Οι φίλοι του σινεμά και των βιογραφικών μεταφορών και οι θαυμαστές της Έλεν Μίρεν χάρηκαν στην αναγγελία της είδησης ότι η εξαιρετική 76χρονη ηθοποιός θα υποδυθεί την Γκόλντα Μέιρ, την πρώτη γυναίκα πρωθυπουργό του Ισραήλ και την τρίτη κατά σειρά γυναίκα αρχηγό κράτους παγκοσμίως.
Η Μέιρ, μια πολιτικός που αγαπήθηκε και μισήθηκε για τις αποφάσεις της, με πολιτική καριέρα που σφραγίστηκε από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και τη «Σφαγή του Μονάχου» κατά τη διάρκεια των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1972, ζωντανεύει στη μεγάλη οθόνη στη βιογραφική ταινία του HBO «Golda», σε σκηνοθεσία του Ισραηλινού Γκάι Νάτιβ.
Ποιο είναι το ζήτημα που προέκυψε; Οι αντιδράσεις που ξεσήκωσε η επιλογή να υποδυθεί μια Βρετανίδα ηθοποιός την Εβραία, και μάλιστα όχι ένα τυχαίο πρόσωπο αλλά μια εμβληματική προσωπικότητα του εβραϊκού κράτους, οι οποίες ξεκίνησαν πριν από έναν μήνα όταν η Βρετανίδα ηθοποιός Μορίν Λίπμαν επέκρινε όχι τη συνάδελφό της –όπως διευκρίνησε– αλλά την επιλογή μιας μη Εβραίας να παίξει την Εβραία, υποστηρίζοντας ότι η εβραϊκή ταυτότητα είναι «σύμφυτη» με τον ρόλο.
Το επάγγελμα έχει αλλάξει. Η Γκλέντα Τζάκσον μπορεί να παίζει τον Λιρ, ο Ντένζελ Ουάσιγκτον τον Μακμπέθ, ένας μαύρος ηθοποιός τον Δανό Άμλετ, κάτι που δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί μερικές δεκαετίες νωρίτερα.
Μάλιστα, το πήγε ένα βήμα παραπέρα λέγοντας «Είμαι σίγουρη ότι η Μίρεν θα είναι υπέροχη, αλλά δεν θα επιτρεπόταν ποτέ στον Μπεν Κίνγκσλεϊ να παίξει τον Νέλσον Μαντέλα».
Μέχρι να δημοσιοποιηθούν οι δηλώσεις της Λίπμαν, η Μίρεν είχε κάνει μόνο μια δήλωση: «Η Γκόλντα Μέιρ ήταν μια τρομερή, αδιάλλακτη και ισχυρή ηγέτης… Ελπίζω μόνο να τη δικαιώσω».
Αλλά οι πρόσφατες δηλώσεις την έκαναν να ανοίξει έναν δημόσιο διάλογο που αφορά το «Jewface», την πρακτική να υποδύονται μη Εβραίοι ηθοποιοί Εβραίους, κάτι που μπορεί να μοιάζει με το «blackface» στην ιδεολογική του βάση, αλλά διαφέρει λόγω της διακριτής διαφοράς του χρώματος και η βιομηχανία του θεάματος το αντιμετωπίζει πιο «εύκολα».
Η Αμερικανίδα ηθοποιός Σάρα Σίλβερμαν είχε δηλώσει πριν λίγο καιρό: «Αυτήν τη στιγμή, η αναπαράσταση έχει μεγάλη σημασία. Πρέπει επιτέλους να έχει σημασία και για τους Εβραίους. Ειδικά για τις Εβραίες».
Ποιος είναι ο «γρήγορος» αντίλογος; Μα η Ιζαμπέλ Ιπέρ που είναι Εβραία γιατί μπορεί να παίζει όποιον ρόλο θέλει; Φυσικά γιατί είναι καλή, πολύ καλή. Αυτή δεν είναι η αυτονόητη απάντηση;
Μια ενδιαφέρουσα θέση διατύπωσε ο θεατρικός συγγραφέας του «Closer» Πάτρικ Μάρμπερ, που αναφέρθηκε στο άρθρο της «Jewish Chronicle» και αντιτάχθηκε στη «βιωμένη εμπειρία» που επικαλούνται σε μια ανοιχτή επιστολή για το θέμα το 2019 Εβραίοι ηθοποιοί.
«Η "βιωμένη εμπειρία" είναι ένα είδος άρνησης του τι είναι δημιουργικότητα και αρνείται στον ηθοποιό τη θεμελιώδη πρόκληση και το δικαίωμα να γίνει κάποιος άλλος για να υποδυθεί έναν άλλο άνθρωπο, από άλλη εποχή, από άλλη κουλτούρα, από άλλη θρησκεία και άλλη σεξουαλικότητα και άλλο φύλο» είπε ο Μάρμπερ, προσθέτοντας ότι ένας μη Εβραίος μπορεί να παίξει έναν Εβραίο και το αντίστροφο και αυτό πρέπει να συμβαίνει χωρίς ποσοστώσεις».
