρουσίασε το προτελευταίο ορατόριό του, τη «Θεοδώρα», στο δύσπιστο κοινό του Λονδίνου στο θέατρο Κόβεντ Γκάρντεν. Ο κύκλος των μουσικών και των φίλων του το θαύμασε, αλλά η «Θεοδώρα» ήταν αποτυχία και παίχτηκε μόνο τρεις φορές.
Υπάρχουν τουλάχιστον δύο εξηγήσεις γι' αυτό. Πρώτον, το θέμα του διωγμού και του μαρτυρίου ενός χριστιανού αγίου απείχε πολύ από τις αφηγήσεις της Παλαιάς Διαθήκης που είχαν συνηθίσει οι Λονδρέζοι από τα δραματικά ορατόρια του Χέντελ, ενώ ένας σεισμός που συνέβη περίπου μια εβδομάδα πριν την πρεμιέρα είχε αναγκάσει ορισμένους από τους συνήθεις θαμώνες των παραστάσεων του Χέντελ να εγκαταλείψουν την πόλη. Είναι το λιγότερο εκτελεσμένο από όλα τα ορατόριά του και αναβίωσε μόνο μία φορά το 1755.
Η «Θεοδώρα» του Χέντελ είναι ένα δραματικό ορατόριο σε τρεις πράξεις, σε αγγλικό λιμπρέτο του Τόμας Μορέλ. Ο Χέντελ το έγραψε όταν ήταν εξήντα τεσσάρων ετών και αφορά τη χριστιανή μάρτυρα Θεοδώρα και τον προσηλυτισμένο χριστιανό Ρωμαίο εραστή της, τον Δίδυμο. Είναι το μοναδικό δραματικό ορατόριο του Χέντελ στα αγγλικά με χριστιανικό θέμα και διαφέρει από τα προηγούμενα γιατί είναι μια τραγωδία που καταλήγει στον θάνατο της ηρωίδας και του εραστή της.
Η «Θεοδώρα» του Χέντελ είναι ένα δραματικό ορατόριο σε τρεις πράξεις, σε αγγλικό λιμπρέτο του Τόμας Μορέλ. Ο Χέντελ το έγραψε όταν ήταν εξήντα τεσσάρων ετών και αφορά τη χριστιανή μάρτυρα Θεοδώρα και τον προσηλυτισμένο χριστιανό Ρωμαίο εραστή της, τον Δίδυμο. Είναι το μοναδικό δραματικό ορατόριο του Χέντελ στα αγγλικά με χριστιανικό θέμα και διαφέρει από τα προηγούμενα γιατί είναι μια τραγωδία που καταλήγει στον θάνατο της ηρωίδας και του εραστή της.
Η πηγή του Τόμας Μορέλ για το λιμπρέτο ήταν το «Μαρτύριο της Θεοδώρας και του Διδύμου» (1687) του Ρόμπερτ Μπόιλ, εξέχοντος επιστήμονα και θεολόγου, ενώ ο Μορέλ παραθέτει τον Χέντελ να λέει: «Οι Εβραίοι δεν θα έρθουν σε αυτό επειδή είναι μια χριστιανική ιστορία· και οι κυρίες δεν θα έρθουν επειδή είναι ενάρετη».
Σύμφωνα με την ιστορία, ο Ρωμαίος κυβερνήτης της Αντιόχειας εκδίδει διάταγμα ότι προς τιμήν των γενεθλίων του Διοκλητιανού όλοι οι πολίτες θα προσφέρουν θυσία στην Αφροδίτη, τη ρωμαϊκή θεά του έρωτα, και τη Φλώρα, μια θεά της γονιμότητας. Ο Δίδυμος, ένας στρατιώτης που προσηλυτίστηκε κρυφά στον χριστιανισμό, ζητά για οι πολίτες που η συνείδηση τους τούς εμποδίζει να κάνουν θυσίες σε είδωλα να μην τιμωρηθούν και ο Σεπτίμιος υποπτεύεται ότι ο Δίδυμος είναι χριστιανός.