Η Έλεν Μίρεν έδωσε μια πολύ ψύχραιμη απάντηση, ανοίγοντας στην ουσία ένα θέμα με μεγάλη ευγένεια και λεπτότητα και περιγράφοντας και τους δικούς της ενδοιασμούς πριν αποδεχθεί τον ρόλο, λέγοντας ότι ήταν «απόλυτα θεμιτό» να αμφισβητηθεί η απόφαση να υποδυθεί μια μη Εβραία τη Μέιρ.
Σε μια συνέντευξη που έδωσε από το σπίτι της στην Ιταλία είπε ότι είχε και εκείνη επιφυλάξεις σχετικά με το αν ήταν σκόπιμο να της δοθεί ρόλος στο «Golda» και έθεσε το θέμα στον Ισραηλινό σκηνοθέτη της ταινίας Γκάι Νάτιβ πριν αποδεχτεί τον ρόλο.
«Κοίτα, Γκάι, δεν είμαι Εβραία, και αν θέλεις να το σκεφτείς αυτό και αποφασίσεις να προχωρήσεις σε διαφορετική κατεύθυνση, δεν θα με πειράξει, θα το καταλάβω απολύτως», δήλωσε σχετικά στη «Daily Mail». «Αλλά ήθελε πολύ να παίξω τον ρόλο και ξεκινήσαμε», πρόσθεσε.
Η Μίρεν πιστεύει ότι η συζήτηση που άνοιξε η Λίπμαν πρέπει να γίνει, είναι απολύτως θεμιτή, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν δυσαρεστήθηκε με τα σχόλιά της.
Ωστόσο, όπως σημείωσε, το θέμα εγείρει και άλλα ερωτήματα: είναι κατάλληλο για έναν Εβραίο να απεικονίσει έναν μη Εβραίο χαρακτήρα;
Η Λίπμαν εξήγησε στο «Variety» την άποψή της ότι η εθνικότητα θα πρέπει να είναι προτεραιότητα, σημειώνοντας ωστόσο, ότι η Μίρεν «θα είναι υπέροχη. Καλή ηθοποιός, σέξι και έξυπνη».
Η Μίρεν πάει τη συζήτηση ένα βήμα πιο πέρα, βάζοντας ένα προβληματισμό σχετικά με την «ορθότητα» του κάστινγκ. Συνέκρινε τη συζήτηση γύρω από την επιλογή της να παίξει τον ρόλο της Μέιρ με αυτή γύρω από την αυθεντική επιλογή γκέι χαρακτήρων.
«Γνωρίζω ότι ηθοποιοί όπως ο Ίαν Μακ Κέλεν, νομίζω θα είχαν μεγάλο πρόβλημα με αυτό. Επειδή, τι γίνεται αν είσαι ομοφυλόφιλος ηθοποιός; Δεν θα έπρεπε να μπορείς να παίξεις ρόλους στρέιτ ανθρώπων; Είναι πραγματικά αυτό το μονοπάτι που θέλετε να ακολουθήσετε;», είπε. Αλλά δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι «θα μπορούσε να είναι "απογοητευτικό" για έναν ομοφυλόφιλο ηθοποιό να βλέπει έναν στρέιτ ηθοποιό να δίνει μια ψεύτικη, απλοϊκή ερμηνεία».
Αδικίες του επαγγέλματος. Και προκλήσεις του επαγγέλματος. «Υπάρχει πολλή αδικία στο επάγγελμά μου», είπε η Μίρεν. «Αν υπάρχει ένας ηθοποιός που είναι ανάπηρος, που είναι εξαιρετικός αλλά είχε πολύ λίγες ευκαιρίες, και τώρα έρχεται ένας υπέροχος ρόλος για έναν ηθοποιό με ειδικές ανάγκες, όλα είναι σωστά, αυτός ή αυτή θα πρέπει να έχει αυτόν τον ρόλο».
Το επάγγελμα έχει αλλάξει. Η Γκλέντα Τζάκσον μπορεί να παίζει τον Λιρ, ο Ντένζελ Ουάσιγκτον τον Μακμπέθ, ένας μαύρος ηθοποιός τον Δανό Άμλετ, κάτι που δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί μερικές δεκαετίες νωρίτερα.
Ο Χαγκάι Λέβι, ο Ισραηλινός δημιουργός του «The Affair», δηλώνει πως όχι μόνο δεν έχει πρόβλημα με το συγκεκριμένο κάστινγκ, αλλά και όταν βλέπει ηθοποιούς δεν είναι κάτι που σκέφτεται.
Ας πούμε, είναι κακό που ο Ισπανός Χαβιέ Μπαρδέμ υποδύεται τον Κουβανό Ντέζι Αρνάζ στο «Being the Ricardos» ή θα έπρεπε η παραγωγή να βρει έναν Κουβανό ηθοποιό;
Ο Νέιθαν Έιμπραμς, καθηγητής κινηματογράφου στο Πανεπιστήμιο του Bangor στην Ουαλία και συγγραφέας του «Hidden in Plain Sight: Jews and Jewishness in British Film, Television and Popular Culture», αμφισβητεί επίσης τον ισχυρισμό ότι μόνο οι Εβραίοι πρέπει να παίζουν ρόλους Εβραίων. «Πώς ορίζουμε τι είναι εβραϊκό για να παίξουμε έναν ρόλο;», αναρωτιέται.
Αλλά ο κωμικός και συγγραφέας Ντέιβιντ Μπάντιελ, ο οποίος εξερευνά το «jewface» στο βιβλίο του «Jews Don't Count», λέει ότι το θέμα που προσπαθούν να επισημάνουν ο ίδιος και η Λίπμαν δεν έχει να κάνει με την επιλογή της Μίρεν αλλά και με άλλες μη «αυθεντικές» επιλογές, την ουσία του προβλήματος.
Ως παράδειγμα φέρνει την αντίδραση που αντιμετώπισε η Σκάρλετ Τζόχανσον όταν ανακοινώθηκε ότι θα έπαιζε έναν τρανς άνδρα στην ταινία «Rub and Tug», κάτι που την έκανε να εγκαταλείψει εντελώς το έργο, λέγοντας «αν αυτοί οι περιορισμοί ισχύουν για άλλες μειονότητες –αν έτσι προσπαθούμε να κάνουμε τον κόσμο πιο σωστό, με πιο ίσους όρους ανταγωνισμού για τις μειονότητες– τότε γιατί δεν εφαρμόζονται στους Εβραίους; Τι λέει αυτό για το τι πιστεύουν οι άνθρωποι για τους Εβραίους;».
Η συζήτηση προκαλεί ένα τσουνάμι.
Ο Μπάντιελ δηλαδή ζητά ίση αντιμετώπιση των τρανς ανθρώπων και των Εβραίων, ενώ όλοι γνωρίζουν ότι η εβραϊκή κοινότητα παίζει σημαντικό ρόλο στη βιομηχανία του θεάματος, εκεί που οι τρανς άνθρωποι ούτε απέξω θα μπορούσαν να περάσουν. Αν κάποιος δει βέβαια τους Εβραίους ως μειονότητα, είναι ανισότητα να μην αξίζουν την ίδια συμπόνια με άλλες μειονότητες επειδή υπερεκπροσωπούνται στην ψυχαγωγία.
«Είναι αντισημιτικό να λες "οι Εβραίοι διευθύνουν τη showbiz" ή "οι Εβραίοι είναι παντού στη showbiz", λέει ο Μπάντιελ κατηγορηματικά. Μάλιστα, υποστηρίζει ότι «φαίνεται ότι υπάρχει σαφής διάκριση στην ανάθεση πρωταγωνιστικών ρόλων σε Εβραίους», ανεξάρτητα από το ποιος είναι αυτός ο ρόλος, αναφέροντας την «ασυνείδητη προκατάληψη» ως πιθανή αιτία.
«Μερικές Εβραίες ηθοποιοί μου έχουν πει ότι στο κάστινγκ τους λένε ότι έχουν πολύ "εξωτική" εμφάνιση, θέλουν κάποιον που να είναι λίγο πιο γαλανομάτης ή ανοιχτόχρωμος ή με λιγότερο σγουρά μαλλιά» λέει ο Μπάντιελ.
Τα ζητήματα φυλής και θρησκείας μπορεί να παρεξηγηθούν συχνά με τα ζητήματα της επιλογής. Αν κάποιος πιστεύει ότι υπάρχει προκατάληψη εναντίον των Εβραίων δεν θα πειστεί ποτέ ότι δεν πήρε τον ρόλο επειδή δεν ήταν εξίσου καλός με την Έλεν Μίρεν ή τη Ρέιτσελ ΜακΆνταμς στο «Disobedience» όπου υποδυόταν μια Εβραία, αλλά τα ταμεία και οι ανεξάρτητες, για παράδειγμα ταινίες, ή οι πιο μικρές παραγωγές, χρειάζονται για να προχωρήσουν τέτοιου κύρους ηθοποιούς.
Μπορεί να οφείλει η βιομηχανία του θεάματος να είναι ευαίσθητη στα ζητήματα που σχετίζονται με τη φυλή, το φύλο, την αναπηρία, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, αλλά ας πούμε η επίσης 75χρονη Μορίν Λίπμαν θα μπορούσε να φτάσει τον ρόλο που υποδύεται η Έλεν Μίρεν στο ίδιο υποκριτικό ύψος; Και θα μπορούσε να σηκώσει με το όνομά της την ταινία στην πλάτη της;
Γιατί αυτός είναι ένας «νόμος» του θεάματος που δεν θα αλλάξει ποτέ. Η διασημότητα ενός καλού ηθοποιού έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι τυχαία, και πάντα οι παραγωγοί και το κοινό θα αναζητούν τον πιο ταλαντούχο αλλά και τον πιο διάσημο για να ξοδέψουν τον χρόνο και το χρήμα τους.