Η Θεοδώρα, μια ευγενής χριστιανή, και η φίλη της Ειρήνη προσκυνούν με τους ομοπίστους τους ιδιωτικά αντί να συμμετέχουν στους εορτασμούς για τα γενέθλια του αυτοκράτορα, όταν ένας αγγελιοφόρος φέρνει νέα για το διάταγμα του κυβερνήτη. Ο Σεπτίμιος έρχεται να τους συλλάβει.
Η Θεοδώρα περιμένει να καταδικαστεί σε θάνατο αλλά πληροφορείται ότι αντ' αυτού καταδικάστηκε να υπηρετήσει ως πόρνη στον ναό της Αφροδίτης. Η Θεοδώρα θα προτιμούσε να πεθάνει.
Η Ειρήνη ενημερώνει τον Δίδυμο που πηγαίνει εκεί με την ελπίδα είτε να τη σώσει είτε να πεθάνει μαζί της. Ο Σεπτίμιος απειλεί τη Θεοδώρα ότι αν δεν συμμετάσχει στις γιορτές μέχρι το τέλος της ημέρας, θα στείλει τους φρουρούς του να τη βιάσουν.
Στον ναό της Αφροδίτης που λειτουργεί ως οίκος ανοχής, η Θεοδώρα τρομάζει, αλλά η διάθεσή της αλλάζει καθώς συλλογίζεται τη μετά θάνατον ζωή. Ο Δίδυμος ομολογεί στον φίλο του και ανώτερο αξιωματικό του Σεπτίμιο ότι είναι χριστιανός και κάνει έκκληση στην αίσθηση ευπρέπειας του άλλου. Ο Σεπτίμιος επιτρέπει στον Δίδυμο να επισκεφθεί τη Θεοδώρα.
Στην αρχή η Θεοδώρα κάνει έκκληση στον Δίδυμο να τη σκοτώσει και να δώσει τέλος στα βάσανά της, αλλά αντ' αυτού ο Δίδυμος την πείθει να κρύψει την ταυτότητά της και παίρνει τη θέση της. Οι χριστιανοί γιορτάζουν την ασφαλή επιστροφή της Θεοδώρας.
Ωστόσο, εκείνη, νιώθει ένοχη που έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του Διδύμου για να σώσει τη δική της. Η Θεοδώρα πηγαίνει να προσφέρει τον εαυτό της στη θέση του Διδύμου, παρά τις διαμαρτυρίες της πιστής της φίλης Ειρήνης. Και ο Δίδυμος και η Θεοδώρα υποστηρίζουν ότι πρέπει να πεθάνουν στη θέση του άλλου. Καταδικάζονται σε θάνατο και τραγουδούν ένα ντουέτο για την αθανασία τους.
Οι άγιοι Θεοδώρα και Δίδυμος είναι χριστιανοί άγιοι των οποίων ο μύθος βασίζεται στον λόγο του Αγίου Αμβροσίου. Το ζευγάρι μαρτύρησε κατά τη βασιλεία των συγκυβερνητών Ρωμαίων Αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού.
Η Θεοδώρα ήταν μια νεαρή αρχόντισσα της Αλεξάνδρειας που είχε αρνηθεί να προσφέρει θυσία στους Ρωμαίους θεούς. Ο Δίδυμος και, σύμφωνα με τον Αμβρόσιο, η Θεοδώρα αποκεφαλίστηκαν. Το σώμα του Διδύμου κάηκε. Δεν περιλαμβάνονται στο ρωμαϊκό μαρτυρολόγιο, τον επίσημο κατάλογο των αγίων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Η ιστορία της Θεοδώρας και του Διδύμου είναι σχεδόν πανομοιότυπη με αυτή των αγίων Αντωνίας και Αλεξάνδρου που τιμά η ρωμαιοκαθολική εκκλησία.